Από χθες άρχισαν και πάλι τα γνωστά "περί όρκου" που είχαμε ζήσει και το 2009
Ένα σχετικό απόσπασμα από άρθρο της εποχής από τον Νικο Χασάποπουλο:
« Εγώ θα συνεχίσω να κάνω τον σταυρό μου, είτε καταργήσουν είτε όχι τον θρησκευτικό όρκο» λέει η κυρία Λιάνα Κανέλλη, η μοναδική βουλευτής του ΚΚΕ η οποία την περασμένη Τετάρτη, στην τελετή της ορκωμοσίας των νέων βουλευτών, αδιαφορώντας για τη στάση και τη γνώμη των συντρόφων της στο ΚΚΕ, των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και ορισμένων βουλευτών του ΠαΣοΚ, ύψωσε το χέρι της με ενωμένα τα τρία δάχτυλα ως συμβολική πράξη επίκλησης της Αγίας Τριάδας και ορκίστηκε βουλευτής στο Ιερό Ευαγγέλιο «εις το όνομα της Αγίας,Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος».
Οσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, το πρώτο κόμμα που αρνείται συντεταγμένα να συμμετάσχει στη θρησκευτική λειτουργία στη Βουλή, η κυρία Κανέλλη απλώς σχολιάζει με νόημα:
«Γνωρίζω ανθρώπους που δεν έχουν ούτε ιερό ούτε όσιο και όμως κάνουν τον σταυρό τους». Και δηλώνει ότι παρά το γεγονός ότι είναι βουλευτής του ΚΚΕ, «αν δεν ορκιστεί στο θρήσκευμά της είναι σαν να μην αναγνωρίζει το θρήσκευμα των άλλων». «Εδώ δεν είναι Ιράν», της απαντά ο κ. Αλ. Τσίπρας.
«Η ορκωμοσία των βουλευτών και ο όρκος ο οποίος δίνεται, καθορίζεται με ρητή διάταξη του Συντάγματος και συγκεκριμένα το άρθρο 59. Ο σεβασμός του Συντάγματος είναι απόλυτος για όλους».
Το θέμα αυτό έχει ευτελισθεί και έχει δοθεί μία άλλη διάσταση που δεν έχει να κάνει με αυτή της θρησκείας αλλά με μία αχαρακτήριστη επικοινωνιακή τακτική προσεταιρισμού του θρησκευτικού συναισθήματος των ψηφοφόρων που κατά πλειονότητα είναι θρησκευόμενοι, παρά το γεγονός ότι η ίδια η ορθόδοξη εκκλησία και συγκεκριμένα το κατά Μάρκο Ευαγγέλιο το έχει ξεκαθαρίσει (βλέπε φώτο).
Περί του όρκου επίσης είχε γράψει το 2009 και ο Μοναχός Μωϋσής, αγιορείτης
Το θέμα του θρησκευτικού όρκου των βουλευτών του ελληνικού κοινοβουλίου θʼ απασχολήσει σήμερα τη στήλη μας. Καταρχάς το Ευαγγέλιο λέει πως δεν πρέπει καθόλου να ορκιζόμαστε. Βέβαια οι βουλευτές που δεν ορκίστηκαν στη Βουλή δεν το έκαναν γιατί το λέει το Ευαγγέλιο. Έχουν γίνει πολλές κατά καιρούς συζητήσεις για το θέμα αυτό. Η εκκλησία πάντως είναι θετική υπέρ καταργήσεως γενικώς του θρησκευτικού όρκου.
Είναι γεγονός πως την ορκωμοσία των βουλευτών δεν όρισε η εκκλησία. Τον όρκο αυτό ορίζει ρητά το ελληνικό σύνταγμα. Πρόκειται για δικαίωμα και υποχρέωση που κατοχυρώνεται συνταγματικά στο άρθρο 59. Εκτός και αν επιλέγουμε από το σύνταγμα μόνο ό,τι μας συμφέρει. Επικαλούνται ορισμένοι την ανεξιθρησκία, την οποία και κατοχυρώνει το σύνταγμα. Κανείς επʼ αυτού δεν έχει καμία αντίρρηση. Κανείς δεν εκβιάζει νʼ ακολουθήσει κάποιος κάτι που δεν θέλει, αγαπά και πιστεύει. Τουλάχιστον η ορθόδοξη εκκλησία και πρώτος ο Χριστός, του οποίου το Ευαγγέλιο είναι μια ανοιχτή πρόταση, μια ευγενής πρόσκληση, ένας απόλυτος σεβασμός στην ελεύθερη βούληση του ανθρώπου.
Οι ορθόδοξοι λοιπόν ορκίζονται στο Ευαγγέλιο, οι μουσουλμάνοι στο Κοράνιο και λοιπά. Δεν προβλέπεται από το σύνταγμα πολιτικός όρκος για τους άθεους, ούτε μπορούμε να φέρουμε προς όρκο το βιβλίο του Μαρξ. Ας γίνει συνταγματική αλλαγή. Μέχρι τότε όμως ορθό και εύλογο είναι οι υποψήφιοι βουλευτές να δηλώνουν τις απόψεις τους αυτές. Εδώ οι αρχιερείς δεν μπορούν να έχουν έγκυρη υπογραφή μετά τη χειροτονία τους, παρά μόνο αν δώσουν τα διαπιστευτήριά τους ενώπιον του προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, γιατί έτσι ορίζει το σύνταγμα.
Ο καθένας κρίνεται από τους λόγους, τις πράξεις και τη στάση του. Πάντως, όπως εύστοχα γράφτηκε, μη νομίσει κάποιος από τους βουλευτές ότι έκανε κάποιο μεγάλο κατόρθωμα που δεν ορκίστηκε, που έμεινε μʼ ένα κρυφό, ειρωνικό χαμόγελο, που απείχε, την ιερή ώρα της αρχής της θητείας του. Κανείς δεν πίεσε κανέναν, ούτε πρόκειται να πιέσει. Δεν νομίζουμε λοιπόν ότι πρόκειται για κάποιο σπουδαίο ανδραγάθημα που συγκίνησε κανέναν. Μάλλον από την πλειοψηφία των τηλεθεατών αποδοκιμάζεται, γιατί αυτή η πλειοψηφία έχει ακόμη μια παραδοσιακή ευαισθησία, που δύσκολα ξεριζώνεται από τις καρδιές. Τα δε περί ανεξιθρησκίας δεν έχουν τη θέση τους εδώ. Πρόκειται για στείρα αντίδραση προς την εκκλησία.
Από τους 300 βουλευτές δεν ορκίστηκαν οι 37. Οι 20 του ΚΚΕ, εκτός της Λιάνας Κανέλλη, οι 13 του ΣΥΡΙΖΑ και 4 του ΠΑΣΟΚ (Νίκος Σηφουνάκης, Μαρία Δαμανάκη, Σπύρος Κουβέλης και Μάγια Τσόκλη). Εξ αυτών οι δύο κύριοι είναι και υφυπουργοί της κυβέρνησης. Από της συστάσεως του ελληνικού κράτους είναι η πρώτη φορά που μέλη της κυβερνήσεως δεν ορκίζονται. Πρόκειται για αξιοπαρατήρητη πρωτοτυπία. Εμείς δεν θα την χαρακτηρίσουμε. Δεν νομίζουμε πάντως πως είναι λόγος για ιδιαίτερη έπαρση.
Ούτε Ιράν βέβαια είμαστε ούτε Βυζάντιο. Κανείς δεν ορκίζεται στον αυτοκράτορα ή τον θρησκευτικό ηγέτη. Είμαστε Ελλάδα κι επικαλούμεθα τον τριαδικό Θεό προς ενίσχυση του έργου μας. Νομίζω πως όλα αυτά είναι προοίμια δημιουργίας ενός λαϊκού κράτους. Όπως έχουμε ξαναγράψει, στον τόπο μας ορισμένοι πολιτικοί θεωρούν πως όλα τα κακά υπάρχουν από την εκκλησία. Μειώνοντάς την, ξεγυμνώνοντάς την, απομονώνοντάς την, νομίζουν πως θα λυθούν όλα τα προβλήματα...
Με άρθρο του που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα Romfea, ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος εξηγεί τους λόγους που καθιερώθηκε ο θρησκευτικός όρκος μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, υπογραμμίζει ότι το Ευαγγέλιο απαγορεύει ρητά τον θρησκευτικό όρκο και είναι της άποψης ότι «σήμερα πλέον ο (θρησκευτικός) όρκος δεν χρειάζεται».
Πρόκειται για μια θέση που δεν ξαφνιάζει κανέναν που γνωρίζει απλά «θρησκευτικά», δίχως να είναι απαραίτητα θεολόγος. Να το διαβάσουν οι θεομπαίχτες του περιβάλλοντος Σαμαρά ώστε να το εμπεδώσουν. Ειδικά η λαλίστατη Μαρία Σπυράκη…
Διαβάστε το άρθρο του Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως Ανθίμου:
ΟΑλεξανδρουπόλεως Άνθιμος εξηγεί τους λόγους που καθιερώθηκε ο θρησκευτικός όρκος μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, υπογραμμίζει ότι το Ευαγγέλιο απαγορεύει ρητά τον θρησκευτικό όρκο και είναι της άποψης ότι «σήμερα πλέον ο (θρησκευτικός) όρκος δεν χρειάζεται».
Όταν δημιουργήθηκε το Ελληνικό Κράτος, στην προσπάθειά του να μετατρέψει τους επαναστατημένους ραγιάδες σε πολίτες, πήρε την έννοια του όρκου από την Εκκλησία και την έκανε τελετή ορκωμοσίας και την έβαλε στα νεοσυσταθέντα τότε δικαστήρια και στον τότε συγκροτούμενο δημόσιο τομέα.Ένα χαρακτηριστικό τυπικό όρκων υπαλλήλων ΥπΕξ:
Η Εκκλησία (παρά την απαγόρευση του όρκου που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο) συγκατένευσε, από ανάγκη...έπρεπε να βοηθήσει στη σύσταση του Ελληνικού Κράτους, που μην ξεχνάτε ότι η Εκκλησία το ελευθέρωσε, το πλήρωσε και το πληρώνει μέχρι σήμερα.
Σήμερα, νομίζω πλέον ότι ο όρκος δεν χρειάζεται. Αισθάνομαι ευθύνη και ενοχή όταν με επίσημη εκκλησιαστική τελετή, "αναγκάζω" βουλευτές, περιφερειάρχες και δημάρχους να επιορκίσουν... Επειδή, σίγουρα επιορκούν! Αυτό ομολογούν τα ειδικά δικαστήρια, όσα γίνονται κι όσα δεν γίνονται στη Χώρα.
Για μας τους χριστιανούς, η επίκληση του Ονόματος της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος είναι πολύ σοβαρή υπόθεση.
Ή στην άλλη περίπτωση, στα δικαστήρια, όταν βάζουν το χέρι τους στο ιερό Ευαγγέλιο με τόση ευκολία και ελαστική συνείδηση! Ο όρκος είναι φοβερό πράγμα, για όποιον πιστεύει. Για όποιον δεν πιστεύει είναι παρωδία.
Όμως εμένα με απασχολεί η αμαρτία την οποία φορτώνεται εκείνος που ορκίζεται.
Να καταργηθεί, λοιπόν και από τα δικαστήρια και από την ανάληψη των καθηκόντων των αιρετών ή των υπαλλήλων.
Όχι να πετάμε τα άγια και τους μαργαρίτες...δεν είναι σωστό.
Ας ορκιζόμαστε στην τιμή και στη συνείδησή μας, που ή τα έχει κανείς ή δεν τα έχει. Ή μας τα ενέπνευσε η Δημοκρατία ή δεν μας τα ενέπνευσε!
Βεβαίως είναι έτοιμος ο λαός μας σήμερα να ξεχωρίσει τα πράγματα. Ξέρει την Εκκλησία του, τη βιώνει ως χαρισματικό φορέα και από την άλλη βλέπει την αναγκαστική εμπλοκή της στα δημόσια πράγματα.
Θυμηθείτε τις ορκομωσίες στις προηγούμενες αυτοδιοικητικές εκλογές! Το πρόβλημα εμφανίστηκε στην ελλαδική κοινωνία ότι ήταν η επιμονή των Επισκόπων να ορκίσουμε τους αιρετούς. Θεός φυλάξοι!
Το πρόβλημα για όσους δεξιούς κι αριστερούς εκλεγμένους δεν ήθελαν να ορκιστούν, όπως ακόμα ορίζει το Σύνταγμα, ήταν του συνταγματικού εισαγγελέα! Εμείς οι εκκλησιαστικοί πηγαίνουμε όπου μας προσκαλούν.
Ανεπιθύμητοι δεν θέλουμε να είμαστε.
1.Οι διοριζόμενοι υπάλληλοι δίνουν, πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους, τον προβλεπόμενο για όλους τους δημοσίους υπαλλήλους όρκο, που έχει ως εξής: "Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη στην Πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου." Εάν ο διοριζόμενος δηλώσει ότι δεν πιστεύει σε θρησκεία ή πιστεύει σε θρησκεία, η οποία δεν επιτρέπει τον όρκο, τότε ο όρκος δίδεται σαν διαβεβαίωση με τον εξής τύπο: " Δηλώνω στην τιμή και στη συνείδησή μου να φυλάττω πίστη στην Πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου."Η απαγόρευση του θρησκευτικού όρκου από την Ορθόδοξη Εκκλησία
2. Ο όρκος αυτός δίδεται ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας ή του Υπουργού Εξωτερικών, και σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας τους, ενώπιον του Υπηρεσιακού Γενικού Γραμματέα, από τους υπαλλήλους όλων των κλάδων.
3. Το προσωπικό των αρχών της Εξωτερικής Υπηρεσίας, που προσλαμβάνεται με καθεστώς ιδιωτικού δικαίου, ορκίζεται ενώπιον των προϊσταμένων των αρχών αυτών.
4. Οι προϊστάμενοι των άμισθων προξενικών αρχών ορκίζονται ενώπιον του προϊσταμένου της διπλωματικής ή προξενικής αρχής στην οποία υπάγονται.
5. Οι αλλοδαποί υπάλληλοι δίνουν τον ακόλουθο όρκο : "Ορκίζομαι να εκτελώ πιστά και ευσυνείδητα και κατά τους ελληνικούς νόμους τα καθήκοντά μου." Εάν ο προσλαμβανόμενος αλλοδαπός δηλώσει ότι δεν πιστεύει σε θρησκεία ή πιστεύει σε θρησκεία, η οποία δεν επιτρέπει τον όρκο, τότε ο όρκος δίδεται σαν διαβεβαίωση με τον εξής τύπο: " Δηλώνω στην τιμή και στη συνείδησή μου να εκτελώ πιστά και ευσυνείδητα και κατά τους ελληνικούς νόμους τα καθήκοντά μου."
Χριστιανική Ηθική ΙΙ, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 483-92.
Ο όρκος αποτελεί παλαιότατο φαινόμενο του κοινωνικού βίου και προϋποθέτει την πίστη στη θεοκρισία, δηλαδή στο ότι ο Θεός ή κάποια άλλη ανώτερη δύναμη επεμβαίνει στα πράγματα του κόσμου και των ανθρώπων, για να αποκαταστήσει την αλήθεια ή τη δικαιοσύνη και να τιμωρήσει το ψεύδος ή την αδικία. Ο όρκος προϋποθέτει τη θρησκευτική πίστη, γι’ αυτό στον άθρησκο δεν έχει νόημα. Μέσα όμως στο πλαίσιο της ανεξιθρησκίας και της ελευθερίας της συνείδησης, έχει εισαχθεί και ο λεγόμενος “πολιτικός όρκος”. Αυτός γίνεται με επίκληση της τιμής και της συνείδησης του ορκιζόμενου και έχει σε περιπτώσεις ψευδορκίας ή επιορκίας τις ίδιες νομικές συνέπειες με το θρησκευτικό όρκο.
Την απόλυτη απαγόρευση του όρκου διδάσκουν ομόφωνα οι Πατέρες της Εκκλησίας. Ο Μ. Βασίλειος επισημαίνει ότι ο όρκος απαγορεύθηκε μια για πάντα. Στο ερώτημα, πώς μπορεί κάποιος να πείθει τους άλλους, όταν αποφεύγει τον όρκο, ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος απαντά: με το λόγο και τη συμπεριφορά που θα πιστοποιεί το λόγο του. Η επιορκία, όπως και η ψευδορκία, είναι άρνηση του Θεού. Αυτή όμως προϋποθέτει τον όρκο, γιατί δεν μπορεί κάποιος να αθετήσει όρκο που δεν έδωσε. Παράλληλα βέβαια, αυτός που δεν ορκίζεται δεν πρέπει να απαιτεί όρκο από τους άλλους. Εξάλλου ο ιερός Χρυσόστομος παρατηρεί ότι ο όρκος στο Ευαγγέλιο που απαγορεύει τον όρκο αποτελεί ύβρη και καθαρή παραφροσύνη. Ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς απορρίπτει επίσης τελείως τη χρήση του όρκου. Σε όσους δεσμεύτηκαν με όρκο προτείνει να τηρήσουν πιστά τις υποσχέσεις τους, αν αυτές είναι σύμφωνες με το θέλημα του Θεού, αλλά και να ζητήσουν ταυτόχρονα το έλεος του Θεού, γιατί ακόμα σε περίπτωση ευορκίας δεν παύουν να είναι παραβάτες της εντολής του.
Η χρήση λοιπόν του όρκου στην καθημερινή ζωή αποτελεί καταστρατήγηση της ρητής εντολής του Χριστού “μη ομόσαι όλως”. Το παράδοξο μάλιστα είναι ότι ο όρκος χρησιμοποιείται σήμερα επίσημα και στην εκκλησιαστική δικαιοσύνη. Η απαράδεκτη αυτή κατάσταση εμφανίστηκε με την ανασύσταση του ελληνικού κράτους. Εξαιτίας της δημιουργήθηκε η έντονη διαμάχη ανάμεσα στον Κωνσταντίνο Οικονόμο των εξ Οικονόμων και το Θεόκλητο Φαρμακίδη. Ο πρώτος, ακολουθώντας την ομόφωνη διδασκαλία και πράξη της Εκκλησίας, υποστήριξε ότι οι Χριστιανοί δεν πρέπει να ορκίζονται. Αντίθετα ο Φαρμακίδης θεώρησε τον όρκο επιτρεπτό, ιδίως όταν επιβάλλεται από την πολιτεία. Αντιμετωπίζοντας το θέμα αυτό το Οικουμενικό Πατριαρχείο εξέδωσε το 1849 εγκύκλιο επιστολή “Προς τους απανταχού Ορθοδόξους”, που υπογράφεται και από τους Προκαθημένους των τριών άλλων Πρεσβυγενών Πατριαρχείων. Στην επιστολή καυτηριάζεται με δριμύτητα η άποψη ότι η χριστιανική πίστη δεν απαγορεύει τον όρκο και ότι οι πιστοί μπορούν να ορκίζονται στα δικαστήρια “απροκριματίστως και οσίως”.
Ενώ όμως από θεολογική άποψη ο όρκος είναι απαράδεκτος, στο πλαίσιο της κοινωνικής ζωής υποστηρίζονται αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις. Άλλοι δέχονται τη χρησιμότητα και την αναγκαιότητά του για την εξεύρεση της αλήθειας ή για την ηθική δέσμευση του ανθρώπου σε κάποιον σκοπό, ενώ άλλοι αποδοκιμάζουν τη χρήση του, είτε για λόγους ελευθερίας της συνείδησης είτε για λόγους ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Όταν ο άνθρωπος δε θέλει για θρησκευτικούς ή άλλους λόγους να ορκιστεί, η επιβολή του όρκου δεν αποτελεί μόνο απαράδεκτη παραβίαση της ελευθερίας της συνείδησής του αλλά και θεσμοποιημένη προσβολή.
Άλλωστε, η χρησιμότητα του όρκου για την εξεύρεση της αλήθειας είναι πολύ αμφισβητήσιμη. Σχετικά ο ιερός Χρυσόστομος λέει: “Αν πιστεύεις ότι ο άνθρωπος είναι φιλαλήθης, μην τον εξαναγκάσεις να ορκιστεί• αν πάλι γνωρίζεις ότι ψεύδεται, μην τον ανγκάσεις να επιορκίσει”. Ο φιλαλήθης λέει την αλήθεια ακόμα και όταν δεν πιεστεί με τον όρκο, ενώ ο ψευδολόγος δε διστάζει να καταφύγει στο ψεύδος και ενόρκως, οπότε προσθέτει στην ψευδολογία του και την ψευδορκία ή την επιορκία.
… Δεν μπορεί να μην επισημανθεί η παράλειψη της εκκλησιαστικής αρχής να τακτοποιήσει το θέμα. Η απλή δήλωσή της ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία απαγορεύει τον όρκο θα ήταν αρκετή για την κατάργηση της επιβολής του. Αλλά από τις 16-9-2001 ορίζεται ότι ο μάρτυρας που οφείλει να ορκισθεί, ερωτάται αν προτιμά να δώσει θρησκευτικό ή πολιτικό όρκο, χωρίς να δηλώσει το θρήσκευμά του. Έτσι και ο Ορθόδοξος Χριστιανός μπορεί να δηλώσει “στην τιμή και στη συνείδησή του” την αλήθεια της κατάθεσής του.
Τελειώνοντας διαβάστε: Τι συμβαίνει σε άλλες χώρες της Ευρώπης
ΟΣΟΙ ΕΠΙΖΗΤΟΥΝ την κατάργηση του θρησκευτικού όρκου επικαλούνται το Σύνταγμα άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπως της Φινλανδίας, της Αυστρίας και της Δανίας, όπου χρησιμοποιούνται οι όροι «διαβεβαίωση, υπόσχεση ή δήλωση» των πολιτειακών παραγόντων και των ανωτάτων δικαστών αντί του όρκου, ενώ σε Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία ο όρκος δεν έχει θρησκευτικό περιεχόμενο. Στη Γαλλία βέβαια εδώ και έναν αιώνα κανένα θρησκευτικό σύμβολο ή διαδικασία δεν έχει θέση στις λειτουργίες του κράτους.Νάσος
Ενδιαφέρον έχει η περίπτωση της Κύπρου, όπου το θρησκευτικό αίσθημα είναι έντονο. Ο πρόεδρος της Κύπρου δεν ορκίζεται στο Ευαγγέλιο όταν αναλαμβάνει το αξίωμά του αλλά διαβεβαιώνει το κοινοβούλιο ότι θα τηρεί το Σύνταγμα και τους νόμους. Ετσι απλά, χωρίς τελετές και ιερωμένους. Παρά τα μικρά βήματα εκσυγχρονισμού με την απάλειψη του θρησκεύματος από τις ταυτότητες, Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός, υπουργοί και βουλευτές εξακολουθούν να ορκίζονται στο «όνομα της Αγίας, Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος» υπό τις ευλογίες των ιεραρχών. Το Σύνταγμα δίνει ωστόσο τη δυνατότητα σε αλλόθρησκους ή ετερόθρησκους βουλευτές να ορκίζονται σύμφωνα με τους τύπους της δικής τους θρησκείας ή δόγματος.
==========================
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.