«Ο Βενιζέλος τρέμει με το ενδεχόμενο να καταλήξει φυλακή» τιτλοφορούσαμε περασμένη ανάρτησή μας και αυτή η διαπίστωση μας γίνεται ολοφάνερη παρακολουθώντας τον πρώην αντιπρόεδρο της κυβέρνησης που ήταν καλεσμένος στην τηλεοπτική εκπομπή του Ν. Χατζηνικολάου.
Ενα κράμα αμηχανίας και πανικού ήταν η παρουσία του που δύσκολα θα μπορούσε να κρυφτεί από την πολυλογία του.
Το πιο χαρακτηριστικό σημείο ήταν όταν προσπαθούσε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα για την εμπλοκή του στην λίστα Λαγκάρντ. Ηταν στην κυριολεξία εξωφρενικοί οι ισχυρισμοί του. Απέδωσε τα πάντα στην λειτουργία των κρατικών μηχανισμών, βγάζοντας "λάδι" τον εαυτό του, ενώ δεν είπε λέξη γιατί δεν την παρέδωσε αμέσως στον διάδοχο του στο υπουργείο Οικονομικών και την πήρε για μήνες σπίτι του.
Εδώ να υπενθυμίσουμε ότι γ’ αυτό το γεγονός ο δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης του έχει ...
υποβάλλει μήνυση, ενώ αναλυτικά για τον ρόλο του πρώην αντιπροέδρου της κυβέρνησης με την λίστα Λαγκάρντ μπορείτε να διαβάσετε εδώ όπου και αποδεικνύεται ξεκάθαρα ότι όσα λέει ο Βενιζέλοςμ προσπαθώντας να δικαιολογήσει την εμπλοκή του είναι ανοησίες (για να το πούμε κομψά).
Να κάτσει επιτέλους ο Βενιζέλος στο σκαμνί
Ο ρόλος Βενιζέλου-Παπακωνσταντίνου στην λίστα Λαγκάρντ
Η χρήση κάποιου ηλεκτρονικού μέσου αποθήκευσης αφήνει ίχνη πάνω σε αυτό. Ίχνη που δείχνουν πότε έγινε η εγγραφή του, η τελευταία χρήση ή η τελευταία μετατροπή κάποιου αρχείου. Η έρευνα με ειδικά μηχανήματα και λογισμικά μπορεί ακόμη να αποδείξει πότε από το μέσο αυτό εκτυπώθηκε κάποιο αρχείο, όπως και πολλές ακόμη πληροφορίες που συνδυαζόμενες οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα. Αυτή η γνωστή αρχή μας οδήγησε να αναθέσουμε στην «Εγκληματολογική Εταιρεία Πραγματογνωμόνων και Τεχνικών Συμβούλων επί θεμάτων εγγράφων και γραφής ψηφιακών πειστηρίων Forensic Associates την έρευνα της Λίστας, την οποία είχαμε στην κατοχή μας σε ψηφιακή μορφή.
Αφού η δεύτερη Λίστα Λαγκάρντ ήρθε από τη Γαλλία και ανακοινώθηκε πως είχαν διαγραφεί τρία αρχεία, αναθέσαμε, στις 3 Ιανουαρίου 2013, την έρευνα στον ερευνητή της εταιρίας Γιώργο Καραθανάση. Ταυτόχρονα με τα τεχνικά στοιχεία, ενημερώσαμε πως το δικό μας USB με τη Λίστα προφανώς προερχόταν από αντιγραφές που δεν γνωρίζουμε, αλλά που ως βάση του είχε ένα cd (πρόκειται για το cd που έφτασε την πρώτη φορά από τη Γαλλία και το οποίο ο Γ. Παπακωνσταντίνου αντέγραψε, όπως δήλωσε, σε USB και παρέδωσε στο υπουργείο). Το πρώτο πράγμα που ζητήσαμε να διερευνηθεί είναι αν υπάρχουν ίχνη σβησίματος αρχείων ή επεξεργασίας τους. Μετά από την έρευνα στο εργαστήριο, οι ερευνητές μας απάντησαν με μια πολυσέλιδη έκθεση, της οποίας τα βασικά στοιχεία παρουσιάζουμε εδώ. Για την καλύτερη κατανόηση τεχνικών εννοιών ζητήσαμε επίσης από τον ερευνητή να απαντήσει σε διάφορες ερωτήσεις με τη μορφή συνέντευξης (μπορείτε να τη διαβάσετε παρακάτω).
Εκτύπωσαν τη Λίστα
Οπως προέκυψε από τον εργαστηριακό έλεγχο, τα αρχεία που είναι γνωστά ως Λίστα Λαγκάρντ, δηλαδή τα 2.062 excel (2.059 στη δική μας περίπτωση), δημιουργήθηκαν στις 15 Απριλίου 2009. Ως ώρα δημιουργίας καταγράφεται στο USB η 8:41:12 CMT. Αν αυτά δημιουργήθηκαν στο Παρίσι από τις γαλλικές Αρχές, τότε είναι 9:41:12 ώρα Γαλλίας.
Το σύνολο αυτών των αρχείων φαίνεται να τυπώνεται στις 13 Οκτωβρίου 2009, πριν δηλαδή παραληφθούν από τις ελληνικές αρχές (σύμφωνα με τις επίσημες δηλώσεις που έχουν γίνει στην Ελλάδα), όχι από CD αλλά από εγγράψιμο μέσο, δηλαδή από σκληρό δίσκο κομπιούτερ ή κάποιο USB. Αυτός είναι ο λόγος που αφήνεται ίχνος εκτύπωσης. Αν είχαν εκτυπωθεί από κάποιο CD, τότε αυτό δεν θα είχε αποτυπωθεί, εφόσον το CD δεν αφήνει ίχνη.
Η εκτύπωση γίνεται με δύο τρόπους. Τα 515 αρχεία εκτυπώνονται σε εκτυπωτή μεγάλων δυνατοτήτων μάρκας RICOH Aficio 3224 C και τα υπόλοιπα 1.544 έχουν μετασχηματιστεί σε PDF με το λογισμικό «PDF Creator». Ο χρόνος εκτύπωσης ωστόσο είναι ο ίδιος για όλα τα αρχεία, πράγμα που οδηγεί στο συμπέρασμα πως χρησιμοποιήθηκε λογισμικό «Print Manager» και έγινε εκτύπωση σε οργανωμένο επαγγελματικό χώρο.
Το πρώτο λοιπόν συμπέρασμα είναι πως κάποιοι, ίσως οι Γάλλοι, εκτύπωσαν τα αρχεία, όχι όμως από κάποιο CD, έξι μήνες μετά τη δημιουργία του αρχείου «ελληνική Λίστα Λαγκάρντ».
Λένε ψέματα
Ένα σημαντικό εύρημα στο USB που παραδώσαμε για ανάλυση είναι πως, αφού το αρχείο αυτό έγινε (προφανώς για να παραδοθεί στις ελληνικές αρχές), αυτό αντιγράφηκε σε ένα αποθηκευτικό μέσο USB. Σύμφωνα με τους πραγματογνώμονες, η αντιγραφή του CD σε USB αφήνει ίχνη στο USB, με την ημερομηνία αυτής της αντιγραφής. Η ανάλυση του δικού μας στικ έδειξε πως υπήρξε μια τέτοια αντιγραφή. Αυτή την αντιγραφή παραδέχεται πως την έχει κάνει ο τότε υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου. Άρα η ημερομηνία αντιγραφής που φαίνεται στο USB είναι η ημερομηνία αντιγραφής του CD που παρέλαβε ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου στο USB που παρέδωσε στο ΣΔΟΕ.
Άρα πρέπει θεωρητικά αυτή η ημερομηνία να είναι περί τα μέσα Οκτωβρίου, όπως έχει καταθέσει στην Επιτροπή Διαφάνειας ο Παπακωνσταντίνου. Όπως όμως απέδειξε η έρευνα, η μετατροπή του CD σε USB έγινε στις 4 και 5 Αυγούστου του 2010. Περίοδο κατά την οποία όσοι ενεπλάκησαν στην υπόθεση Λαγκάρντ διαβεβαιώνουν πως δεν είχαν καν τη Λίστα.
Αν από αρχικό CD είχε γίνει άλλο CD από τον Παπακωνσταντίνου και στη συνέχεια USB, τότε η τελευταία ημερομηνία του αρχείου θα ήταν ακόμη μεταγενέστερη. Τέτοια όμως αντιγραφή δεν έχει αποτυπωθεί. Αν λοιπόν πιστέψουμε τον Παπακωνσταντίνου, ότι από το CD δημιούργησε ένα USB, τότε αυτή η αντιγραφή έγινε στις 4 και 5 Αυγούστου 2010, και όχι τον Οκτώβριο. Αυτό μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα: Ή είναι ψέματα όσα λέγονται για την ημερομηνία παραλαβής της Λίστας, ή πρόκειται για Λίστα από δύο διαφορετικές παραδόσεις. Δηλαδή πριν από την επίσημη παραλαβή ο Παπακωνσταντίνου ή κάποιος άλλος πιθανόν να παρέλαβε ένα άλλο CD, το οποίο να αντέγραψε τελικώς σε USB και να παρέδωσε στο ΣΔΟΕ αντί αυτού που έφτασε επίσημα στην Ελλάδα.
Την πιθανή ύπαρξη δύο ίδιων λιστών, που δόθηκαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, ενισχύει ένα ακόμη εύρημα. Τα αρχεία της δικής μας Λίστας, που προέρχονται από το USB Παπακωνσταντίνου, έχουν ονομασία που αποτελείται από το λατινικό γράμμα Β και στη συνέχεια 10 αριθμούς. Για παράδειγμα Β1234567890.XLS. Όπως προκύπτει όμως από τη Λίστα που διαβιβάστηκε για δεύτερη φορά στον εισαγγελέα Πεπόνη, τα αρχεία έχουν ονομασία που αποτελείται από τα λατινικά BUP, μία τελεία και 10 αριθμούς. Για παράδειγμα ΒυΤ.ΐ23456789°.XLS. Κάθε δικό μας αρχείο αντιστοιχεί στο ίδιο αρχείο στη Λίστα Πεπόνη, μόνο που έχει διαφορετική ονομασία. Είναι πολύ πιθανό να έχουμε λοιπόν την ίδια Λίστα δύο φορές από διαφορετικές πηγές. Αποτελεί συνήθη πρακτική μυστικών υπηρεσιών, όταν δίνουν εμπιστευτικά έγγραφα σε κάποιους, να δίνουν τα ίδια έγγραφα στα οποία όμως έχουν αφήσει κάποια ιδιαίτερα σημάδια για να εντοπίσουν από πού προήλθε πιθανή διαρροή. Σε ένα ηλεκτρονικό αρχείο, αυτό μπορεί να γίνει με διαφορετική ονοματοδοσία. Δεν αλλάζει τίποτα στο αρχείο, αλλά η λεπτομέρεια στη διαφορετική ονομασία αποκαλύπτει την πηγή.
Μια τέτοια Λίστα θα μπορούσε κάλλιστα να έχει δοθεί από την ίδια τη Λαγκάρντ ανεπίσημα, ή προήλθε από παράλληλη διαπραγμάτευση που εμφανιζόταν να κάνει ο γενικός γραμματέας Φορολογίας Δημήτρης Γεωργακόπουλος με κάποιον ο οποίος τον Μάρτιο του 2οιο ήθελε να προμηθεύσει την ελληνική κυβέρνηση με τη Λίστα έναντι χρημάτων. Στις 23 Μαρτίου πάντως του 2010, όπως έχει αποκαλύψει το Ηot Doc, υπήρξε εκταμίευση 10 εκατομμυρίων ευρώ από τα μυστικά κονδύλια του υπουργείου Οικονομικών για άγνωστο λόγο. Επίσης, ένας αντιγραφέας που είχε παρέμβει στη Λίστα είναι πολύ πιθανόν να άλλαξε την ονομασία των αρχείων, ώστε να είναι σίγουρος για το ποια Λίστα είναι η πρωτότυπη και ποια είχε δεχθεί παρέμβαση.
Αντέγραφαν και επεξεργάζονταν τη Λίστα δυο μέρες
Πώς όμως έγινε η μοναδική αντιγραφή του CD σε USB στις 4 και 5 Αυγούστου 2010; Η αντιγραφή δεν ήταν ένα απλό COPY, το οποίο θα διαρκούσε μερικά λεπτά. Στις 4 Αυγούστου, από το που φέρεται ως CD Παπακωνσταντίνου, αντιγράφονται 1.962 αρχεία. Η αντιγραφή, σύμφωνα με την έκθεση του εργαστηρίου, διαρκεί 7 ώρες, 20 λεπτά και 33 δευτερόλεπτα. Όπως γράφει η έκθεση, «τα 1.962 αρχεία αντιγράφηκαν από το μέσο αποθήκευσης τους σε αποθηκευτικό μέσο (πιθανώς USB) όχι με τη διαδικασία CΟΡΥ, αλλά με τη διαδικασία OPEN-SAVE AS, κάτι που θεμελιώνεται τόσο από τις σχετικές ημεροχρονολογίες όσο και από τον συνολικό χρόνο της όλης ενέργειας, που φέρεται να άρχισε στις 9:17:21 CΜΤ και να τελείωσε στις 16:37:54»• Με τον ίδιο τρόπο, την επόμενη μέρα, αντιγράφονται τα υπόλοιπα 97 αρχεία, τα οποία δεν είναι σε σειρά με τα προηγούμενα. Η συμπληρωματική αντιγραφή διαρκεί 21 λεπτά και 30 δευτερόλεπτα. Στις 4 Αυγούστου αυτός που αντέγραφε τα αρχεία διέκοψε τη διαδικασία για 2 ώρες και 16 λεπτά.
Συμπεραίνουμε ότι αυτός που έκανε την αντιγραφή άνοιγε καθένα από τα αρχεία, τα διατηρούσε ανοιχτά τουλάχιστον επί 15 δευτερόλεπτα, χρόνο δηλαδή που δικαιολογεί επεξεργασία, και στη συνέχεια τα αποθήκευε ως νέο αρχείο στο USB. Είναι αδύνατον, σύμφωνα με τους επιστήμονες, να εντοπιστεί πόσα από αυτά τα αρχεία έχουν «πειραχθεί». Η μόνη βεβαιότητα είναι πως αποθηκεύτηκαν σε αφύσικο χρόνο, που δικαιολογεί πρόθεση επεξεργασίας. Σε πείραμα που έγινε στο εργαστήριο, όπου έγινε αναπαράσταση αντιγραφής CD σε USB με τα συγκεκριμένα αρχεία, απαιτήθηκαν μόλις 11 λεπτά. Είναι μάλλον προφανές ότι αυτός που αντέγραψε το CD της Λίστας σε USB δεν ενδιαφερόταν μόνο για την αντιγραφή.
Τα σβησμένα αρχεία
Η αντιγραφή του επίμαχου CD σε USB με τον τρόπο που έγινε δεν αφήνει ίχνη διαγραφής. Δεν πήρε δηλαδή κάποιος συνολικά τα αρχεία να τα αντιγράψει και στη συνέχεια να σβήσει όσα ήθελε. Έγινε αντιγραφή κάθε αρχείου ξεχωριστά, αφήνοντας έξω τα ανεπιθύμητα. Έτσι, πρακτικά δεν υπάρχει σβήσιμο, αλλά μη αντιγραφή των τριών συγγενών του Παπακωνσταντίνου, οπότε δεν υπάρχει κανένα ίχνος. Αφού το USB της Λίστας προέρχεται από την αντιγραφή του Παπακωνσταντίνου, με βάση τη δική του παραδοχή για αντίγραφο, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως η αντιγραφή που έκανε είναι αυτή που περιγράφεται στην πραγματογνωμοσύνη. Εάν δεν είναι, τότε δεν έχει περιγράψει με ακρίβεια όσα έγιναν. Ο πρώην υπουργός είναι ο μόνος που μπορεί να λύσει το μυστήριο πιθανής του εξαπάτησης από κάποιους, περιγράφοντας όμως τα πραγματικά γεγονότα. Λύση θα έδινε και η εμφάνιση του CD που ο κύριος Παπακωνσταντίνου υποστηρίζει πως παρέδωσε στο γραφείο του αορίστως (δεν αναφέρει πρόσωπο) και αυτό χάθηκε.
Η πιθανότητα ο άνθρωπος που αντέγραψε το επίμαχο CD σε φλασάκι να χρησιμοποίησε άλλους χρόνους στο κομπιούτερ του, πράγμα που δεν είναι αδύνατο, δεν αλλάζει το γεγονός πως η αντιγραφή έγινε με ανορθόδοξο τρόπο που δηλώνει σκοπιμότητα, ούτε αλλάζει το γεγονός ότι οι δύο λίστες, παρότι ίδιες με εξαίρεση τα ονόματα των τριών, φέρουν διαφορετική ονομασία. Άρα, αν δεν την δημιούργησε ο ίδιος ο αντιγραφέας, προέρχονται από διαφορετική πηγή. Σε καμιά περίπτωση βέβαια η διερεύνηση της αλλοίωσης δεν μπορεί να υπερκεράσει το βασικό θέμα που συνοδεύει την υπόθεση «Λίστα Λαγκάρντ». Ότι δηλαδή αυτή δεν αξιοποιήθηκε, εξαφανίστηκε από υπουργούς που κατέληξαν να συμπεριφέρονται ως θίασος ακόμη και μέσα στη Βουλή, υποτιμώντας την κοινή λογική. Για τη Δημοκρατία δεν το κάνουμε καν θέμα.
Προσοχή στις λεπτομέρειες
Της Αντιγόνης Μιχοπούλου
Είναι 5 Αυγούστου 2010 και η διαδικασία της τροποποίησης της Λίστας συνεχίζεται από την προηγούμενη μέρα. 0 άνθρωπος που μεταφέρει τα αρχεία από το cd σε usb, αφού πρώτα τα ανοίγει και τα ελέγχει, δείχνει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή σε ορισμένους λογαριασμούς σε αντίθεση με κάποιους άλλους. Έχουν μείνει από τη χθεσινή μέρα 97 αρχεία, εκ των οποίων τα μισά αφορούν εταιρίες και συγκεκριμένα offshore.
Εκείνος συνεχίζει να ακολουθεί την τακτική της 4ης Αυγούστου, ανοίγοντας τα ένα προς ένα, ωστόσο σε ορισμένα ο ενδιάμεσος χρόνος από το άνοιγμα τους μέχρι την αποθήκευση τους σε usb είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από ό,τι στα υπόλοιπα. Για παράδειγμα, στα περισσότερα αρχεία η μεταφορά τους από το ένα μέσο στο άλλο διαρκεί 2″ έως 10″, ωστόσο υπάρχουν σχεδόν 10 αρχεία από τα 97 που η διαδικασία αποθήκευσης διαρκεί από 2ο» έως και 4ο», γεγονός που αποδεικνύει ότι κατά πάσα πιθανότητα τα αρχεία τράβηξαν την προσοχή του άνθρωπου που τροποποιούσε τη Λίστα. Ο άνθρωπος που τροποποίησε τη Λίστα διατηρεί ανοιχτή για 40 δευτερόλεπτα, σύμφωνα με τον εργαστηριακό έλεγχο, την καρτέλα της Μandrides Maroula Evagora.
34″ διαρκεί το άνοιγμα και εν συνέχεια η αποθήκευση του αρχείου που αφορά τον λογαριασμό του Ζaloumis Kleodemos. 32″ η καρτέλα του Vasileios Manios.
24″ τη νοικοκυρά Satrazeni Aliki.
24″ το λογαριασμό του Lanaras Christos
2o» την καρτέλα της Ventura Nahmias
Σημαντικό εύρημα αποτελεί ότι σε 8 καρτέλες πελατών της HSBC, από τις 97 που τροποποιήθηκαν στις 5 Αυγούστου 2010, παρατηρείται μια διαφορετική φόρμα πελάτη. Σε όλες τις καρτέλες των πελατών της τράπεζας εκτός από το όνομα του πελάτη περιλαμβάνονται και πολλά λεπτομερή στοιχεία για τις κινήσεις του λογαριασμού του, για τους συνδικαιούχους, για τον κωδικό του προφίλ του πελάτη, για την ημερομηνία ανοίγματος του λογαριασμού, αλλά και για τον τύπο του πελάτη κ.ά. Στις 8 αυτές καρτέλες τα στοιχεία που εμφανίζονται είναι μόνο το όνομα της εταιρίας και του μοναδικού της δικαιούχου. Το παράδοξο είναι ότι δεν λείπουν μόνο τα υπόλοιπα στοιχεία, αλλά και οι θέσεις όπου θα τοποθετούνταν τα στοιχεία. Πρόκειται για τις εταιρίες: Quakerwrd Limited, Cordelia Properties Lid, Flow invest and Finance SA, Thema Investment Co LTD, Beetos Holding SA, Swinford Company Inc, Clearsea Compania Naviera SA, Astrovenus Lid
Η αλήθεια για την πρώτη Λίστα και ο μυστηριώδης πρέσβης
Ποιος; Πότε; Τι; Η απάντηση στις τρεις αυτές ερωτήσεις είναι συνήθως η εξιχνίαση του εγκλήματος. Ως σήμερα οι απαντήσεις αυτές δεν έχουν δοθεί από τους ανθρώπους που χειρίστηκαν τη Λίστα. Η Λίστα Λαγκάρντ είναι μια Λίστα αμνησίας και αοριστολογίας για όσους πρέπει να δώσουν σαφείς απαντήσεις για όσα έπραξαν.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου δεν απαντά με ακρίβεια πότε πήρε στα χέρια του τη Λίστα. Το τοποθετεί στα μέσα Οκτωβρίου. Ανάλογες απαντήσεις δίνουν όσοι σχετίστηκαν με την παραλαβή του ντοκουμέντου. Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομίας, Ηλίας Πλασκοβίτης, επίσης τοποθετεί την παραλαβή «στο φθινόπωρο». Το ίδιο και ο πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι, Κωνσταντίνος Χαλαστάνης.
Σε όλες τις επίσημες απαντήσεις για το θέμα απαντούν με «σχετικότητα» χρόνου. Αμνησία διέπει και άλλα γεγονότα. Ο Παπακωνσταντίνου δεν θυμάται πού παρέδωσε το πρωτότυπο CD με τη Λίστα. Απαντά «στο γραφείο μου», χωρίς να αναφέρει πού. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος ξέχασε επίσης να παραδώσει τη Λίστα στον επόμενο υπουργό. Στη συνέχεια δεν απαντά τι έκανε με τη Λίστα 7 μήνες, όταν δεν είχε καμία αρμοδιότητα γι” αυτήν. Την εμφάνισε μόλις αποκαλύφθηκε η απουσία της από το υπουργικό γραφείο. Και οι δυο τους ξέχασαν να διατάξουν έρευνα ή να την παραδώσουν στους ελεγκτικούς μηχανισμούς και τον εισαγγελέα. Αντιθέτως παρήγαγαν αόριστα νομικίστικα επιχειρήματα για μη αξιοποίηση της Λίστας. Στο υπουργείο ξέχασαν να πρωτοκολλήσουν τη Λίστα, αφήνοντας έτσι να πλανάται η εντύπωση ενός «ανεπίσημου εγγράφου» που δεν μπορεί να διερευνηθεί.
Υπήρξαν έγγραφα παράδοσης
Στις 2ο Δεκεμβρίου 2012, μια αποστολή αποτελούμενη από τον Θεόδωρο Φλωράτο, στέλεχος του ΣΔΟΕ, Εμμανουήλ Σκαρμέα, προϊστάμενο της γραμματείας του εισαγγελέα Γρ. Πεπόνη, και Σμαράγδα Πιτένη, στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών, πήγε αυθημερόν στο Παρίσι και παρέλαβε το νέο αντίγραφο της Λίστας Λαγκάρντ. Η επίσκεψη στη Γαλλία δεν εξασφάλισε μόνο τη Λίστα, αλλά και σοβαρές πληροφορίες για την προηγούμενη παραλαβή. Όπως αναφέρει στην κατάθεση του στον Γρηγόρη Πεπόνη ο Θεόδωρος Φλωράτος, στις 24 Δεκεμβρίου, «στο αρμόδιο γραφείο του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών διατηρείται φάκελος και για την προηγούμενη παράδοση του ψηφιακού δίσκου που είχε παραδοθεί στον έλληνα πρέσβη κ. Κλη». Για πρώτη φορά αποκαλύπτεται πως η παράδοση της Λίστας την πρώτη φορά έγινε επίσημα και τηρήθηκαν τα έγγραφα και σχετικός φάκελος.
Αυτή η διαδικασία όμως εμφανίστηκε από την ελληνική πλευρά ως ανεπίσημη και σχεδόν ανορθόδοξη, που δικαιολογούσε τη μη συνέχιση της έρευνας. Σημαντικό είναι όμως το στοιχείο που αφορά τον πρέσβη Κλη. Ο Ηλίας Κλης υπήρξε πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι πολύ πριν παραδοθεί η Λίστα, και την περίοδο εκείνη δεν υπηρετούσε. Στην πρόταση παραπομπής του Παπακωνσταντίνου από τα κυβερνητικά κόμματα, περιέργως, αν και δεν αφορά αυτό την ουσία της πρότασης παραπομπής, ο συντάκτης διευκρινίζει πως η αναφορά στον πρέσβη Κλη έγινε από το στέλεχος του ΣΔΟΕ εκ παραδρομής. Ο Ηλίας Κλης, με τον οποίο επικοινωνήσαμε, επιμένει πως η αναφορά του ονόματος του έγινε από λάθος. Το ίδιο υποστηρίζει και ο νυν πρέσβης στο Παρίσι, Κ. Χαλαστάνης, ο οποίος φαίνεται να παρέλαβε τη Λίστα την πρώτη φορά. Υποβαθμίζει μάλιστα την παραλαβή σε ένα απλό περιστατικό παραλαβής αλληλογραφίας: «Δεν ξέραμε τι είναι αυτό το γράμμα, τι περιείχε. Απλώς μας το έδωσαν και το διαβιβάσαμε με τον διπλωματικό σάκκο. Δεν υπήρχαν συνοδευτικά έγγραφα και πρωτόκολλα. Για μας ήταν απλώς μια αλληλογραφία με αποδέκτη το υπουργείο στην Ελλάδα».
Η κατάθεση Φλωράτου αλλά και η ίδια η διπλωματική πρακτική διαψεύδουν τον έλληνα πρέσβη. Υπήρξε όμως σχέση του συνταξιοδοτημένου πρέσβη Κλη, και συμβούλου του ΣΕΒ εκείνη την περίοδο, με τη Λίστα; Το όνομα του Κλη αναφέρει σε ανύποπτο χρόνο και το πλέον αρμόδιο πρόσωπο, το οποίο γνωρίζει λεπτομέρειες για την πρώτη παράδοση. Είναι ο γενικός γραμματέας του υπουργείου, Ηλίας Πλασκοβίτης, ο οποίος στην κατάθεση του στον Πεπόνη, στις 10 Οκτωβρίου, λέει: «Περί του Φθινοπώρου του 2010, αν ενθυμούμαι καλώς, με ενημέρωσε ο υπουργός κ. Παπακωνσταντίνου ότι η υπουργός της Γαλλίας, κ. Λαγκάρντ, προτίθεται να μας παραδώσει ηλεκτρονικό αρχείο ελλήνων καταθετών σε ελβετική τράπεζα. Με παρακάλεσε να επικοινωνήσω με το γαλλικό υπουργείο Οικονομικών προκειμένου να οργανωθεί η έλευση του αρχείου στην Αθήνα. Έγινε τηλεφωνική επικοινωνία με στέλεχος του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών και συμφωνήσαμε να παραδοθεί το αρχείο σε διπλωματικό υπάλληλο της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι. Κατόπιν συννενόησης με τον εκεί πρέσβη κ. Κλη, το αρχείο παρεδόθη στην ελληνική πρεσβεία και μεταφέρθηκε στο γραφείο του κ. Παπακωνσταντίνου με διπλωματικό σάκκο, νομίζω συνοδευόμενο».
Ο πρέσβης Κλης δεν είναι την εποχή εκείνη ο πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητο να το ξέρει κάποιο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών που ακούει για «τον πρέσβη Κλη στο Παρίσι» και τον ταυτίζει με τον εκεί έλληνα πρέσβη.
Το θέμα είναι πως η παραλαβή του αρχείου της Λίστας έγινε με παραστατικά, τα οποία όμως ουδέποτε παρουσιάστηκαν. Τα παραστατικά αυτά μπορεί βέβαια να τα ζητήσει η Εισαγγελία ή η Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής. Σημαντικό επίσης είναι να διερευνηθεί αν υπήρξε εξωθεσμική εμπλοκή ενός συνταξιούχου πρέσβη και συμβούλου του ΣΕΒ σε μια κρατική υπόθεση υψίστης σημασίας. Πηγές από τη γαλλική πρεσβεία επιμένουν πως, ενώ το CD με τη Λίστα παραδόθηκε επίσημα, αποσφραγίστηκε και στη συνέχεια διαβιβάστηκε ως ανεπίσημη επιστολή μετά από μια τηλεφωνική επικοινωνία που υπήρξε μεταξύ στελεχών της πρεσβείας με άνθρωπο στην Ελλάδα. Η παρατυπία αυτή έγινε για να δημιουργηθεί «νομικό πρόβλημα» στην αξιοποίηση της Λίστας. Είναι ένα ακόμη στοιχείο για δικαστική διερεύνηση.
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Το σόι του μέσα στη Λίστα Λαγκάρντ
Του Νίκου Ανδριόπουλου
Άνθρωποι με σπουδές στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, διασυνδέσεις με μεγιστάνες της επιχειρηματικής ελίτ, ιδιαίτερα στο σκοτεινό και χρυσοφόρο κόσμο της εμπορίας οπλικών συστημάτων, και θεσμικούς ρόλους σε ισχυρά λόμπι και think tanks που πολλές φορές καθοδηγούν, αν όχι χαράζουν, την ασκούμενη πολιτική, φαίνεται πως είναι τα ονόματα που αφαιρέθηκαν από τη Λίστα Λαγκάρντ.
Τα ονόματα της Ελένης Παπακωνσταντίνου, του συζύγου της επιχειρηματία Σίμου Σικιαρίδη και του συζύγου της αδερφής της Μαρίνας, Ανδρέα Ρωσσώνη, εμπλέκονται στη νέα Λίστα Λαγκάρντ που στάλθηκε από τις γαλλικές Αρχές, αλλά με κάποιο μαγικό τρόπο είχαν εξαφανιστεί από την πρώτη που έφτασε στα χέρια του Ηot Doc λίγο πριν την δημοσιεύσει, πυροδοτώντας θύελλα αντιδράσεων για ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά σκάνδαλα της μεταπολίτευσης, το οποίο επιχειρείται να κουκουλωθεί με διαδικασίες εξπρές και απόδοση ευθυνών αποκλειστικά σε «πολιτικά πτώματα». Οι τρεις συν ένας άνθρωποι του κύκλου του Γ. Παπακωνσταντίνου, οι οποίοι εμφανίζονται στον λογαριασμό της ΗSBC με τα 1,222 εκατ. δολάρια, κλήθηκαν από τους οικονομικούς εισαγγελείς ως ύποπτοι για τέσσερα κακουργήματα -ανάμεσα τους και αυτό του ξεπλύματος μαύρου χρήματος- και για ένα πλημμέλημα. Ποιοι είναι όμως οι πρωταγωνιστές του σκανδάλου; Οι συγγενείς του πρώην τσάρου της ελληνικής οικονομίας, ο οποίος επί ημερών Γ. Παπανδρέου έβαλε τη χώρα στη δίνη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, δεν είναι σε καμία περίπτωση αυτό που θα μπορούσε κάποιος να αποκαλέσει «καθημερινοί άνθρωποι».
Οι αδερφές Παπακωνσταντίνου
Η μία από τις ξαδέρφες του πρώην υπουργού, η Ελένη Παπακωνσταντίνου, βρέθηκε στο επίκεντρο του οικονομικο-πολιτικού τυφώνα μετά τις αποκαλύψεις για τη νέα Λίστα και τα διαγραμμένα ονόματα, καθώς μετείχε στο συμβούλιο εμπειρογνωμόνων του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου. Η Ελένη Παπακωνσταντίνου, δικηγόρος στο επάγγελμα, κόρη του εκλιπόντος υπουργού της κυβέρνησης Μητσοτάκη, Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, και σύζυγος του έτερου εμφανιζόμενου στη Λίστα, Σίμου Σικιαρίδη, διετέλεσε στο παρελθόν πρόεδρος των αποφοίτων του Χάρβαρντ και συμμετείχε ως ενεργό μέλος σε μια σειρά πολυεθνικών επιχειρήσεων, όπως της Toyota, της Swarovski, της Κraft και της Ρhilip Morris. Θεωρείται εξειδικευμένη στο εταιρικό δίκαιο και τις συγχωνεύσεις εταιριών. Κατά τη διάρκεια της θητείας της στην Toyota ως νομικός σύμβουλος φέρεται να γνωρίστηκε με τον τότε διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρίας και νυν πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ, Τάκη Αθανασόπουλο, ο οποίος εν συνεχεία την απορρόφησε στο Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων, εν μέσω φημών για «άνωθεν παρέμβαση».
Μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου, η κ. Παπακωνσταντίνου υπέβαλε την παραίτηση της στη διοίκηση του ταμείου, χωρίς ωστόσο να έχει γίνει ακόμα γνωστό μέχρι τη συγγραφή του παρόντος αν έγινε δεκτή. Στην επιστολή παραίτησης της έκανε λόγο για «νόμιμη περιουσία εμού και του συζύγου μου». Εκτός των άλλων, η ξαδέρφη του πρώην «τσάρου» φέρεται να έχει έντονες ανησυχίες για την Παιδεία και την εξωτερική πολιτική, γεγονός που την οδήγησε στη γνωριμία με τον εξίσου «ανήσυχο» και ένθερμο υποστηρικτή της δράσης των ΜΚΟ, πρώην πρωθυπουργό, Γιώργο Παπανδρέου. Το όνομα της Ελένης Παπακωνσταντίνου εμφανίζεται και στο Ελληνικό Ίδρυμα Ελληνικής και Εξωτερικής Πολιτικής. Στο αμερικανόφιλο think tank της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, ΕΛΙΑΜΕΠ, η κ. Παπακωνσταντίνου τοποθετήθηκε ως νομικός σύμβουλος επί πρωθυπουργίας Παπαδήμου, ενώ στο τιμόνι του υπουργείου Οικονομικών βρισκόταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις για τη δράση του συζύγου της αδερφής της, Ανδρέα Ρωσσώνη, αναφορικά με τα εξοπλιστικά προγράμματα του Πολεμικού Ναυτικού, συνδέουν πολλά άρθρα πρωτοκλασάτων μελών του ΕΛΙΑΜΕΠ με επικοινωνιακό πόλεμο για τα «ασημικά» των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Τέλος, η πολυσχιδής κα. Παπακωνσταντίνου εντοπίζεται και ως μέλος της S&B- Βιομηχανικά Ορυκτά του πρώην προέδρου του ΣΕΒ, Οδυσσέα Κυριακόπουλου, με τα γνωστά περιβαλλοντικά προβλήματα στη Μήλο. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2004 αντικατέστησε τη Μιράντα Ξαφά ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εν λόγω εταιρίας.
Η αδερφή της, Μαρίνα Παπακωνσταντίνου, είναι επίσης δικηγόρος στο επάγγελμα. Μαζί με την Ελένη Παπακωνσταντίνου διατηρούσαν το δικηγορικό γραφείο που κληρονόμησαν από τον πατέρα τους.
Ανδρέας Ρωσσώνης
Πολιτικός μηχανικός στο επάγγελμα, ο Ανδρέας Ρωσσώνης παντρεύτηκε την κόρη του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, Μαρίνα. Το όνομα του έχει συνδεθεί με τον λογαριασμό της μίας ημέρας που φέρεται να άνοιξε ο ίδιος το 2005 στην ελβετική HSBC για λίγες μόνο ώρες, προκαλώντας πονοκέφαλο στις εισαγγελικές αρχές για τη σκοπιμότητα του. Πρόκειται για έναν πολύ καλά δικτυωμένο επιχειρηματία, δημοφιλή στους διαδρόμους του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και συγκεκριμένα του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, για την «εξειδίκευση» του στα οπλικά συστήματα.
Όπως παραδέχονται ανώτατοι αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού σε πλειάδα δημοσιευμάτων στον Τύπο, ο κ. Ρωσσώνης είναι ένας από τους «μεγάλους παίχτες» στα εξοπλιστικά του ΓΕΝ, καθώς τα περισσότερα από τα πλοία του ΠΝ είναι πλέον εξοπλισμένα με πολυβόλα ιταλικής προέλευσης και συγκεκριμένων εταιριών, αντιπρόσωπος των οποίων στην Ελλάδα εμφανιζόταν ο ίδιος. Από τη δεκαετία του 1980 και τα επόμενα έτη, ο σύζυγος της Μαρίνας Παπακωνσταντίνου με τον συνεταίρο του, Αλβέρτο Μοδιάνο, κατάφεραν να κερδίσουν δεκάδες διαγωνισμούς για προμήθειες οπλικών συστημάτων για ελληνικά πολεμικά σκάφη, με τη μερίδα του λέοντος να αφορά στα πυροβόλα OTO Melara, τα οποία συναντάμε στα περισσότερα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού.
Το βάθος χρόνου που εντοπίζονται οι προμήθειες των ιταλικών εξοπλιστικών συστημάτων καταδεικνύει τα γερά θεμέλια που είχε βάλει ο Αν. Ρωσσώνης στο υπουργείο της λεωφόρου Μεσογείων, ανεξαρτήτως πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας. Μέλος της εταιρίας που είχαν συστήσει οι δύο επιχειρηματίες από το 2001, «Μοδιάνο – Ρωσσώνης Ανώνυμη Εταιρία Τεχνικές και Εμπορικές Αντιπροσωπείες», εμφανίζεται, σύμφωνα με το ΦΕΚ 4515/18-6-08, και η σύζυγος του δεύτερου και ξαδέρφη του πρώην υπουργού, Μαρίνα Παπακωνσταντίνου.
Το όνομα Rossonis, όπως αναγράφεται και στη Λίστα Λαγκάρντ, συναντάται ωστόσο και σε εξοπλισμούς της Πολεμικής Αεροπορίας. Επί υπουργίας Άκη Τσοχατζόπουλου, το ΚΥΣΕΑ το 2002 προκήρυξε διαγωνισμό για την προμήθεια 12 μεταγωγικών αεροσκαφών. Το 2010, όταν στο τιμόνι του υπουργείου Εθνικής Άμυνας βρισκόταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος, η ιταλική αεροναυπηγική εταιρία Allenia αναδείχθηκε ανάδοχος του έργου. Αντιπρόσωπος της εν λόγω εταιρίας ήταν τότε ο Θ. Ασημακόπουλος, επικοινωνιολόγος του Φ. Κουβέλη και μετέπειτα σύμβουλος του Γ. Παπανδρέου, το όνομα του οποίου είχε εμπλακεί και στο σκάνδαλο της Proton Bank του Λαυρέντη Λαυρεντιάδη.
Η ηγεσία ωστόσο του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας είχε εκφράσει έντονες αμφιβολίες για την καταλληλότητα των μεταγωγικών Allenia C-27, καθώς είχαν διαπιστωθεί δεκάδες προβλήματα, με σημαντικότερο ότι τα πιλοτήρια τους εν ώρα πτήσης έμπαζαν νερά! Οι ενστάσεις του ΓΕΑ οδήγησαν στη μη παραλαβή όλων των αεροσκαφών, αλλά μόνο ορισμένων εξ αυτών, κατόπιν παρασκηνιακών πιέσεων, τις οποίες ο Τύπος της περιόδου αποδίδει στο δίδυμο Ρωσσώνη-Μοδιάνο. Από τα μεταγωγικά που παρελήφθησαν από το ελληνικό δημόσιο, σήμερα ικανό πτήσης είναι μονάχα ένα.
Η ενασχόληση του Ανδρέα Ρωσσώνη με τα εξοπλιστικά του Πολεμικού Ναυτικού τον έφερε πιο κοντά στον λιβανέζο ιδιοκτήτη των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, Ισκαντάρ Σάφα. Μάλιστα, ο πρώτος φέρεται, σύμφωνα με δημοσιεύματα, να διαδραμάτισε ιδιαίτερο ρόλο στην απόφαση αναθεώρησης της σύμβασης για την προμήθεια των υποβρυχίων Yype «214», λόγω της επαγγελματικής σχέσης που είχε με τον νέο ιδιοκτήτη των ναυπηγείων.
Τον Σεπτέμβριο του 2010 ο Ευάγγελος Βενιζέλος από τον υπουργικό θώκο της Μεσογείων σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών και τον Γ. Παπακωνσταντίνου συμφώνησαν στην παραγγελία δύο ακόμα υποβρυχίων, κόστους επιπλέον 480 εκατ. ευρώ, την ώρα που οι γερμανοί ανάδοχοι ήταν έτοιμοι να πληρώσουν ρήτρες εκατομμυρίων ευρώ για τον «Παπανικολή» που έγερνε και ενώ η χώρα είχε ήδη εισέλθει στον κυκεώνα του μνημονίου.
Σίμος Σικιαρίδης
Ο Σ. Σικιαρίδης, σύζυγος της Ελένης Παπακωνσταντίνου, το όνομα του οποίου επίσης αναφέρεται στη Λίστα Λαγκάρντ, είναι ένας οικονομολόγος με εντονότατη επιχειρηματική δράση. Γόνος γνωστής οικογενείας, σχετικά νωρίς στην καριέρα του ανέλαβε χρέη διευθυντικού στελέχους στην εταιρία ΑΓΕΤ Ηρακλής, ενώ, όταν αποχώρησε από την εταιρία, ανέλαβε σύμβουλος διάφορων εταιριών που είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον για την αγορά της και συμμετείχε ενεργά στην εμπορία τσιμέντων.
Από το 1987 εργάζεται ως σύμβουλος στην υλοποίηση συγχωνεύσεων και εξαγορών εταιριών, ενώ τη οεκαετία 1995-2004 διετέλεσε διευθύνων σύμ-βουλος στην Εmporiki Venture Capital. Στον όμιλο της Εμπορικής Τράπεζας γνωρίστηκε και συνεργάστηκε με τους δύο σημερινούς ισχυρούς άνδρες της ελληνικής οικονομίας, τον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα και τον πρόεδρο της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργο Προβόπουλο. Το Σικιαρίδειο Ίδρυμα, το οποίο φροντίζει για την κατάρτιση παιδιών και νέων με νοητική υστέρηση και μαθησιακές δυσκολίες και στο οποίο μετέχει ως πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου ο σύζυγος της Μαρίνας Παπακωνσταντίνου, φλερτάρει τον τελευταίο χρόνο με το λουκέτο, παρά το γεγονός ότι αποτελεί ένα από τα καλύτερα χρηματοδοτούμενα και επιδοτούμενα ιδρύματα στη χώρα. Σύμφωνα με την απάντηση του υφυπουργού Εργασίας Νικόλαου Παναγιωτόπουλου σε επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή η βουλευτής του ΚΚΕ Λιάνα Κανέλλη, το Σικιαρίδειο φέρεται να έχει λάβει από το 2000 έως και το 2011 κάτι περισσότερο από 11.5 εκατομμύρια ευρώ κρατική επιχορήγηση, που χαρακτηρίστηκε «πολυτελέστατη ευχέρεια». Αυτή τη στιγμή σύμφωνα με τα λεγόμενα του αρμόδιου υπουργού, ο πρόεδρος του ιδρύματος «ζητά 1,4 εκατ. ευρώ ακατέβατα για να συνεχίσει να λειτουργεί».
Προσπαθώντας να κρύψουν τον όγκο (ποινικών ευθυνών) Βενιζέλου
Του Κώστα Βαξεβάνη
Ενα από τα γνωστά κλισέ της πολιτικής είναι το «πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού». Δυστυχώς η τρικομματική κυβέρνηση που αποφάσισε να συντάξει μια γρήγορη πρόταση παραπομπής του Γιώργου Παπακωνσταντίνου στην Προανακριτική της Βουλής ασκεί πλέον την πολιτική ως τέχνη του ανέφικτου. Στην περίπτωση της υπόθεσης «Λίστα Λαγκάρντ», το ανέφικτο είναι να αποσιωπηθούν οι ευθύνες του Ευάγγελου Βενιζέλου. Του υπουργού δηλαδή που δεν αξιοποίησε τη Λίστα, την αφαίρεσε από το υπουργείο, την χειρίστηκε ιδιωτικά επί η μήνες (πώς αλήθεια;) και στη συνέχεια ανακάλυψε πως υπάρχει.
Οι λόγοι που γίνεται έντονη προσπάθεια να βγει από το κάδρο των ευθυνών ο Βενιζέλος είναι μάλλον απλοί. Ο Βενιζέλος, αν παραπεμφθεί, θα ρίξει την τρικομματική κυβέρνηση. Όχι, δηλαδή, δεν θα ζητήσει να ερευνηθούν οι κατηγορίες ευθυνών του, όπως θα έκανε οποιοσδήποτε αξιοπρεπής πολιτικός που δεν θέλει να υπάρχουν σκιές εναντίον του. Ο δεύτερος λόγος είναι πως με τη θυσία Παπακωνσταντίνου μπορούν να προφασίζονται κάθαρση και τιμωρία, καλύπτοντας όσα πραγματικά έχουν γίνει με τη Λίστα, που όπως διαβάζετε σε αυτό το τεύχος είναι πέρα από όσα έχουν παραδεχθεί και δηλώσει δημόσια.
Στις 7 Οκτωβρίου 2012, στις 10:40 το πρωί, ο Ευάγγελος Βενιζέλος πέρασε την πόρτα του Οικονομικού Εισαγγελέα Γρ. Πεπόνη. Μετά τις αμοιβαίες τυπικότητες αλλά και φιλοφρονήσεις που υπήρξαν από τις δύο πλευρές, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ άρχισε να καταθέτει στον εισαγγελέα για την υπόθεση της Λίστας Λαγκάρντ. Είχε επιλεγεί το πρωί της Κυριακής για να καταθέσουν μυστικά για την υπόθεση τόσο ο Βενιζέλος όσο και ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Οι οικονομικοί εισαγγελείς στην έρευνα τους αναζητούσαν τις ευθύνες για τη μη αξιοποίηση της Λίστας από υπουργούς αλλά και υπηρεσιακούς παράγοντες.
Στις 26 Νοεμβρίου ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου διαβίβασε στη Βουλή τη δικογραφία για τη μη αξιοποίηση της Λίστας Λαγκάρντ. Η διαβίβαση στη Βουλή σήμαινε πολύ απλά πως οι εισαγγελείς είχαν εντοπίσει πιθανές ευθύνες υπουργών στην υπόθεση, και με βάση τον νόμο (του ίδιου του Βενιζέλου περί ευθύνης υπουργών) έπρεπε να διαβιβάσουν στη Βουλή, η οποία είχε την ευθύνη να διερευνήσει την ευθύνη των υπουργών.
Από τις 26 Νοεμβρίου η δικογραφία θάφτηκε. Τα τρία κυβερνητικά κόμματα που στις 31 Δεκεμβρίου κατέθεσαν πρόταση για να παραπεμφθεί ο Παπακωνσταντίνου για πιθανή αλλοίωση της Λίστας δεν ανέφεραν το παραμικρό για τις ευθύνες της μη αξιοποίησης. Για τη μη είσπραξη δηλαδή φόρων από τους φοροφυγάδες της Λίστας. Είναι προφανές. Το «κατηγορητήριο» κατά του Παπακωνσταντίνου απαλλάσσει πλήρως τον Βενιζέλο, εξετάζοντας μόνο την αλλοίωση. Ακόμη όμως και στο θέμα της αλλοίωσης πρέπει η Προανακριτική της Βουλής να εξετάσει τις ευθύνες Βενιζέλου, αφού υπήρξε ένας από αυτούς που χειρίστηκαν τη Λίστα, θα μπορούσε δηλαδή να την αλλοιώσει. Όχι μόνο δεν τον οδηγεί στην Προανακριτική για να εξεταστούν οι ευθύνες του, αλλά είναι χαρακτηριστικό πως στο ιστορικό της υπόθεσης, όπως καταγράφεται από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ που παραπέμπουν τον Παπακωνσταντίνου, για τον Βενιζέλο, ο οποίος κράτησε τη Λίστα 14 μήνες, από τους οποίους τους η παράνομα, υπάρχει μόνο μία πρόταση: «Ο κ. Βενιζέλος απέστειλε στο γραφείο του πρωθυπουργού, κου Αντώνη Σαμαρά, το παραπάνω USB». Ενώ για όλους τους εμπλεκόμενους αναφέρει τι έκαναν με αυτό το USB, για τον Βενιζέλο δεν αναφέρει απολύτως τίποτα.
Πώς το χειρίστηκε ως υπουργός, γιατί δεν το παρέδωσε στο υπουργείο όταν έφυγε, πώς το χειρίστηκε ιδιωτικά; Όλα αυτά τα ερωτήματα δεν αποτελούν το πλαίσιο της φυσικής περιέργειας αλλά και της ποινικής ευθύνης για τον Βενιζέλο; Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πρέπει να ελεγχθεί για σοβαρές ποινικές ευθύνες που είναι πιθανόν να έχει αφού:
Δεν έδωσε εντολή ελέγχου
Δεν έδωσε καμιά εντολή στα όργανα του υπουργείου και τις ελεγκτικές Αρχές να πραγματοποιήσουν ελέγχους για τη Λίστα. Το κυριότερο είναι ότι, όπως και ο Παπακωνσταντίνου, δεν παρέδωσε τη Λίστα στον αρμόδιο εισαγγελέα. Αυτός ήταν ο μόνος που μπορούσε να αποφανθεί για τη νομιμότητα ή όχι του υλικού, και όχι ο υπουργός ή οποιοσδήποτε υπηρεσιακός παράγοντας. Οι δύο υπουργοί θα μπορούσαν ακόμη να νομοθετήσουν για την αξιοποίηση του υλικού, όπως έκαναν για δεκάδες ακόμη περιπτώσεις.
Με τον ίδιο τρόπο που ο Βενιζέλος θεσμοθέτησε το ακαταδίωκτο για τον εαυτό του στους χειρισμούς που έκανε στο σκάνδαλο Λαυρεντιάδη, θα μπορούσε να θεσμοθετήσει και την έρευνα. Σε κάθε περίπτωση, η Λίστα μπορούσε να αξιοποιηθεί χωρίς νομικό υπόβαθρο, όπως γίνεται με χιλιάδες ανώνυμες καταγγελίες που φτάνουν στις ελεγκτικές αρχές και το ΣΔΟΕ. Ο Βενιζέλος, με το πρόσχημα της «παρανόμως κτηθείσας» Λίστας, σταμάτησε κάθε έρευνα από το ΣΔΟΕ. Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο γενικός γραμματέας Γιάννης Διώτης, «αν ο κ Βενιζέλος είχε δώσει εντολή ελέγχου, θα προχωρούσα». Με τον τρόπο αυτό ο Βενιζέλος έκανε παράβαση καθήκοντος.
Στέρησε έσοδα από το Δημόσιο
Η παρεμπόδιση του ελέγχου δεν είχε ως αποτέλεσμα μόνο την «προστασία» εκδοτών, υπουργών, επιχειρηματιών που τα ονόματα τους υπήρχαν στη Λίστα, αλλά στέρησε από το Δημόσιο έσοδα από είσπραξη φόρων. Η είσπραξη αυτή μπορούσε να γίνει με εντολή να ελεγχθούν τα ονόματα της Λίστας, χωρίς να χρειαστεί να γίνει ποτέ αναφορά σε αυτήν. Και όλα αυτά την περίοδο που ο Βενιζέλος νομοθετούσε εισπρακτικά μέτρα κατ” αποκλειστικότητα για τα χαμηλά εισοδήματα. Συνεπώς ο Βενιζέλος είναι ελέγξιμος για το αδίκημα της απιστίας («απιστία διαπράττει όποιος, εν γνώσει του, ζημιώνει την περιουσία άλλου, της οποίας (περιουσίας) έχει τη διαχείριση ή την επιμέλεια, βάσει Νόμου ή βάσει δικαιοπραξίας» άρθρο 390 ΠΚ).
Αφαίρεσε έγγραφα
Αφου επί 7 μήνες που κατείχε τη Λίστα ως υπουργός ο Βενιζέλος την καταχώνιασε, στη συνέχεια, όταν έφυγε από το σηοοργείο Οικονομικών (21 Μαρτίου), δεν την παρέδωσε στον επόμενο υπουργό, αλλά την πήρε μαζί του. Έκανε δηλαδή υπεξαγωγή εγγράφου. Σύμφωνα με το άρθρο 242 του Ποινικού Κώδικα, το οποίο χρησιμοποιούν για να παραπέμψουν τον Παπακωνσταντίνου «με την ίδια ποινή τιμωρείται ο υπάλληλος (σ.σ. ο υπουργός θεωρείται δημόσιος υπάλληλος) ο οποίος με πρόθεση νοθεύει, καταστρέφει, βλάπτει ή υπεξάγει έγγραφο». Πώς τα κόμματα που παραπέμπουν τον Παπακωνσταντίνου για νόθευση δεν παραπέμπουν τον Βενιζέλο για υπεξαγωγή; Αν γίνει αποδεκτή η επιχειρηματολογία Βενιζέλου ότι η Λίστα δεν ήταν νομίμως κτηθείσα, τότε τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή ο ίδιος είχε στην κατοχή του εξωυπηρεσιακά παράνομο υλικό. Πρέπει επίσης να διερευνηθεί τι έκανε ο Βενιζέλος με τη Λίστα στο σπίτι ή στην τσέπη του επί μήνες. Τι είδους χρήση; Το μόνο που γνωρίζουμε είναι πως στις 1η Οκτωβρίου, όταν ο Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε στους Financial Times πως δεν παρέλαβε καμία Λίστα από τον προκάτοχο του, ο Βενιζέλος εμφανίστηκε στο γραφείο του πρωθυπουργού και παρέδωσε τη Λίστα. Έκανε δηλαδή και αυτόν αποδέκτη προϊόντων εγκλήματος.
Είναι προφανές πως η μη παραπομπή Βενιζέλου και μάλιστα με τη δικογραφία που διαβιβάστηκε στη Βουλή στις 26 Νοεμβρίου δεν έχει να κάνει σε τίποτα με τους νόμους, αλλά με εξωθεσμικές λειτουργίες και συμφωνίες. Ακόμη και ο νόμος που έχανε ο Βενιζέλος για να προστατεύει τους υπουργούς από την τιμωρία (να είχε στο μυαλό του άραγε πως θα είναι ένας από αυτούς;) δεν μπορεί αυτή τη φορά να τον προστατεύσει. Όποιος λοιπόν αναλάβει να το κάνει συνεχίζει προφανώς μια παραθεσμική μεθόδευση.
==========================
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Ενα κράμα αμηχανίας και πανικού ήταν η παρουσία του που δύσκολα θα μπορούσε να κρυφτεί από την πολυλογία του.
Το πιο χαρακτηριστικό σημείο ήταν όταν προσπαθούσε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα για την εμπλοκή του στην λίστα Λαγκάρντ. Ηταν στην κυριολεξία εξωφρενικοί οι ισχυρισμοί του. Απέδωσε τα πάντα στην λειτουργία των κρατικών μηχανισμών, βγάζοντας "λάδι" τον εαυτό του, ενώ δεν είπε λέξη γιατί δεν την παρέδωσε αμέσως στον διάδοχο του στο υπουργείο Οικονομικών και την πήρε για μήνες σπίτι του.
Εδώ να υπενθυμίσουμε ότι γ’ αυτό το γεγονός ο δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης του έχει ...
υποβάλλει μήνυση, ενώ αναλυτικά για τον ρόλο του πρώην αντιπροέδρου της κυβέρνησης με την λίστα Λαγκάρντ μπορείτε να διαβάσετε εδώ όπου και αποδεικνύεται ξεκάθαρα ότι όσα λέει ο Βενιζέλοςμ προσπαθώντας να δικαιολογήσει την εμπλοκή του είναι ανοησίες (για να το πούμε κομψά).
http://tsak-giorgis.blogspot.gr/2015/02/blog-post_27.html
Μηνυτήρια
αναφορά στην Εισαγγελία Αθηνών κατέθεσε ο Κώστας Βαξεβάνης για την
κατοχή της λίστας Λαγκάρντ από τον Ευάγγελο Βενιζέλο κατά την περίοδο
που δεν ήταν υπουργός Οικονομικών. Καθώς το βούλευμα του Δικαστικού
Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου για την παραπομπή του Γιώργου
Παπακωνσταντίνου επιβεβαιώνει πως η συγκεκριμένη λίστα είναι δημόσιο
έγγραφο που παραδόθηκε επίσημα στο ελληνικό κράτος από τις γαλλικές
αρχές και δεδομένου πως ο κ. Βενιζέλος είχε στην κατοχή του το έγγραφο
αυτό για σημαντικό χρονικό διάστημα κατά το οποίο δεν ήταν υπουργός, ο
νυν πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ φέρει ευθύνη για υπεξαγωγή δημοσίου εγγράφου και
κατοχή κι ενδεχομένως επεξεργασία προσωπικών δεδομένων που
προστατεύονται από το τραπεζικό απόρρητο.
Για το εξάμηνο στο οποίο αναφέρεται η μηνυτήρια αναφορά ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν καλύπτεται από τον νόμο περί ευθύνης υπουργών κι ως εκ τούτου θα οδηγηθεί σε δίκη με απλή άρση της ασυλίας του από την ελληνική Βουλή.
Παραθέτουμε ακέραια τη μηνυτήρια αναφορά του Κώστα Βαξεβάνη:
Προς
Τον Προιστάμενο της Εισαγγελίας Αθηνών
κο Ηλία Ζαγοραίο
ΑΝΑΦΟΡΑ
του Κωνσταντίνου Βαξεβάνη,δημοσιογράφου,κατοίκου Άνοιξης, στην οδό Αναχωρητών 8 α
Το Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, με το υπ αριθμόν 3/2014 Βούλευμά του, παραπέμπει τον πρώην υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Παπακωνσταντίνου, για την υπόθεση της λίστα Falciani, γνωστή ως λίστας Λαγκάρντ. Τη λίστα αυτή παρέλαβε η Ελλάδα επισήμως από τις γαλλικές Αρχές, προκειμένου να κάνει φορολογικούς ελέγχους σε 2062 έλληνες καταθέτες της Τράπεζας HSBC. Αντίστοιχες λίστες είχαν παραλάβει η Ισπανία, η Γερμανία, η Πορτογαλία και άλλες ευρωπαικές χώρες και κατάφεραν να εισπράξουν έσοδα μέσα από φορολογικούς ελέγχους. Αξίζει να σημειωθεί πως η Ιταλία παρέλαβε μία τέτοια λίστα καταθετών-πιθανών φοροφυγάδων με απλή αίτηση δικαστικής συνδρομής στην Εισαγγελία της Νίκαιας της Γαλλίας.
Το ιστορικό παραλαβής της ελληνικής λίστας Λαγκάρντ, περιγράφεται ως εξής στο Βούλευμα το Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου:
«Στις αρχές Ιουλίου του έτους 2010, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) μετέφερε στο Υπουργείο Οικονομικών της Ελλάδος πληροφορίες που είχε λάβει από την αντίστοιχη αρχή της Γαλλίας, σύμφωνα με τις οποίες το Υπουργείο Οικονομικών της Γαλλίας κατείχε και είχε επεξεργαστεί τη γνωστή διεθνώς ως «λίστα Falciani», που περιελάμβανε σύνολο αρχείων με ονόματα ευρωπαίων καταθετών σε υποκατάστημα της τράπεζας ΗSBC του Χόνγκ – Κόνγκ στην Ελβετία, μεταξύ των οποίων και αρχεία με ελληνικά ονόματα φυσικών και νομικών προσώπων. Στο χρόνο αυτό είχαν ήδη αξιοποιήσει τη λίστα, με σημαντικά μάλιστα δημοσιονομικά οφέλη, ευρωπαϊκές χώρες κατά την αναζήτηση φορολογητέας ύλης, αφού προηγουμένως απευθύνθηκαν επισήμως και έλαβαν στοιχεία και σχετικές πληροφορίες από τις γαλλικές αρχές. Στις 13-9-2010, το Υπουργείο Οικονομικών της Ελλάδος, με έγγραφο του Γενικού Γραμματέα Ηλία Πλασκοβίτη, ζήτησε, στα πλαίσια διοικητικής συνδρομής, επικαλούμενο τα άρθρα 23 της από 21-8-1963 φορολογικής σύμβασης μεταξύ Ελλάδος και Γαλλίας και 21 της από 19 Δεκεμβρίου 1977 Οδηγίας 77/799/ΕΕ, ενδιαφέρουσες συναφείς πληροφορίες και στοιχεία από τη Γενική Διεύθυνση Δημοσίων Οικονομικών της Γαλλίας. Η αρχή αυτή σύντομα ανταποκρίθηκε.
Στις 29-9-2010 και ώρα 11.00, παρέδωσε, παρακάμπτοντας τη συνήθη διπλωματική διαδικασία διαβίβασης των αιτηθέντων, απευθείας, με επίσημο, βεβαίως, διαβιβαστικό έγγραφο, στον Κωνσταντίνο Χαλαστάνη, πρεσβευτή της χώρας μας στο Παρίσι, εντός σφραγισμένου φακέλου, ψηφιακό δίσκο CD στον οποίο είχαν καταχωρηθεί και εγγραφεί από τις γαλλικές αρχές τα αιτηθέντα στοιχεία, που, όπως και για καταθέτες άλλων χωρών, είχε ταξινομήσει και τηρούσε πλέον το Υπουργείο Οικονομικών της Γαλλίας. Την κατά τον τρόπο αυτό διαβίβαση των αιτηθέντων στοιχείων ακολούθησε η αρμόδια γαλλική αρχή αφού, από τα μέσα του μηνός αυτού (Σεπτέμβριος 2010), ο τότε Υπουργός Οικονομικών, κατηγορούμενος Γεώργιος Παπακωνσταντίνου, ευρισκόμενος υπηρεσιακώς στη Γαλλία, είχε παρέμβει στις γαλλικές αρχές και είχε ζητήσει να γίνει η παράδοση και η διαβίβαση των πληροφοριών και των στοιχείων προσωπικώς στον ίδιο, μέσω του ανωτέρω πρεσβευτή, τον οποίο ενημέρωσε τον χρόνο αυτό, χωρίς ειδικότερες διευκρινίσεις και πληροφορίες γι’αυτήν τη διαβίβαση του φακέλου και του απαίτησε την άμεση προς αυτόν, μετά την παραλαβή, αποστολή του.
Ο Κωνσταντίνος Χαλαστάνης, πράγματι, μερίμνησε και με υπάλληλο της ελληνικής πρεσβείας, που αποκλειστικά για το σκοπό αυτό ταξίδευσε, την ίδια μέρα, αεροπορικώς, από το Παρίσι στην Αθήνα και προσήλθε στο Υπουργείο Οικονομικών της Ελλάδος την 19.00 ώρα της ιδίας 29-9-2010, παρέδωσε το φάκελο αυτό, ενυπογράφως, στη διευθύντρια του γραφείου του κατηγορουμένου υπουργού, που και αυτήν προηγουμένως είχε ενημερώσει ο ίδιος για την αποστολή του φακέλου και της είχε ζητήσει να τον παραλάβει και να του τον παραδώσει κατά την επάνοδό του στο γραφείο, όπως και επισυνέβη, τις τελευταίες νυκτερινές ώρες της ιδίας, στις 29-9-2010 δηλαδή, που για το λόγο αυτό, παρά την προχωρημένη ώρα, επανήλθε στο γραφείο του. Η διαβίβαση των στοιχείων από τις γαλλικές αρχές δεν μπορεί, υπό τα δεδομένα αυτά, να θεωρηθεί άτυπη. Συνοδευόταν από σχετικό διαβιβαστικό έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσίων Οικονομικών της Γαλλίας, έγινε στα πλαίσια ενεργοποίησης διοικητικής συνδρομής προβλεπόμενης από σύμβαση μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, καθώς και από ευρωπαϊκή οδηγία και μετά από έγγραφο αίτημα της χώρας μας».
Συνεπώς η Ελλάδα παρέλαβε επίσημα τη λίστα Λαγκάρντ ως επίσημο έγγραφο με σκοπό την αξιοποίησή του. Όπως επίσης σημειώνει το βούλευμα, ο ψηφιακός δίσκος που παραδόθηκε είναι έγγραφο αφού :
«Έγγραφο είναι και κάθε μέσο το οποίο χρησιμοποιείται από υπολογιστή ή περιφερειακή μνήμη υπολογιστή, με ηλεκτρονικό, μαγνητικό ή άλλο τρόπο, για εγγραφή, αποθήκευση, παραγωγή ή αναπαραγωγή στοιχείων, που δεν μπορούν να
διαβαστούν άμεσα, όπως επίσης και κάθε μαγνητικό, ηλεκτρονικό ή άλλο υλικό στο οποίο εγγράφεται οποιαδήποτε πληροφορία, εικόνα, σύμβολο ή ήχος, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό, εφ’ όσον τα μέσα και τα υλικά αυτά προορίζονται ή είναι πρόσφορα να αποδείξουν γεγονότα που έχουν έννομη σημασία».
Ο πρώην υπουργός Γεώργιος Παπακωνσταντίνου πρόκειται να δικαστεί με απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου, για πράξεις που αφορούν τους χειρισμούς του για ένα δημόσιο έγγραφο, δηλαδή τη λίστα Λαγκάρντ. Αυτό το επίσημο έγγραφο το οποίο η Ελλάδα παρέλαβε για να το αξιοποιήσει, στη συνέχεια δόθηκε από τον γενικό γραμματέα του ΣΔΟΕ Ιωάννη Διώτη στον μετέπειτα υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο. Όπως σημειώνει το βούλευμα:
«το παρέδωσε (σ.σ. ο Διώτης) στον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος ήταν ήδη Υπουργός Οικονομικών και, με την ιδιότητα αυτή , πολιτικός προιστάμενός του. Ο τελευταίος το διατήρησε στην κατοχή του για περίπου 15 μήνες, οπότε, μετά από δημοσιογραφικό θόρυβο, που δημιουργήθηκε κατά το Σεπτέμβριο του επόμενου έτους, παρέδωσε το «Π1-USΒ» στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Αυτό συνέβη την 2-10-2012 και την ίδια μέρα, με επίσημη, σχετική αλληλογραφία, το «Π1-USB» απεστάλη από το γραφείο του Πρωθυπουργού στο Στυλιανό Στασινόπουλο, που είχε τοποθετηθεί ήση στη θέση του Ειδικού Γραμματέα του ΣΔΟΕ, «για τις δικές του ενέργειες»»
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατείχε τη λίστα Λαγκάρντ ως υπουργός Οικονομικών από 17 Ιουνίου 2011 -21 Μαρτίου 2012 και από 22 Μαρτίου 2012 – 2 Σεπτεμβρίου 2012 χωρίς να έχει την υπουργική ιδιότητα. Για το χειρισμό της λίστας από τον κύριο Βενιζέλο το πρώτο διάστημα όταν ήταν υπουργός, υπεύθυνη να διερευνήσει τις πιθανές ποινικές του ευθύνες είναι η Ελληνική Βουλή με βάση το νόμο περί Ευθύνης Υπουργών.
Προκύπτει ωστόσο πως ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατείχε τη λίστα για 6 μήνες, χωρίς να έχει την υπουργική ιδιότητα και χωρίς να έχει κανένα δικαίωμα να την κατέχει. Φεύγοντας από το υπουργείο, πήρε μαζί του ένα δημόσιο έγγραφο μεγάλης σημασίας, το οποίο μάλιστα περιείχε απόρρητα προσωπικά και τραπεζικά δεδομένα 2059 τουλάχιστον καταθετών.
Η αποκάλυψη της κατοχής της λίστας παρανόμως από τον Ευάγγελο Βενιζέλο, δημιούργησε στην Ελληνική Βουλή σχόλια από την Αντιπολίτευση και ερωτήματα όπως το «τι κάνατε 6 μήνες με τη λίστα στην τσέπη κύριε Βενιζέλο;» Ξένα Μέσα Ενημέρωσης διακωμωδούσαν το γεγονός πως ο υπουργός που ήταν υπεύθυνος για τον έλεγχο της λίστας Λαγκάρντ, έφυγε από το υπουργείο παίρνοντας μαζί του το ντοκουμέντο.
Ο πολιτικός και δημοσιογραφικός θόρυβος όμως, δεν ακολουθήθηκε από κανένα νομικό έλεγχο. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος πρέπει να ελεγχθεί γιατί χωρίς να έχει υπουργική ιδιότητα ή άλλη σχετιζόμενη με το φορολογικό έλεγχο, έκανε υπεξαγωγή δημοσίου εγγράφου. Το έγγραφο αυτό επιπλέον περιείχε προσωπικά δεδομένα και δεδομένα που καλύπτονται από το τραπεζικό απόρρητο. Η κατοχή αυτών των δεδομένων δεν συνοδεύτηκε από κάποια λειτουργία που αφορούσε την υπεράσπιση του Δημοσίου συμφέροντος όπως συνέβη με τη δημοσιοποίηση μέρους αυτών των στοιχείων από το περιοδικό HOT DOC. Αντιθέτως υπήρξαν σοβαροί υπαινιγμοί μέσα στη Βουλή πως αυτή η λίστα μπορεί να χρησιμοποιήθηκε για άνομη χρήση. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν απάντησε ποτέ σε αυτές τις αιτιάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, ο Ευάγγελος Βενιζέλος πρέπει να ελεγχθεί ποινικά γιατί ως απλός έλληνας πολίτης, απέσπασε από το υπουργείο δημόσιο έγγραφο ύψιστης σημασίας και το κατείχε χωρίς η κατοχή αυτή να δικαιολογείται από ρόλο που είχε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο ή την πολιτική του ιδιότητα. Πρέπει να ελεγχθεί γιατί επί 6 μήνες κατείχε προσωπικά και απόρρητα τραπεζικά δεδομένα, όπως επίσης και για το αν χρησιμοποίησε αυτά τα δεδομένα για άλλους σκοπούς πέρα από αυτόν για τον οποίο του παραδόθηκε η επίσημη λίστα.
Ακόμη και αν ο Ευάγγελος Βενιζέλος προφασίζεται πως η λίστα ήταν ανεπίσημη και προιόν υποκλοπής, παραμένει υπόλογος γιατί κατείχε εις γνώση του προιόντα εγκληματικής ενέργειας τα οποία μάλιστα κοινοποίησε με καθυστέρηση στο πρωθυπουργικό γραφείο. Ο ισχυρισμός αυτός εξάλλου δεν αναιρεί το περιεχόμενο της λίστας, δηλαδή το είδος και τη σημαντικότητα των δεδομένων.
Πιστεύω πως η Εισαγγελία πρέπει να ερευνήσει τις ευθύνες του Ευάγγελου Βενιζέλου την περίοδο που υπήρξε απλός βουλευτής και κατείχε τη λίστα. Είναι μια υποχρέωση όχι μόνο απέναντι στην απονομή Δικαιοσύνης αλλά στο κοινό περί δικαίου αίσθημα και την κοινωνία η οποία παρακολουθεί συνεχώς την ατιμωρισία Υπουργών για όσα εγκληματικά πράττουν. Δεν μπορεί η ατιμωρισία να επεκτείνεται και στις περιόδους που δεν καλύπτονται από το νόμο περί Ευθύνης Υπουργών γιατί υπόλογοι δεν θα είναι οι νομοθετούντες αδίκως, αλλά αυτοί που μπορούν να αποδώσουν Δικαιοσύνη και δεν την αποδίδουν.
Για το εξάμηνο στο οποίο αναφέρεται η μηνυτήρια αναφορά ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν καλύπτεται από τον νόμο περί ευθύνης υπουργών κι ως εκ τούτου θα οδηγηθεί σε δίκη με απλή άρση της ασυλίας του από την ελληνική Βουλή.
Παραθέτουμε ακέραια τη μηνυτήρια αναφορά του Κώστα Βαξεβάνη:
Προς
Τον Προιστάμενο της Εισαγγελίας Αθηνών
κο Ηλία Ζαγοραίο
ΑΝΑΦΟΡΑ
του Κωνσταντίνου Βαξεβάνη,δημοσιογράφου,κατοίκου Άνοιξης, στην οδό Αναχωρητών 8 α
Το Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, με το υπ αριθμόν 3/2014 Βούλευμά του, παραπέμπει τον πρώην υπουργό Οικονομικών Γεώργιο Παπακωνσταντίνου, για την υπόθεση της λίστα Falciani, γνωστή ως λίστας Λαγκάρντ. Τη λίστα αυτή παρέλαβε η Ελλάδα επισήμως από τις γαλλικές Αρχές, προκειμένου να κάνει φορολογικούς ελέγχους σε 2062 έλληνες καταθέτες της Τράπεζας HSBC. Αντίστοιχες λίστες είχαν παραλάβει η Ισπανία, η Γερμανία, η Πορτογαλία και άλλες ευρωπαικές χώρες και κατάφεραν να εισπράξουν έσοδα μέσα από φορολογικούς ελέγχους. Αξίζει να σημειωθεί πως η Ιταλία παρέλαβε μία τέτοια λίστα καταθετών-πιθανών φοροφυγάδων με απλή αίτηση δικαστικής συνδρομής στην Εισαγγελία της Νίκαιας της Γαλλίας.
Το ιστορικό παραλαβής της ελληνικής λίστας Λαγκάρντ, περιγράφεται ως εξής στο Βούλευμα το Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου:
«Στις αρχές Ιουλίου του έτους 2010, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) μετέφερε στο Υπουργείο Οικονομικών της Ελλάδος πληροφορίες που είχε λάβει από την αντίστοιχη αρχή της Γαλλίας, σύμφωνα με τις οποίες το Υπουργείο Οικονομικών της Γαλλίας κατείχε και είχε επεξεργαστεί τη γνωστή διεθνώς ως «λίστα Falciani», που περιελάμβανε σύνολο αρχείων με ονόματα ευρωπαίων καταθετών σε υποκατάστημα της τράπεζας ΗSBC του Χόνγκ – Κόνγκ στην Ελβετία, μεταξύ των οποίων και αρχεία με ελληνικά ονόματα φυσικών και νομικών προσώπων. Στο χρόνο αυτό είχαν ήδη αξιοποιήσει τη λίστα, με σημαντικά μάλιστα δημοσιονομικά οφέλη, ευρωπαϊκές χώρες κατά την αναζήτηση φορολογητέας ύλης, αφού προηγουμένως απευθύνθηκαν επισήμως και έλαβαν στοιχεία και σχετικές πληροφορίες από τις γαλλικές αρχές. Στις 13-9-2010, το Υπουργείο Οικονομικών της Ελλάδος, με έγγραφο του Γενικού Γραμματέα Ηλία Πλασκοβίτη, ζήτησε, στα πλαίσια διοικητικής συνδρομής, επικαλούμενο τα άρθρα 23 της από 21-8-1963 φορολογικής σύμβασης μεταξύ Ελλάδος και Γαλλίας και 21 της από 19 Δεκεμβρίου 1977 Οδηγίας 77/799/ΕΕ, ενδιαφέρουσες συναφείς πληροφορίες και στοιχεία από τη Γενική Διεύθυνση Δημοσίων Οικονομικών της Γαλλίας. Η αρχή αυτή σύντομα ανταποκρίθηκε.
Στις 29-9-2010 και ώρα 11.00, παρέδωσε, παρακάμπτοντας τη συνήθη διπλωματική διαδικασία διαβίβασης των αιτηθέντων, απευθείας, με επίσημο, βεβαίως, διαβιβαστικό έγγραφο, στον Κωνσταντίνο Χαλαστάνη, πρεσβευτή της χώρας μας στο Παρίσι, εντός σφραγισμένου φακέλου, ψηφιακό δίσκο CD στον οποίο είχαν καταχωρηθεί και εγγραφεί από τις γαλλικές αρχές τα αιτηθέντα στοιχεία, που, όπως και για καταθέτες άλλων χωρών, είχε ταξινομήσει και τηρούσε πλέον το Υπουργείο Οικονομικών της Γαλλίας. Την κατά τον τρόπο αυτό διαβίβαση των αιτηθέντων στοιχείων ακολούθησε η αρμόδια γαλλική αρχή αφού, από τα μέσα του μηνός αυτού (Σεπτέμβριος 2010), ο τότε Υπουργός Οικονομικών, κατηγορούμενος Γεώργιος Παπακωνσταντίνου, ευρισκόμενος υπηρεσιακώς στη Γαλλία, είχε παρέμβει στις γαλλικές αρχές και είχε ζητήσει να γίνει η παράδοση και η διαβίβαση των πληροφοριών και των στοιχείων προσωπικώς στον ίδιο, μέσω του ανωτέρω πρεσβευτή, τον οποίο ενημέρωσε τον χρόνο αυτό, χωρίς ειδικότερες διευκρινίσεις και πληροφορίες γι’αυτήν τη διαβίβαση του φακέλου και του απαίτησε την άμεση προς αυτόν, μετά την παραλαβή, αποστολή του.
Ο Κωνσταντίνος Χαλαστάνης, πράγματι, μερίμνησε και με υπάλληλο της ελληνικής πρεσβείας, που αποκλειστικά για το σκοπό αυτό ταξίδευσε, την ίδια μέρα, αεροπορικώς, από το Παρίσι στην Αθήνα και προσήλθε στο Υπουργείο Οικονομικών της Ελλάδος την 19.00 ώρα της ιδίας 29-9-2010, παρέδωσε το φάκελο αυτό, ενυπογράφως, στη διευθύντρια του γραφείου του κατηγορουμένου υπουργού, που και αυτήν προηγουμένως είχε ενημερώσει ο ίδιος για την αποστολή του φακέλου και της είχε ζητήσει να τον παραλάβει και να του τον παραδώσει κατά την επάνοδό του στο γραφείο, όπως και επισυνέβη, τις τελευταίες νυκτερινές ώρες της ιδίας, στις 29-9-2010 δηλαδή, που για το λόγο αυτό, παρά την προχωρημένη ώρα, επανήλθε στο γραφείο του. Η διαβίβαση των στοιχείων από τις γαλλικές αρχές δεν μπορεί, υπό τα δεδομένα αυτά, να θεωρηθεί άτυπη. Συνοδευόταν από σχετικό διαβιβαστικό έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσίων Οικονομικών της Γαλλίας, έγινε στα πλαίσια ενεργοποίησης διοικητικής συνδρομής προβλεπόμενης από σύμβαση μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, καθώς και από ευρωπαϊκή οδηγία και μετά από έγγραφο αίτημα της χώρας μας».
Συνεπώς η Ελλάδα παρέλαβε επίσημα τη λίστα Λαγκάρντ ως επίσημο έγγραφο με σκοπό την αξιοποίησή του. Όπως επίσης σημειώνει το βούλευμα, ο ψηφιακός δίσκος που παραδόθηκε είναι έγγραφο αφού :
«Έγγραφο είναι και κάθε μέσο το οποίο χρησιμοποιείται από υπολογιστή ή περιφερειακή μνήμη υπολογιστή, με ηλεκτρονικό, μαγνητικό ή άλλο τρόπο, για εγγραφή, αποθήκευση, παραγωγή ή αναπαραγωγή στοιχείων, που δεν μπορούν να
διαβαστούν άμεσα, όπως επίσης και κάθε μαγνητικό, ηλεκτρονικό ή άλλο υλικό στο οποίο εγγράφεται οποιαδήποτε πληροφορία, εικόνα, σύμβολο ή ήχος, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό, εφ’ όσον τα μέσα και τα υλικά αυτά προορίζονται ή είναι πρόσφορα να αποδείξουν γεγονότα που έχουν έννομη σημασία».
Ο πρώην υπουργός Γεώργιος Παπακωνσταντίνου πρόκειται να δικαστεί με απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου, για πράξεις που αφορούν τους χειρισμούς του για ένα δημόσιο έγγραφο, δηλαδή τη λίστα Λαγκάρντ. Αυτό το επίσημο έγγραφο το οποίο η Ελλάδα παρέλαβε για να το αξιοποιήσει, στη συνέχεια δόθηκε από τον γενικό γραμματέα του ΣΔΟΕ Ιωάννη Διώτη στον μετέπειτα υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο. Όπως σημειώνει το βούλευμα:
«το παρέδωσε (σ.σ. ο Διώτης) στον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος ήταν ήδη Υπουργός Οικονομικών και, με την ιδιότητα αυτή , πολιτικός προιστάμενός του. Ο τελευταίος το διατήρησε στην κατοχή του για περίπου 15 μήνες, οπότε, μετά από δημοσιογραφικό θόρυβο, που δημιουργήθηκε κατά το Σεπτέμβριο του επόμενου έτους, παρέδωσε το «Π1-USΒ» στο γραφείο του Πρωθυπουργού. Αυτό συνέβη την 2-10-2012 και την ίδια μέρα, με επίσημη, σχετική αλληλογραφία, το «Π1-USB» απεστάλη από το γραφείο του Πρωθυπουργού στο Στυλιανό Στασινόπουλο, που είχε τοποθετηθεί ήση στη θέση του Ειδικού Γραμματέα του ΣΔΟΕ, «για τις δικές του ενέργειες»»
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατείχε τη λίστα Λαγκάρντ ως υπουργός Οικονομικών από 17 Ιουνίου 2011 -21 Μαρτίου 2012 και από 22 Μαρτίου 2012 – 2 Σεπτεμβρίου 2012 χωρίς να έχει την υπουργική ιδιότητα. Για το χειρισμό της λίστας από τον κύριο Βενιζέλο το πρώτο διάστημα όταν ήταν υπουργός, υπεύθυνη να διερευνήσει τις πιθανές ποινικές του ευθύνες είναι η Ελληνική Βουλή με βάση το νόμο περί Ευθύνης Υπουργών.
Προκύπτει ωστόσο πως ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατείχε τη λίστα για 6 μήνες, χωρίς να έχει την υπουργική ιδιότητα και χωρίς να έχει κανένα δικαίωμα να την κατέχει. Φεύγοντας από το υπουργείο, πήρε μαζί του ένα δημόσιο έγγραφο μεγάλης σημασίας, το οποίο μάλιστα περιείχε απόρρητα προσωπικά και τραπεζικά δεδομένα 2059 τουλάχιστον καταθετών.
Η αποκάλυψη της κατοχής της λίστας παρανόμως από τον Ευάγγελο Βενιζέλο, δημιούργησε στην Ελληνική Βουλή σχόλια από την Αντιπολίτευση και ερωτήματα όπως το «τι κάνατε 6 μήνες με τη λίστα στην τσέπη κύριε Βενιζέλο;» Ξένα Μέσα Ενημέρωσης διακωμωδούσαν το γεγονός πως ο υπουργός που ήταν υπεύθυνος για τον έλεγχο της λίστας Λαγκάρντ, έφυγε από το υπουργείο παίρνοντας μαζί του το ντοκουμέντο.
Ο πολιτικός και δημοσιογραφικός θόρυβος όμως, δεν ακολουθήθηκε από κανένα νομικό έλεγχο. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος πρέπει να ελεγχθεί γιατί χωρίς να έχει υπουργική ιδιότητα ή άλλη σχετιζόμενη με το φορολογικό έλεγχο, έκανε υπεξαγωγή δημοσίου εγγράφου. Το έγγραφο αυτό επιπλέον περιείχε προσωπικά δεδομένα και δεδομένα που καλύπτονται από το τραπεζικό απόρρητο. Η κατοχή αυτών των δεδομένων δεν συνοδεύτηκε από κάποια λειτουργία που αφορούσε την υπεράσπιση του Δημοσίου συμφέροντος όπως συνέβη με τη δημοσιοποίηση μέρους αυτών των στοιχείων από το περιοδικό HOT DOC. Αντιθέτως υπήρξαν σοβαροί υπαινιγμοί μέσα στη Βουλή πως αυτή η λίστα μπορεί να χρησιμοποιήθηκε για άνομη χρήση. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος δεν απάντησε ποτέ σε αυτές τις αιτιάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, ο Ευάγγελος Βενιζέλος πρέπει να ελεγχθεί ποινικά γιατί ως απλός έλληνας πολίτης, απέσπασε από το υπουργείο δημόσιο έγγραφο ύψιστης σημασίας και το κατείχε χωρίς η κατοχή αυτή να δικαιολογείται από ρόλο που είχε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο ή την πολιτική του ιδιότητα. Πρέπει να ελεγχθεί γιατί επί 6 μήνες κατείχε προσωπικά και απόρρητα τραπεζικά δεδομένα, όπως επίσης και για το αν χρησιμοποίησε αυτά τα δεδομένα για άλλους σκοπούς πέρα από αυτόν για τον οποίο του παραδόθηκε η επίσημη λίστα.
Ακόμη και αν ο Ευάγγελος Βενιζέλος προφασίζεται πως η λίστα ήταν ανεπίσημη και προιόν υποκλοπής, παραμένει υπόλογος γιατί κατείχε εις γνώση του προιόντα εγκληματικής ενέργειας τα οποία μάλιστα κοινοποίησε με καθυστέρηση στο πρωθυπουργικό γραφείο. Ο ισχυρισμός αυτός εξάλλου δεν αναιρεί το περιεχόμενο της λίστας, δηλαδή το είδος και τη σημαντικότητα των δεδομένων.
Πιστεύω πως η Εισαγγελία πρέπει να ερευνήσει τις ευθύνες του Ευάγγελου Βενιζέλου την περίοδο που υπήρξε απλός βουλευτής και κατείχε τη λίστα. Είναι μια υποχρέωση όχι μόνο απέναντι στην απονομή Δικαιοσύνης αλλά στο κοινό περί δικαίου αίσθημα και την κοινωνία η οποία παρακολουθεί συνεχώς την ατιμωρισία Υπουργών για όσα εγκληματικά πράττουν. Δεν μπορεί η ατιμωρισία να επεκτείνεται και στις περιόδους που δεν καλύπτονται από το νόμο περί Ευθύνης Υπουργών γιατί υπόλογοι δεν θα είναι οι νομοθετούντες αδίκως, αλλά αυτοί που μπορούν να αποδώσουν Δικαιοσύνη και δεν την αποδίδουν.
Του Κώστα Βαξεβάνη – «Hot Doc»
Ποιος
πείραξε τη Λίστα; Αυτό είναι το βασικό ερώτημα μετά την αποκάλυψη πως
τρία ονόματα έχουν σβηστεί από την αρχική Λίστα που παραλάβαμε από τους
Γάλλους. Δεν είναι όμως το πιο σημαντικό. Η Λίστα Λαγκάρντ, όπως
αποκαλύπτουμε σήμερα, υπήρξε ένα εργαλείο εξωθεσμικών συναλλαγών,
παραγωγής «πολιτικής» και ίσως εκβιασμών. Δεν πείραξε απλώς κάποιος τη
Λίστα. Δούλεψε πάνω της συστηματικά, σε χρόνους που δεν συμβαδίζουν με
όσα επίσημα έχουν καταθέσει υπουργοί και άλλοι εμπλεκόμενοι. Το
μεγαλύτερο ίσως ψέμα είναι το πότε και πώς έφτασε στην Ελλάδα. Όσοι την
χειρίστηκαν απαντούν με αοριστία πως έφτασε το φθινόπωρο του 2010.
Κανένας δεν προσδιορίζει ακριβή ημερομηνία. Γιατί; Τι κρύβεται πίσω από
την ημερομηνία παραλαβής; Στη συνέχεια ο Γ. Παπακωνσταντίνου υποστήριξε
πως την αντέγραψε σε ένα USB. Αυτή η κίνηση και η παραδοχή του πρώην
υπουργού είναι που οδηγεί στις αποκαλύψεις που κάνουμε σ’αυτό το τεύχος.
Παραδώσαμε το αντίγραφο της λίστας που έχουμε στην διάθεση μας σε ένα
πιστοποιημένο εργαστήριο ηλεκτρονικής έρευνας, το Forensic Associates,
δίνοντας εντολή να ερευνηθούν όλα τα ηλεκτρονικά ίχνη σε αυτήν που θα
μπορούσαν να αποδείξουν τους χειρισμούς που έγιναν και πώς
χρησιμοποιήθηκε. Η ανάλυση έγινε με τα πιο σύγχρονα λογισμικά που
χρησιμοποιούν οι υπηρεσίες δίωξης και έρευνας, όπως το FBI, η Scotkand
Yard και η Ελληνική Αστυνομία. Όπως συνηθίζουμε να λέμε στο «Κουτί της
Πανδώρας», τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται.Η χρήση κάποιου ηλεκτρονικού μέσου αποθήκευσης αφήνει ίχνη πάνω σε αυτό. Ίχνη που δείχνουν πότε έγινε η εγγραφή του, η τελευταία χρήση ή η τελευταία μετατροπή κάποιου αρχείου. Η έρευνα με ειδικά μηχανήματα και λογισμικά μπορεί ακόμη να αποδείξει πότε από το μέσο αυτό εκτυπώθηκε κάποιο αρχείο, όπως και πολλές ακόμη πληροφορίες που συνδυαζόμενες οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα. Αυτή η γνωστή αρχή μας οδήγησε να αναθέσουμε στην «Εγκληματολογική Εταιρεία Πραγματογνωμόνων και Τεχνικών Συμβούλων επί θεμάτων εγγράφων και γραφής ψηφιακών πειστηρίων Forensic Associates την έρευνα της Λίστας, την οποία είχαμε στην κατοχή μας σε ψηφιακή μορφή.
Αφού η δεύτερη Λίστα Λαγκάρντ ήρθε από τη Γαλλία και ανακοινώθηκε πως είχαν διαγραφεί τρία αρχεία, αναθέσαμε, στις 3 Ιανουαρίου 2013, την έρευνα στον ερευνητή της εταιρίας Γιώργο Καραθανάση. Ταυτόχρονα με τα τεχνικά στοιχεία, ενημερώσαμε πως το δικό μας USB με τη Λίστα προφανώς προερχόταν από αντιγραφές που δεν γνωρίζουμε, αλλά που ως βάση του είχε ένα cd (πρόκειται για το cd που έφτασε την πρώτη φορά από τη Γαλλία και το οποίο ο Γ. Παπακωνσταντίνου αντέγραψε, όπως δήλωσε, σε USB και παρέδωσε στο υπουργείο). Το πρώτο πράγμα που ζητήσαμε να διερευνηθεί είναι αν υπάρχουν ίχνη σβησίματος αρχείων ή επεξεργασίας τους. Μετά από την έρευνα στο εργαστήριο, οι ερευνητές μας απάντησαν με μια πολυσέλιδη έκθεση, της οποίας τα βασικά στοιχεία παρουσιάζουμε εδώ. Για την καλύτερη κατανόηση τεχνικών εννοιών ζητήσαμε επίσης από τον ερευνητή να απαντήσει σε διάφορες ερωτήσεις με τη μορφή συνέντευξης (μπορείτε να τη διαβάσετε παρακάτω).
Εκτύπωσαν τη Λίστα
Οπως προέκυψε από τον εργαστηριακό έλεγχο, τα αρχεία που είναι γνωστά ως Λίστα Λαγκάρντ, δηλαδή τα 2.062 excel (2.059 στη δική μας περίπτωση), δημιουργήθηκαν στις 15 Απριλίου 2009. Ως ώρα δημιουργίας καταγράφεται στο USB η 8:41:12 CMT. Αν αυτά δημιουργήθηκαν στο Παρίσι από τις γαλλικές Αρχές, τότε είναι 9:41:12 ώρα Γαλλίας.
Το σύνολο αυτών των αρχείων φαίνεται να τυπώνεται στις 13 Οκτωβρίου 2009, πριν δηλαδή παραληφθούν από τις ελληνικές αρχές (σύμφωνα με τις επίσημες δηλώσεις που έχουν γίνει στην Ελλάδα), όχι από CD αλλά από εγγράψιμο μέσο, δηλαδή από σκληρό δίσκο κομπιούτερ ή κάποιο USB. Αυτός είναι ο λόγος που αφήνεται ίχνος εκτύπωσης. Αν είχαν εκτυπωθεί από κάποιο CD, τότε αυτό δεν θα είχε αποτυπωθεί, εφόσον το CD δεν αφήνει ίχνη.
Η εκτύπωση γίνεται με δύο τρόπους. Τα 515 αρχεία εκτυπώνονται σε εκτυπωτή μεγάλων δυνατοτήτων μάρκας RICOH Aficio 3224 C και τα υπόλοιπα 1.544 έχουν μετασχηματιστεί σε PDF με το λογισμικό «PDF Creator». Ο χρόνος εκτύπωσης ωστόσο είναι ο ίδιος για όλα τα αρχεία, πράγμα που οδηγεί στο συμπέρασμα πως χρησιμοποιήθηκε λογισμικό «Print Manager» και έγινε εκτύπωση σε οργανωμένο επαγγελματικό χώρο.
Το πρώτο λοιπόν συμπέρασμα είναι πως κάποιοι, ίσως οι Γάλλοι, εκτύπωσαν τα αρχεία, όχι όμως από κάποιο CD, έξι μήνες μετά τη δημιουργία του αρχείου «ελληνική Λίστα Λαγκάρντ».
Λένε ψέματα
Ένα σημαντικό εύρημα στο USB που παραδώσαμε για ανάλυση είναι πως, αφού το αρχείο αυτό έγινε (προφανώς για να παραδοθεί στις ελληνικές αρχές), αυτό αντιγράφηκε σε ένα αποθηκευτικό μέσο USB. Σύμφωνα με τους πραγματογνώμονες, η αντιγραφή του CD σε USB αφήνει ίχνη στο USB, με την ημερομηνία αυτής της αντιγραφής. Η ανάλυση του δικού μας στικ έδειξε πως υπήρξε μια τέτοια αντιγραφή. Αυτή την αντιγραφή παραδέχεται πως την έχει κάνει ο τότε υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου. Άρα η ημερομηνία αντιγραφής που φαίνεται στο USB είναι η ημερομηνία αντιγραφής του CD που παρέλαβε ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου στο USB που παρέδωσε στο ΣΔΟΕ.
Άρα πρέπει θεωρητικά αυτή η ημερομηνία να είναι περί τα μέσα Οκτωβρίου, όπως έχει καταθέσει στην Επιτροπή Διαφάνειας ο Παπακωνσταντίνου. Όπως όμως απέδειξε η έρευνα, η μετατροπή του CD σε USB έγινε στις 4 και 5 Αυγούστου του 2010. Περίοδο κατά την οποία όσοι ενεπλάκησαν στην υπόθεση Λαγκάρντ διαβεβαιώνουν πως δεν είχαν καν τη Λίστα.
Αν από αρχικό CD είχε γίνει άλλο CD από τον Παπακωνσταντίνου και στη συνέχεια USB, τότε η τελευταία ημερομηνία του αρχείου θα ήταν ακόμη μεταγενέστερη. Τέτοια όμως αντιγραφή δεν έχει αποτυπωθεί. Αν λοιπόν πιστέψουμε τον Παπακωνσταντίνου, ότι από το CD δημιούργησε ένα USB, τότε αυτή η αντιγραφή έγινε στις 4 και 5 Αυγούστου 2010, και όχι τον Οκτώβριο. Αυτό μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα: Ή είναι ψέματα όσα λέγονται για την ημερομηνία παραλαβής της Λίστας, ή πρόκειται για Λίστα από δύο διαφορετικές παραδόσεις. Δηλαδή πριν από την επίσημη παραλαβή ο Παπακωνσταντίνου ή κάποιος άλλος πιθανόν να παρέλαβε ένα άλλο CD, το οποίο να αντέγραψε τελικώς σε USB και να παρέδωσε στο ΣΔΟΕ αντί αυτού που έφτασε επίσημα στην Ελλάδα.
Την πιθανή ύπαρξη δύο ίδιων λιστών, που δόθηκαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, ενισχύει ένα ακόμη εύρημα. Τα αρχεία της δικής μας Λίστας, που προέρχονται από το USB Παπακωνσταντίνου, έχουν ονομασία που αποτελείται από το λατινικό γράμμα Β και στη συνέχεια 10 αριθμούς. Για παράδειγμα Β1234567890.XLS. Όπως προκύπτει όμως από τη Λίστα που διαβιβάστηκε για δεύτερη φορά στον εισαγγελέα Πεπόνη, τα αρχεία έχουν ονομασία που αποτελείται από τα λατινικά BUP, μία τελεία και 10 αριθμούς. Για παράδειγμα ΒυΤ.ΐ23456789°.XLS. Κάθε δικό μας αρχείο αντιστοιχεί στο ίδιο αρχείο στη Λίστα Πεπόνη, μόνο που έχει διαφορετική ονομασία. Είναι πολύ πιθανό να έχουμε λοιπόν την ίδια Λίστα δύο φορές από διαφορετικές πηγές. Αποτελεί συνήθη πρακτική μυστικών υπηρεσιών, όταν δίνουν εμπιστευτικά έγγραφα σε κάποιους, να δίνουν τα ίδια έγγραφα στα οποία όμως έχουν αφήσει κάποια ιδιαίτερα σημάδια για να εντοπίσουν από πού προήλθε πιθανή διαρροή. Σε ένα ηλεκτρονικό αρχείο, αυτό μπορεί να γίνει με διαφορετική ονοματοδοσία. Δεν αλλάζει τίποτα στο αρχείο, αλλά η λεπτομέρεια στη διαφορετική ονομασία αποκαλύπτει την πηγή.
Μια τέτοια Λίστα θα μπορούσε κάλλιστα να έχει δοθεί από την ίδια τη Λαγκάρντ ανεπίσημα, ή προήλθε από παράλληλη διαπραγμάτευση που εμφανιζόταν να κάνει ο γενικός γραμματέας Φορολογίας Δημήτρης Γεωργακόπουλος με κάποιον ο οποίος τον Μάρτιο του 2οιο ήθελε να προμηθεύσει την ελληνική κυβέρνηση με τη Λίστα έναντι χρημάτων. Στις 23 Μαρτίου πάντως του 2010, όπως έχει αποκαλύψει το Ηot Doc, υπήρξε εκταμίευση 10 εκατομμυρίων ευρώ από τα μυστικά κονδύλια του υπουργείου Οικονομικών για άγνωστο λόγο. Επίσης, ένας αντιγραφέας που είχε παρέμβει στη Λίστα είναι πολύ πιθανόν να άλλαξε την ονομασία των αρχείων, ώστε να είναι σίγουρος για το ποια Λίστα είναι η πρωτότυπη και ποια είχε δεχθεί παρέμβαση.
Αντέγραφαν και επεξεργάζονταν τη Λίστα δυο μέρες
Πώς όμως έγινε η μοναδική αντιγραφή του CD σε USB στις 4 και 5 Αυγούστου 2010; Η αντιγραφή δεν ήταν ένα απλό COPY, το οποίο θα διαρκούσε μερικά λεπτά. Στις 4 Αυγούστου, από το που φέρεται ως CD Παπακωνσταντίνου, αντιγράφονται 1.962 αρχεία. Η αντιγραφή, σύμφωνα με την έκθεση του εργαστηρίου, διαρκεί 7 ώρες, 20 λεπτά και 33 δευτερόλεπτα. Όπως γράφει η έκθεση, «τα 1.962 αρχεία αντιγράφηκαν από το μέσο αποθήκευσης τους σε αποθηκευτικό μέσο (πιθανώς USB) όχι με τη διαδικασία CΟΡΥ, αλλά με τη διαδικασία OPEN-SAVE AS, κάτι που θεμελιώνεται τόσο από τις σχετικές ημεροχρονολογίες όσο και από τον συνολικό χρόνο της όλης ενέργειας, που φέρεται να άρχισε στις 9:17:21 CΜΤ και να τελείωσε στις 16:37:54»• Με τον ίδιο τρόπο, την επόμενη μέρα, αντιγράφονται τα υπόλοιπα 97 αρχεία, τα οποία δεν είναι σε σειρά με τα προηγούμενα. Η συμπληρωματική αντιγραφή διαρκεί 21 λεπτά και 30 δευτερόλεπτα. Στις 4 Αυγούστου αυτός που αντέγραφε τα αρχεία διέκοψε τη διαδικασία για 2 ώρες και 16 λεπτά.
Συμπεραίνουμε ότι αυτός που έκανε την αντιγραφή άνοιγε καθένα από τα αρχεία, τα διατηρούσε ανοιχτά τουλάχιστον επί 15 δευτερόλεπτα, χρόνο δηλαδή που δικαιολογεί επεξεργασία, και στη συνέχεια τα αποθήκευε ως νέο αρχείο στο USB. Είναι αδύνατον, σύμφωνα με τους επιστήμονες, να εντοπιστεί πόσα από αυτά τα αρχεία έχουν «πειραχθεί». Η μόνη βεβαιότητα είναι πως αποθηκεύτηκαν σε αφύσικο χρόνο, που δικαιολογεί πρόθεση επεξεργασίας. Σε πείραμα που έγινε στο εργαστήριο, όπου έγινε αναπαράσταση αντιγραφής CD σε USB με τα συγκεκριμένα αρχεία, απαιτήθηκαν μόλις 11 λεπτά. Είναι μάλλον προφανές ότι αυτός που αντέγραψε το CD της Λίστας σε USB δεν ενδιαφερόταν μόνο για την αντιγραφή.
Τα σβησμένα αρχεία
Η αντιγραφή του επίμαχου CD σε USB με τον τρόπο που έγινε δεν αφήνει ίχνη διαγραφής. Δεν πήρε δηλαδή κάποιος συνολικά τα αρχεία να τα αντιγράψει και στη συνέχεια να σβήσει όσα ήθελε. Έγινε αντιγραφή κάθε αρχείου ξεχωριστά, αφήνοντας έξω τα ανεπιθύμητα. Έτσι, πρακτικά δεν υπάρχει σβήσιμο, αλλά μη αντιγραφή των τριών συγγενών του Παπακωνσταντίνου, οπότε δεν υπάρχει κανένα ίχνος. Αφού το USB της Λίστας προέρχεται από την αντιγραφή του Παπακωνσταντίνου, με βάση τη δική του παραδοχή για αντίγραφο, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως η αντιγραφή που έκανε είναι αυτή που περιγράφεται στην πραγματογνωμοσύνη. Εάν δεν είναι, τότε δεν έχει περιγράψει με ακρίβεια όσα έγιναν. Ο πρώην υπουργός είναι ο μόνος που μπορεί να λύσει το μυστήριο πιθανής του εξαπάτησης από κάποιους, περιγράφοντας όμως τα πραγματικά γεγονότα. Λύση θα έδινε και η εμφάνιση του CD που ο κύριος Παπακωνσταντίνου υποστηρίζει πως παρέδωσε στο γραφείο του αορίστως (δεν αναφέρει πρόσωπο) και αυτό χάθηκε.
Η πιθανότητα ο άνθρωπος που αντέγραψε το επίμαχο CD σε φλασάκι να χρησιμοποίησε άλλους χρόνους στο κομπιούτερ του, πράγμα που δεν είναι αδύνατο, δεν αλλάζει το γεγονός πως η αντιγραφή έγινε με ανορθόδοξο τρόπο που δηλώνει σκοπιμότητα, ούτε αλλάζει το γεγονός ότι οι δύο λίστες, παρότι ίδιες με εξαίρεση τα ονόματα των τριών, φέρουν διαφορετική ονομασία. Άρα, αν δεν την δημιούργησε ο ίδιος ο αντιγραφέας, προέρχονται από διαφορετική πηγή. Σε καμιά περίπτωση βέβαια η διερεύνηση της αλλοίωσης δεν μπορεί να υπερκεράσει το βασικό θέμα που συνοδεύει την υπόθεση «Λίστα Λαγκάρντ». Ότι δηλαδή αυτή δεν αξιοποιήθηκε, εξαφανίστηκε από υπουργούς που κατέληξαν να συμπεριφέρονται ως θίασος ακόμη και μέσα στη Βουλή, υποτιμώντας την κοινή λογική. Για τη Δημοκρατία δεν το κάνουμε καν θέμα.
Προσοχή στις λεπτομέρειες
Της Αντιγόνης Μιχοπούλου
Είναι 5 Αυγούστου 2010 και η διαδικασία της τροποποίησης της Λίστας συνεχίζεται από την προηγούμενη μέρα. 0 άνθρωπος που μεταφέρει τα αρχεία από το cd σε usb, αφού πρώτα τα ανοίγει και τα ελέγχει, δείχνει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή σε ορισμένους λογαριασμούς σε αντίθεση με κάποιους άλλους. Έχουν μείνει από τη χθεσινή μέρα 97 αρχεία, εκ των οποίων τα μισά αφορούν εταιρίες και συγκεκριμένα offshore.
Εκείνος συνεχίζει να ακολουθεί την τακτική της 4ης Αυγούστου, ανοίγοντας τα ένα προς ένα, ωστόσο σε ορισμένα ο ενδιάμεσος χρόνος από το άνοιγμα τους μέχρι την αποθήκευση τους σε usb είναι κατά πολύ μεγαλύτερος από ό,τι στα υπόλοιπα. Για παράδειγμα, στα περισσότερα αρχεία η μεταφορά τους από το ένα μέσο στο άλλο διαρκεί 2″ έως 10″, ωστόσο υπάρχουν σχεδόν 10 αρχεία από τα 97 που η διαδικασία αποθήκευσης διαρκεί από 2ο» έως και 4ο», γεγονός που αποδεικνύει ότι κατά πάσα πιθανότητα τα αρχεία τράβηξαν την προσοχή του άνθρωπου που τροποποιούσε τη Λίστα. Ο άνθρωπος που τροποποίησε τη Λίστα διατηρεί ανοιχτή για 40 δευτερόλεπτα, σύμφωνα με τον εργαστηριακό έλεγχο, την καρτέλα της Μandrides Maroula Evagora.
34″ διαρκεί το άνοιγμα και εν συνέχεια η αποθήκευση του αρχείου που αφορά τον λογαριασμό του Ζaloumis Kleodemos. 32″ η καρτέλα του Vasileios Manios.
24″ τη νοικοκυρά Satrazeni Aliki.
24″ το λογαριασμό του Lanaras Christos
2o» την καρτέλα της Ventura Nahmias
Σημαντικό εύρημα αποτελεί ότι σε 8 καρτέλες πελατών της HSBC, από τις 97 που τροποποιήθηκαν στις 5 Αυγούστου 2010, παρατηρείται μια διαφορετική φόρμα πελάτη. Σε όλες τις καρτέλες των πελατών της τράπεζας εκτός από το όνομα του πελάτη περιλαμβάνονται και πολλά λεπτομερή στοιχεία για τις κινήσεις του λογαριασμού του, για τους συνδικαιούχους, για τον κωδικό του προφίλ του πελάτη, για την ημερομηνία ανοίγματος του λογαριασμού, αλλά και για τον τύπο του πελάτη κ.ά. Στις 8 αυτές καρτέλες τα στοιχεία που εμφανίζονται είναι μόνο το όνομα της εταιρίας και του μοναδικού της δικαιούχου. Το παράδοξο είναι ότι δεν λείπουν μόνο τα υπόλοιπα στοιχεία, αλλά και οι θέσεις όπου θα τοποθετούνταν τα στοιχεία. Πρόκειται για τις εταιρίες: Quakerwrd Limited, Cordelia Properties Lid, Flow invest and Finance SA, Thema Investment Co LTD, Beetos Holding SA, Swinford Company Inc, Clearsea Compania Naviera SA, Astrovenus Lid
Η αλήθεια για την πρώτη Λίστα και ο μυστηριώδης πρέσβης
Ποιος; Πότε; Τι; Η απάντηση στις τρεις αυτές ερωτήσεις είναι συνήθως η εξιχνίαση του εγκλήματος. Ως σήμερα οι απαντήσεις αυτές δεν έχουν δοθεί από τους ανθρώπους που χειρίστηκαν τη Λίστα. Η Λίστα Λαγκάρντ είναι μια Λίστα αμνησίας και αοριστολογίας για όσους πρέπει να δώσουν σαφείς απαντήσεις για όσα έπραξαν.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου δεν απαντά με ακρίβεια πότε πήρε στα χέρια του τη Λίστα. Το τοποθετεί στα μέσα Οκτωβρίου. Ανάλογες απαντήσεις δίνουν όσοι σχετίστηκαν με την παραλαβή του ντοκουμέντου. Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομίας, Ηλίας Πλασκοβίτης, επίσης τοποθετεί την παραλαβή «στο φθινόπωρο». Το ίδιο και ο πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι, Κωνσταντίνος Χαλαστάνης.
Σε όλες τις επίσημες απαντήσεις για το θέμα απαντούν με «σχετικότητα» χρόνου. Αμνησία διέπει και άλλα γεγονότα. Ο Παπακωνσταντίνου δεν θυμάται πού παρέδωσε το πρωτότυπο CD με τη Λίστα. Απαντά «στο γραφείο μου», χωρίς να αναφέρει πού. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος ξέχασε επίσης να παραδώσει τη Λίστα στον επόμενο υπουργό. Στη συνέχεια δεν απαντά τι έκανε με τη Λίστα 7 μήνες, όταν δεν είχε καμία αρμοδιότητα γι” αυτήν. Την εμφάνισε μόλις αποκαλύφθηκε η απουσία της από το υπουργικό γραφείο. Και οι δυο τους ξέχασαν να διατάξουν έρευνα ή να την παραδώσουν στους ελεγκτικούς μηχανισμούς και τον εισαγγελέα. Αντιθέτως παρήγαγαν αόριστα νομικίστικα επιχειρήματα για μη αξιοποίηση της Λίστας. Στο υπουργείο ξέχασαν να πρωτοκολλήσουν τη Λίστα, αφήνοντας έτσι να πλανάται η εντύπωση ενός «ανεπίσημου εγγράφου» που δεν μπορεί να διερευνηθεί.
Υπήρξαν έγγραφα παράδοσης
Στις 2ο Δεκεμβρίου 2012, μια αποστολή αποτελούμενη από τον Θεόδωρο Φλωράτο, στέλεχος του ΣΔΟΕ, Εμμανουήλ Σκαρμέα, προϊστάμενο της γραμματείας του εισαγγελέα Γρ. Πεπόνη, και Σμαράγδα Πιτένη, στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών, πήγε αυθημερόν στο Παρίσι και παρέλαβε το νέο αντίγραφο της Λίστας Λαγκάρντ. Η επίσκεψη στη Γαλλία δεν εξασφάλισε μόνο τη Λίστα, αλλά και σοβαρές πληροφορίες για την προηγούμενη παραλαβή. Όπως αναφέρει στην κατάθεση του στον Γρηγόρη Πεπόνη ο Θεόδωρος Φλωράτος, στις 24 Δεκεμβρίου, «στο αρμόδιο γραφείο του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών διατηρείται φάκελος και για την προηγούμενη παράδοση του ψηφιακού δίσκου που είχε παραδοθεί στον έλληνα πρέσβη κ. Κλη». Για πρώτη φορά αποκαλύπτεται πως η παράδοση της Λίστας την πρώτη φορά έγινε επίσημα και τηρήθηκαν τα έγγραφα και σχετικός φάκελος.
Αυτή η διαδικασία όμως εμφανίστηκε από την ελληνική πλευρά ως ανεπίσημη και σχεδόν ανορθόδοξη, που δικαιολογούσε τη μη συνέχιση της έρευνας. Σημαντικό είναι όμως το στοιχείο που αφορά τον πρέσβη Κλη. Ο Ηλίας Κλης υπήρξε πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι πολύ πριν παραδοθεί η Λίστα, και την περίοδο εκείνη δεν υπηρετούσε. Στην πρόταση παραπομπής του Παπακωνσταντίνου από τα κυβερνητικά κόμματα, περιέργως, αν και δεν αφορά αυτό την ουσία της πρότασης παραπομπής, ο συντάκτης διευκρινίζει πως η αναφορά στον πρέσβη Κλη έγινε από το στέλεχος του ΣΔΟΕ εκ παραδρομής. Ο Ηλίας Κλης, με τον οποίο επικοινωνήσαμε, επιμένει πως η αναφορά του ονόματος του έγινε από λάθος. Το ίδιο υποστηρίζει και ο νυν πρέσβης στο Παρίσι, Κ. Χαλαστάνης, ο οποίος φαίνεται να παρέλαβε τη Λίστα την πρώτη φορά. Υποβαθμίζει μάλιστα την παραλαβή σε ένα απλό περιστατικό παραλαβής αλληλογραφίας: «Δεν ξέραμε τι είναι αυτό το γράμμα, τι περιείχε. Απλώς μας το έδωσαν και το διαβιβάσαμε με τον διπλωματικό σάκκο. Δεν υπήρχαν συνοδευτικά έγγραφα και πρωτόκολλα. Για μας ήταν απλώς μια αλληλογραφία με αποδέκτη το υπουργείο στην Ελλάδα».
Η κατάθεση Φλωράτου αλλά και η ίδια η διπλωματική πρακτική διαψεύδουν τον έλληνα πρέσβη. Υπήρξε όμως σχέση του συνταξιοδοτημένου πρέσβη Κλη, και συμβούλου του ΣΕΒ εκείνη την περίοδο, με τη Λίστα; Το όνομα του Κλη αναφέρει σε ανύποπτο χρόνο και το πλέον αρμόδιο πρόσωπο, το οποίο γνωρίζει λεπτομέρειες για την πρώτη παράδοση. Είναι ο γενικός γραμματέας του υπουργείου, Ηλίας Πλασκοβίτης, ο οποίος στην κατάθεση του στον Πεπόνη, στις 10 Οκτωβρίου, λέει: «Περί του Φθινοπώρου του 2010, αν ενθυμούμαι καλώς, με ενημέρωσε ο υπουργός κ. Παπακωνσταντίνου ότι η υπουργός της Γαλλίας, κ. Λαγκάρντ, προτίθεται να μας παραδώσει ηλεκτρονικό αρχείο ελλήνων καταθετών σε ελβετική τράπεζα. Με παρακάλεσε να επικοινωνήσω με το γαλλικό υπουργείο Οικονομικών προκειμένου να οργανωθεί η έλευση του αρχείου στην Αθήνα. Έγινε τηλεφωνική επικοινωνία με στέλεχος του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών και συμφωνήσαμε να παραδοθεί το αρχείο σε διπλωματικό υπάλληλο της ελληνικής πρεσβείας στο Παρίσι. Κατόπιν συννενόησης με τον εκεί πρέσβη κ. Κλη, το αρχείο παρεδόθη στην ελληνική πρεσβεία και μεταφέρθηκε στο γραφείο του κ. Παπακωνσταντίνου με διπλωματικό σάκκο, νομίζω συνοδευόμενο».
Ο πρέσβης Κλης δεν είναι την εποχή εκείνη ο πρέσβης της Ελλάδας στο Παρίσι, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητο να το ξέρει κάποιο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών που ακούει για «τον πρέσβη Κλη στο Παρίσι» και τον ταυτίζει με τον εκεί έλληνα πρέσβη.
Το θέμα είναι πως η παραλαβή του αρχείου της Λίστας έγινε με παραστατικά, τα οποία όμως ουδέποτε παρουσιάστηκαν. Τα παραστατικά αυτά μπορεί βέβαια να τα ζητήσει η Εισαγγελία ή η Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής. Σημαντικό επίσης είναι να διερευνηθεί αν υπήρξε εξωθεσμική εμπλοκή ενός συνταξιούχου πρέσβη και συμβούλου του ΣΕΒ σε μια κρατική υπόθεση υψίστης σημασίας. Πηγές από τη γαλλική πρεσβεία επιμένουν πως, ενώ το CD με τη Λίστα παραδόθηκε επίσημα, αποσφραγίστηκε και στη συνέχεια διαβιβάστηκε ως ανεπίσημη επιστολή μετά από μια τηλεφωνική επικοινωνία που υπήρξε μεταξύ στελεχών της πρεσβείας με άνθρωπο στην Ελλάδα. Η παρατυπία αυτή έγινε για να δημιουργηθεί «νομικό πρόβλημα» στην αξιοποίηση της Λίστας. Είναι ένα ακόμη στοιχείο για δικαστική διερεύνηση.
ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ: Το σόι του μέσα στη Λίστα Λαγκάρντ
Του Νίκου Ανδριόπουλου
Άνθρωποι με σπουδές στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, διασυνδέσεις με μεγιστάνες της επιχειρηματικής ελίτ, ιδιαίτερα στο σκοτεινό και χρυσοφόρο κόσμο της εμπορίας οπλικών συστημάτων, και θεσμικούς ρόλους σε ισχυρά λόμπι και think tanks που πολλές φορές καθοδηγούν, αν όχι χαράζουν, την ασκούμενη πολιτική, φαίνεται πως είναι τα ονόματα που αφαιρέθηκαν από τη Λίστα Λαγκάρντ.
Τα ονόματα της Ελένης Παπακωνσταντίνου, του συζύγου της επιχειρηματία Σίμου Σικιαρίδη και του συζύγου της αδερφής της Μαρίνας, Ανδρέα Ρωσσώνη, εμπλέκονται στη νέα Λίστα Λαγκάρντ που στάλθηκε από τις γαλλικές Αρχές, αλλά με κάποιο μαγικό τρόπο είχαν εξαφανιστεί από την πρώτη που έφτασε στα χέρια του Ηot Doc λίγο πριν την δημοσιεύσει, πυροδοτώντας θύελλα αντιδράσεων για ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά σκάνδαλα της μεταπολίτευσης, το οποίο επιχειρείται να κουκουλωθεί με διαδικασίες εξπρές και απόδοση ευθυνών αποκλειστικά σε «πολιτικά πτώματα». Οι τρεις συν ένας άνθρωποι του κύκλου του Γ. Παπακωνσταντίνου, οι οποίοι εμφανίζονται στον λογαριασμό της ΗSBC με τα 1,222 εκατ. δολάρια, κλήθηκαν από τους οικονομικούς εισαγγελείς ως ύποπτοι για τέσσερα κακουργήματα -ανάμεσα τους και αυτό του ξεπλύματος μαύρου χρήματος- και για ένα πλημμέλημα. Ποιοι είναι όμως οι πρωταγωνιστές του σκανδάλου; Οι συγγενείς του πρώην τσάρου της ελληνικής οικονομίας, ο οποίος επί ημερών Γ. Παπανδρέου έβαλε τη χώρα στη δίνη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, δεν είναι σε καμία περίπτωση αυτό που θα μπορούσε κάποιος να αποκαλέσει «καθημερινοί άνθρωποι».
Οι αδερφές Παπακωνσταντίνου
Η μία από τις ξαδέρφες του πρώην υπουργού, η Ελένη Παπακωνσταντίνου, βρέθηκε στο επίκεντρο του οικονομικο-πολιτικού τυφώνα μετά τις αποκαλύψεις για τη νέα Λίστα και τα διαγραμμένα ονόματα, καθώς μετείχε στο συμβούλιο εμπειρογνωμόνων του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου. Η Ελένη Παπακωνσταντίνου, δικηγόρος στο επάγγελμα, κόρη του εκλιπόντος υπουργού της κυβέρνησης Μητσοτάκη, Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, και σύζυγος του έτερου εμφανιζόμενου στη Λίστα, Σίμου Σικιαρίδη, διετέλεσε στο παρελθόν πρόεδρος των αποφοίτων του Χάρβαρντ και συμμετείχε ως ενεργό μέλος σε μια σειρά πολυεθνικών επιχειρήσεων, όπως της Toyota, της Swarovski, της Κraft και της Ρhilip Morris. Θεωρείται εξειδικευμένη στο εταιρικό δίκαιο και τις συγχωνεύσεις εταιριών. Κατά τη διάρκεια της θητείας της στην Toyota ως νομικός σύμβουλος φέρεται να γνωρίστηκε με τον τότε διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρίας και νυν πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ, Τάκη Αθανασόπουλο, ο οποίος εν συνεχεία την απορρόφησε στο Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων, εν μέσω φημών για «άνωθεν παρέμβαση».
Μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου, η κ. Παπακωνσταντίνου υπέβαλε την παραίτηση της στη διοίκηση του ταμείου, χωρίς ωστόσο να έχει γίνει ακόμα γνωστό μέχρι τη συγγραφή του παρόντος αν έγινε δεκτή. Στην επιστολή παραίτησης της έκανε λόγο για «νόμιμη περιουσία εμού και του συζύγου μου». Εκτός των άλλων, η ξαδέρφη του πρώην «τσάρου» φέρεται να έχει έντονες ανησυχίες για την Παιδεία και την εξωτερική πολιτική, γεγονός που την οδήγησε στη γνωριμία με τον εξίσου «ανήσυχο» και ένθερμο υποστηρικτή της δράσης των ΜΚΟ, πρώην πρωθυπουργό, Γιώργο Παπανδρέου. Το όνομα της Ελένης Παπακωνσταντίνου εμφανίζεται και στο Ελληνικό Ίδρυμα Ελληνικής και Εξωτερικής Πολιτικής. Στο αμερικανόφιλο think tank της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, ΕΛΙΑΜΕΠ, η κ. Παπακωνσταντίνου τοποθετήθηκε ως νομικός σύμβουλος επί πρωθυπουργίας Παπαδήμου, ενώ στο τιμόνι του υπουργείου Οικονομικών βρισκόταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις για τη δράση του συζύγου της αδερφής της, Ανδρέα Ρωσσώνη, αναφορικά με τα εξοπλιστικά προγράμματα του Πολεμικού Ναυτικού, συνδέουν πολλά άρθρα πρωτοκλασάτων μελών του ΕΛΙΑΜΕΠ με επικοινωνιακό πόλεμο για τα «ασημικά» των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Τέλος, η πολυσχιδής κα. Παπακωνσταντίνου εντοπίζεται και ως μέλος της S&B- Βιομηχανικά Ορυκτά του πρώην προέδρου του ΣΕΒ, Οδυσσέα Κυριακόπουλου, με τα γνωστά περιβαλλοντικά προβλήματα στη Μήλο. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2004 αντικατέστησε τη Μιράντα Ξαφά ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εν λόγω εταιρίας.
Η αδερφή της, Μαρίνα Παπακωνσταντίνου, είναι επίσης δικηγόρος στο επάγγελμα. Μαζί με την Ελένη Παπακωνσταντίνου διατηρούσαν το δικηγορικό γραφείο που κληρονόμησαν από τον πατέρα τους.
Ανδρέας Ρωσσώνης
Πολιτικός μηχανικός στο επάγγελμα, ο Ανδρέας Ρωσσώνης παντρεύτηκε την κόρη του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, Μαρίνα. Το όνομα του έχει συνδεθεί με τον λογαριασμό της μίας ημέρας που φέρεται να άνοιξε ο ίδιος το 2005 στην ελβετική HSBC για λίγες μόνο ώρες, προκαλώντας πονοκέφαλο στις εισαγγελικές αρχές για τη σκοπιμότητα του. Πρόκειται για έναν πολύ καλά δικτυωμένο επιχειρηματία, δημοφιλή στους διαδρόμους του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και συγκεκριμένα του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, για την «εξειδίκευση» του στα οπλικά συστήματα.
Όπως παραδέχονται ανώτατοι αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού σε πλειάδα δημοσιευμάτων στον Τύπο, ο κ. Ρωσσώνης είναι ένας από τους «μεγάλους παίχτες» στα εξοπλιστικά του ΓΕΝ, καθώς τα περισσότερα από τα πλοία του ΠΝ είναι πλέον εξοπλισμένα με πολυβόλα ιταλικής προέλευσης και συγκεκριμένων εταιριών, αντιπρόσωπος των οποίων στην Ελλάδα εμφανιζόταν ο ίδιος. Από τη δεκαετία του 1980 και τα επόμενα έτη, ο σύζυγος της Μαρίνας Παπακωνσταντίνου με τον συνεταίρο του, Αλβέρτο Μοδιάνο, κατάφεραν να κερδίσουν δεκάδες διαγωνισμούς για προμήθειες οπλικών συστημάτων για ελληνικά πολεμικά σκάφη, με τη μερίδα του λέοντος να αφορά στα πυροβόλα OTO Melara, τα οποία συναντάμε στα περισσότερα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού.
Το βάθος χρόνου που εντοπίζονται οι προμήθειες των ιταλικών εξοπλιστικών συστημάτων καταδεικνύει τα γερά θεμέλια που είχε βάλει ο Αν. Ρωσσώνης στο υπουργείο της λεωφόρου Μεσογείων, ανεξαρτήτως πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας. Μέλος της εταιρίας που είχαν συστήσει οι δύο επιχειρηματίες από το 2001, «Μοδιάνο – Ρωσσώνης Ανώνυμη Εταιρία Τεχνικές και Εμπορικές Αντιπροσωπείες», εμφανίζεται, σύμφωνα με το ΦΕΚ 4515/18-6-08, και η σύζυγος του δεύτερου και ξαδέρφη του πρώην υπουργού, Μαρίνα Παπακωνσταντίνου.
Το όνομα Rossonis, όπως αναγράφεται και στη Λίστα Λαγκάρντ, συναντάται ωστόσο και σε εξοπλισμούς της Πολεμικής Αεροπορίας. Επί υπουργίας Άκη Τσοχατζόπουλου, το ΚΥΣΕΑ το 2002 προκήρυξε διαγωνισμό για την προμήθεια 12 μεταγωγικών αεροσκαφών. Το 2010, όταν στο τιμόνι του υπουργείου Εθνικής Άμυνας βρισκόταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος, η ιταλική αεροναυπηγική εταιρία Allenia αναδείχθηκε ανάδοχος του έργου. Αντιπρόσωπος της εν λόγω εταιρίας ήταν τότε ο Θ. Ασημακόπουλος, επικοινωνιολόγος του Φ. Κουβέλη και μετέπειτα σύμβουλος του Γ. Παπανδρέου, το όνομα του οποίου είχε εμπλακεί και στο σκάνδαλο της Proton Bank του Λαυρέντη Λαυρεντιάδη.
Η ηγεσία ωστόσο του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας είχε εκφράσει έντονες αμφιβολίες για την καταλληλότητα των μεταγωγικών Allenia C-27, καθώς είχαν διαπιστωθεί δεκάδες προβλήματα, με σημαντικότερο ότι τα πιλοτήρια τους εν ώρα πτήσης έμπαζαν νερά! Οι ενστάσεις του ΓΕΑ οδήγησαν στη μη παραλαβή όλων των αεροσκαφών, αλλά μόνο ορισμένων εξ αυτών, κατόπιν παρασκηνιακών πιέσεων, τις οποίες ο Τύπος της περιόδου αποδίδει στο δίδυμο Ρωσσώνη-Μοδιάνο. Από τα μεταγωγικά που παρελήφθησαν από το ελληνικό δημόσιο, σήμερα ικανό πτήσης είναι μονάχα ένα.
Η ενασχόληση του Ανδρέα Ρωσσώνη με τα εξοπλιστικά του Πολεμικού Ναυτικού τον έφερε πιο κοντά στον λιβανέζο ιδιοκτήτη των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά, Ισκαντάρ Σάφα. Μάλιστα, ο πρώτος φέρεται, σύμφωνα με δημοσιεύματα, να διαδραμάτισε ιδιαίτερο ρόλο στην απόφαση αναθεώρησης της σύμβασης για την προμήθεια των υποβρυχίων Yype «214», λόγω της επαγγελματικής σχέσης που είχε με τον νέο ιδιοκτήτη των ναυπηγείων.
Τον Σεπτέμβριο του 2010 ο Ευάγγελος Βενιζέλος από τον υπουργικό θώκο της Μεσογείων σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών και τον Γ. Παπακωνσταντίνου συμφώνησαν στην παραγγελία δύο ακόμα υποβρυχίων, κόστους επιπλέον 480 εκατ. ευρώ, την ώρα που οι γερμανοί ανάδοχοι ήταν έτοιμοι να πληρώσουν ρήτρες εκατομμυρίων ευρώ για τον «Παπανικολή» που έγερνε και ενώ η χώρα είχε ήδη εισέλθει στον κυκεώνα του μνημονίου.
Σίμος Σικιαρίδης
Ο Σ. Σικιαρίδης, σύζυγος της Ελένης Παπακωνσταντίνου, το όνομα του οποίου επίσης αναφέρεται στη Λίστα Λαγκάρντ, είναι ένας οικονομολόγος με εντονότατη επιχειρηματική δράση. Γόνος γνωστής οικογενείας, σχετικά νωρίς στην καριέρα του ανέλαβε χρέη διευθυντικού στελέχους στην εταιρία ΑΓΕΤ Ηρακλής, ενώ, όταν αποχώρησε από την εταιρία, ανέλαβε σύμβουλος διάφορων εταιριών που είχαν εκδηλώσει ενδιαφέρον για την αγορά της και συμμετείχε ενεργά στην εμπορία τσιμέντων.
Από το 1987 εργάζεται ως σύμβουλος στην υλοποίηση συγχωνεύσεων και εξαγορών εταιριών, ενώ τη οεκαετία 1995-2004 διετέλεσε διευθύνων σύμ-βουλος στην Εmporiki Venture Capital. Στον όμιλο της Εμπορικής Τράπεζας γνωρίστηκε και συνεργάστηκε με τους δύο σημερινούς ισχυρούς άνδρες της ελληνικής οικονομίας, τον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα και τον πρόεδρο της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργο Προβόπουλο. Το Σικιαρίδειο Ίδρυμα, το οποίο φροντίζει για την κατάρτιση παιδιών και νέων με νοητική υστέρηση και μαθησιακές δυσκολίες και στο οποίο μετέχει ως πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου ο σύζυγος της Μαρίνας Παπακωνσταντίνου, φλερτάρει τον τελευταίο χρόνο με το λουκέτο, παρά το γεγονός ότι αποτελεί ένα από τα καλύτερα χρηματοδοτούμενα και επιδοτούμενα ιδρύματα στη χώρα. Σύμφωνα με την απάντηση του υφυπουργού Εργασίας Νικόλαου Παναγιωτόπουλου σε επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε στη Βουλή η βουλευτής του ΚΚΕ Λιάνα Κανέλλη, το Σικιαρίδειο φέρεται να έχει λάβει από το 2000 έως και το 2011 κάτι περισσότερο από 11.5 εκατομμύρια ευρώ κρατική επιχορήγηση, που χαρακτηρίστηκε «πολυτελέστατη ευχέρεια». Αυτή τη στιγμή σύμφωνα με τα λεγόμενα του αρμόδιου υπουργού, ο πρόεδρος του ιδρύματος «ζητά 1,4 εκατ. ευρώ ακατέβατα για να συνεχίσει να λειτουργεί».
Προσπαθώντας να κρύψουν τον όγκο (ποινικών ευθυνών) Βενιζέλου
Του Κώστα Βαξεβάνη
Ενα από τα γνωστά κλισέ της πολιτικής είναι το «πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού». Δυστυχώς η τρικομματική κυβέρνηση που αποφάσισε να συντάξει μια γρήγορη πρόταση παραπομπής του Γιώργου Παπακωνσταντίνου στην Προανακριτική της Βουλής ασκεί πλέον την πολιτική ως τέχνη του ανέφικτου. Στην περίπτωση της υπόθεσης «Λίστα Λαγκάρντ», το ανέφικτο είναι να αποσιωπηθούν οι ευθύνες του Ευάγγελου Βενιζέλου. Του υπουργού δηλαδή που δεν αξιοποίησε τη Λίστα, την αφαίρεσε από το υπουργείο, την χειρίστηκε ιδιωτικά επί η μήνες (πώς αλήθεια;) και στη συνέχεια ανακάλυψε πως υπάρχει.
Οι λόγοι που γίνεται έντονη προσπάθεια να βγει από το κάδρο των ευθυνών ο Βενιζέλος είναι μάλλον απλοί. Ο Βενιζέλος, αν παραπεμφθεί, θα ρίξει την τρικομματική κυβέρνηση. Όχι, δηλαδή, δεν θα ζητήσει να ερευνηθούν οι κατηγορίες ευθυνών του, όπως θα έκανε οποιοσδήποτε αξιοπρεπής πολιτικός που δεν θέλει να υπάρχουν σκιές εναντίον του. Ο δεύτερος λόγος είναι πως με τη θυσία Παπακωνσταντίνου μπορούν να προφασίζονται κάθαρση και τιμωρία, καλύπτοντας όσα πραγματικά έχουν γίνει με τη Λίστα, που όπως διαβάζετε σε αυτό το τεύχος είναι πέρα από όσα έχουν παραδεχθεί και δηλώσει δημόσια.
Στις 7 Οκτωβρίου 2012, στις 10:40 το πρωί, ο Ευάγγελος Βενιζέλος πέρασε την πόρτα του Οικονομικού Εισαγγελέα Γρ. Πεπόνη. Μετά τις αμοιβαίες τυπικότητες αλλά και φιλοφρονήσεις που υπήρξαν από τις δύο πλευρές, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ άρχισε να καταθέτει στον εισαγγελέα για την υπόθεση της Λίστας Λαγκάρντ. Είχε επιλεγεί το πρωί της Κυριακής για να καταθέσουν μυστικά για την υπόθεση τόσο ο Βενιζέλος όσο και ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Οι οικονομικοί εισαγγελείς στην έρευνα τους αναζητούσαν τις ευθύνες για τη μη αξιοποίηση της Λίστας από υπουργούς αλλά και υπηρεσιακούς παράγοντες.
Στις 26 Νοεμβρίου ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου διαβίβασε στη Βουλή τη δικογραφία για τη μη αξιοποίηση της Λίστας Λαγκάρντ. Η διαβίβαση στη Βουλή σήμαινε πολύ απλά πως οι εισαγγελείς είχαν εντοπίσει πιθανές ευθύνες υπουργών στην υπόθεση, και με βάση τον νόμο (του ίδιου του Βενιζέλου περί ευθύνης υπουργών) έπρεπε να διαβιβάσουν στη Βουλή, η οποία είχε την ευθύνη να διερευνήσει την ευθύνη των υπουργών.
Από τις 26 Νοεμβρίου η δικογραφία θάφτηκε. Τα τρία κυβερνητικά κόμματα που στις 31 Δεκεμβρίου κατέθεσαν πρόταση για να παραπεμφθεί ο Παπακωνσταντίνου για πιθανή αλλοίωση της Λίστας δεν ανέφεραν το παραμικρό για τις ευθύνες της μη αξιοποίησης. Για τη μη είσπραξη δηλαδή φόρων από τους φοροφυγάδες της Λίστας. Είναι προφανές. Το «κατηγορητήριο» κατά του Παπακωνσταντίνου απαλλάσσει πλήρως τον Βενιζέλο, εξετάζοντας μόνο την αλλοίωση. Ακόμη όμως και στο θέμα της αλλοίωσης πρέπει η Προανακριτική της Βουλής να εξετάσει τις ευθύνες Βενιζέλου, αφού υπήρξε ένας από αυτούς που χειρίστηκαν τη Λίστα, θα μπορούσε δηλαδή να την αλλοιώσει. Όχι μόνο δεν τον οδηγεί στην Προανακριτική για να εξεταστούν οι ευθύνες του, αλλά είναι χαρακτηριστικό πως στο ιστορικό της υπόθεσης, όπως καταγράφεται από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ που παραπέμπουν τον Παπακωνσταντίνου, για τον Βενιζέλο, ο οποίος κράτησε τη Λίστα 14 μήνες, από τους οποίους τους η παράνομα, υπάρχει μόνο μία πρόταση: «Ο κ. Βενιζέλος απέστειλε στο γραφείο του πρωθυπουργού, κου Αντώνη Σαμαρά, το παραπάνω USB». Ενώ για όλους τους εμπλεκόμενους αναφέρει τι έκαναν με αυτό το USB, για τον Βενιζέλο δεν αναφέρει απολύτως τίποτα.
Πώς το χειρίστηκε ως υπουργός, γιατί δεν το παρέδωσε στο υπουργείο όταν έφυγε, πώς το χειρίστηκε ιδιωτικά; Όλα αυτά τα ερωτήματα δεν αποτελούν το πλαίσιο της φυσικής περιέργειας αλλά και της ποινικής ευθύνης για τον Βενιζέλο; Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πρέπει να ελεγχθεί για σοβαρές ποινικές ευθύνες που είναι πιθανόν να έχει αφού:
Δεν έδωσε εντολή ελέγχου
Δεν έδωσε καμιά εντολή στα όργανα του υπουργείου και τις ελεγκτικές Αρχές να πραγματοποιήσουν ελέγχους για τη Λίστα. Το κυριότερο είναι ότι, όπως και ο Παπακωνσταντίνου, δεν παρέδωσε τη Λίστα στον αρμόδιο εισαγγελέα. Αυτός ήταν ο μόνος που μπορούσε να αποφανθεί για τη νομιμότητα ή όχι του υλικού, και όχι ο υπουργός ή οποιοσδήποτε υπηρεσιακός παράγοντας. Οι δύο υπουργοί θα μπορούσαν ακόμη να νομοθετήσουν για την αξιοποίηση του υλικού, όπως έκαναν για δεκάδες ακόμη περιπτώσεις.
Με τον ίδιο τρόπο που ο Βενιζέλος θεσμοθέτησε το ακαταδίωκτο για τον εαυτό του στους χειρισμούς που έκανε στο σκάνδαλο Λαυρεντιάδη, θα μπορούσε να θεσμοθετήσει και την έρευνα. Σε κάθε περίπτωση, η Λίστα μπορούσε να αξιοποιηθεί χωρίς νομικό υπόβαθρο, όπως γίνεται με χιλιάδες ανώνυμες καταγγελίες που φτάνουν στις ελεγκτικές αρχές και το ΣΔΟΕ. Ο Βενιζέλος, με το πρόσχημα της «παρανόμως κτηθείσας» Λίστας, σταμάτησε κάθε έρευνα από το ΣΔΟΕ. Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ο γενικός γραμματέας Γιάννης Διώτης, «αν ο κ Βενιζέλος είχε δώσει εντολή ελέγχου, θα προχωρούσα». Με τον τρόπο αυτό ο Βενιζέλος έκανε παράβαση καθήκοντος.
Στέρησε έσοδα από το Δημόσιο
Η παρεμπόδιση του ελέγχου δεν είχε ως αποτέλεσμα μόνο την «προστασία» εκδοτών, υπουργών, επιχειρηματιών που τα ονόματα τους υπήρχαν στη Λίστα, αλλά στέρησε από το Δημόσιο έσοδα από είσπραξη φόρων. Η είσπραξη αυτή μπορούσε να γίνει με εντολή να ελεγχθούν τα ονόματα της Λίστας, χωρίς να χρειαστεί να γίνει ποτέ αναφορά σε αυτήν. Και όλα αυτά την περίοδο που ο Βενιζέλος νομοθετούσε εισπρακτικά μέτρα κατ” αποκλειστικότητα για τα χαμηλά εισοδήματα. Συνεπώς ο Βενιζέλος είναι ελέγξιμος για το αδίκημα της απιστίας («απιστία διαπράττει όποιος, εν γνώσει του, ζημιώνει την περιουσία άλλου, της οποίας (περιουσίας) έχει τη διαχείριση ή την επιμέλεια, βάσει Νόμου ή βάσει δικαιοπραξίας» άρθρο 390 ΠΚ).
Αφαίρεσε έγγραφα
Αφου επί 7 μήνες που κατείχε τη Λίστα ως υπουργός ο Βενιζέλος την καταχώνιασε, στη συνέχεια, όταν έφυγε από το σηοοργείο Οικονομικών (21 Μαρτίου), δεν την παρέδωσε στον επόμενο υπουργό, αλλά την πήρε μαζί του. Έκανε δηλαδή υπεξαγωγή εγγράφου. Σύμφωνα με το άρθρο 242 του Ποινικού Κώδικα, το οποίο χρησιμοποιούν για να παραπέμψουν τον Παπακωνσταντίνου «με την ίδια ποινή τιμωρείται ο υπάλληλος (σ.σ. ο υπουργός θεωρείται δημόσιος υπάλληλος) ο οποίος με πρόθεση νοθεύει, καταστρέφει, βλάπτει ή υπεξάγει έγγραφο». Πώς τα κόμματα που παραπέμπουν τον Παπακωνσταντίνου για νόθευση δεν παραπέμπουν τον Βενιζέλο για υπεξαγωγή; Αν γίνει αποδεκτή η επιχειρηματολογία Βενιζέλου ότι η Λίστα δεν ήταν νομίμως κτηθείσα, τότε τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή ο ίδιος είχε στην κατοχή του εξωυπηρεσιακά παράνομο υλικό. Πρέπει επίσης να διερευνηθεί τι έκανε ο Βενιζέλος με τη Λίστα στο σπίτι ή στην τσέπη του επί μήνες. Τι είδους χρήση; Το μόνο που γνωρίζουμε είναι πως στις 1η Οκτωβρίου, όταν ο Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε στους Financial Times πως δεν παρέλαβε καμία Λίστα από τον προκάτοχο του, ο Βενιζέλος εμφανίστηκε στο γραφείο του πρωθυπουργού και παρέδωσε τη Λίστα. Έκανε δηλαδή και αυτόν αποδέκτη προϊόντων εγκλήματος.
Είναι προφανές πως η μη παραπομπή Βενιζέλου και μάλιστα με τη δικογραφία που διαβιβάστηκε στη Βουλή στις 26 Νοεμβρίου δεν έχει να κάνει σε τίποτα με τους νόμους, αλλά με εξωθεσμικές λειτουργίες και συμφωνίες. Ακόμη και ο νόμος που έχανε ο Βενιζέλος για να προστατεύει τους υπουργούς από την τιμωρία (να είχε στο μυαλό του άραγε πως θα είναι ένας από αυτούς;) δεν μπορεί αυτή τη φορά να τον προστατεύσει. Όποιος λοιπόν αναλάβει να το κάνει συνεχίζει προφανώς μια παραθεσμική μεθόδευση.
==========================
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.