Προσηλωμένος στα καθήκοντά του ως νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι, από την προηγούμενη Παρασκευή που ορκίστηκε, ο Προκόπης Παυλόπουλος. Ειδικά αύριο Δευτέρα όμως η σκέψη του θα είναι στραμμένη στο Συμβούλιο της Επικρατείας στο οποίο κρίνεται μια υπόθεση «ξεχασμένη» μεν, αλλά τεράστιας σημασίας με πολλές -και κυρίως άγνωστες και γκρίζες- πτυχές.
Η συζήτηση στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο αφορά την πτώση του στρατιωτικού ελικοπτέρου Σινούκ ανοικτά του Άθω τον Σεπτέμβριο του 2004 και τον τραγικό θάνατο 17 ανθρώπων, ανάμεσά τους και του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρου. Στα αίτια της τραγωδίας αυτής -σχεδόν έντεκα χρόνια μετά- δεν έχει ριχτεί ακόμη φως ενώ πρόσφατα ο φάκελος συνδέθηκε και με την δικαστική έρευνα για μίζες στα εξοπλιστικά προγράμματα του υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Εκτός από το πολιτικό και το ευρύτερο ενδιαφέρον, για τον κ. Παυλόπουλο η υπόθεση εδώ και λίγο καιρό απέκτησε και άλλο χαρακτήρα καθώς αναμείχθηκε σε αυτήν ως νομικός. Συγκεκριμένα, οι συγγενείς των θυμάτων ύστερα από την πολύχρονη προσπάθεια να βρεθεί η αλήθεια και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν, αποφάσισαν να προσφύγουν στο ...
Συμβούλιο της Επικρατείας. Ένας από τους δικηγόρους που ανέλαβε την υπόθεση ήταν και ο κ. Παυλόπουλος με σκοπό να τεκμηριώσει νομικά την άποψη περί ευθύνης του Δημοσίου για την πτώση του Σινούκ. Μάλιστα με δεδομένες τις ποικίλες εκδοχές που έχουν διατυπωθεί για τους λόγους της τραγωδίας -η οποία σημειώθηκε ενόσω ο, μόλις λίγων μηνών πρωθυπουργός τότε, Κώστας Καραμανλής βρισκόταν για την ΔΕΘ στην Θεσσαλονίκη- αλλά και τα μεγάλα συμφέροντα που ενεπλάκησαν, είναι φανερό ότι το ενδιαφέρον για την έκβαση της υπόθεσης δεν περιορίζεται στα στενά νομικά πλαίσια.
Στις πρώτες φάσεις του δικαστικού αγώνα τους, οι οικογένειες των θυμάτων προσπάθησαν να αποδείξουν την υπαιτιότητα των αρμοδίων κρατικών οργάνων, αλλά και τις πιθανές ευθύνες της κατασκευάστριας εταιρείας. Μάλιστα ο πληρεξούσιος δικηγόρος της οικογένειας του Πατριάρχη, κ. Στέλιος Γρηγορίου, που δεν σταμάτησε ούτε στιγμή από την πρώτη ημέρα να αναζητά την αλήθεια και τους υπευθύνους, κατέθεσε αγωγή στα αμερικανικά δικαστήρια ακόμη και εναντίον της Μπόινγκ που μαζί με τις Goodrich PECS και Honeywell παράγει τα Σινούκ.
Πάντως το Διοικητικό Εφετείο τόσο της Αθήνας όσο και του Πειραιά, παρά τις αρχικές πρωτόδικες αποφάσεις, έκριναν ότι οι συγγενείς των θυμάτων δεν δικαιούνται αποζημίωση. Αν και αναγνωρίστηκε ότι υπήρξαν τυπικές παραβάσεις κατά την διάρκεια της μοιραίας πτήσης, δεν εντοπίστηκε παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων του Δημοσίου. Σε πρώτο βαθμό, στους περισσότερους από τους συγγενείς είχαν επιδικαστεί αποζημιώσεις περίπου 6,8 εκ. ευρώ και είχε καταλογιστεί ευθύνη στο ελληνικό δημόσιο.
Όπως προκύπτει από τη δικογραφία, για την υπόθεση υπάρχει και πόρισμα του Γενικού Επιτελείου Στρατού από το 2008 το οποίο όμως με Διαταγή του τότε Υπουργού Εθνικής Αμυνας Ευάγγελου Μειμαράκη παραμένει απόρρητο εμποδίζοντας την πλήρη διαλεύκανση της τραγωδίας. Άλλωστε και το Πόρισμα της Επιτροπής Πραγματογνωμόνων του Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης αναφέρει ότι δεν κατέστη δυνατή η διακρίβωση «των ακριβών αιτίων του ατυχήματος». Ενδεχομένως η δικαστική εξέλιξη να ήταν διαφορετική αν οι εκάστοτε υπουργοί Εθνικής Άμυνας δέχονταν να δώσουν το πόρισμα αυτό ενώ ενώπιον ανάλογου αιτήματος αναμένεται να βρεθεί και ο νέος υπουργός Πάνος Καμμένος με την ελπίδα ότι θα διαφοροποιηθεί από τους προκατόχους του. Μέχρι τώρα πάντως όλοι οι συναρμόδιοι υπουργοί, από το 2004, απέφευγαν να πάρουν οποιαδήποτε πρωτοβουλία σχετικά με την υπόθεση αυτή.
Ύστερα από αυτές τις εξελίξεις περίπου 30 συγγενείς των θυμάτων προσέφυγαν στο ΣτΕ ζητώντας αποζημιώσεις δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ από το Ελληνικό Δημόσιο λόγω ψυχικής οδύνης. Οι πρώτες υποθέσεις συζηττήθηκαν στο Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 20 Οκτωβρίου 2014 οπότε και παρέστη ως ένας εκ των εκπροσώπων των συγγενών ο κ. Παυλόπουλος. Αύριο θα συζητηθούν και οι υπόλοιπες προσφυγές προκειμένου να εκδοθεί, το προσεχές διάστημα, η απόφαση που θα είναι κοινή για όλες τις περιπτώσεις.
Όπως και ενώπιον του κ. Παυλόπουλου, η συνήγορος του Δημοσίου αναμένεται να υποστηρίξει και τώρα ότι δεν υπάρχει παρανομία και ότι δεν υπάρχει «αιτιώδης σύνδεση» του ατυχήματος με το άρθρο 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα που προβλέπει την καταβολή αποζημίωσης για λάθη και παραλείψεις των κρατικών οργάνων, αλλά ούτε με το άρθρο 4 του Συντάγματος που προβλέπει «ευθύνη από διακινδύνευση».
Οι προτάσεις του Προκόπη Παυλόπουλου.
Στο πολυσέλιδο κείμενο των προτάσεων που έχει καταθέσει στο ΣτΕ, όπως αποκαλύπτει σήμερα η «κυριακάτικη δημοκρατία», ο κ. Παυλόπουλος επικαλείται το άρθρο 4 του Συντάγματος και τονίζει ότι «η αστική ευθύνη του Δημοσίου, στην περίπτωση της αποζημίωσης των θυμάτων του Chinook, πρέπει ν’ αντιμετωπισθεί με βάση την θεωρία της κινδυνώδους δράσης της δημόσιας διοίκησης». «Σ’ αυτό το πεδίο η αστική ευθύνη του Δημοσίου παράγεται αυτομάτως, ήτοι χωρίς την ανάγκη διάγνωσης πταίσματος ούτε άλλης μορφής παρανομίας, αρκεί μόνο να επέλθει ο κίνδυνος και να δημιουργηθεί η ζημία» όπως αναφέρει.
Προσπαθώντας να ξεπεράσει το επιχείρημα του δημοσίου (που διευκολύνθηκε από τη διατήρηση ως απορρήτου του πορίσματος του ΓΕΣ) ότι δεν προέκυψαν λάθη κρατικών οργάνων και για να καταδείξει «τη ζημία που υπέστησαν τα θύματα από την πτώση του CHINOOK», ο κ. Παυλόπουλος προβάλει τα εξής:
«1. Τ’ αρμόδια διοικητικά όργανα ανέπτυξαν, κατά τις κείμενες διατάξεις περί αρμοδιότητάς τους in concreto, κινδυνώδη δράση, με το ν’ αναλάβουν την ευθύνη μεταφοράς του Πατριάρχη και της συνοδείας του με ελικόπτερο της πολεμικής αεροπορίας, έστω και διασκευασμένο σε V.I.P. Η κινδυνώδης αυτή δράση συνδέεται με την χρησιμοποίηση ιπτάμενου μέσου, η πτήση του οποίου εξ ορισμού συνεπάγεται κίνδυνο, όπως αποδεικνύεται και από το αντίστοιχο διεθνές νομικό καθεστώς αποζημίωσης στο πεδίο των πτήσεων αεροσκαφών της πολιτικής αεροπορίας.
2. Από τη στιγμή που επήλθε ο κίνδυνος –πτώση του CHINOOK- συντρέχει, εκ μόνον του λόγου τούτου, το «παράνομο» των διατάξεων του άρθρου 105του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα. Δεν απαιτείται δε, για τη γένεση της αστικής ευθύνης του Δημοσίου στην προκείμενη περίπτωση, η αναζήτηση οιασδήποτε παράλειψης της δημόσιας διοίκησης, αναφορικά με την κατασκευή και την συντήρηση του ελικοπτέρου ή με τους χειρισμούς του πληρώματος. Μ’ άλλες λέξεις δεν απαιτείται η αναζήτηση κάποιου πταίσματος, οιασδήποτε μορφής. Διότι, στην αντίθετη περίπτωση, η in concreto κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ αντικειμενική αστική ευθύνη θα μετατρεπόταν, εμμέσως πλην σαφώς, σε υποκειμενική. Κάτι εντελώς αντίθετο τόσο με το γράμμα και το πνεύμα των διατάξεων τούτων όσο και με την κατά τα προαναφερόμενα συνταγματική τους θεμελίωση. Εξάλειψη της in concreto αστικής ευθύνης του Δημοσίου θα μπορούσε να προκαλέσει μόνον η θραύση του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της προμνημονευόμενης παρανομίας και της ζημίας των θυμάτων η οποία δεν συντρέχει εδώ. Πραγματικά μόνον ανωτέρα βία θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια θραύση (π.χ. μη προβλέψιμες, δυσμενέστατες, καιρικές συνθήκες, κατάρριψη του ελικοπτέρου κλπ), κάτι που, όμως, έχει σαφώς αποκλεισθεί από όλα τα δεδομένα της δικογραφίας. Επισημαίνεται εν τέλει ότι αυτή η ερμηνεία κι εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ στην περίπτωση του CHINOOK εναρμονίζει –όπως είναι νομικώς, και δη συνταγματικώς, αναγκαίο- εν πολλοίς το καθεστώς της αστικής ευθύνης του Δημοσίου στην περίπτωση αεροπορικών ατυχημάτων με το αντίστοιχο, διεθνοποιημένο, καθεστώς στην περίπτωση ατυχημάτων της πολιτικής αεροπορίας».
Οι μίζες και η δικαστική έρευνα
Η προμήθεια των επτά ελικοπτέρων Σινούκ είχε γίνει απευθείας από την κατασκευάστρια εταιρεία BOEING με υπογραφή του τότε υπουργού Εθνικής Αμυνας Απόστολου Τσοχατζόπουλου και η παράδοσή τους είχε πραγματοποιηθεί στις 21.12.2001. Ως αντιπρόσωπος της ΒΟΕΙΝG στην Ελλάδα ενεργούσε η ελληνική εταιρεία ΑΧΟΝ τόσο για την εκτέλεση της προμηθείας όσο και την υλοποίηση των Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων (τα λεγόμενα offsets).
Μετά την πτώση του Σινούκ διατάχθηκε προκαταρκτική εξέταση προς διερεύνηση του αδικήματος της απιστίας κατά παντός υπευθύνου και ειδικότερα σε σχέση με τη νομιμότητα της προμηθείας όσον αφορά την καταλληλότητα και την τεχνική επάρκεια σε συνδυασμό με το ύψος της προμήθειας. Τότε η δικογραφία όπως και άλλες δύο σχετικές έρευνες ετέθησαν στο αρχείο αλλά ύστερα από αρκετά χρόνια ο αρμόδιος ανακριτής ανέσυρε την υπόθεση και άρχισε, σύμφωνα με πληροφορίες της κυριακάτικης δημοκρατίας να την ερευνά πάλι. Αυτό που έπαιξε ρόλο ήταν οι δικαστικές εξελίξεις (καταδίκες, προφυλακίσεις, ανακρίσεις κλπ) της τελευταίας περιόδου γύρω από τις μίζες των εξοπλιστικών. Μεσολάβησε και η πολυσέλιδη μηνυτήρια αναφορά του συνηγόρου της οικογένειας του πατριάρχη, κ. Στ. Γρηγορίου, προς την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ο οποίος με αφορμή την καταδίκη του Ακη Τσοχατζόπουλου επεσήμανε το συμπέρασμα ότι «η εκάστοτε προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού και πολεμικού υλικού για τις ανάγκες των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων συνοδεύετο αφεύκτως από την καταβολή παράνομης αντιπαροχής από άγνωστη πηγή προέλευσης προς εξωχώριες εταιρείες, υπό τις οποίες υποκρύπτονται ορισμένα εκ των καταδικασθέντων πρωτοδίκως, πολιτικών και μη, προσώπων».
«Τα πρόσωπα τούτα ευθέως έλαβον την πολιτική και τεχνική απόφαση γιά την προμήθεια των ελικοπτέρων CHINOOK, μεταξύ των οποίων και του επιμάχου ελικοπτέρου, εντός του οποίου απώλεσαν την ζωή τους οι 17 επιβαίνοντες, παρά το γεγονός ότι αιδημόνως ουδεμία αναφορά εγένετο εις την προμήθεια τούτη». Κατά τον κ. Γρηγορίου, που θεωρεί ότι στο πλαίσιο του σκανδάλου των εξοπλιστικών έγινε το 1998 προμήθεια προβληματικών ελικοπτέρων, μεταξύ των οποίων και του επίμαχου Chinook,η υπόθεση «εμπίπτει εις την περίπτωσιν της ποινικώς αξιόλογης απιστίας εν τη υπηρεσία, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν προβλήματα εις την πτητική και μαχητική ικανότητα αυτών, τα οποία, συνδέονται αιτιωδώς με την πτώση του επιμάχου ελικοπτέρου την 11.9. 2004». Όπως επισημαίνει μάλιστα είναι «η μοναδική περίπτωσις», όσον αφορά τις υποθέσεις των μιζών, «κατά την οποία τούτα συρρέουν αληθώς προς την κακουργηματική έκθεση εις κίνδυνο ζωής και τον θάνατον των 17 επιβαινόντων, μεταξύ των οποίων ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Πέτρος Ζ».
Με ανάλογο υπόμνημα προς τον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος παραθέτει επίσης σειρά εγγράφων από τα οποία προκύπτει, όπως υποστηρίζει, η ύπαρξη «τεχνικών προβλήμάτων, τα οποία ήγειρον ζήτημα ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΠΤΗΣΕΩΝ των επιμάχων ελικοπτέρων!».
Ζητώντας επίσης να γίνει γνωστό το απόρρητο υπόμνημα του ΓΕΣ υπογραμμίζει ότι: «Το έγγραφο τούτο είναι λίαν καθοριστικό να αποδεσμευθεί, καθώς εις τούτο περιέχεται κατά πάσα πιθανότητα ΟΛΗ Η ΑΛΗΘΕΙΑ της πτώσεως, και δεν πρέπει να καταλαμβάνεται υπό του απορρήτου, καθότι η πτήσις δεν αφορά αποκλειστικώς ως επιβαίνοντες μόνον το στρατιωτικό προσωπικό της μονάδος, αλλά και πολίτες, οι οικογένειες των οποίων νομιμοποιούνται να γνωρίζουν την αλήθεια για τα αίτια της πτώσεως. Προδήλως δε, δεν νοείται η ύπαρξις Απορρήτου Πορίσματος, ειδικώς επί του εν λόγω συμβάντος, καθήν στιγμήν επέβαινον επί του επιμάχου ελικοπτέρου 12 πολίτες, οι οποίοι αξιώνουν εισέτι την αποζημίωση ψυχικής οδύνης των».
Ποιοι χάθηκαν και τα σενάρια για την πτώση
Η τραγωδία, που συντάραξε την Ελλάδα και όχι μόνο, είχε σημειωθεί στις 11 Σεπτεμβρίου 2004 όταν κατέπεσε το στρατιωτικό ελικόπτερο που είχε προορισμό τη Μονή Βατοπαιδίου και μετέφερε τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρο Ζ΄ μαζί με Ιεράρχες και στελέχη του Πατριαρχείου. Μαζί με τον Πατριάρχη χάθηκαν οι μητροπολίτες Πηλουσίου Ειρηναίος, Καρθαγένης Χρυσόστομος, Μαδαγασκάρης Νεκτάριος, οι αρχιμανδρίτες, Αρσένιος, καθηγούμενος Ιεράς Μονής Μαχαιρά και Καλλίστρατος Οικονόμου καθώς και ο διάκονος Νεκτάριος Κοντογιώργος. Τους κληρικούς συνόδευαν νομικός σύμβουλος του Πατριάρχη Γεώργιος Μαύρος, ο τεχνικός σύμβουλος Πάτροκλος Παπαστεφάνου, ο δημοσιογράφος Γεώργιος Ξενουδάκης, ο Σπυρίδων Κουρσάρης, αστυνομικός της προσωπικής ασφαλείας του Πατριάρχη και ο αδερφός του Πατριάρχη Γεώργιος Παπαπέτρου.
Το πλήρωμα του μοιραίου Σινούκ αποτελούσαν:
- Ο αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Παπασπύρου, διοικητής του 4ου ΤΕΑΣ
- Ο ταγματάρχης (ΑΣ) Παναγιώτης Παπαναστασίου
- Ο ανθυπασπιστής (ΤΧ) Στυλιανός Ράπτης
- Ο αρχιλοχίας (ΤΧ) Παντελεήμων Χατζηβαγγάλης και
- Ο επιλοχίας (ΤΧ) Παναγιώτης Γολεγός.
Μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί τα σώματα του επίσκοπου Μαδαγασκάρης Νεκτάριου Κελλή, του Γεώργιου Μαύρου, του Κυβερνήτη του ελικοπτέρου Δημήτριου Παπασπύρου και του επιλοχία Παναγιώτη Γολεγού.
Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές για τα αίτια της πτώσης και πέραν της μηχανικής βλάβης έχουν ακουστεί σενάρια που κάνουν λόγο από δολιοφθορά μέχρι έκρηξη. Μέχρι στιγμής πάντως και παρά την παρέλευση μίας και πλέον δεκαετίας δεν έχουν δοθεί επαρκείς και πειστικές απαντήσεις.
Ανδρέας Καψαμπέλης
==========================
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Η συζήτηση στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο αφορά την πτώση του στρατιωτικού ελικοπτέρου Σινούκ ανοικτά του Άθω τον Σεπτέμβριο του 2004 και τον τραγικό θάνατο 17 ανθρώπων, ανάμεσά τους και του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρου. Στα αίτια της τραγωδίας αυτής -σχεδόν έντεκα χρόνια μετά- δεν έχει ριχτεί ακόμη φως ενώ πρόσφατα ο φάκελος συνδέθηκε και με την δικαστική έρευνα για μίζες στα εξοπλιστικά προγράμματα του υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Εκτός από το πολιτικό και το ευρύτερο ενδιαφέρον, για τον κ. Παυλόπουλο η υπόθεση εδώ και λίγο καιρό απέκτησε και άλλο χαρακτήρα καθώς αναμείχθηκε σε αυτήν ως νομικός. Συγκεκριμένα, οι συγγενείς των θυμάτων ύστερα από την πολύχρονη προσπάθεια να βρεθεί η αλήθεια και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν, αποφάσισαν να προσφύγουν στο ...
Συμβούλιο της Επικρατείας. Ένας από τους δικηγόρους που ανέλαβε την υπόθεση ήταν και ο κ. Παυλόπουλος με σκοπό να τεκμηριώσει νομικά την άποψη περί ευθύνης του Δημοσίου για την πτώση του Σινούκ. Μάλιστα με δεδομένες τις ποικίλες εκδοχές που έχουν διατυπωθεί για τους λόγους της τραγωδίας -η οποία σημειώθηκε ενόσω ο, μόλις λίγων μηνών πρωθυπουργός τότε, Κώστας Καραμανλής βρισκόταν για την ΔΕΘ στην Θεσσαλονίκη- αλλά και τα μεγάλα συμφέροντα που ενεπλάκησαν, είναι φανερό ότι το ενδιαφέρον για την έκβαση της υπόθεσης δεν περιορίζεται στα στενά νομικά πλαίσια.
Στις πρώτες φάσεις του δικαστικού αγώνα τους, οι οικογένειες των θυμάτων προσπάθησαν να αποδείξουν την υπαιτιότητα των αρμοδίων κρατικών οργάνων, αλλά και τις πιθανές ευθύνες της κατασκευάστριας εταιρείας. Μάλιστα ο πληρεξούσιος δικηγόρος της οικογένειας του Πατριάρχη, κ. Στέλιος Γρηγορίου, που δεν σταμάτησε ούτε στιγμή από την πρώτη ημέρα να αναζητά την αλήθεια και τους υπευθύνους, κατέθεσε αγωγή στα αμερικανικά δικαστήρια ακόμη και εναντίον της Μπόινγκ που μαζί με τις Goodrich PECS και Honeywell παράγει τα Σινούκ.
Πάντως το Διοικητικό Εφετείο τόσο της Αθήνας όσο και του Πειραιά, παρά τις αρχικές πρωτόδικες αποφάσεις, έκριναν ότι οι συγγενείς των θυμάτων δεν δικαιούνται αποζημίωση. Αν και αναγνωρίστηκε ότι υπήρξαν τυπικές παραβάσεις κατά την διάρκεια της μοιραίας πτήσης, δεν εντοπίστηκε παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων του Δημοσίου. Σε πρώτο βαθμό, στους περισσότερους από τους συγγενείς είχαν επιδικαστεί αποζημιώσεις περίπου 6,8 εκ. ευρώ και είχε καταλογιστεί ευθύνη στο ελληνικό δημόσιο.
Όπως προκύπτει από τη δικογραφία, για την υπόθεση υπάρχει και πόρισμα του Γενικού Επιτελείου Στρατού από το 2008 το οποίο όμως με Διαταγή του τότε Υπουργού Εθνικής Αμυνας Ευάγγελου Μειμαράκη παραμένει απόρρητο εμποδίζοντας την πλήρη διαλεύκανση της τραγωδίας. Άλλωστε και το Πόρισμα της Επιτροπής Πραγματογνωμόνων του Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης αναφέρει ότι δεν κατέστη δυνατή η διακρίβωση «των ακριβών αιτίων του ατυχήματος». Ενδεχομένως η δικαστική εξέλιξη να ήταν διαφορετική αν οι εκάστοτε υπουργοί Εθνικής Άμυνας δέχονταν να δώσουν το πόρισμα αυτό ενώ ενώπιον ανάλογου αιτήματος αναμένεται να βρεθεί και ο νέος υπουργός Πάνος Καμμένος με την ελπίδα ότι θα διαφοροποιηθεί από τους προκατόχους του. Μέχρι τώρα πάντως όλοι οι συναρμόδιοι υπουργοί, από το 2004, απέφευγαν να πάρουν οποιαδήποτε πρωτοβουλία σχετικά με την υπόθεση αυτή.
Ύστερα από αυτές τις εξελίξεις περίπου 30 συγγενείς των θυμάτων προσέφυγαν στο ΣτΕ ζητώντας αποζημιώσεις δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ από το Ελληνικό Δημόσιο λόγω ψυχικής οδύνης. Οι πρώτες υποθέσεις συζηττήθηκαν στο Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 20 Οκτωβρίου 2014 οπότε και παρέστη ως ένας εκ των εκπροσώπων των συγγενών ο κ. Παυλόπουλος. Αύριο θα συζητηθούν και οι υπόλοιπες προσφυγές προκειμένου να εκδοθεί, το προσεχές διάστημα, η απόφαση που θα είναι κοινή για όλες τις περιπτώσεις.
Όπως και ενώπιον του κ. Παυλόπουλου, η συνήγορος του Δημοσίου αναμένεται να υποστηρίξει και τώρα ότι δεν υπάρχει παρανομία και ότι δεν υπάρχει «αιτιώδης σύνδεση» του ατυχήματος με το άρθρο 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα που προβλέπει την καταβολή αποζημίωσης για λάθη και παραλείψεις των κρατικών οργάνων, αλλά ούτε με το άρθρο 4 του Συντάγματος που προβλέπει «ευθύνη από διακινδύνευση».
Οι προτάσεις του Προκόπη Παυλόπουλου.
Στο πολυσέλιδο κείμενο των προτάσεων που έχει καταθέσει στο ΣτΕ, όπως αποκαλύπτει σήμερα η «κυριακάτικη δημοκρατία», ο κ. Παυλόπουλος επικαλείται το άρθρο 4 του Συντάγματος και τονίζει ότι «η αστική ευθύνη του Δημοσίου, στην περίπτωση της αποζημίωσης των θυμάτων του Chinook, πρέπει ν’ αντιμετωπισθεί με βάση την θεωρία της κινδυνώδους δράσης της δημόσιας διοίκησης». «Σ’ αυτό το πεδίο η αστική ευθύνη του Δημοσίου παράγεται αυτομάτως, ήτοι χωρίς την ανάγκη διάγνωσης πταίσματος ούτε άλλης μορφής παρανομίας, αρκεί μόνο να επέλθει ο κίνδυνος και να δημιουργηθεί η ζημία» όπως αναφέρει.
Προσπαθώντας να ξεπεράσει το επιχείρημα του δημοσίου (που διευκολύνθηκε από τη διατήρηση ως απορρήτου του πορίσματος του ΓΕΣ) ότι δεν προέκυψαν λάθη κρατικών οργάνων και για να καταδείξει «τη ζημία που υπέστησαν τα θύματα από την πτώση του CHINOOK», ο κ. Παυλόπουλος προβάλει τα εξής:
«1. Τ’ αρμόδια διοικητικά όργανα ανέπτυξαν, κατά τις κείμενες διατάξεις περί αρμοδιότητάς τους in concreto, κινδυνώδη δράση, με το ν’ αναλάβουν την ευθύνη μεταφοράς του Πατριάρχη και της συνοδείας του με ελικόπτερο της πολεμικής αεροπορίας, έστω και διασκευασμένο σε V.I.P. Η κινδυνώδης αυτή δράση συνδέεται με την χρησιμοποίηση ιπτάμενου μέσου, η πτήση του οποίου εξ ορισμού συνεπάγεται κίνδυνο, όπως αποδεικνύεται και από το αντίστοιχο διεθνές νομικό καθεστώς αποζημίωσης στο πεδίο των πτήσεων αεροσκαφών της πολιτικής αεροπορίας.
2. Από τη στιγμή που επήλθε ο κίνδυνος –πτώση του CHINOOK- συντρέχει, εκ μόνον του λόγου τούτου, το «παράνομο» των διατάξεων του άρθρου 105του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα. Δεν απαιτείται δε, για τη γένεση της αστικής ευθύνης του Δημοσίου στην προκείμενη περίπτωση, η αναζήτηση οιασδήποτε παράλειψης της δημόσιας διοίκησης, αναφορικά με την κατασκευή και την συντήρηση του ελικοπτέρου ή με τους χειρισμούς του πληρώματος. Μ’ άλλες λέξεις δεν απαιτείται η αναζήτηση κάποιου πταίσματος, οιασδήποτε μορφής. Διότι, στην αντίθετη περίπτωση, η in concreto κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ αντικειμενική αστική ευθύνη θα μετατρεπόταν, εμμέσως πλην σαφώς, σε υποκειμενική. Κάτι εντελώς αντίθετο τόσο με το γράμμα και το πνεύμα των διατάξεων τούτων όσο και με την κατά τα προαναφερόμενα συνταγματική τους θεμελίωση. Εξάλειψη της in concreto αστικής ευθύνης του Δημοσίου θα μπορούσε να προκαλέσει μόνον η θραύση του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της προμνημονευόμενης παρανομίας και της ζημίας των θυμάτων η οποία δεν συντρέχει εδώ. Πραγματικά μόνον ανωτέρα βία θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια θραύση (π.χ. μη προβλέψιμες, δυσμενέστατες, καιρικές συνθήκες, κατάρριψη του ελικοπτέρου κλπ), κάτι που, όμως, έχει σαφώς αποκλεισθεί από όλα τα δεδομένα της δικογραφίας. Επισημαίνεται εν τέλει ότι αυτή η ερμηνεία κι εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ στην περίπτωση του CHINOOK εναρμονίζει –όπως είναι νομικώς, και δη συνταγματικώς, αναγκαίο- εν πολλοίς το καθεστώς της αστικής ευθύνης του Δημοσίου στην περίπτωση αεροπορικών ατυχημάτων με το αντίστοιχο, διεθνοποιημένο, καθεστώς στην περίπτωση ατυχημάτων της πολιτικής αεροπορίας».
Οι μίζες και η δικαστική έρευνα
Η προμήθεια των επτά ελικοπτέρων Σινούκ είχε γίνει απευθείας από την κατασκευάστρια εταιρεία BOEING με υπογραφή του τότε υπουργού Εθνικής Αμυνας Απόστολου Τσοχατζόπουλου και η παράδοσή τους είχε πραγματοποιηθεί στις 21.12.2001. Ως αντιπρόσωπος της ΒΟΕΙΝG στην Ελλάδα ενεργούσε η ελληνική εταιρεία ΑΧΟΝ τόσο για την εκτέλεση της προμηθείας όσο και την υλοποίηση των Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων (τα λεγόμενα offsets).
Μετά την πτώση του Σινούκ διατάχθηκε προκαταρκτική εξέταση προς διερεύνηση του αδικήματος της απιστίας κατά παντός υπευθύνου και ειδικότερα σε σχέση με τη νομιμότητα της προμηθείας όσον αφορά την καταλληλότητα και την τεχνική επάρκεια σε συνδυασμό με το ύψος της προμήθειας. Τότε η δικογραφία όπως και άλλες δύο σχετικές έρευνες ετέθησαν στο αρχείο αλλά ύστερα από αρκετά χρόνια ο αρμόδιος ανακριτής ανέσυρε την υπόθεση και άρχισε, σύμφωνα με πληροφορίες της κυριακάτικης δημοκρατίας να την ερευνά πάλι. Αυτό που έπαιξε ρόλο ήταν οι δικαστικές εξελίξεις (καταδίκες, προφυλακίσεις, ανακρίσεις κλπ) της τελευταίας περιόδου γύρω από τις μίζες των εξοπλιστικών. Μεσολάβησε και η πολυσέλιδη μηνυτήρια αναφορά του συνηγόρου της οικογένειας του πατριάρχη, κ. Στ. Γρηγορίου, προς την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ο οποίος με αφορμή την καταδίκη του Ακη Τσοχατζόπουλου επεσήμανε το συμπέρασμα ότι «η εκάστοτε προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού και πολεμικού υλικού για τις ανάγκες των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων συνοδεύετο αφεύκτως από την καταβολή παράνομης αντιπαροχής από άγνωστη πηγή προέλευσης προς εξωχώριες εταιρείες, υπό τις οποίες υποκρύπτονται ορισμένα εκ των καταδικασθέντων πρωτοδίκως, πολιτικών και μη, προσώπων».
«Τα πρόσωπα τούτα ευθέως έλαβον την πολιτική και τεχνική απόφαση γιά την προμήθεια των ελικοπτέρων CHINOOK, μεταξύ των οποίων και του επιμάχου ελικοπτέρου, εντός του οποίου απώλεσαν την ζωή τους οι 17 επιβαίνοντες, παρά το γεγονός ότι αιδημόνως ουδεμία αναφορά εγένετο εις την προμήθεια τούτη». Κατά τον κ. Γρηγορίου, που θεωρεί ότι στο πλαίσιο του σκανδάλου των εξοπλιστικών έγινε το 1998 προμήθεια προβληματικών ελικοπτέρων, μεταξύ των οποίων και του επίμαχου Chinook,η υπόθεση «εμπίπτει εις την περίπτωσιν της ποινικώς αξιόλογης απιστίας εν τη υπηρεσία, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν προβλήματα εις την πτητική και μαχητική ικανότητα αυτών, τα οποία, συνδέονται αιτιωδώς με την πτώση του επιμάχου ελικοπτέρου την 11.9. 2004». Όπως επισημαίνει μάλιστα είναι «η μοναδική περίπτωσις», όσον αφορά τις υποθέσεις των μιζών, «κατά την οποία τούτα συρρέουν αληθώς προς την κακουργηματική έκθεση εις κίνδυνο ζωής και τον θάνατον των 17 επιβαινόντων, μεταξύ των οποίων ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Πέτρος Ζ».
Με ανάλογο υπόμνημα προς τον εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος παραθέτει επίσης σειρά εγγράφων από τα οποία προκύπτει, όπως υποστηρίζει, η ύπαρξη «τεχνικών προβλήμάτων, τα οποία ήγειρον ζήτημα ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΠΤΗΣΕΩΝ των επιμάχων ελικοπτέρων!».
Ζητώντας επίσης να γίνει γνωστό το απόρρητο υπόμνημα του ΓΕΣ υπογραμμίζει ότι: «Το έγγραφο τούτο είναι λίαν καθοριστικό να αποδεσμευθεί, καθώς εις τούτο περιέχεται κατά πάσα πιθανότητα ΟΛΗ Η ΑΛΗΘΕΙΑ της πτώσεως, και δεν πρέπει να καταλαμβάνεται υπό του απορρήτου, καθότι η πτήσις δεν αφορά αποκλειστικώς ως επιβαίνοντες μόνον το στρατιωτικό προσωπικό της μονάδος, αλλά και πολίτες, οι οικογένειες των οποίων νομιμοποιούνται να γνωρίζουν την αλήθεια για τα αίτια της πτώσεως. Προδήλως δε, δεν νοείται η ύπαρξις Απορρήτου Πορίσματος, ειδικώς επί του εν λόγω συμβάντος, καθήν στιγμήν επέβαινον επί του επιμάχου ελικοπτέρου 12 πολίτες, οι οποίοι αξιώνουν εισέτι την αποζημίωση ψυχικής οδύνης των».
Ποιοι χάθηκαν και τα σενάρια για την πτώση
Η τραγωδία, που συντάραξε την Ελλάδα και όχι μόνο, είχε σημειωθεί στις 11 Σεπτεμβρίου 2004 όταν κατέπεσε το στρατιωτικό ελικόπτερο που είχε προορισμό τη Μονή Βατοπαιδίου και μετέφερε τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρο Ζ΄ μαζί με Ιεράρχες και στελέχη του Πατριαρχείου. Μαζί με τον Πατριάρχη χάθηκαν οι μητροπολίτες Πηλουσίου Ειρηναίος, Καρθαγένης Χρυσόστομος, Μαδαγασκάρης Νεκτάριος, οι αρχιμανδρίτες, Αρσένιος, καθηγούμενος Ιεράς Μονής Μαχαιρά και Καλλίστρατος Οικονόμου καθώς και ο διάκονος Νεκτάριος Κοντογιώργος. Τους κληρικούς συνόδευαν νομικός σύμβουλος του Πατριάρχη Γεώργιος Μαύρος, ο τεχνικός σύμβουλος Πάτροκλος Παπαστεφάνου, ο δημοσιογράφος Γεώργιος Ξενουδάκης, ο Σπυρίδων Κουρσάρης, αστυνομικός της προσωπικής ασφαλείας του Πατριάρχη και ο αδερφός του Πατριάρχη Γεώργιος Παπαπέτρου.
Το πλήρωμα του μοιραίου Σινούκ αποτελούσαν:
- Ο αντισυνταγματάρχης Δημήτριος Παπασπύρου, διοικητής του 4ου ΤΕΑΣ
- Ο ταγματάρχης (ΑΣ) Παναγιώτης Παπαναστασίου
- Ο ανθυπασπιστής (ΤΧ) Στυλιανός Ράπτης
- Ο αρχιλοχίας (ΤΧ) Παντελεήμων Χατζηβαγγάλης και
- Ο επιλοχίας (ΤΧ) Παναγιώτης Γολεγός.
Μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί τα σώματα του επίσκοπου Μαδαγασκάρης Νεκτάριου Κελλή, του Γεώργιου Μαύρου, του Κυβερνήτη του ελικοπτέρου Δημήτριου Παπασπύρου και του επιλοχία Παναγιώτη Γολεγού.
Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές για τα αίτια της πτώσης και πέραν της μηχανικής βλάβης έχουν ακουστεί σενάρια που κάνουν λόγο από δολιοφθορά μέχρι έκρηξη. Μέχρι στιγμής πάντως και παρά την παρέλευση μίας και πλέον δεκαετίας δεν έχουν δοθεί επαρκείς και πειστικές απαντήσεις.
Ανδρέας Καψαμπέλης
==========================
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.