Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιώργος Σεφέρης - Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιώργος Σεφέρης - Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 3 Μαΐου 2023

Γιώργος Σεφέρης Πρέπει να βιαστούμε να ειδούμε ό,τι προφτάσουμε από την Ελλάδα. Σε λίγο θα τα έχουν κάνει όλα καρτ ποστάλ...!!!


Iδιαίτερα γνωστό από τον εναρκτήριο στίχο του, το ποίημα αυτό παρουσιάζεται από τον τίτλο του ως «μίμηση ύφους» (a la maniére de), με τη διαφορά ότι ο ποιητής εμφανίζεται να μιμείται τον εαυτό του, καθώς τα αρχικά παραπέμπουν στο όνομά του. Tο ποίημα αναπτύσσεται με τη μορφή περιδιάβασης σε τουριστικούς και αρχαιολογικούς τόπους της μεσοπολεμικής Eλλάδας και εστιάζεται στα αισθήματα αλλοτρίωσης, απραξίας και στασιμότητας, που αποδίδουν τη σχέση των ανθρώπων με τον τόπο, το παρελθόν, τους γύρω τους αλλά και τον εαυτό τους.

Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει.
Στο Πήλιο μέσα στις καστανιές το πουκάμισο του Κενταύρου
γλιστρούσε μέσα στα φύλλα για να τυλιχτεί στο κορμί μου
καθώς ανέβαινα την ανηφόρα κι η θάλασσα μ' ακολουθούσε
ανεβαίνοντας κι αυτή σαν τον υδράργυρο θερμομέτρου
ώσπου να βρούμε τα νερά του βουνού.
Στη Σαντορίνη αγγίζοντας νησιά που βουλιάζαν . . .

Σάββατο 7 Μαρτίου 2020

Γιώργου Σεφέρη, «Ο τελευταίος σταθμός» (απόσπασμα)

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές
είναι γιατί τ' ακούς γλυκότερα, κι η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει·
στάζει τη μέρα, στάζει στον ύπνο
μνησιπήμων πόνος.
Γιώργου Σεφέρη, «Ο τελευταίος σταθμός» (απόσπασμα)
[…]
Πάλι τα ίδια και τα ίδια, θα μου πεις, φίλε.
Όμως τη σκέψη του πρόσφυγα τη σκέψη του αιχμάλωτου τη σκέψη
του ανθρώπου σαν κατάντησε κι αυτός πραμάτεια
δοκίμασε να την αλλάξεις, δεν μπορείς.
Ίσως και νά 'θελε να μείνει βασιλιάς ανθρωποφάγων
ξοδεύοντας δυνάμεις που κανείς δεν αγοράζει,
να σεργιανά μέσα σε κάμπους αγαπάνθων
ν' ακούει τα τουμπελέκια κάτω απ' το δέντρο του μπαμπού,
καθώς χορεύουν οι αυλικοί με τερατώδεις προσωπίδες.
Όμως ο τόπος που τον πελεκούν και που τον καίνε σαν το πεύκο, και τον βλέπεις
είτε στο σκοτεινό βαγόνι, χωρίς νερό, σπασμένα τζάμια, νύχτες και νύχτες
είτε στο πυρωμένο πλοίο που θα βουλιάξει καθώς το δείχνουν οι στατιστικές,
ετούτα ρίζωσαν μες το μυαλό και δεν αλλάζουν
ετούτα φύτεψαν εικόνες ίδιες με τα δέντρα εκείνα
που ρίχνουν τα κλωνάρια τους μες στα παρθένα δάση
κι αυτά καρφώνουνται στο χώμα και ξαναφυτρώνουν·
ρίχνουν κλωνάρια και ξαναφυτρώνουν δρασκελώντας
λεύγες και λεύγες·
ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας.
Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές
είναι γιατί τ' ακούς γλυκότερα, κι η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει·
στάζει τη μέρα, στάζει στον ύπνο
μνησιπήμων πόνος.
Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
[…]
Cava dei Tirreni, 5 Οκτωβρίου '44
[πηγή: Γιώργος Σεφέρης, Ποιήματα, φιλ. επιμ. Γ.Π. Σαββίδης, Ίκαρος, Αθήνα 1972, σ. 214-215]
=========================================================================

Τελευταίος Σταθμός
ΟΤΑΝ ΤΟΝ ΑΠΡΙΛΙΟ του 1941 οι Γερμανοί κατέλαβαν την Ελλάδα, η ελληνική κυβέρνηση κατέφυγε στο Κάιρο. Ο Γ. Σεφέρης, που ήταν διπλωματικός υπάλληλος, την ακολούθησε και από την υπηρεσιακή του θέση (στο Κάιρο και στην Πραιτόρια της Ν. Αφρικής) έζησε τις διπλωματικές ζυμώσεις μεταξύ των Ελλήνων πολιτικών και των συμμάχων, οι οποίες αφορούσαν το πολιτικό μέλλον της Ελλάδας. Στα ημερολόγιά του, που εκδόθηκαν μετά το θάνατό του με τον τίτλο Μέρες και Πολιτικό Ημερολόγιο, έχει καταγράψει τους πολιτικούς αυτούς αγώνες, τις δολοπλοκίες και τους καιροσκοπισμούς ανθρώπων και υπηρεσιών, σε μια εποχή που η Ελλάδα με την Αντίστασή της συνέχιζε τον αγώνα εναντίον των κατακτητών και υπέφερε τα πάνδεινα (πείνα, εκτελέσεις, βασανιστήρια, πυρπολήσεις κτλ.). Οι εμπειρίες αυτές του Σεφέρη βρίσκουν την ποιητική τους έκφραση στα ποιήματα της συλλογής Ημερολόγιο Καταστρώματος Β'. Τελευταίο ποίημα της συλλογής είναι ο Τελευταίος Σταθμός, γραμμένος, σύμφωνα με την ένδειξη του ποιητή, στο λιμάνι Cava dei Tirreni, κοντά στο Σαλέρνο της Ιταλίας, στις 5 Οκτωβρίου 1944. Εκεί έχουν φτάσει από την Αίγυπτο οι ελληνικές διπλωματικές υπηρεσίες και είναι έτοιμες να επιστρέψουν στην Ελλάδα, από την οποία αποχωρούν οι Γερμανοί (Από την Αθήνα έφυγαν στις 12 Οκτωβρίου 1944). Το δράμα φαίνεται να τελειώνει, αλλά σε λίγο θ' αρχίσουν νέες συμφορές: ο εμφύλιος. ...

Κυριακή 9 Ιουνίου 2019

ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΠΡΟΧΩΡΟΥΝ ΣΤΑ ΣΚΟΤΕΙΝΑ

O Γιώργος Σεφεριάδης, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας, στις 29 Φεβρουαρίου 1900. Μεγάλωσε μέσα σε μια οικογένεια με έντονα πνευματικά ενδιαφέροντα.
O πατέρας του, Στυλιανός, ήταν νομικός και μετέπειτα καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Aθηνών, ενώ παράλληλα έγραφε ποιήματα, μετέφραζε αρχαίους τραγικούς και είχε εκδώσει μεταφράσεις έργων του Λόρδου Bύρωνα. Η δε μητέρα του, Δέσπω, διακρινόταν για την ιδιαίτερη ευαισθησία και την καλλιέργειά της.

Έγραφε ήδη στίχους στα 14 του χρόνια. Το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου αναγκάζει την οικογένειά του να μετακομίσει στην Αθήνα. Το 1918 μεταβαίνει στο Παρίσι για να σπουδάσει Νομική, κάτι που αποτελούσε όνειρο του πατέρα του που στο μεταξύ είχε μετακομίσει κι αυτός στο Παρίσι αναζητώντας καλύτερη μοίρα. «Eίχα μπει τον Iούλιο σ’ ένα Παρίσι ολότελα άδειο, που γέμισε ασφυκτικά τον Nοέμβρη με τα πανηγύρια της ανακωχής. Tο δωμάτιό μου ήταν ο πιο παγερός τόπος που γνώρισα ποτέ μου. Ένας πλανόδιος βιολιτζής ερχότανε κάθε απόγεμα μ’ έναν απελπιστικά περιπαθή σκοπό. Tις νύχτες μια γριά κλαψούριζε πουλώντας μενεξέδες. Διάβαζα Όμηρο και τα πιο παλαβά πρωτοποριακά περιοδικά. Ήμουν αξιοθαύμαστα χαμένος και ονειροπαρμένος» θα σημειώσει αργότερα ο ποιητής για τα φοιτητικά του χρόνια. Σύντομα, στρέφεται όλο και περισσότερο προς την λογοτεχνία: «Έχω μια μεγάλη διάθεση να γράψω κάθε ώρα· καθετί μου φέρνει ένα θέμα, μια τραγικότητα για να εκφράσω. Δυστυχώς, μόνο τις ιδέες μου βάζω απάνω στο χαρτί και τις κοιμίζω τον ύπνο τον αξύπνητο ίσως. Το συρτάρι μου ...

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

Γιώργος Σεφέρης: «Κράτησα τη ζωή μου»…

Σαν σήμερα, 13 Μαρτίου 1900, γεννήθηκε ο Γιώργος Σεφέρης (1900 – 1971), ο οποίος καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τη σύγχρονη ελληνική ποίηση. Η «Στροφή», η «Στέρνα», το «Μυθιστόρημα», τα «Τετράδια γυμνασμάτων»,το «Ημερολόγιο καταστρώματος» (Α΄, Β΄ και Γ΄) είναι μόνο ορισμένα από τα σημαντικά έργα του σπουδαίου ποιητή, που διαβάστηκε και διαβάζεται όσο λίγοι, μελοποιήθηκε και τραγουδιέται μέχρι σήμερα.
Ο Γιώργος Σεφέρης εργάστηκε ως διπλωμάτης. Βραβεύτηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963. Η κηδεία του Γιώργου Σεφέρη μετατράπηκε σε μια μεγάλη αντιδικτατορική διαδήλωση.
Ακολουθεί ένα μικρό αφιέρωμα στο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη «Επιφάνια, 1937», από τη συλλογή «Σχέδια για ένα καλοκαίρι». Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το ποίημα, να ακούσετε τον Γιώργο Σεφέρη να το διαβάζει και τον Γρηγόρη Μπιθικώτση να τραγουδά ένα απόσπασμα του ποιήματος, μελοποιημένο από τον Μίκη Θεοδωράκη:

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2018

Ποια η σημασία του στίχου «να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα»; Πώς συνδέεται το τελευταίο δίστιχο με την πρώτη στροφή;

Σχετικό: Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει
Λίγο ακόμα θα ιδούμε
Λίγο ακόμα θα ιδούμε
Τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν
τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν
τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν

Λίγο ακόμα θα ιδούμε
Λίγο ακόμα θα ιδούμε
τα μάρμαρα να λάμπουν, να λάμπουν στον ήλιο
κι η θάλασσα να κυματίζει

Λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα
Λίγο ακόμα, να σηκωθούμε
Λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα, λίγο ψηλότερα

«Λ​​​​ίγο ακόμα, να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα». Οι λέξεις του Γιώργου Σεφέρη πετούν σαν χελιδόνια πάνω από το κεφάλι μας, γνώριμα και αγαπημένα – αλλά έτοιμα πάντα να εξαφανιστούν πριν ξυπνήσουμε το πρωί. Σε αυτά τα χρόνια του φόβου, της κόπωσης, του πάγου και των απανωτών αδιεξόδων, τα λόγια αυτά μπορεί να ακούγονται ειρωνικά, σαρκαστικά. Μπορεί, όμως, με την απόλυτη απλότητά τους, να είναι και σημαία ομορφιάς και αισιοδοξίας την εποχή της μεγάλης μελαγχολίας. «Λίγο ακόμα/ θα ιδούμε τις αμυγδαλιές να ανθίζουν/ τα μάρμαρα να λάμπουν στον ήλιο/ τη θάλασσα να κυματίζει». Η χώρα είναι και η χαρά μας, και έχουμε το προνόμιο να μπορούμε να τη χαρούμε. Αλλά αυτή είναι και η μεγάλη πρόκληση – πρέπει να αγωνιστούμε για να φθάσουμε εκεί όπου μπορούμε να δούμε τι έχουμε: τη φύση, τον ρου της Ιστορίας και των εποχών. Για να δούμε, πρέπει να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα. Οταν δούμε, ίσως αλλάξουμε. Ισως η προσπάθεια είναι αυτό που μας λείπει. Ισως η έλλειψη προσπάθειας είναι αυτό που μας λυγίζει, μας γονατίζει....

Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2017

«Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει» Γ. Σεφέρης



Γράφει ο Στέλιος Παρασκευόπουλος
Είναι να απορεί κανείς με την ταχύτητα της προθυμίας που αυτός ο τόπος, αυτή η κοινωνία, αυτή η πολιτική τάξη και αυτοί οι πολίτες τρέχουν προς τον θάνατο• αν όχι στον αφανισμό, τουλάχιστον στην πλήρη περιθωριοποίηση της Ελλάδος. Και είναι ανόμημα αυτή η χώρα του «ύστερου εκσυγχρονισμού» να στάθηκε όρθια και δημιουργικά -με την τεράστια θυσία του λαού της- μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο και σήμερα να καταποντίζεται στην αχρειότητα του ραγιαδισμού και της φτώχειας…
Κανείς δεν βλέπει κατά πού πάει το πράγμα; Πόσο αόμματος πρέπει να είναι κανείς για να μη διακρίνει ότι η Ελλάδα «αδειάζει» από τους επιστήμονές της, που μεταναστεύουν κατά χιλιάδες στο εξωτερικό; Που η νέα γενιά των τετρακοσίων – πεντακοσίων ευρώ (υποτίθεται ο ανθός και το μέλλον της πατρίδας) κυριολεκτικά σφαγιάζεται και αγιάζεται προς δόξαν και καθαγιασμόν των παράσιτων κομματικών γενεών της Μεταπολιτεύσεως; Που τίποτε πια δεν παράγεται και όλα τα καταναλωτικά είδη είναι εισαγόμενα; Που πλέον η Ελλάδα σταμάτησε να έχει πληθυσμιακή συνέχεια και σε τριάντα χρόνια από σήμερα θα είναι η χώρα των γερόντων και των συνταξιούχων; Που ο «καλός γείτονάς» μας, ο κ. Ερντογάν, εξοπλίζει διαρκώς τη χώρα του, αυτή τη φορά με νέας γενιάς μαχητικά αεροσκάφη F-35, ανατρέποντας τη στρατιωτική ισορροπία στο Αιγαίο;
Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, με τον μισό πληθυσμό να βρίσκεται στα όρια της φτώχειας και με το φάσμα του ολοκληρωτικού ολέθρου να πλανάται πάνω από την πατρίδα μας, σχεδόν σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος εδώ και ένα χρόνο (και πόσο ακόμη;) έχει καταπιαστεί –όχι πως δεν πρόκειται για σοβαρή υπόθεση διαπλοκής– με το θέμα των τηλεοπτικών αδειών. Λες και μια μέρα οι νεκροί και οι αγέννητοι, κατά τον Παλαμά, θα μας δικάσουν για τους τέσσερις ή δεκατέσσερις τηλεοπτικούς σταθμούς και όχι για τον ασύγγνωστο βιασμό -κατά συρροήν και κατ’ εξακολούθηση- πάνω στο σώμα και την ψυχή της Ελλάδος.
Η σημερινή κυβέρνηση της Αριστεράς, αν και για αρκετούς πολίτες αποτέλεσε ελπίδα, και όχι αδικαιολόγητα (φρούδα, όμως, όπως αποδείχτηκε πανηγυρικώς στη συνέχεια), ένα καλό προσφέρει στον τόπο. Με την κατάρρευσή της, αργά ή γρήγορα, ανοίγει τις διαδικασίες. Θα προσφερθεί στον...

Τρίτη 12 Απριλίου 2016

Γ. Σεφέρης - αποσπάσματα από την αλληλογραφία στην αγαπημένη του Μάρω

 «η αγάπη μου ξεπέρασε πια τα λόγια και έχω την εντύπωση πως, αν ήμουν αλλιώτικος θα μ’ αγαπούσες λιγότερο»

«πιστεύω πως εσύ είσαι η ζωή μου. Αν το θέλεις να κάνω τη ζωή μου μακριά σου, βέβαια θα την κάνω-γιατί το δικό σου θέλημα θα γίνει και όχι το δικό μου-δε θα το κάνω όμως χωρίς εσένα. Αισθάνομαι πως μαζί σου άνοιξε ένας άγνωστος δρόμος μπροστά μου..»

«ένα πράγμα με πείραξε, με πλήγωσε βαθιά μέσα στο γράμμα σου. Πώς μπόρεσες, έπειτα από τόση αγάπη, να αισθανθείς ξαφνικά μόνη σου. Aυτό το «μόνη μου έπρεπε» είναι κάτι, πώς να το πω, που με ατιμάζει»

«μ’ έχεις κλείσει σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο, όπου ακούω τη φωνή σου χωρίς να μπορώ να διακρίνω τα λόγια σου. Τον τελευταίο καιρό έχεις χαθεί…Η τελευταία εβδομάδα ήταν άθλια. Βλέπεις, μόλις δεν είναι ο ένας πολύ κοντά στον άλλον, τίποτε δε γίνεται.»

«αν έχω την τύχη να σου δώσω κάτι που να κρατήσεις μέσα σου από την αληθινή ζωή, αν μπορέσω να σε κάνω να νιώσεις ότι έχουμε κάτι μέσα μας που είναι μεγάλη αμαρτία να το εξευτελίζουμε, θα είναι αρκετό. Κι αυτά όλα που σου γράφω, τόσο ήρεμα τώρα, με κάνουν να συλλογίζομαι πως δεν είναι δυνατό να μην είναι κανείς απάνθρωπος, όταν είναι απάνθρωπη η ζωή.»

«Αισθάνομαι πως τρέχω με μια ιλιγγιώδη ταχύτητα, πως κάποιος, ίσως εσύ, μου φωνάζει «Σταμάτησε. Σταμάτησε». Ίσως αυτός που μου φωνάζει έχει δίκιο, αλλά αισθάνομαι ακόμη πως, αν σταματήσω απότομα, είναι καταστροφή.
-τρελό μου παιδί, όλα αυτά τίποτα δεν ξέρουν να πουν, άμα έρθω κοντά σου ίσως καταλάβεις κάτι περισσότερο….»

«…Ποτέ δε φανταζόμουν πως θα μπορούσα ν’ αγαπήσω έτσι. Μου είναι αδύνατο να σου εξηγήσω τι είναι αυτό το τρομερά δυνατό και ζωντανό πράγμα που κρατώ μέσα στην ψυχή μου και μέσα στη σάρκα μου. Είμαι κάποτε σαν τρελός από τον πόνο και αισθάνομαι πως όλοι οι άλλοι μου δρόμοι έξω απ αυτόν τον πόνο, είναι κομμένοι. Πως μόνο απ΄ αυτόν μπορώ πια να περάσω.»

«Καληνύχτα, αγάπη, έλα στον ύπνο μου.
Ποτέ δεν έρχεσαι στον ύπνο μου. Σε συλλογίζομαι τόσο πολύ τη μέρα.»

«κι αν σου γράφω έτσι που σου γράφω, δεν είναι για να με καταλάβεις, αλλά για να με νιώσεις λίγο πιο κοντά σου όπως , αν ήταν βολετό να σε χαϊδέψω.  ...

Κυριακή 18 Αυγούστου 2013

Γιώργος Σεφέρης: Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει... Ο τόπος αυτός που μας πληγώνει, που μας εξευτελίζει...



Η Ελλάδα γίνεται δευτερεύουσα υπόθεση, όταν συλλογίζεται κανείς τον Ελληνισμό.
Ό,τι από την Ελλάδα μ' εμποδίζει να σκεφτώ τον Ελληνισμό, ας καταστραφεί.
Αν ήταν δίκαιο να μεγαλώσει ο τόπος αυτός, δεν ήταν για να έχουμε περισσότερους βουλευτές, νομάρχες ή χωροφύλακες· ήταν για να μπορέσει ν' αναπτυχθεί σε μια γωνιά της γης ο Ελληνισμός — αυτή η ιδέα της ανθρώπινης αξιοσύνης και της ελευθερίας, όχι αυτή η αρχαιολογική ιδέα.
Δεν πιστεύω σ' αυτούς τους ανθρώπους που φλυαρούν, ή στους άλλους που δεν ξέρουν τι κάνουν· δεν εννοώ να βουλιάξω μέσα στην απερίγραπτη μιζέρια των χαρακτήρων — πιστεύω σε δυο-τρεις ιδέες που προχωρούν, και τώρα ακόμη, ύστερ' από χιλιάδες χρόνια, σ' αυτή τη γλώσσα.
Γι' αυτές τις δυο-τρεις ιδέες που πρέπει να ζήσουν εδώ, και μονάχα εδώ θα μπορούσαν να ζήσουν καθώς τις σκέπτομαι, υπομένω αυτή την αθλιότητα.
Μέρες Γ΄. 16 Απρίλη 1934-14 Δεκέμβρη 1944

 Διαβάστε τα ακόλουθα αυτοσχόλια από το ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη και συγκρίνετέ τα με το ποίημα «Με τον τρόπο του Γ.Σ.»...