ΤΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ:
Ιμια 28/29 Ιανουαρίου 1996: Τα σημάδια της καταστροφής που δεν έβλεπε κανείς...
Είναι ένα ερώτημα που 18 χρόνια μετά παραμένει αναπάντητο. Παραμένει γιατί ο τότε πρωθυπουργός της χώρας Κώστας Σημίτης και ο τότε υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Πάγκαλος προτίμησαν να παραδώσουν την διαχείριση της Ελληνοτουρκικής κρίσης στις ΗΠΑ. Η Ελλάδα υπέστη μια ταπεινωτική ήττα, απώλεσε εθνική κυριαρχία χωρίς να ρίξει ούτε μία σφαίρα και έχασε τρία παλικάρια, τους τρεις ήρωες του μοιραίου ελικοπτέρου της φρεγάτας «Ναβαρίνο».
Και ενώ ολόκληρος ο Ελληνικός λαός βρέθηκε μία ημέρα μετά με σκυμμένο το κεφάλι, ο κ. Σημίτης ευχαριστούσε από το βήμα της Βουλής τους Αμερικανούς και ο κ. Πάγκαλος έκανε λόγο, όπως έγινε αργότερα γνωστό «για ένα πανί που το πήρε ο αέρας». Χαρακτήρισε πανί την Ελληνική σημαία και την υποστολή της από τα Ίμια που αποφάσισε η κυβέρνηση την απέδωσε στον…
αέρα. Τέτοια προδοσία!
Η Ελλάδα ή ποιο συγκεκριμένα οι Ένοπλες Δυνάμεις την 30η Ιανουαρίου δεν κυριαρχούσαν μόνο στην θάλασσα, βγάζοντας στο Αιγαίο περισσότερα πλοία, αλλά σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα. Στον Έβρο ήμασταν απολύτως ασφαλείς και σε πλεονεκτική θέση, αφού ξέραμε πώς οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να κινήσουν ούτε ένα άρμα, λόγω των παρατεταμένων βροχοπτώσεων.
Όλες οι μονάδες του Ελληνικού Δ’ Σώματος Στρατού είχαν κινητοποιηθεί άμεσα και βρίσκονταν έγκαιρα στις θέσεις τους λόγω και της άσκησης «Αλέξανδρος» που ήταν σε εξέλιξη. Οι Τούρκοι από την πλευρά τους δεν μπορούσαν να πραγματοποιήσουν αμφίβια επιχείρηση καθώς δύο από τα τέσσερα αρματαγωγά τους ήταν εκτός ενεργείας.
Και ενώ η Ελλάδα είχε πλεονέκτημα σε επίπεδο στρατιωτικής δύναμης, δεχόταν από την Τουρκία προκλητικά τελεσίγραφα με την απειλή χρήσης βίας. Η Άγκυρα δημοσίευσε σχέδιο σύμφωνα με το οποίο οι Τούρκοι διεκδικούσαν το σύνολο των βραχονησίδων, οι οποίες βρισκόταν κοντά στα τουρκικά παράλια, ενώ η πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ δήλωνε στην τουρκική Βουλή ότι την επόμενη ημέρα η Ελληνική σημαία θα έχει κατέβει από τα Ίμια.
Ο Κ. Σημίτης όμως έχει ήδη εκχωρήσει την εθνική κυριαρχία. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπιλ Κλίντον του αναφέρει πως η χώρα μας δεν επιθυμεί την ένταση, αλλά εφόσον προκληθεί θα αντιδράσει δυναμικά και δηλώνει έτοιμη να αποσύρει το άγημα.
Ολόκληρη η κρίσιμη ημέρα της 30ης Ιανουαρίου του 1996 καταγράφεται στο ημερολόγιο του Εθνικού Κέντρου Επιχειρήσεων (ΕΘΚΕΠΙΧ).
Δείτε τι συνέβη:
Από τα μεσάνυχτα διαπιστώνεται αυξημένη δραστηριότητα στους τουρκικούς ναυστάθμους της Σμύρνης και του Ακσάζ. Στις 00.55΄ αποπλέουν από την Σμύρνη τα περιπολικά τύπου HISAR (PC 1638) «SULTAN HISAR» P111 και «DEMIR HISAR» P112 με κατεύθυνση την περιοχή Σάμου - Ικαρίας. Στις 02.50΄ αποπλέει από τον ναύσταθμο του Ακσάζ η φρεγάτα «EGE» F256 τύπου Knox κατευθυνόμενη προς την Χάλκη - νοτιοανατολικά της Τήλου. Στις 04.00΄ σημαίνει συναγερμός στο ΕΘΚΕΠΙΧ καθώς τουρκικές ναυτικές δυνάμεις αναπτύσσονται στο Αιγαίο. Περί τις 04.10΄ εντοπίζεται, κινούμενη προς την περιοχή των Ιμίων, μια τουρκική φρεγάτα MEKO-200 Track 1, η «YAVUZ» F240 (είχε αποπλεύσει από το ναύσταθμο του Ακσάζ), συνοδευόμενη από πυραυλάκατους, αυξάνοντας περαιτέρω την τουρκική ισχύ πυρός στην περιοχή. Στις 05.00΄, κατά τη διάρκεια σύσκεψης της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, επαναβεβαιώνεται η εντολή αυξημένης ετοιμότητας και στους τρεις Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, ανακαλούνται οι άδειες του προσωπικού, και οι αεροπορικές δυνάμεις τίθενται σε κλιμακωτές ετοιμότητες 2, 5, 10 και 15 λεπτών. Στην βάση αυτών των αποφάσεων η Ελλάδα απαντάει με την προσέγγιση στην περιοχή και άλλων πολεμικών πλοίων. Η συνολική ναυτική ισχύς της στην περιοχή είναι, έστω οριακά, ισχυρότερη από την αντίστοιχη τουρκική, σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Εθνικής Άμυνας Γεράσιμου Αρσένη. Η κατάσταση κλιμακώνεται και στον αεροπορικό τομέα με τις συνεχείς παραβιάσεις του Ελληνικού εναέριου χώρου μεταξύ Σάμου και Κω από 17 (εκ των οποίων πέντε οπλισμένα) τουρκικά μαχητικά (F-16C Fighting Falcon, F-4E Phantom II και RF-4E Phantom II σε εννέα σχηματισμούς) και δύο ελικόπτερα. Για την αναχαίτισή τους έγιναν 14 έξοδοι Ελληνικών μαχητικών και δύο από τις αναχαιτίσεις κατέληξαν σε εμπλοκές. Σε δηλώσεις του ο Γεράσιμος Αρσένης απορρίπτει τα «αιτήματα» της Τσιλέρ, όπως αυτά προέκυψαν μετά τη σύσκεψη του τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Στις 07.20΄ η τουρκική φρεγάτα φθάνει στα Ίμια και προβαίνει σε παραβίαση των Ελληνικών χωρικών υδάτων. Την ίδια ώρα (07.16΄) εντοπίζεται δεύτερη τουρκική φρεγάτα τύπου Knox, η «TRAKYA» F254, προερχόμενη από τα Στενά, που κατευθύνεται επίσης προς τα Ίμια. Στις 08.00΄ ελικόπτερο απονηώνεται από την τουρκική φρεγάτα και εκτελεί υπέρπτηση των Ιμίων. Στις 09.00΄ λέμβος, προερχόμενη από τις μικρασιατικές ακτές με περίπου 6-7 επιβαίνοντες, προσπαθεί να προσεγγίσει τα Ίμια, αλλά παρεμποδίζεται και τελικά απωθείται από Ελληνικό περιπολικό. Στις 09.00΄ το πρωί ο Α/ΓΕΕΘΑ αναλαμβάνει την επιχειρησιακή διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων. Υπάρχει σκέψη για συγκρότηση ειδικού τμήματος ειδικών δυνάμεων μεικτής σύνθεσης, τόσο από καταδρομείς-αλεξιπτωτιστές όσο και από άντρες του Ειδικού Τμήματος Αλεξιπτωτιστών (ΕΤΑ). Τελικά αποφασίζεται να συγκροτηθεί δύναμη ταχείας ενίσχυσης από μονάδες ειδικών δυνάμεων της Αττικής, τον πυρήνα της οποίας θα αποτελούσαν ομάδες της εδρεύουσας στον Ασπρόπυργο 2ης Μοίρας Αλεξιπτωτιστών-2 ΜΑΛ και του ΕΤΑ. Η τυχόν προώθησή τους ως «ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας νησιωτικών χώρων στα Δωδεκάνησα» θα υλοποιόταν με ελικόπτερα ή μεταφορικά αεροσκάφη C-130 Hercules. Τις πρωινές ώρες ο αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Βούλγαρης υποβάλλει ερώτημα προς το διοικητή του 1ου Τάγματος Επιθετικών Ελικοπτέρων (1 ΤΕΕΠ), που εδρεύει στο Στεφανοβίκειο Μαγνησίας και επιχειρεί τα επιθετικά ελικόπτερα AH-64A Apache, εάν η νεοσύστατη μονάδα του μπορεί να εκτελέσει πολεμική αποστολή. Η απάντηση είναι θετική, υπό την προϋπόθεση της έγκρισης εσπευσμένης εκτέλεσης βολών σε ελληνικό έδαφος. Η άδεια δίνεται και δύο ελικόπτερα εκτέλεσαν βολές πυραύλων AGM-114 Hellfire και ρουκετών στο πεδίο βολής αρμάτων Λιτοχώρου. Στις 10.00΄ λαμβάνει χώρα η πρώτη τηλεφωνική συνομιλία του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη με τον Αμερικανό Πρόεδρο Μπιλ Κλίντον και του υπουργού Εθνικής Άμυνας Γεράσιμου Αρσένη με τον Αμερικανό ομόλογό του Ουίλιαμ Πέρι. Η Ελλάδα εμφανίζεται πρόθυμη να αποσύρει το άγημα της ΜΥΚ που φύλαγε τη βραχονησίδα Ανατολική Ίμια, όχι όμως και τη σημαία. Ο Ουίλιαμ Πέρι αναφέρει στον Γεράσιμο Αρσένη ότι οι ΗΠΑ αποσύρονται διότι δεν μπορούν να βοηθήσουν, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσουν στην Ελλάδα την πεποίθηση ότι δεν μπορούν να αποτρέψουν τους Τούρκους εάν επιλέξουν τη χρήση στρατιωτικής βίας. Παρόμοιο είναι το μήνυμα που μεταφέρει προς τον Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχο Λυμπέρη ο αρχηγός των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Τζον Σαλικασβίλι. Λίγο μετά τις 10.30΄ το πρωί, συγκαλείται σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη για την εξέταση της κατάστασης, με τη συμμετοχή των υπουργών Εξωτερικών Θεόδωρου Πάγκαλου, Εθνικής Άμυνας Γεράσιμου Αρσένη, Εσωτερικών Άκη Τσοχατζόπουλου, Εθνικής Οικονομίας Γιάννου Παπαντωνίου, Τύπου Δημήτρη Ρέππα και του Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχου Χρήστου Λυμπέρη. Μετά το πέρας της σύσκεψης παραχωρείται από τους υπουργούς Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας -Θεόδωρο Πάγκαλο και Γεράσιμο Αρσένη- συνέντευξη Τύπου στην οποία απορρίπτονται με τον πλέον επίσημο τρόπο οι τουρκικές προκλητικές απαιτήσεις. Ωστόσο έχει ήδη διαφανεί η ασυνεννοησία μεταξύ του πρωθυπουργικού γραφείου, του υπουργείου Εξωτερικών και του υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Στις 11.00΄ δίνεται εντολή για τον απόπλου του Στόλου. Μέχρι το μεσημέρι το ΓΕΕΘΑ θα διατάξει την διατήρηση των ομάδων αμφίβιων καταδρομών στην Κω σε δεκαπεντάλεπτη ετοιμότητα, την αύξηση της ετοιμότητας των ομάδων του ΕΤΑ και της 2ης ΜΑΛ στην Αττική σε 30 λεπτά και θα θέσει την 2η ΜΑΛ και το 575 Τάγμα Πεζοναυτών (575 ΤΠΝ) σε ετοιμότητα δύο ωρών. Στις 12.00΄ τουρκική φρεγάτα επιχειρεί αβλαβή διέλευση από τα Ελληνικά χωρικά ύδατα μεταξύ Λέρου και Λειψών και κατόπιν επιστρέφει στα τουρκικά χωρικά ύδατα. Όλη η κίνηση γίνεται υπό την παρακολούθηση του Ελληνικού αντιτορπιλικού «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» D221. Στις 13.00΄, μεγάλο μέρος του Ελληνικού στόλου, υπό τη συνεχή τηλεοπτική κάλυψη από ελικόπτερο τηλεοπτικού σταθμού (Σκάι), εγκαταλείπει τον ναύσταθμο της Σαλαμίνας και οδεύει προς την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της κρίσης. Η Τουρκία από την πλευρά της στέλνει περισσότερες φρεγάτες στην περιοχή. Αργά το μεσημέρι παραδίδεται non-paper σε διπλωματικούς υπαλλήλους Ελλάδας και Τουρκίας στην Ουάσινγκτον, από τον βοηθό υπουργό Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, το οποίο προωθείται στα υπουργεία Εξωτερικών των δύο χωρών. Κεντρική ιδέα είναι η προσπάθεια αποκλιμάκωσης σε επίπεδο ναυτικών δυνάμεων, καθώς εκεί εντοπιζόταν ο κίνδυνος απότομης-κάθετης κλιμάκωσης που θα οδηγούσε σε στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ των πολεμικών ναυτικών Ελλάδας και Τουρκίας, με ορατό-άμεσο τον κίνδυνο να ξεσπάσει συνολικός πόλεμος. Το μεσημέρι όμως, ο Έλληνας πρεσβευτής στην Άγκυρα Δημήτρης Νεζερίτης είχε μεταβεί στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών όπου και λαμβάνει χώρα συνάντηση με τον υφυπουργό Ονούρ Οϊμέν. Ο κ. Νεζερίτης προειδοποιεί την Άγκυρα για τον κίνδυνο θερμού επεισοδίου εάν δεν σταματήσουν οι παραβιάσεις του Ελληνικού εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων. Ο κ. Οϊμέν θέτει ως προϋπόθεση την επιστροφή στο status quo ante, περιγράφοντάς το ως «την αποχώρηση των πλοίων, στη συνέχεια του προσωπικού και τέλος των σημαιών». Είναι η πρώτη φορά που γίνεται λόγος για το «συμβιβασμό απεμπλοκής», που τελικά υιοθετήθηκε. Αυτό πιθανότατα υποδηλώνει είτε προηγούμενη συνομιλία και αποδοχή του από τους Αμερικανούς είτε προσπάθεια πειθαναγκασμού της Ελλάδας να τον αποδεχθεί μέσω της τήρησης από την τουρκική ηγεσία σκληρής γραμμής, πάντα υπό την απειλή της στρατιωτικής σύγκρουσης. Σύμφωνα με την τουρκική «ανάγνωση», ο «συμβιβασμός» αυτός αποδεικνύει ότι και η Ελλάδα συναινεί στον αμφισβητούμενο χαρακτήρα του νομικού καθεστώτος της περιοχής.
Στις 14.30΄ το μεσημέρι, στη θαλάσσια περιοχή γύρω από τα Ίμια έχουν αναπτυχθεί σημαντικές ναυτικές δυνάμεις και των δύο χωρών. Από Ελληνικής πλευράς στην ευρύτερη περιοχή βρισκόντουσαν:
• Bόρεια των Ιμίων, η φρεγάτα τύπου Standard «ΝΑΒΑΡΙΝΟ» F461, που η κρίση τη βρήκε να εκτελεί καθήκοντα πλοίου «σκοπούντος» στο δυτικό Αιγαίο. Ο κυβερνήτης της αντιπλοίαρχος Ι. Λιούλης ανέλαβε καθήκοντα τοπικού διοικητή, • Nότια των Ιμίων, το αντιτορπιλικό τύπου Charles F. Adams «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» D221, που επίσης εκτελούσε καθήκοντα «σκοπούντος» στο Κρητικό, • Tρεις πυραυλάκατοι, οι «ΜΥΚΟΝΙΟΣ» P22 (στην Ψέριμο), «ΞΕΝΟΣ» P27 (στην Καλόλιμνο) και «ΣΤΑΡΑΚΗΣ» P29 (στην Κάλυμνο), καθώς και • Oι κανονιοφόροι «ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ» P57 και «ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ» P61.
Λόγω των άσχημων καιρικών συνθηκών τα μικρότερου εκτοπίσματος περιπολικά αποσύρθηκαν καθώς δεν μπορούσαν να επιχειρούν πλέον.
Από τουρκικής πλευράς είχαν αναπτυχθεί τρεις φρεγάτες, δύο πυραυλάκατοι, δύο κανονιοφόροι και τέσσερα περιπολικά. Οι ναυτικές αυτές μονάδες δεν έμελλε να διαφοροποιηθούν κατά τη διάρκεια των επόμενων κρίσιμων 18 ωρών. Στο κεντρικό Αιγαίο είχε εντοπιστεί και παρακολουθείτο τουρκική ναυτική δύναμη αποτελούμενη από δύο φρεγάτες, ένα αντιτορπιλικό συνοδείας και δύο πυραυλακάτους. Το Πολεμικό Ναυτικό είχε ήδη αναπτύξει τρεις φρεγάτες, ένα αντιτορπιλικό και τέσσερις πυραυλακάτους. Οι Τούρκοι προέβησαν επίσης σε κινητοποιήσεις χερσαίων δυνάμεων στην ανατολική Θράκη, στη δυτική, νότια και νοτιοανατολική Τουρκία. Επίσης μεταστάθμευσαν στα δυτικά τουρκικά αεροδρόμια περί τα 40 ως 50 μαχητικά αεροσκάφη. Τη χρονική αυτή περίοδο σε συνεδρίαση του τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας αποφασίζεται η διεξαγωγή της επιχείρησης «Δελφίνι 1». Δύο ομάδες βατραχανθρώπων μεταφέρονται αεροπορικώς στην Αλικαρνασσό από τη βάση τους στο Βόσπορο. Ταυτόχρονα δύο ελικόπτερα Black Hawk μεταφέρουν τον οπλισμό τους και τις ελαστικές τους λέμβους. Στις 14.56΄ το ΓΕΕΘΑ διατάζει την αύξηση της επιτήρησης και του ελέγχου των Ελληνικών μικρονησίδων στο ανατολικό Αιγαίο μεταξύ των νήσων Σάμου και Κω. Στις 15.20΄ το ΓΕΕΘΑ διατάζει την Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού Νήσων (ΑΣΔΕΝ) να αποβιβάσει στη νησίδα Καλόλιμνο ομάδα καταδρομέων που διατηρούνταν σε ετοιμότητα στην Κω. Αποστολή της ομάδας ήταν αφενός η αποτροπή αποβίβασης Τούρκων στη νησίδα και αφετέρου η επιτήρηση της ευρύτερης περιοχής. Περίπου στις 16.00΄ δύο τουρκικά ελικόπτερα πετούν κοντά στις βραχονησίδες Ίμια σε μια προσπάθεια εντοπισμού των θέσεων των Ελληνικών πλοίων.
Περί τις 18.00΄ τουρκική τορπιλάκατος πλησιάζει την Ίμια και παρεμποδίζεται από Ελληνικό περιπολικό. Όμως το τουρκικό πλοίο, αντί να απομακρυνθεί, επιχειρεί με ελιγμούς να πλησιάσει τη βραχονησίδα κινούμενο πλαγιομετωπικά. Παράλληλα εντοπίζεται ελαστική λέμβος με στρατιωτικό προσωπικό και την τουρκική σημαία, η οποία επιχειρεί επίσης να προσεγγίσει. Τα Ελληνικά περιπολικά την απωθούν.
Το απόγευμα αποφασίζεται η επιστροφή της φρεγάτας «ΥΔΡΑ» F452 τύπου MEKO-200HN από την Αδριατική, όπου είχε διατεθεί στη ΝΑΤΟϊκή επιχείρηση αποκλεισμού της Σερβίας. Η «ΥΔΡΑ» ήταν η νεότερη μονάδα του στόλου, η μόνη από τις τέσσερις υπό παραγγελία φρεγάτες τύπου ΜΕΚΟ που είχε μέχρι τότε παραδοθεί. Η κορύφωση της κρίσης βρήκε τη φρεγάτα να πλέει ολοταχώς κάπου στο νότιο Ιόνιο, στην προσπάθειά της να ενταχθεί έγκαιρα στη δύναμη του υπόλοιπου Ελληνικού στόλου. Ο Α/ΓΕΕΘΑ προτείνει την αποστολή ομάδας καταδρομέων στο Φαρμακονήσι. Η πρόταση όμως δεν γίνεται αποδεκτή από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας (επιπρόσθετα το ΓΕΣ αδυνατούσε όμως να παραχωρήσει δυνάμεις για τη φύλαξη της βραχονησίδας). Ως εναλλακτική λύση διατάχθηκε η επιτήρηση με ναυτική περιπολία. Τις πρώτες νυχτερινές ώρες, δίδεται εντολή και δύο επιθετικά ελικόπτερα AH-64A Apache μετασταθμεύουν στη Σαντορίνη. Για άγνωστο λόγο δεν προωθούνται εγγύτερα στην περιοχή ενδιαφέροντος. Στις 21.00΄ το βράδυ λαμβάνει χώρα τηλεφωνική επικοινωνία του Αμερικανού Προέδρου Κλίντον με τον Τούρκο Πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ. Καταβάλλεται προσπάθεια αποκλιμάκωσης της έντασης. Στις 21.36΄ παρέβαλε στην Αλικαρνασσό το τύπου Sarucabey αρματαγωγό «KARAMURSELBEY» NL-124, που είχε αποπλεύσει νωρίτερα την ίδια ημέρα από τη Σμύρνη. Στις 23.30΄ την νύχτα έχουμε νέες τηλεφωνικές επικοινωνίες του Αμερικανού υπουργού Άμυνας και του αρχηγού των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων με τον Έλληνα υπουργό Εθνικής Άμυνας. Γνωστοποιήθηκε εκ νέου η αρνητική τουρκική θέση για την αποκλιμάκωση της κρίσης εάν δεν απομακρυνθεί η Ελληνική σημαία από την Ανατολική Ίμια. Διατάσσεται με πρωτοβουλία του Α/ΓΕΕΘΑ η επιστράτευση των τοπικών εφεδρειών στον Έβρο και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Στις 23.57΄, τρία λεπτά πριν από τα μεσάνυχτα, το ΓΕΝ διατάζει τον απόπλου του συνόλου των πλοίων του στόλου, σε εφαρμογή μέτρων ενισχυμένου συναγερμού.
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Ιμια 28/29 Ιανουαρίου 1996: Τα σημάδια της καταστροφής που δεν έβλεπε κανείς...
Την 30η Ιανουαρίου του 1996 η κρίση στην περιοχή των Ιμίων έχει κορυφωθεί με ναυτικές δυνάμεις να έχουν αναπτυχθεί και από τις δύο χώρες.
Ο συσχετισμός των πολεμικών πλοίων ήταν σαφώς υπέρ της Ελλάδος έναντι της Τουρκίας. Είχαμε το πλεονέκτημα με τον Στόλο να κυριαρχεί σε ολόκληρο το Αιγαίο. Τα τουρκικά πλοία είχαν στοχοποιηθεί.
Υπολογισμοί που έγιναν εκ των υστέρων βέβαια ανέφεραν πώς αν εξελίσσονταν η κρίση σε πολεμική σύγκρουση η Τουρκία θα έχανε επτά φρεγάτες και εμείς δύο, το πολύ τρεις.
Είναι ένα ερώτημα που 18 χρόνια μετά παραμένει αναπάντητο. Παραμένει γιατί ο τότε πρωθυπουργός της χώρας Κώστας Σημίτης και ο τότε υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Πάγκαλος προτίμησαν να παραδώσουν την διαχείριση της Ελληνοτουρκικής κρίσης στις ΗΠΑ. Η Ελλάδα υπέστη μια ταπεινωτική ήττα, απώλεσε εθνική κυριαρχία χωρίς να ρίξει ούτε μία σφαίρα και έχασε τρία παλικάρια, τους τρεις ήρωες του μοιραίου ελικοπτέρου της φρεγάτας «Ναβαρίνο».
Και ενώ ολόκληρος ο Ελληνικός λαός βρέθηκε μία ημέρα μετά με σκυμμένο το κεφάλι, ο κ. Σημίτης ευχαριστούσε από το βήμα της Βουλής τους Αμερικανούς και ο κ. Πάγκαλος έκανε λόγο, όπως έγινε αργότερα γνωστό «για ένα πανί που το πήρε ο αέρας». Χαρακτήρισε πανί την Ελληνική σημαία και την υποστολή της από τα Ίμια που αποφάσισε η κυβέρνηση την απέδωσε στον…
αέρα. Τέτοια προδοσία!
Η Ελλάδα ή ποιο συγκεκριμένα οι Ένοπλες Δυνάμεις την 30η Ιανουαρίου δεν κυριαρχούσαν μόνο στην θάλασσα, βγάζοντας στο Αιγαίο περισσότερα πλοία, αλλά σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα. Στον Έβρο ήμασταν απολύτως ασφαλείς και σε πλεονεκτική θέση, αφού ξέραμε πώς οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να κινήσουν ούτε ένα άρμα, λόγω των παρατεταμένων βροχοπτώσεων.
Όλες οι μονάδες του Ελληνικού Δ’ Σώματος Στρατού είχαν κινητοποιηθεί άμεσα και βρίσκονταν έγκαιρα στις θέσεις τους λόγω και της άσκησης «Αλέξανδρος» που ήταν σε εξέλιξη. Οι Τούρκοι από την πλευρά τους δεν μπορούσαν να πραγματοποιήσουν αμφίβια επιχείρηση καθώς δύο από τα τέσσερα αρματαγωγά τους ήταν εκτός ενεργείας.
Και ενώ η Ελλάδα είχε πλεονέκτημα σε επίπεδο στρατιωτικής δύναμης, δεχόταν από την Τουρκία προκλητικά τελεσίγραφα με την απειλή χρήσης βίας. Η Άγκυρα δημοσίευσε σχέδιο σύμφωνα με το οποίο οι Τούρκοι διεκδικούσαν το σύνολο των βραχονησίδων, οι οποίες βρισκόταν κοντά στα τουρκικά παράλια, ενώ η πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ δήλωνε στην τουρκική Βουλή ότι την επόμενη ημέρα η Ελληνική σημαία θα έχει κατέβει από τα Ίμια.
Ο Κ. Σημίτης όμως έχει ήδη εκχωρήσει την εθνική κυριαρχία. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπιλ Κλίντον του αναφέρει πως η χώρα μας δεν επιθυμεί την ένταση, αλλά εφόσον προκληθεί θα αντιδράσει δυναμικά και δηλώνει έτοιμη να αποσύρει το άγημα.
Ολόκληρη η κρίσιμη ημέρα της 30ης Ιανουαρίου του 1996 καταγράφεται στο ημερολόγιο του Εθνικού Κέντρου Επιχειρήσεων (ΕΘΚΕΠΙΧ).
Δείτε τι συνέβη:
Από τα μεσάνυχτα διαπιστώνεται αυξημένη δραστηριότητα στους τουρκικούς ναυστάθμους της Σμύρνης και του Ακσάζ. Στις 00.55΄ αποπλέουν από την Σμύρνη τα περιπολικά τύπου HISAR (PC 1638) «SULTAN HISAR» P111 και «DEMIR HISAR» P112 με κατεύθυνση την περιοχή Σάμου - Ικαρίας. Στις 02.50΄ αποπλέει από τον ναύσταθμο του Ακσάζ η φρεγάτα «EGE» F256 τύπου Knox κατευθυνόμενη προς την Χάλκη - νοτιοανατολικά της Τήλου. Στις 04.00΄ σημαίνει συναγερμός στο ΕΘΚΕΠΙΧ καθώς τουρκικές ναυτικές δυνάμεις αναπτύσσονται στο Αιγαίο. Περί τις 04.10΄ εντοπίζεται, κινούμενη προς την περιοχή των Ιμίων, μια τουρκική φρεγάτα MEKO-200 Track 1, η «YAVUZ» F240 (είχε αποπλεύσει από το ναύσταθμο του Ακσάζ), συνοδευόμενη από πυραυλάκατους, αυξάνοντας περαιτέρω την τουρκική ισχύ πυρός στην περιοχή. Στις 05.00΄, κατά τη διάρκεια σύσκεψης της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, επαναβεβαιώνεται η εντολή αυξημένης ετοιμότητας και στους τρεις Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, ανακαλούνται οι άδειες του προσωπικού, και οι αεροπορικές δυνάμεις τίθενται σε κλιμακωτές ετοιμότητες 2, 5, 10 και 15 λεπτών. Στην βάση αυτών των αποφάσεων η Ελλάδα απαντάει με την προσέγγιση στην περιοχή και άλλων πολεμικών πλοίων. Η συνολική ναυτική ισχύς της στην περιοχή είναι, έστω οριακά, ισχυρότερη από την αντίστοιχη τουρκική, σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Εθνικής Άμυνας Γεράσιμου Αρσένη. Η κατάσταση κλιμακώνεται και στον αεροπορικό τομέα με τις συνεχείς παραβιάσεις του Ελληνικού εναέριου χώρου μεταξύ Σάμου και Κω από 17 (εκ των οποίων πέντε οπλισμένα) τουρκικά μαχητικά (F-16C Fighting Falcon, F-4E Phantom II και RF-4E Phantom II σε εννέα σχηματισμούς) και δύο ελικόπτερα. Για την αναχαίτισή τους έγιναν 14 έξοδοι Ελληνικών μαχητικών και δύο από τις αναχαιτίσεις κατέληξαν σε εμπλοκές. Σε δηλώσεις του ο Γεράσιμος Αρσένης απορρίπτει τα «αιτήματα» της Τσιλέρ, όπως αυτά προέκυψαν μετά τη σύσκεψη του τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Στις 07.20΄ η τουρκική φρεγάτα φθάνει στα Ίμια και προβαίνει σε παραβίαση των Ελληνικών χωρικών υδάτων. Την ίδια ώρα (07.16΄) εντοπίζεται δεύτερη τουρκική φρεγάτα τύπου Knox, η «TRAKYA» F254, προερχόμενη από τα Στενά, που κατευθύνεται επίσης προς τα Ίμια. Στις 08.00΄ ελικόπτερο απονηώνεται από την τουρκική φρεγάτα και εκτελεί υπέρπτηση των Ιμίων. Στις 09.00΄ λέμβος, προερχόμενη από τις μικρασιατικές ακτές με περίπου 6-7 επιβαίνοντες, προσπαθεί να προσεγγίσει τα Ίμια, αλλά παρεμποδίζεται και τελικά απωθείται από Ελληνικό περιπολικό. Στις 09.00΄ το πρωί ο Α/ΓΕΕΘΑ αναλαμβάνει την επιχειρησιακή διοίκηση των Ενόπλων Δυνάμεων. Υπάρχει σκέψη για συγκρότηση ειδικού τμήματος ειδικών δυνάμεων μεικτής σύνθεσης, τόσο από καταδρομείς-αλεξιπτωτιστές όσο και από άντρες του Ειδικού Τμήματος Αλεξιπτωτιστών (ΕΤΑ). Τελικά αποφασίζεται να συγκροτηθεί δύναμη ταχείας ενίσχυσης από μονάδες ειδικών δυνάμεων της Αττικής, τον πυρήνα της οποίας θα αποτελούσαν ομάδες της εδρεύουσας στον Ασπρόπυργο 2ης Μοίρας Αλεξιπτωτιστών-2 ΜΑΛ και του ΕΤΑ. Η τυχόν προώθησή τους ως «ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας νησιωτικών χώρων στα Δωδεκάνησα» θα υλοποιόταν με ελικόπτερα ή μεταφορικά αεροσκάφη C-130 Hercules. Τις πρωινές ώρες ο αρχηγός ΓΕΣ αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Βούλγαρης υποβάλλει ερώτημα προς το διοικητή του 1ου Τάγματος Επιθετικών Ελικοπτέρων (1 ΤΕΕΠ), που εδρεύει στο Στεφανοβίκειο Μαγνησίας και επιχειρεί τα επιθετικά ελικόπτερα AH-64A Apache, εάν η νεοσύστατη μονάδα του μπορεί να εκτελέσει πολεμική αποστολή. Η απάντηση είναι θετική, υπό την προϋπόθεση της έγκρισης εσπευσμένης εκτέλεσης βολών σε ελληνικό έδαφος. Η άδεια δίνεται και δύο ελικόπτερα εκτέλεσαν βολές πυραύλων AGM-114 Hellfire και ρουκετών στο πεδίο βολής αρμάτων Λιτοχώρου. Στις 10.00΄ λαμβάνει χώρα η πρώτη τηλεφωνική συνομιλία του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη με τον Αμερικανό Πρόεδρο Μπιλ Κλίντον και του υπουργού Εθνικής Άμυνας Γεράσιμου Αρσένη με τον Αμερικανό ομόλογό του Ουίλιαμ Πέρι. Η Ελλάδα εμφανίζεται πρόθυμη να αποσύρει το άγημα της ΜΥΚ που φύλαγε τη βραχονησίδα Ανατολική Ίμια, όχι όμως και τη σημαία. Ο Ουίλιαμ Πέρι αναφέρει στον Γεράσιμο Αρσένη ότι οι ΗΠΑ αποσύρονται διότι δεν μπορούν να βοηθήσουν, σε μια προσπάθεια να δημιουργήσουν στην Ελλάδα την πεποίθηση ότι δεν μπορούν να αποτρέψουν τους Τούρκους εάν επιλέξουν τη χρήση στρατιωτικής βίας. Παρόμοιο είναι το μήνυμα που μεταφέρει προς τον Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχο Λυμπέρη ο αρχηγός των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγός Τζον Σαλικασβίλι. Λίγο μετά τις 10.30΄ το πρωί, συγκαλείται σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη για την εξέταση της κατάστασης, με τη συμμετοχή των υπουργών Εξωτερικών Θεόδωρου Πάγκαλου, Εθνικής Άμυνας Γεράσιμου Αρσένη, Εσωτερικών Άκη Τσοχατζόπουλου, Εθνικής Οικονομίας Γιάννου Παπαντωνίου, Τύπου Δημήτρη Ρέππα και του Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχου Χρήστου Λυμπέρη. Μετά το πέρας της σύσκεψης παραχωρείται από τους υπουργούς Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας -Θεόδωρο Πάγκαλο και Γεράσιμο Αρσένη- συνέντευξη Τύπου στην οποία απορρίπτονται με τον πλέον επίσημο τρόπο οι τουρκικές προκλητικές απαιτήσεις. Ωστόσο έχει ήδη διαφανεί η ασυνεννοησία μεταξύ του πρωθυπουργικού γραφείου, του υπουργείου Εξωτερικών και του υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Στις 11.00΄ δίνεται εντολή για τον απόπλου του Στόλου. Μέχρι το μεσημέρι το ΓΕΕΘΑ θα διατάξει την διατήρηση των ομάδων αμφίβιων καταδρομών στην Κω σε δεκαπεντάλεπτη ετοιμότητα, την αύξηση της ετοιμότητας των ομάδων του ΕΤΑ και της 2ης ΜΑΛ στην Αττική σε 30 λεπτά και θα θέσει την 2η ΜΑΛ και το 575 Τάγμα Πεζοναυτών (575 ΤΠΝ) σε ετοιμότητα δύο ωρών. Στις 12.00΄ τουρκική φρεγάτα επιχειρεί αβλαβή διέλευση από τα Ελληνικά χωρικά ύδατα μεταξύ Λέρου και Λειψών και κατόπιν επιστρέφει στα τουρκικά χωρικά ύδατα. Όλη η κίνηση γίνεται υπό την παρακολούθηση του Ελληνικού αντιτορπιλικού «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» D221. Στις 13.00΄, μεγάλο μέρος του Ελληνικού στόλου, υπό τη συνεχή τηλεοπτική κάλυψη από ελικόπτερο τηλεοπτικού σταθμού (Σκάι), εγκαταλείπει τον ναύσταθμο της Σαλαμίνας και οδεύει προς την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της κρίσης. Η Τουρκία από την πλευρά της στέλνει περισσότερες φρεγάτες στην περιοχή. Αργά το μεσημέρι παραδίδεται non-paper σε διπλωματικούς υπαλλήλους Ελλάδας και Τουρκίας στην Ουάσινγκτον, από τον βοηθό υπουργό Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, το οποίο προωθείται στα υπουργεία Εξωτερικών των δύο χωρών. Κεντρική ιδέα είναι η προσπάθεια αποκλιμάκωσης σε επίπεδο ναυτικών δυνάμεων, καθώς εκεί εντοπιζόταν ο κίνδυνος απότομης-κάθετης κλιμάκωσης που θα οδηγούσε σε στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ των πολεμικών ναυτικών Ελλάδας και Τουρκίας, με ορατό-άμεσο τον κίνδυνο να ξεσπάσει συνολικός πόλεμος. Το μεσημέρι όμως, ο Έλληνας πρεσβευτής στην Άγκυρα Δημήτρης Νεζερίτης είχε μεταβεί στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών όπου και λαμβάνει χώρα συνάντηση με τον υφυπουργό Ονούρ Οϊμέν. Ο κ. Νεζερίτης προειδοποιεί την Άγκυρα για τον κίνδυνο θερμού επεισοδίου εάν δεν σταματήσουν οι παραβιάσεις του Ελληνικού εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων. Ο κ. Οϊμέν θέτει ως προϋπόθεση την επιστροφή στο status quo ante, περιγράφοντάς το ως «την αποχώρηση των πλοίων, στη συνέχεια του προσωπικού και τέλος των σημαιών». Είναι η πρώτη φορά που γίνεται λόγος για το «συμβιβασμό απεμπλοκής», που τελικά υιοθετήθηκε. Αυτό πιθανότατα υποδηλώνει είτε προηγούμενη συνομιλία και αποδοχή του από τους Αμερικανούς είτε προσπάθεια πειθαναγκασμού της Ελλάδας να τον αποδεχθεί μέσω της τήρησης από την τουρκική ηγεσία σκληρής γραμμής, πάντα υπό την απειλή της στρατιωτικής σύγκρουσης. Σύμφωνα με την τουρκική «ανάγνωση», ο «συμβιβασμός» αυτός αποδεικνύει ότι και η Ελλάδα συναινεί στον αμφισβητούμενο χαρακτήρα του νομικού καθεστώτος της περιοχής.
Στις 14.30΄ το μεσημέρι, στη θαλάσσια περιοχή γύρω από τα Ίμια έχουν αναπτυχθεί σημαντικές ναυτικές δυνάμεις και των δύο χωρών. Από Ελληνικής πλευράς στην ευρύτερη περιοχή βρισκόντουσαν:
• Bόρεια των Ιμίων, η φρεγάτα τύπου Standard «ΝΑΒΑΡΙΝΟ» F461, που η κρίση τη βρήκε να εκτελεί καθήκοντα πλοίου «σκοπούντος» στο δυτικό Αιγαίο. Ο κυβερνήτης της αντιπλοίαρχος Ι. Λιούλης ανέλαβε καθήκοντα τοπικού διοικητή, • Nότια των Ιμίων, το αντιτορπιλικό τύπου Charles F. Adams «ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ» D221, που επίσης εκτελούσε καθήκοντα «σκοπούντος» στο Κρητικό, • Tρεις πυραυλάκατοι, οι «ΜΥΚΟΝΙΟΣ» P22 (στην Ψέριμο), «ΞΕΝΟΣ» P27 (στην Καλόλιμνο) και «ΣΤΑΡΑΚΗΣ» P29 (στην Κάλυμνο), καθώς και • Oι κανονιοφόροι «ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ» P57 και «ΠΟΛΕΜΙΣΤΗΣ» P61.
Λόγω των άσχημων καιρικών συνθηκών τα μικρότερου εκτοπίσματος περιπολικά αποσύρθηκαν καθώς δεν μπορούσαν να επιχειρούν πλέον.
Από τουρκικής πλευράς είχαν αναπτυχθεί τρεις φρεγάτες, δύο πυραυλάκατοι, δύο κανονιοφόροι και τέσσερα περιπολικά. Οι ναυτικές αυτές μονάδες δεν έμελλε να διαφοροποιηθούν κατά τη διάρκεια των επόμενων κρίσιμων 18 ωρών. Στο κεντρικό Αιγαίο είχε εντοπιστεί και παρακολουθείτο τουρκική ναυτική δύναμη αποτελούμενη από δύο φρεγάτες, ένα αντιτορπιλικό συνοδείας και δύο πυραυλακάτους. Το Πολεμικό Ναυτικό είχε ήδη αναπτύξει τρεις φρεγάτες, ένα αντιτορπιλικό και τέσσερις πυραυλακάτους. Οι Τούρκοι προέβησαν επίσης σε κινητοποιήσεις χερσαίων δυνάμεων στην ανατολική Θράκη, στη δυτική, νότια και νοτιοανατολική Τουρκία. Επίσης μεταστάθμευσαν στα δυτικά τουρκικά αεροδρόμια περί τα 40 ως 50 μαχητικά αεροσκάφη. Τη χρονική αυτή περίοδο σε συνεδρίαση του τουρκικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας αποφασίζεται η διεξαγωγή της επιχείρησης «Δελφίνι 1». Δύο ομάδες βατραχανθρώπων μεταφέρονται αεροπορικώς στην Αλικαρνασσό από τη βάση τους στο Βόσπορο. Ταυτόχρονα δύο ελικόπτερα Black Hawk μεταφέρουν τον οπλισμό τους και τις ελαστικές τους λέμβους. Στις 14.56΄ το ΓΕΕΘΑ διατάζει την αύξηση της επιτήρησης και του ελέγχου των Ελληνικών μικρονησίδων στο ανατολικό Αιγαίο μεταξύ των νήσων Σάμου και Κω. Στις 15.20΄ το ΓΕΕΘΑ διατάζει την Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού Νήσων (ΑΣΔΕΝ) να αποβιβάσει στη νησίδα Καλόλιμνο ομάδα καταδρομέων που διατηρούνταν σε ετοιμότητα στην Κω. Αποστολή της ομάδας ήταν αφενός η αποτροπή αποβίβασης Τούρκων στη νησίδα και αφετέρου η επιτήρηση της ευρύτερης περιοχής. Περίπου στις 16.00΄ δύο τουρκικά ελικόπτερα πετούν κοντά στις βραχονησίδες Ίμια σε μια προσπάθεια εντοπισμού των θέσεων των Ελληνικών πλοίων.
Περί τις 18.00΄ τουρκική τορπιλάκατος πλησιάζει την Ίμια και παρεμποδίζεται από Ελληνικό περιπολικό. Όμως το τουρκικό πλοίο, αντί να απομακρυνθεί, επιχειρεί με ελιγμούς να πλησιάσει τη βραχονησίδα κινούμενο πλαγιομετωπικά. Παράλληλα εντοπίζεται ελαστική λέμβος με στρατιωτικό προσωπικό και την τουρκική σημαία, η οποία επιχειρεί επίσης να προσεγγίσει. Τα Ελληνικά περιπολικά την απωθούν.
Το απόγευμα αποφασίζεται η επιστροφή της φρεγάτας «ΥΔΡΑ» F452 τύπου MEKO-200HN από την Αδριατική, όπου είχε διατεθεί στη ΝΑΤΟϊκή επιχείρηση αποκλεισμού της Σερβίας. Η «ΥΔΡΑ» ήταν η νεότερη μονάδα του στόλου, η μόνη από τις τέσσερις υπό παραγγελία φρεγάτες τύπου ΜΕΚΟ που είχε μέχρι τότε παραδοθεί. Η κορύφωση της κρίσης βρήκε τη φρεγάτα να πλέει ολοταχώς κάπου στο νότιο Ιόνιο, στην προσπάθειά της να ενταχθεί έγκαιρα στη δύναμη του υπόλοιπου Ελληνικού στόλου. Ο Α/ΓΕΕΘΑ προτείνει την αποστολή ομάδας καταδρομέων στο Φαρμακονήσι. Η πρόταση όμως δεν γίνεται αποδεκτή από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας (επιπρόσθετα το ΓΕΣ αδυνατούσε όμως να παραχωρήσει δυνάμεις για τη φύλαξη της βραχονησίδας). Ως εναλλακτική λύση διατάχθηκε η επιτήρηση με ναυτική περιπολία. Τις πρώτες νυχτερινές ώρες, δίδεται εντολή και δύο επιθετικά ελικόπτερα AH-64A Apache μετασταθμεύουν στη Σαντορίνη. Για άγνωστο λόγο δεν προωθούνται εγγύτερα στην περιοχή ενδιαφέροντος. Στις 21.00΄ το βράδυ λαμβάνει χώρα τηλεφωνική επικοινωνία του Αμερικανού Προέδρου Κλίντον με τον Τούρκο Πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ. Καταβάλλεται προσπάθεια αποκλιμάκωσης της έντασης. Στις 21.36΄ παρέβαλε στην Αλικαρνασσό το τύπου Sarucabey αρματαγωγό «KARAMURSELBEY» NL-124, που είχε αποπλεύσει νωρίτερα την ίδια ημέρα από τη Σμύρνη. Στις 23.30΄ την νύχτα έχουμε νέες τηλεφωνικές επικοινωνίες του Αμερικανού υπουργού Άμυνας και του αρχηγού των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων με τον Έλληνα υπουργό Εθνικής Άμυνας. Γνωστοποιήθηκε εκ νέου η αρνητική τουρκική θέση για την αποκλιμάκωση της κρίσης εάν δεν απομακρυνθεί η Ελληνική σημαία από την Ανατολική Ίμια. Διατάσσεται με πρωτοβουλία του Α/ΓΕΕΘΑ η επιστράτευση των τοπικών εφεδρειών στον Έβρο και στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Στις 23.57΄, τρία λεπτά πριν από τα μεσάνυχτα, το ΓΕΝ διατάζει τον απόπλου του συνόλου των πλοίων του στόλου, σε εφαρμογή μέτρων ενισχυμένου συναγερμού.
Του Νίκου Χειλαδάκη
Το βράδυ της 29 προς την 30 Ιανουαρίου του 1996 παίχτηκε ένα μεγάλο δράμα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ένας εθνικός θρίαμβος που προέρχονταν από την σύγχυση και αδυναμία των Τούρκων, όπως θα δούμε παρακάτω, θάφτηκε κάτω από την ελληνική προδοσία. Και η προδοσία αυτή γίνεται ακόμα μεγαλύτερη αν γνωρίσει κανείς το τι διαδραματίζονταν εκείνο το βραδύ στην Άγκυρα και το πώς μια μεγάλη αγωνία είχε κυριεύσει τους Τούρκους που έβλεπαν την επερχομένη καταστροφή τους. Πολλά έχουν γραφτεί, πολλά έχουν ειπωθεί για εκείνη την ατέλειωτη νύχτα και το τραγικό ξημέρωμα.
Όμως μέχρι σήμερα υπάρχει ένα κενό στην όλη υπόθεση. Το κενό αυτό είναι το τι ακριβώς έγινε εκείνο το κρίσιμο βραδύ στο έκτακτο Εθνικό Συμβούλιο της Τουρκίας που είχε αρχίσει από νωρίς το απόγευμα και συνεχίστηκε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες της επόμενης κρίνοντας καθοριστικά την έκβαση της όλης κρίσης. Αυτή την συνεδρίαση την διέκρινε ένα φορτισμένο άγχος και μια μεγάλη ηττοπάθεια της τουρκικής ηγεσίας, (στοιχείο άγνωστο για πολλούς εδώ στην Ελλάδα). Αυτό οφείλονταν στον απλό λόγω ότι οι Έλληνες κομάντος ήταν ήδη πάνω στην βραχονησίδα Ίμια ενώ οι Τούρκοι μόλις είχαν συγκεντρωθεί στο επίμαχο σημείο της κρίσης. Χαρακτηριστικό της μεγάλης έντασης που υπήρχε εκείνο το βράδυ στην Άγκυρα είναι πως την επόμενη η τουρκική εφημερίδα Χουριέτ έγραφε ότι η τότε πρωθυπουργός Ταντσού Τσιλέρ είχε χάσει πέντε κιλά από τον ιδρώτα, εξ αιτίας του φόβου της για αναμενόμενη μεγάλη ήττα της Τουρκίας.
Τι έγινε όμως όλες αυτές τις ώρες σε μια συνεδρίαση κεκλισμένων των θυρών που έκριναν και την τελική έκβαση της κρίσεως, η οποία θεωρήθηκε εκ των υστέρων από τους Τούρκους σαν η μεγαλύτερη επιτυχία τούς στην διαμάχη στο Αιγαίο και σαν καθοριστική στην αλλαγή όλων των μέχρι τότε δεδομένων για το στάτους κβο της περιοχής;
Τι έγινε λοιπόν εκείνη την ατέλειωτη νύχτα, αλλά και τι προηγήθηκε θα προσπαθήσουμε να το ερευνήσουμε επικαλούμενοι τις αποκλειστικές μαρτυρίες του τότε υφυπουργού Εξωτερικών και μετέχοντα στο Εθνικό Συμβούλιο της Τουρκίας, (αυτόπτη μάρτυρα όλων όσων διαδραματίστηκαν εκείνη την βραδιά), Ινάν Μπατού, όπως τις αποκάλυψε σε μια αποκαλυπτική τηλεοπτική εκπομπή στις 1 Φεβρουάριου του 2005, στο τουρκικό κανάλι CNNTürk.
Στις 26 Δεκεμβρίου του 1995, ένα τουρκικό ψαράδικο με πλοίαρχο τον Τούρκο, Φιγκέν Αγκά, προσάραξε στην νήσο της Ίμια και στη συνέχεια αρνήθηκε επίμονα την βοήθεια, πού τελικά την δέχτηκε, των ελληνικών πλοίων της ακτοφυλακής. Το επεισόδιο ανησύχησε την Αθήνα, καθώς οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες είχαν ορισμένες πληροφορίες για επικείμενη μεγάλη ένταση στην περιοχή.
Ας παρακολουθήσουμε όμως τις μαρτυρίες του τότε υφυπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, Ινάν Μπατού. Σύμφωνα με τον Μπατού, οι δυο χώρες μετά το επεισόδιο αυτό αντάλλαξαν νότες διαμαρτυρίας στις οποίες η κάθε μια στήριζε την άποψη της ότι η βραχονησίδα της ανήκει. Το θέμα παρέμεινε στις νότες και οι Τούρκοι πίστεψαν πως θα εκτονώνονταν εκεί. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Μπατού, θα έμεινε σαν άλλο ένα άλυτο πρόβλημα μεταξύ των δυο χωρών στο Αιγαίο. Είναι γνωστό, είπε ο Μπατού, πως υπάρχουν πάρα πολλά άλυτα προβλήματα μεταξύ των δυο χωρών στο Αιγαίο, άλλο ένα δεν θα πείραζε την όλη κατάσταση. Μάλιστα η Τουρκία, ισχυρίστηκε ο Μπατού, είχε δυνατά επιχειρήματα για να στηρίξει την άποψη ότι οι βραχονησίδες, αν δεν της ανήκουν, τουλάχιστον δεν είναι ελληνικές. Και αυτό το στήριξε στο ότι, όπως ανέφερε ο Μπατού, το 1948 είχε και τότε δημιουργηθεί θέμα κυριαρχίας των βραχονησίδων μετά την αποχώρηση της Ιταλίας από τα Δωδεκάνησα και η Ελλάδα είχε καλέσει τότε την Τουρκία να διαπραγματευτούν για την κυριαρχία της περιοχής, κάτι που βέβαια δεν έγινε ποτέ.
Αφού λοιπόν, σύμφωνα με τον Μπατού, η Ελλάδα είχε ζητήσει τότε να γίνει συζήτηση και διαπραγμάτευση για το καθεστώς των βραχονησίδων πως τώρα έρχονται και υποστήριζε πως οι βραχονησίδες της ανήκουν, (παραλείπει βέβαια να μας πει ότι η Τουρκία τότε είχε ήδη παραιτηθεί κάθε δικαιοδοσίας για τις βραχονησίδες).
Ενώ λοιπόν το θέμα έπεφτε σε ένταση και κόντευε να ξεχαστεί από την τουρκική επικαιρότητα, στις 26 Ιανουαρίου, δηλαδή ένα μήνα σχεδόν μετά, ο δήμαρχος της Καλύμνου πηρέ τον παπά του νησιού, μερικούς μαθητές του σχολείου και αποβιβαστήκαν στην Ίμια υψώνοντας την ελληνική σημαία. Η ενέργεια αυτή, σύμφωνα με τον Μπατού, ήταν τελείως αψυχολόγητη, προβοκατόρικη και ήταν η θρυαλλίδα που άναψε το φυτίλι της μεγάλης κρίσης που έφερε στη συνέχεια τις δυο χώρες στα πρόθυρα του πολέμου. Για την κίνηση αυτή του δημάρχου της Καλύμνου πολλά έχουν ειπωθεί και στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Αξίζει να δούμε τι δήλωσε ένας διακεκριμένος Τούρκος διπλωμάτης, που δείχνει και την τουρκική αντίληψη για την κίνηση να υψωθεί η ελληνική σημαία στην περιοχή.
Ό τότε πρεσβευτής της Τουρκίας στην Αθήνα, διακεκριμένος διπλωμάτης και στη συνέχεια διευθυντής του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, Ουμίτ Παμίρ, σε συνέντευξη του στην εφημερίδα «Χουριέτ», (28/11/1998), αναφερόμενος στην κρίση των Ίμια είπε τα εξής : «Τα Ίμια ήταν μια επικίνδυνη ελληνική προβοκάτσια πού προκλήθηκε από τον τότε Έλληνα υπουργό Άμυνας, Γεράσιμο Αρσένη». Την περίοδο εκείνη στην Τουρκία ήταν ή εποχή της έκρηξης της ιδιωτικής τηλεόρασης και τα μεγάλα τουρκικά κανάλια έψαχναν για θέματα-θεάματα που θα τάραζαν τα νερά και θα ανέβαζαν στα ύψη την θεαματικότητα. Έτσι το θέμα πήρε μεγάλη έκταση καθώς τρεις Τούρκοι δημοσιογράφοι έκαναν σκηνοθετημένη απόβαση με το ελικόπτερο της εφημερίδας «Χουριέτ» και σε συνεργασία με το γνωστό τουρκικό κανάλι D, του γνωστού Τούρκου μεγιστάνα και ύποπτου για μαφιόζικες διασυνδέσεις, Αχμέτ Ντογάν, ( εφημερίδες Χουριέτ, Ραντικάλ), κατέβασαν την ελληνική σημαία και έκαναν θεαματική έπαρση της τουρκικής σημαίας».
Αλλά ας δούμε με την σειρά τα γεγονότα. Το επεισόδιο της έπαρσης της ελληνικής σημαίας του δημάρχου της Καλύμνου μεταδόθηκε με διθυράμβους από ελληνικό κανάλι προκαλώντας τις πρώτες έντονες αντιδράσεις από τουρκικής πλευράς. Η τουρκική εφημερίδα Χουριέτ, κυκλοφόρησε στις 27/1/96 με τον τίτλο: «Ege ısınıyor», δηλαδή το «Αιγαίο φλέγετε».
Την επόμενη, στις 28 του μηνός και τελείως απροσδόκητα αποβιβάζεται στα Ίμια ένα τουρκικό ελικόπτερο μεταφέροντας το δημοσιογραφικό συνεργείο του γραφείου της Χουριέτ Σμύρνης, που κατέβασε, δίνοντας παράσταση σόου, την ελληνική σημαία και ανέβασε την τουρκική. Οι σκηνές κινηματογραφήθηκαν και προβλήθηκαν στα τουρκικά κανάλια με διθυραμβικό τρόπο. Τώρα ο «πόλεμος των ΜΜΕ» θα μετατρέπονταν σε σοβαρή κρίση. Αμέσως σχεδόν μετά αποβιβάζονταν στην Ίμια Έλληνες κομάντος, και αφού κατεβάζουν με την σειρά τους την τουρκική σημαία παραμένουν εκεί για να φυλάξουν την ελληνική κυριαρχία στο νησί. Η κρίση είχε ήδη αρχίσει και οι φλόγες απειλούσαν με ολοκληρωτική ανάφλεξη τις δυο πλευρές του Αιγαίου.
Η Άγκυρα κάλεσε αμέσως τον Έλληνα πρέσβη, κ Νεζερίτη και του επέδωσε νότα ζητώντας να αποχωρήσουν αμέσως οι Έλληνες κομάντος. Ο Έλληνας πρέσβης με χαρακτηριστικό χαμόγελο απέρριψε την νότα και αποχώρησε από το υπουργείο Εξωτερικών χωρίς να ικανοποιήσει κανένα τουρκικό αίτημα. Στις 29 Ιανουαρίου το πρωί όλες οι τουρκικές εφημερίδες κυκλοφορούσαν με εκρηκτικά πρωτοσέλιδα αναφέροντας για αισχρή ελληνική πρόκληση.
Η ατμόσφαιρα στην Άγκυρα είχε ανάψει για τα καλά. Οι άνεμοι του πολέμου φυσούσαν πλέον έντονα πάνω από το Αιγαίο. Η τότε υπηρεσιακή Τουρκάλα πρωθυπουργός, Ταντσού Τσιλέρ, αγνοούσε τελείως το ζήτημα, όπως ομολόγησε χαρακτηριστικά ο Μπατού. Είδε στην κρίση, (με τον χαρακτηριστικό οπορτουνισμό που την διέκρινε), μια χρυσή ευκαιρία για να καταξιωθεί πολιτικά και να γίνει ήρωας στα μάτια του τουρκικού λαού. Αυτό ήταν και το πιο επικίνδυνο σημείο της όλης υπόθεσης. Οι στρατιωτικοί αντιμετώπιζαν με καχυποψία την πρωθυπουργό, καθώς δεν εμπιστεύονταν την Τσιλέρ στις φιλοπόλεμες κραυγές της γιατί είχαν διαβλέψει τις προσωπικές της φιλοδοξίες. Από την άλλη δεν είχαν εμπιστοσύνη στον τουρκικό στόλο ότι θα μπορούσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον ελληνικό. Αυτό δείχνει το πνεύμα ηττοπάθειας των Τούρκων και ότι υπήρχε εξ αρχής μια διάσταση απόψεων στο τουρκικό στρατόπεδο.
Και φτάνουμε στο απόγευμα της 29 Ιανουαρίου 1996. Στην Άγκυρα και εν μέσω της μεγάλης αναστάτωσης που είχαν προκαλέσει τα τουρκικά ΜΜΕ, συγκαλείτε έκτακτο το Εθνικό Συμβούλιο σε συνεχή συνεδρίαση για να εξεταστεί η κατάσταση ενώ δημιουργείται Γραφείο Κρίσης. Για τους Τούρκους υπήρχε ήδη το σοβαρό αρνητικό δεδομένο ότι στην βραχονησίδα υπήρχαν οι Έλληνες κομάντος. Το γεγονός αυτό είχε αγχώσει τους Τούρκους, καθώς ξεκινούσαν με ένα σημαντικό μειονέκτημα. Ενώ δηλαδή οι Έλληνες είχαν κάνει μια κίνηση, θα έπρεπε τώρα αυτοί να απαντήσουν και εδώ υπήρχε το μεγάλο αδιέξοδο στην τουρκική πλευρά, (δυστυχώς την ίδια ώρα στην Αθήνα επικρατούσε πολιτικό χάος και κανείς δεν είχε αντιληφθεί την αγχωμένη κατάσταση της τουρκικής ηγεσίας). Και μόνο γι’ αυτόν τον λόγω το μέγεθος της ελληνικής προδοσίας γίνεται ακόμα μεγαλύτερο.
Στην ιστορική αυτή συνεδρίαση της Άγκυρας εκτός από την Τσιλέρ πήραν μέρος ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Ντενίζ Μπαικάλ, ο υφυπουργός Εξωτερικών, προσκείμενος στον Μπαικάλ, Ινάν Μπατού, (τις μαρτυρίες του οποίου επικαλούμαστε) ο πρέσβης, Ονούρ Οϊμέν, προσκείμενος στην Τσιλέρ και οι υπεύθυνοι των ελληνικών υποθέσεων του υπουργείου Εξωτερικών. Από στρατιωτικής πλευράς, ο υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου, Τσεβίκ Μπιρ, που είχε υποσκελίσει για λίγο τον Ισμαήλ Καρανταγί, τότε αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, ο αρχηγός του Επιτελείου Ναυτικού, Γκουβέν Έρκαγια, ( από την αρχή οργισμένος με την Τσιλέρ), οι αρχηγός Στρατού, στρατηγός Χικμέτ Κιοκσάλ, ο αρχηγός Αεροπορίας, Αχμέτ Τσορεκτσί και ο αρχηγός της ΜΙΤ, στρατηγός Τεομάν Κομάν. Την ίδια ώρα στην Αθήνα υπήρχε εικόνα γενικής διάλυσης ο τότε υπουργός Εξωτερικών κ Πάγκαλος προτίμησε να πάει στο τηλεοπτικό κανάλι MEGA και να δώσει συνέντευξη λες και η κρίση ήταν κάτι το συνηθισμένο.
Η Τσιλέρ αμέσως μόλις κάθισαν στο τραπέζι απευθύνθηκε στον Οϊμέν και τον ρώτησε με έμφαση αν έχει μελετήσει τον φάκελο των βραχονησίδων και αν η Τουρκία έχει δυνατά επιχειρήματα για να υποστηρίξει τις απόψεις της. Ο Οϊμέν απάντησε απερίφραστα πως ναι, η Τουρκία είχε ατράνταχτα επιχειρήματα, (ενώ αργότερα παραδέχτηκε πως είπε ψέματα). Τότε η Τσιλέρ με όλη την έπαρση αλλά και την άγνοια της για τα στρατιωτικά θέματα, στράφηκε προς την πλευρά των στρατιωτικών και τους είπε πως θα πρέπει να κατεβάσουν αμέσως τους Έλληνες κομάντος από την βραχονησίδα και να υποστείλουν την ελληνική σημαία. Το ύφος της εκνεύρισε τους στρατιωτικούς και ιδιαιτέρα τον Έρκαγια, που έπνεε μένεα για την Τσιλέρ διαπιστώνοντας πως αγνοούσε την μειονεκτική θέση των Τούρκων και τους στοιχειώδεις στρατιωτικούς κανόνες εμπλοκής και απεμπλοκής από μια στρατιωτική κρίση.
Τότε μίλησε ο Μπατού και είπε πως, «Εντάξει, αν πάμε εμείς να τους κατεβάσουμε τότε οι δυνάμεις των Ελλήνων τα πλοία και τα αεροπλάνα που βρίσκονται εκεί θα μείνουν απαθείς ; αυτό είναι αδύνατον», και τότε πρόσθεσε το χαρακτηριστικό, «μια σπίθα, (kıvılcım), φτάνει με την τεράστια συγκέντρωση των αεροναυτικών δυνάμεων των δυο χωρών για να ανάψει μεγάλη φωτιά που δύσκολα θα σβήσει. Αν γίνει αυτό που ζητάει η Τσιλέρ θα ξεσπάσει αμέσως πόλεμος». Η κατάσταση φαίνονταν για τους Τούρκους αδιέξοδη, καθώς, όπως αναφέραμε παραπάνω, υπήρχε το δεδομένο ότι οι Έλληνες είχαν στρατηγικό πλεονέκτημα γιατί ήδη είχαν στρατιωτικό άγημα στην Ίμια. Οι στρατιωτικοί ήταν οργισμένοι με τις δημόσιες δηλώσεις της Τσιλέρ να φύγουν οι Έλληνες στρατιώτες να κατεβεί η ελληνική σημαία, καθώς διαπίστωναν πως είχαν οδηγηθεί σε μια άνευ προηγουμένου κρίση χωρίς να έχουν την πρωτοβουλία και χωρίς να υπάρχει από πριν κάποιος σχεδιασμός για την αντιμετώπιση της. Εντωμεταξύ συνεχώς έρχονταν αναφορές για τη εξέλιξη της κατάστασης. Όλες οι αναφορές επεσήμαναν την τεράστια συγκέντρωση ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων της Ελλάδας στην περιοχή, ενώ είχε αρχίσει ένα κυνηγητό μεταξύ των πλοίων των δυο χωρών γύρω από την βραχονησίδα που βρίσκονταν οι Έλληνες κομάντος.
Η ένταση ήταν πολύ μεγάλη καθώς ο φόβος μιας αποτυχίας είχε αγχώσει την στρατιωτική ηγεσία που ήταν ανεπανόρθωτα εκτεθειμένη εξ αιτίας της Τσιλέρ. Ήταν κάτι το προφανές για τους Τούρκους στρατηγούς γιατί μια ήττα θα χρεώνονταν επάνω τους με όλες τις συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης. Τότε έγινε ένα διάλλειμα για να συζητήσουν κατά μέρος την κατάσταση. Ο Μπαικάλ αποσύρθηκε με τους συμβούλους του σε μια γωνιά και τους είπε : «είμαστε μπροστά σε μεγάλη απόφαση και θα έπρεπε όλοι να πούνε την γνώμη τους», και συνέχισε, «Είμαστε σε πόλεμο αν οι στρατιωτικοί εκτελέσουν τις εντολές της Τσιλέρ. Πρέπει να συνεχίσουμε την διπλωματική προσπάθεια αλλά έτσι όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα δεν υπάρχει περιθώριο» Τότε αναφέρει ο Μπατού μου ήρθε η ιδέα (;;;), ότι δίπλα στην βραχονησίδα υπάρχει και μια δεύτερη βραχονησίδα. Αποφάσισα να προτείνω να κάνουμε απόβαση στην άλλη βραχονησίδα αφού ήταν αφύλακτη από τους Έλληνες και έτσι η κατάσταση θα ισοφαρίζονταν με τους Έλληνες, (εδώ πράγματι υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για αυτή την «τουρκική ιδέα» μετέπειτα διεκδίκησε από τον Μπατού ο ναύαρχος Γκουβέν Έρκαγια, ο οποίος υποστήριξε πως ήταν δική του η ιδέα να αποβιβαστούν στην δεύτερη βραχονησίδα). Στη συνέχεια υποστήριξε ο Μπατού, «μετά θα περιμένουμε την επέμβαση της ΕΕ και των ΗΠΑ για να εκτονωθεί η κατάσταση», δηλαδή είχε προεξοφλήσει τις εξελίξεις. Οι στρατιωτικοί αφού άκουσαν αυτή την άποψη είπαν να το συζητήσουμε και τελικά αποφασίστηκε να γίνει η απόβαση στην δεύτερη βραχονησίδα μέσα στη νύχτα και με κάποιο καμουφλάζ από τουρκική φρεγάτα.
Τουρκος καταδρομέας.
«Αποσυρθήκαμε όλοι στις θέσεις μας», συνεχίζει ο Μπατού και ενώ συνεχίστηκε η ροή των πληροφοριών περιμέναμε με αγωνία το αποτέλεσμα αυτής της επιχείρησης. Εδώ υπήρχε για την τουρκική πλευρά ένα μεγάλο πρόβλημα. Όπως τονίζει ο Μπατού, «Τρέμαμε μήπως φανεί πως είμαστε εμείς οι πρώτοι που θα προκαλούσαμε σύρραξη, γιατί τότε η Τουρκία θα έπαιρνε όλο το κόστος της σύγκρουσης. Δεν θέλαμε με κανένα τρόπο να φανεί πως εμείς αρχίζαμε πρώτοι τις εχθροπραξίες». Τότε, γύρω στις 2,30 την νύχτα ήρθε η ευχάριστη είδηση. Οι Τούρκοι είχαν πετύχει τον στόχο τους. Στη μια νησίδα ήταν Έλληνες στην άλλη Τούρκοι κομάντος.
Τώρα, λέει ο Μπατού, «περιμέναμε τώρα την διεθνή επέμβαση. Η Ε.Ε. ούτε ακούστηκε, ούτε φάνηκε πουθενά σαν να μην υπήρχε, μόνο οι ΗΠΑ αμέσως επενέβησαν και άρχισε νέος γύρος τηλεφωνημάτων», (και εδώ είναι σκοτεινό το σημείο το τι ακριβώς ειπώθηκε με τους Αμερικανούς). Ο Μπατού εδώ κάνει εύφημο μνεία για τις ΗΠΑ που έβγαλαν τις δυο χώρες από μια δύσκολη κατάσταση και υπενθύμισε πως οι ΗΠΑ είχαν την πρωτοβουλία και στην Βοσνία και στο Ιράκ και αλλού, ενώ οι Ευρωπαίοι ήταν πάντα απόντες. Στη συνέχεια και εδώ είναι το ενδιαφέρων ο Μπατού κάνει και μια σημαντική αποκάλυψη λέγοντας πως οι ΗΠΑ, «Zanediyorum o gece bize güvence verdi», δηλαδή, «οι ΗΠΑ εκείνη την βραδιά μας έδωσαν εγγύηση» προφανώς αφού είχαν επικοινωνήσει με την Αθήνα ότι θα εκτονώνονταν η κατάσταση και θα αποχωρούσαν και οι δυο χώρες από τις βραχονησίδες, για να επανέλθουν στο πρότερο καθεστώς της ηρεμίας και της γκρίζας για τους Τούρκους κυριαρχίας. Στην Ελλάδα, μιλάει πάντα ο Μπατού, «έγινε σεισμός παραιτήθηκαν στρατηγοί και είχαν και πτώση ελικοπτέρου», (δεν κάνει όμως αναφορά για τον τραγικό θάνατο των τριών Ελλήνων πιλότων).
==========================Το βράδυ της 29 προς την 30 Ιανουαρίου του 1996 παίχτηκε ένα μεγάλο δράμα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ένας εθνικός θρίαμβος που προέρχονταν από την σύγχυση και αδυναμία των Τούρκων, όπως θα δούμε παρακάτω, θάφτηκε κάτω από την ελληνική προδοσία. Και η προδοσία αυτή γίνεται ακόμα μεγαλύτερη αν γνωρίσει κανείς το τι διαδραματίζονταν εκείνο το βραδύ στην Άγκυρα και το πώς μια μεγάλη αγωνία είχε κυριεύσει τους Τούρκους που έβλεπαν την επερχομένη καταστροφή τους. Πολλά έχουν γραφτεί, πολλά έχουν ειπωθεί για εκείνη την ατέλειωτη νύχτα και το τραγικό ξημέρωμα.
Όμως μέχρι σήμερα υπάρχει ένα κενό στην όλη υπόθεση. Το κενό αυτό είναι το τι ακριβώς έγινε εκείνο το κρίσιμο βραδύ στο έκτακτο Εθνικό Συμβούλιο της Τουρκίας που είχε αρχίσει από νωρίς το απόγευμα και συνεχίστηκε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες της επόμενης κρίνοντας καθοριστικά την έκβαση της όλης κρίσης. Αυτή την συνεδρίαση την διέκρινε ένα φορτισμένο άγχος και μια μεγάλη ηττοπάθεια της τουρκικής ηγεσίας, (στοιχείο άγνωστο για πολλούς εδώ στην Ελλάδα). Αυτό οφείλονταν στον απλό λόγω ότι οι Έλληνες κομάντος ήταν ήδη πάνω στην βραχονησίδα Ίμια ενώ οι Τούρκοι μόλις είχαν συγκεντρωθεί στο επίμαχο σημείο της κρίσης. Χαρακτηριστικό της μεγάλης έντασης που υπήρχε εκείνο το βράδυ στην Άγκυρα είναι πως την επόμενη η τουρκική εφημερίδα Χουριέτ έγραφε ότι η τότε πρωθυπουργός Ταντσού Τσιλέρ είχε χάσει πέντε κιλά από τον ιδρώτα, εξ αιτίας του φόβου της για αναμενόμενη μεγάλη ήττα της Τουρκίας.
Τι έγινε όμως όλες αυτές τις ώρες σε μια συνεδρίαση κεκλισμένων των θυρών που έκριναν και την τελική έκβαση της κρίσεως, η οποία θεωρήθηκε εκ των υστέρων από τους Τούρκους σαν η μεγαλύτερη επιτυχία τούς στην διαμάχη στο Αιγαίο και σαν καθοριστική στην αλλαγή όλων των μέχρι τότε δεδομένων για το στάτους κβο της περιοχής;
Τι έγινε λοιπόν εκείνη την ατέλειωτη νύχτα, αλλά και τι προηγήθηκε θα προσπαθήσουμε να το ερευνήσουμε επικαλούμενοι τις αποκλειστικές μαρτυρίες του τότε υφυπουργού Εξωτερικών και μετέχοντα στο Εθνικό Συμβούλιο της Τουρκίας, (αυτόπτη μάρτυρα όλων όσων διαδραματίστηκαν εκείνη την βραδιά), Ινάν Μπατού, όπως τις αποκάλυψε σε μια αποκαλυπτική τηλεοπτική εκπομπή στις 1 Φεβρουάριου του 2005, στο τουρκικό κανάλι CNNTürk.
Στις 26 Δεκεμβρίου του 1995, ένα τουρκικό ψαράδικο με πλοίαρχο τον Τούρκο, Φιγκέν Αγκά, προσάραξε στην νήσο της Ίμια και στη συνέχεια αρνήθηκε επίμονα την βοήθεια, πού τελικά την δέχτηκε, των ελληνικών πλοίων της ακτοφυλακής. Το επεισόδιο ανησύχησε την Αθήνα, καθώς οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες είχαν ορισμένες πληροφορίες για επικείμενη μεγάλη ένταση στην περιοχή.
Ας παρακολουθήσουμε όμως τις μαρτυρίες του τότε υφυπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, Ινάν Μπατού. Σύμφωνα με τον Μπατού, οι δυο χώρες μετά το επεισόδιο αυτό αντάλλαξαν νότες διαμαρτυρίας στις οποίες η κάθε μια στήριζε την άποψη της ότι η βραχονησίδα της ανήκει. Το θέμα παρέμεινε στις νότες και οι Τούρκοι πίστεψαν πως θα εκτονώνονταν εκεί. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Μπατού, θα έμεινε σαν άλλο ένα άλυτο πρόβλημα μεταξύ των δυο χωρών στο Αιγαίο. Είναι γνωστό, είπε ο Μπατού, πως υπάρχουν πάρα πολλά άλυτα προβλήματα μεταξύ των δυο χωρών στο Αιγαίο, άλλο ένα δεν θα πείραζε την όλη κατάσταση. Μάλιστα η Τουρκία, ισχυρίστηκε ο Μπατού, είχε δυνατά επιχειρήματα για να στηρίξει την άποψη ότι οι βραχονησίδες, αν δεν της ανήκουν, τουλάχιστον δεν είναι ελληνικές. Και αυτό το στήριξε στο ότι, όπως ανέφερε ο Μπατού, το 1948 είχε και τότε δημιουργηθεί θέμα κυριαρχίας των βραχονησίδων μετά την αποχώρηση της Ιταλίας από τα Δωδεκάνησα και η Ελλάδα είχε καλέσει τότε την Τουρκία να διαπραγματευτούν για την κυριαρχία της περιοχής, κάτι που βέβαια δεν έγινε ποτέ.
Αφού λοιπόν, σύμφωνα με τον Μπατού, η Ελλάδα είχε ζητήσει τότε να γίνει συζήτηση και διαπραγμάτευση για το καθεστώς των βραχονησίδων πως τώρα έρχονται και υποστήριζε πως οι βραχονησίδες της ανήκουν, (παραλείπει βέβαια να μας πει ότι η Τουρκία τότε είχε ήδη παραιτηθεί κάθε δικαιοδοσίας για τις βραχονησίδες).
Ενώ λοιπόν το θέμα έπεφτε σε ένταση και κόντευε να ξεχαστεί από την τουρκική επικαιρότητα, στις 26 Ιανουαρίου, δηλαδή ένα μήνα σχεδόν μετά, ο δήμαρχος της Καλύμνου πηρέ τον παπά του νησιού, μερικούς μαθητές του σχολείου και αποβιβαστήκαν στην Ίμια υψώνοντας την ελληνική σημαία. Η ενέργεια αυτή, σύμφωνα με τον Μπατού, ήταν τελείως αψυχολόγητη, προβοκατόρικη και ήταν η θρυαλλίδα που άναψε το φυτίλι της μεγάλης κρίσης που έφερε στη συνέχεια τις δυο χώρες στα πρόθυρα του πολέμου. Για την κίνηση αυτή του δημάρχου της Καλύμνου πολλά έχουν ειπωθεί και στην Ελλάδα και στην Τουρκία. Αξίζει να δούμε τι δήλωσε ένας διακεκριμένος Τούρκος διπλωμάτης, που δείχνει και την τουρκική αντίληψη για την κίνηση να υψωθεί η ελληνική σημαία στην περιοχή.
Ό τότε πρεσβευτής της Τουρκίας στην Αθήνα, διακεκριμένος διπλωμάτης και στη συνέχεια διευθυντής του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, Ουμίτ Παμίρ, σε συνέντευξη του στην εφημερίδα «Χουριέτ», (28/11/1998), αναφερόμενος στην κρίση των Ίμια είπε τα εξής : «Τα Ίμια ήταν μια επικίνδυνη ελληνική προβοκάτσια πού προκλήθηκε από τον τότε Έλληνα υπουργό Άμυνας, Γεράσιμο Αρσένη». Την περίοδο εκείνη στην Τουρκία ήταν ή εποχή της έκρηξης της ιδιωτικής τηλεόρασης και τα μεγάλα τουρκικά κανάλια έψαχναν για θέματα-θεάματα που θα τάραζαν τα νερά και θα ανέβαζαν στα ύψη την θεαματικότητα. Έτσι το θέμα πήρε μεγάλη έκταση καθώς τρεις Τούρκοι δημοσιογράφοι έκαναν σκηνοθετημένη απόβαση με το ελικόπτερο της εφημερίδας «Χουριέτ» και σε συνεργασία με το γνωστό τουρκικό κανάλι D, του γνωστού Τούρκου μεγιστάνα και ύποπτου για μαφιόζικες διασυνδέσεις, Αχμέτ Ντογάν, ( εφημερίδες Χουριέτ, Ραντικάλ), κατέβασαν την ελληνική σημαία και έκαναν θεαματική έπαρση της τουρκικής σημαίας».
Αλλά ας δούμε με την σειρά τα γεγονότα. Το επεισόδιο της έπαρσης της ελληνικής σημαίας του δημάρχου της Καλύμνου μεταδόθηκε με διθυράμβους από ελληνικό κανάλι προκαλώντας τις πρώτες έντονες αντιδράσεις από τουρκικής πλευράς. Η τουρκική εφημερίδα Χουριέτ, κυκλοφόρησε στις 27/1/96 με τον τίτλο: «Ege ısınıyor», δηλαδή το «Αιγαίο φλέγετε».
Την επόμενη, στις 28 του μηνός και τελείως απροσδόκητα αποβιβάζεται στα Ίμια ένα τουρκικό ελικόπτερο μεταφέροντας το δημοσιογραφικό συνεργείο του γραφείου της Χουριέτ Σμύρνης, που κατέβασε, δίνοντας παράσταση σόου, την ελληνική σημαία και ανέβασε την τουρκική. Οι σκηνές κινηματογραφήθηκαν και προβλήθηκαν στα τουρκικά κανάλια με διθυραμβικό τρόπο. Τώρα ο «πόλεμος των ΜΜΕ» θα μετατρέπονταν σε σοβαρή κρίση. Αμέσως σχεδόν μετά αποβιβάζονταν στην Ίμια Έλληνες κομάντος, και αφού κατεβάζουν με την σειρά τους την τουρκική σημαία παραμένουν εκεί για να φυλάξουν την ελληνική κυριαρχία στο νησί. Η κρίση είχε ήδη αρχίσει και οι φλόγες απειλούσαν με ολοκληρωτική ανάφλεξη τις δυο πλευρές του Αιγαίου.
Η Άγκυρα κάλεσε αμέσως τον Έλληνα πρέσβη, κ Νεζερίτη και του επέδωσε νότα ζητώντας να αποχωρήσουν αμέσως οι Έλληνες κομάντος. Ο Έλληνας πρέσβης με χαρακτηριστικό χαμόγελο απέρριψε την νότα και αποχώρησε από το υπουργείο Εξωτερικών χωρίς να ικανοποιήσει κανένα τουρκικό αίτημα. Στις 29 Ιανουαρίου το πρωί όλες οι τουρκικές εφημερίδες κυκλοφορούσαν με εκρηκτικά πρωτοσέλιδα αναφέροντας για αισχρή ελληνική πρόκληση.
Η ατμόσφαιρα στην Άγκυρα είχε ανάψει για τα καλά. Οι άνεμοι του πολέμου φυσούσαν πλέον έντονα πάνω από το Αιγαίο. Η τότε υπηρεσιακή Τουρκάλα πρωθυπουργός, Ταντσού Τσιλέρ, αγνοούσε τελείως το ζήτημα, όπως ομολόγησε χαρακτηριστικά ο Μπατού. Είδε στην κρίση, (με τον χαρακτηριστικό οπορτουνισμό που την διέκρινε), μια χρυσή ευκαιρία για να καταξιωθεί πολιτικά και να γίνει ήρωας στα μάτια του τουρκικού λαού. Αυτό ήταν και το πιο επικίνδυνο σημείο της όλης υπόθεσης. Οι στρατιωτικοί αντιμετώπιζαν με καχυποψία την πρωθυπουργό, καθώς δεν εμπιστεύονταν την Τσιλέρ στις φιλοπόλεμες κραυγές της γιατί είχαν διαβλέψει τις προσωπικές της φιλοδοξίες. Από την άλλη δεν είχαν εμπιστοσύνη στον τουρκικό στόλο ότι θα μπορούσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον ελληνικό. Αυτό δείχνει το πνεύμα ηττοπάθειας των Τούρκων και ότι υπήρχε εξ αρχής μια διάσταση απόψεων στο τουρκικό στρατόπεδο.
Και φτάνουμε στο απόγευμα της 29 Ιανουαρίου 1996. Στην Άγκυρα και εν μέσω της μεγάλης αναστάτωσης που είχαν προκαλέσει τα τουρκικά ΜΜΕ, συγκαλείτε έκτακτο το Εθνικό Συμβούλιο σε συνεχή συνεδρίαση για να εξεταστεί η κατάσταση ενώ δημιουργείται Γραφείο Κρίσης. Για τους Τούρκους υπήρχε ήδη το σοβαρό αρνητικό δεδομένο ότι στην βραχονησίδα υπήρχαν οι Έλληνες κομάντος. Το γεγονός αυτό είχε αγχώσει τους Τούρκους, καθώς ξεκινούσαν με ένα σημαντικό μειονέκτημα. Ενώ δηλαδή οι Έλληνες είχαν κάνει μια κίνηση, θα έπρεπε τώρα αυτοί να απαντήσουν και εδώ υπήρχε το μεγάλο αδιέξοδο στην τουρκική πλευρά, (δυστυχώς την ίδια ώρα στην Αθήνα επικρατούσε πολιτικό χάος και κανείς δεν είχε αντιληφθεί την αγχωμένη κατάσταση της τουρκικής ηγεσίας). Και μόνο γι’ αυτόν τον λόγω το μέγεθος της ελληνικής προδοσίας γίνεται ακόμα μεγαλύτερο.
Στην ιστορική αυτή συνεδρίαση της Άγκυρας εκτός από την Τσιλέρ πήραν μέρος ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Ντενίζ Μπαικάλ, ο υφυπουργός Εξωτερικών, προσκείμενος στον Μπαικάλ, Ινάν Μπατού, (τις μαρτυρίες του οποίου επικαλούμαστε) ο πρέσβης, Ονούρ Οϊμέν, προσκείμενος στην Τσιλέρ και οι υπεύθυνοι των ελληνικών υποθέσεων του υπουργείου Εξωτερικών. Από στρατιωτικής πλευράς, ο υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου, Τσεβίκ Μπιρ, που είχε υποσκελίσει για λίγο τον Ισμαήλ Καρανταγί, τότε αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, ο αρχηγός του Επιτελείου Ναυτικού, Γκουβέν Έρκαγια, ( από την αρχή οργισμένος με την Τσιλέρ), οι αρχηγός Στρατού, στρατηγός Χικμέτ Κιοκσάλ, ο αρχηγός Αεροπορίας, Αχμέτ Τσορεκτσί και ο αρχηγός της ΜΙΤ, στρατηγός Τεομάν Κομάν. Την ίδια ώρα στην Αθήνα υπήρχε εικόνα γενικής διάλυσης ο τότε υπουργός Εξωτερικών κ Πάγκαλος προτίμησε να πάει στο τηλεοπτικό κανάλι MEGA και να δώσει συνέντευξη λες και η κρίση ήταν κάτι το συνηθισμένο.
Η Τσιλέρ αμέσως μόλις κάθισαν στο τραπέζι απευθύνθηκε στον Οϊμέν και τον ρώτησε με έμφαση αν έχει μελετήσει τον φάκελο των βραχονησίδων και αν η Τουρκία έχει δυνατά επιχειρήματα για να υποστηρίξει τις απόψεις της. Ο Οϊμέν απάντησε απερίφραστα πως ναι, η Τουρκία είχε ατράνταχτα επιχειρήματα, (ενώ αργότερα παραδέχτηκε πως είπε ψέματα). Τότε η Τσιλέρ με όλη την έπαρση αλλά και την άγνοια της για τα στρατιωτικά θέματα, στράφηκε προς την πλευρά των στρατιωτικών και τους είπε πως θα πρέπει να κατεβάσουν αμέσως τους Έλληνες κομάντος από την βραχονησίδα και να υποστείλουν την ελληνική σημαία. Το ύφος της εκνεύρισε τους στρατιωτικούς και ιδιαιτέρα τον Έρκαγια, που έπνεε μένεα για την Τσιλέρ διαπιστώνοντας πως αγνοούσε την μειονεκτική θέση των Τούρκων και τους στοιχειώδεις στρατιωτικούς κανόνες εμπλοκής και απεμπλοκής από μια στρατιωτική κρίση.
Τότε μίλησε ο Μπατού και είπε πως, «Εντάξει, αν πάμε εμείς να τους κατεβάσουμε τότε οι δυνάμεις των Ελλήνων τα πλοία και τα αεροπλάνα που βρίσκονται εκεί θα μείνουν απαθείς ; αυτό είναι αδύνατον», και τότε πρόσθεσε το χαρακτηριστικό, «μια σπίθα, (kıvılcım), φτάνει με την τεράστια συγκέντρωση των αεροναυτικών δυνάμεων των δυο χωρών για να ανάψει μεγάλη φωτιά που δύσκολα θα σβήσει. Αν γίνει αυτό που ζητάει η Τσιλέρ θα ξεσπάσει αμέσως πόλεμος». Η κατάσταση φαίνονταν για τους Τούρκους αδιέξοδη, καθώς, όπως αναφέραμε παραπάνω, υπήρχε το δεδομένο ότι οι Έλληνες είχαν στρατηγικό πλεονέκτημα γιατί ήδη είχαν στρατιωτικό άγημα στην Ίμια. Οι στρατιωτικοί ήταν οργισμένοι με τις δημόσιες δηλώσεις της Τσιλέρ να φύγουν οι Έλληνες στρατιώτες να κατεβεί η ελληνική σημαία, καθώς διαπίστωναν πως είχαν οδηγηθεί σε μια άνευ προηγουμένου κρίση χωρίς να έχουν την πρωτοβουλία και χωρίς να υπάρχει από πριν κάποιος σχεδιασμός για την αντιμετώπιση της. Εντωμεταξύ συνεχώς έρχονταν αναφορές για τη εξέλιξη της κατάστασης. Όλες οι αναφορές επεσήμαναν την τεράστια συγκέντρωση ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων της Ελλάδας στην περιοχή, ενώ είχε αρχίσει ένα κυνηγητό μεταξύ των πλοίων των δυο χωρών γύρω από την βραχονησίδα που βρίσκονταν οι Έλληνες κομάντος.
Η ένταση ήταν πολύ μεγάλη καθώς ο φόβος μιας αποτυχίας είχε αγχώσει την στρατιωτική ηγεσία που ήταν ανεπανόρθωτα εκτεθειμένη εξ αιτίας της Τσιλέρ. Ήταν κάτι το προφανές για τους Τούρκους στρατηγούς γιατί μια ήττα θα χρεώνονταν επάνω τους με όλες τις συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης. Τότε έγινε ένα διάλλειμα για να συζητήσουν κατά μέρος την κατάσταση. Ο Μπαικάλ αποσύρθηκε με τους συμβούλους του σε μια γωνιά και τους είπε : «είμαστε μπροστά σε μεγάλη απόφαση και θα έπρεπε όλοι να πούνε την γνώμη τους», και συνέχισε, «Είμαστε σε πόλεμο αν οι στρατιωτικοί εκτελέσουν τις εντολές της Τσιλέρ. Πρέπει να συνεχίσουμε την διπλωματική προσπάθεια αλλά έτσι όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα δεν υπάρχει περιθώριο» Τότε αναφέρει ο Μπατού μου ήρθε η ιδέα (;;;), ότι δίπλα στην βραχονησίδα υπάρχει και μια δεύτερη βραχονησίδα. Αποφάσισα να προτείνω να κάνουμε απόβαση στην άλλη βραχονησίδα αφού ήταν αφύλακτη από τους Έλληνες και έτσι η κατάσταση θα ισοφαρίζονταν με τους Έλληνες, (εδώ πράγματι υπάρχουν πολλά ερωτηματικά για αυτή την «τουρκική ιδέα» μετέπειτα διεκδίκησε από τον Μπατού ο ναύαρχος Γκουβέν Έρκαγια, ο οποίος υποστήριξε πως ήταν δική του η ιδέα να αποβιβαστούν στην δεύτερη βραχονησίδα). Στη συνέχεια υποστήριξε ο Μπατού, «μετά θα περιμένουμε την επέμβαση της ΕΕ και των ΗΠΑ για να εκτονωθεί η κατάσταση», δηλαδή είχε προεξοφλήσει τις εξελίξεις. Οι στρατιωτικοί αφού άκουσαν αυτή την άποψη είπαν να το συζητήσουμε και τελικά αποφασίστηκε να γίνει η απόβαση στην δεύτερη βραχονησίδα μέσα στη νύχτα και με κάποιο καμουφλάζ από τουρκική φρεγάτα.
Τουρκος καταδρομέας.
«Αποσυρθήκαμε όλοι στις θέσεις μας», συνεχίζει ο Μπατού και ενώ συνεχίστηκε η ροή των πληροφοριών περιμέναμε με αγωνία το αποτέλεσμα αυτής της επιχείρησης. Εδώ υπήρχε για την τουρκική πλευρά ένα μεγάλο πρόβλημα. Όπως τονίζει ο Μπατού, «Τρέμαμε μήπως φανεί πως είμαστε εμείς οι πρώτοι που θα προκαλούσαμε σύρραξη, γιατί τότε η Τουρκία θα έπαιρνε όλο το κόστος της σύγκρουσης. Δεν θέλαμε με κανένα τρόπο να φανεί πως εμείς αρχίζαμε πρώτοι τις εχθροπραξίες». Τότε, γύρω στις 2,30 την νύχτα ήρθε η ευχάριστη είδηση. Οι Τούρκοι είχαν πετύχει τον στόχο τους. Στη μια νησίδα ήταν Έλληνες στην άλλη Τούρκοι κομάντος.
Τώρα, λέει ο Μπατού, «περιμέναμε τώρα την διεθνή επέμβαση. Η Ε.Ε. ούτε ακούστηκε, ούτε φάνηκε πουθενά σαν να μην υπήρχε, μόνο οι ΗΠΑ αμέσως επενέβησαν και άρχισε νέος γύρος τηλεφωνημάτων», (και εδώ είναι σκοτεινό το σημείο το τι ακριβώς ειπώθηκε με τους Αμερικανούς). Ο Μπατού εδώ κάνει εύφημο μνεία για τις ΗΠΑ που έβγαλαν τις δυο χώρες από μια δύσκολη κατάσταση και υπενθύμισε πως οι ΗΠΑ είχαν την πρωτοβουλία και στην Βοσνία και στο Ιράκ και αλλού, ενώ οι Ευρωπαίοι ήταν πάντα απόντες. Στη συνέχεια και εδώ είναι το ενδιαφέρων ο Μπατού κάνει και μια σημαντική αποκάλυψη λέγοντας πως οι ΗΠΑ, «Zanediyorum o gece bize güvence verdi», δηλαδή, «οι ΗΠΑ εκείνη την βραδιά μας έδωσαν εγγύηση» προφανώς αφού είχαν επικοινωνήσει με την Αθήνα ότι θα εκτονώνονταν η κατάσταση και θα αποχωρούσαν και οι δυο χώρες από τις βραχονησίδες, για να επανέλθουν στο πρότερο καθεστώς της ηρεμίας και της γκρίζας για τους Τούρκους κυριαρχίας. Στην Ελλάδα, μιλάει πάντα ο Μπατού, «έγινε σεισμός παραιτήθηκαν στρατηγοί και είχαν και πτώση ελικοπτέρου», (δεν κάνει όμως αναφορά για τον τραγικό θάνατο των τριών Ελλήνων πιλότων).
Νωρίς το πρωί η Τσιλέρ θριαμβευτικά ανήγγειλε στα τουρκικά κανάλια ότι ο σκοπός επιτεύχθηκε και ότι οι Έλληνες είχαν φύγει ενώ η ελληνική σημαία είχε κατέβει, «Bu asker gitti bu baırak indi». Τις επόμενες μέρες συνεχίζει ο Μπατού είχαμε κάποια ένταση καθώς κάποια ελληνικά ψαροκάικα προσπάθησαν να δώσουν νερό και τρόφιμα στις κατσίκες που υπήρχαν στην Ίμια. Η Τουρκία διαμαρτυρήθηκε στους Αμερικανούς και το επεισόδιο έληξε και αυτό χωρίς συνέχεια. Η Τουρκία, κατέληξε ο Μπατού, «με επιμονή, ειρηνική διάθεση είχε πετύχει τον σκοπό της». Στην Αθήνα οι προδότες των Ιμίων που έσωσαν τους Τούρκους από μια πολύ δύσκολη κατάσταση ευχαριστούσαν από το βήμα της ελληνικής Βουλής τους Αμερικανούς γιατί… τους γλύτωσαν από την καταστροφή.
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.