Σάββατο 18 Απριλίου 2020

Το αίνιγμα της Ουλρίκε Μάινχοφ - Ulrike Hanna Meinhof.

44 Xρόνια από το μυστήριο θάνατο της
Ακόμα και σήμερα,  μετά το θάνατό της στο λευκό κελί του Σταμχάιμ, η Ουλρίκε Μάινχοφ παραμένει ένα ερωτηματικό για τη γερμανική κοινωνία. Η εξέχουσα δημοσιογράφος που μετατράπηκε «ξαφνικά» σε υπ’ αριθ. 1 εχθρό του γερμανικού κράτους προσφέρεται σε κάθε είδους ερμηνείες.
Ο μύθος της απάνθρωπης τρομοκράτισσας δίνει τη θέση του με μεγάλη ευκολία στο μύθο της απογοητευμένης από το γάμο της μικροαστής. Και πάντα μένει απέξω το «μοντέλο Γερμανία» που όχι μόνο προκάλεσε τη δημιουργία των ένοπλων ομάδων της RAF, αλλά εξακολουθεί να τροφοδοτεί -και να αντλεί από- το μύθο της Μάινχοφ.
Μια δημοσιογράφος στη Γερμανία του ’60
Συμπληρώνονται μεθαύριο είκοσι χρόνια από τη μέρα που η Ουλρίκε Μάινχοφβρέθηκε κρεμασμένη στο κελί της στις φυλακές του Σταμχάιμ. Ακόμα και σήμερα, οι συνθήκες του θανάτου της αφήνουν πελώρια ερωτηματικά σ’ όσους δεν είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν την επίσημη ερμηνεία της αυτοκτονίας και δεν είναι διατεθειμένοι να παραβλέψουν τις διαπιστώσεις της διεθνούς εξεταστικής επιτροπής που κατέληξε πως «ο ισχυρισμός των κρατικών αρχών ότι η Ουλρίκε Μάινχοφ έθεσε μόνη της τέρμα στη ζωή της με απαγχονισμό παραμένει αναπόδεικτος. Τα ευρήματα της εξεταστικής επιτροπής συγκλίνουν περισσότερο στο συμπέρασμα ότι η Ουλρίκε Μάινχοφ ήταν ήδη νεκρή πριν την κρεμάσουν».Οριστική απάντηση στο αίνιγμα αυτό είναι αδύνατον να δοθεί όσο περνούν τα χρόνια.
Ισχύει η παρατήρηση που έκανε ο Ρολφ Πόλε τον περασμένο Ιανουάριο στο Ινστιτούτο Γκέτε της Αθήνας:
«Δήλωσα το 1976 ότι η Ουλρίκε δολοφονήθηκε, και το λέω και σήμερα. Γιατί τα βασανιστήρια της απομόνωσης οδηγούν στην καταστροφή της προσωπικότητας, είναι δολοφονία, ακόμα και αν ο δολοφονούμενος κρεμαστεί τελικά μόνος του».
Μεγαλύτερο όμως αίνιγμα από το θάνατο της Μάινχοφ παραμένει η ίδια η ζωή της. Εχουν επιστρατευθεί αναλυτές προερχόμενοι από κάθε λογής ειδικότητες(ιστορικοί, κοινωνιολόγοι, δημοσιογράφοι αλλά ακόμα και ψυχαναλυτέςγια να δώσουν μια πειστική ερμηνεία στο δήθεν ανεξήγητο: πώς η επιτυχημένη τριανταπεντάχρονη δημοσιογράφος εγκατέλειψε την καριέρα και τις κόρες της για πέρασε στην παρανομία και μετατράπηκε στον «υπ. αριθμ. 1 κίνδυνο» για το γερμανικό κράτος.
TKoulmasis-UM1962journaliste
Η απάντηση έχει δοθεί πολύ νωρίς.
Ηδη την ίδια χρονιά του θανάτου της Μάινχοφ κυκλοφορούσε στη Γερμανία το βιβλίο του Πέτερ Μπρίκνερ «Η Ουλρίκε Μαρίε Μάινχοφ και η κατάσταση στη Γερμανία». Παρακολουθώντας τα ίδια τα κείμενα της Μάινχοφ στο περιοδικό «Κονκρέτ» μέχρι τις πρώτες διακηρύξεις της RAF, ο γερμανός συγγραφέας ανατέμνει τη μεταπολεμική ιστορία της χώρας του και αντιστρέφει το ερώτημα. Στόχος του δεν είναι να ερμηνεύσει μια ατομική στάση μέσω της περιγραφής των κοινωνικών μετασχηματισμών, αλλά το αντίθετο: Παίρνοντας αφορμή από τα κείμενα περιγράφει την ιστορική εξέλιξη του γερμανικού κράτους.
Στις αρχές της δεκαετίας του 60, τα κείμενα της Μάινχοφ στο περιοδικό«Κονκρέτ» του Αμβούργου δίνουν σημαντικές πληροφορίες στους αριστερούς αναγνώστες για τη δραστηριότητα των παλιών ναζιστών σε υπεύθυνες θέσεις του κρατικού μηχανισμού και στα κόμματα της Γερμανίας. Από τότε ξεχωρίζει η ιδιαίτερη γραφή και τα στέρεα επιχειρήματα. Το «Κονκρέτ» είναι ακόμα μια πολιτική-πολιτιστική επιθεώρηση με μικρή κυκλοφορία. Παρά το γεγονός ότι είναι ημιεπίσημο όργανο του παράνομου γερμανικού κομμουνιστικού κόμματος (KPD), το περιοδικό κρατά μια στάση ανεξάρτητη, γεγονός που εκφράζεται κατά τη σινοσοβιετική διαμάχη και τα πρώτα σκιρτήματα της άνοιξης της Πράγας. Το KPD αποσύρει τελικά την υποστήριξή του και το περιοδικό κινδυνεύει να κλείσει.
ulrike-meinhof
Η Μάινχοφ υποστηρίζει τη μετατροπή του σε δελτίο πολιτικής πληροφόρησης. ...

Ο εκδότης (και σύζυγός της εκείνη την περίοδο) Κλάους Ράινερ Ρελ προκρίνει ένα μαζικό πολιτικό εικονογραφημένο έντυπο. Το τελικό νόθο αποτέλεσμα αφήνει και τους δυο δυσαρεστημένους. Υπάρχει η πολιτική πληροφόρηση, αλλά και η προβολή «μαζικών» θεμάτων, όπως ‘το σεξ στο σχολείο’ ή ‘το σεξ στα κόμματα’ ή ‘το σεξ στην Αν. Γερμανία’. Η θεματολογία αυτή, σε αντίθεση με την αντίστοιχη των λαϊκών φύλλων, έχει στόχο να λειτουργήσει απελευθερωτικά σε μια πουριτανική και υποκριτική κοινωνία. Οι «νομοταγείς πολίτες» ξεσηκώνονται: 6.000 κάτοικοι του Σβάμπαχ ζητούν να περιοριστεί η κυκλοφορία του περιοδικού. Η εκστρατεία τους έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Ολη η φιλελεύθερη διανόηση και ο τύπος (μέχρι το περιοδικό «Στερν» και την τηλεοπτική εκπομπή «Πανοράμα») καταδικάζουν την απόπειρα λογοκρισίας. Το «Κονκρέτ» φτάνει το Σεπτέμβριο του 1965 τα 100.000 φύλλα.
Σ’ ολόκληρο αυτό το διάστημα, με τα άρθρα της η Μάινχοφ επιχειρεί να «αποκαλύψει» προς τους αναγνώστες τα ψέματα του κυρίαρχου τύπου.
Είναι η περίοδος της ανάπτυξης του φοιτητικού κινήματος στη δυτική Ευρώπη. «Η Μάινχοφ παρέμεινε στα στερεότυπα της παραδοσιακήςαριστεράς», μας λέει ο Ρολφ Πόλε. «Πίστευε ότι οι μάζες δεν έχουν συνείδηση της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης και φρόντιζε η ίδια να καλύψει το κενό. Δεν συμμερίστηκε το δικό μας αίτημα για επαναστατικοποίηση της καθημερινής ζωής». Μικρό δείγμα από την κριτική που άσκησε στα μέλη της «Κομμούνας 1» του Βερολίνου που υποδέχθηκαν τον αμερικάνο αντιπρόεδρο Χιούμπερτ Χάμφρεϊ όχι με μολότοφ αλλά με τουρτοπόλεμο: «Δεν ήταν προετοιμασμένοι για την ξαφνική δημοσιότητα και δεν εκμεταλλεύθηκαν την ευκαιρία να εξηγήσουν τη δράση τους στην τηλεόραση και τον τύπο. Αντί να απαντήσουν στα ερωτήματα του τύπου με αλήθειες για το Βιετνάμ, με στοιχεία, αριθμούς και πολιτική, αυτοί μιλούσαν για τον εαυτό τους.» (‘Κονκρέτ’, τ. 5, 1967)
ulrike-meinho
Στο κέντρο της συζήτησης της εξεγερμένης νεολαίας της Δύσης το πρόβλημα της βίας.
«Το αντιαυταρχικό κίνημα υποστήριζε ότι δεν πρέπει να καταφεύγουμε στη βία παρά μόνο για λόγους άμυνας. Η RAF, όπως το λέει και το όνομά της υποστήριζε ότι η ‘επαναστατική’ βία δίνει τη λύση απέναντι στην κρατική βία. Πρόκειται δηλαδή για ένα είδος αριστερού μιλιταρισμού», παρατηρεί ο κ. Πόλε. Η Μάινχοφ έρχεται πρώτη φορά αντιμέτωπη με την κρατική βία στις διαδηλώσεις των αρχών του 1968 κατά του εκδοτικού συγκροτήματοςΣπρίνγκερ. Μετά την απόπειρα δολοφονίας του Ρούντι Ντούτσκε, τον Απρίλιο του 1968, φαίνεται αποφασισμένη: «Οι σφαίρες που ρίχτηκαν στονΡούντι έβαλαν τέλος στο όνειρο της μη βίας. Οποιος δεν οπλίζεται πεθαίνει. Οποιος δεν πεθαίνει, είναι θαμμένος ζωντανός: στις φυλακές, στα αναμορφωτήρια, στις τρύπες (τις πόλεις-δορυφόρους), στις απαίσιες πέτρες των μοντέρνων κτιρίων, στους παιδικούς κήπους και τα σχολεία, στις πλήρως εξοπλισμένες μοντέρνες κουζίνες, στις κρεβατοκάμαρες-παλάτια».
Η πρώτη επίσημη συνηγορία της σε πράξεις βίας περιλαμβάνεται στο άρθρο
«Εμπρησμοί καταστημάτων» με αφορμή τη δίκη του Μπάαντερ και τηςΕνσλιν για τον εμπρησμό στη Φρανκφούρτη: «Ο νόμος που παραβιάζεται εδώ με τον εμπρησμό δεν προστατεύει τους ανθρώπους αλλά την περιουσία. Το προοδευτικό στοιχείο σε έναν εμπρησμό καταστήματος δεν εντοπίζεται στην καταστροφή των εμπορευμάτων, έγκειται στην εγκληματικότητα της πράξης, δηλαδή στο γεγονός ότι παραβιάζεται ο νόμος». (‘Κονκρέτ’, τ. 14, 1968)
Μετά τη συμμετοχή της στην ένοπλη απελευθέρωση του Μπάαντερ και το οριστικό πέρασμα στην παρανομία, η Μάινχοφ θα αποκηρύξει ορθά κοφτά όλο το συγγραφικό της έργο: «το γράψιμο είναι σκατά».
Ομως ακόμα και μέσα απ’ τη φυλακή, θα μας προσφέρει ένα απ’ τα σημαντικότερα κείμενά της.
Την περιγραφή του λευκού κελιού: «Το αίσθημα ότι το κελί ταξιδεύει. Ξυπνάς, ανοίγεις τα μάτια σου: το κελί ταξιδεύει. Το απόγευμα, μόλις μπει μια ηλιαχτίδα, ξαφνικά το κελί σταματά. Δεν μπορείς να αποβάλεις αυτό το αίσθημα ότι ταξιδεύεις.» (16.6.72 – 9.2.73)
images (81)
Τι είναι εκείνο που μπορεί να οδηγήσει μια γυναίκα νέα, πετυχημένη και μητέρα δύο ανήλικων παιδιών στην παρανομία και την ένοπλη δράση;
Σπανίως η συμπεριφορά ενός ατόμου έχει δώσει τροφή σε τόσες αναλύσεις και έχει δεχθεί τόσες ερμηνείες όσες προκάλεσε διεθνώς η περίπτωση της Ουλρίκε Μάινχοφ. Από τους «ειδικούς» επιστήμονες και τους αναλυτές των μίντια έως τις ίδιες της τις κόρες, πάμπολλοι είναι εκείνοι που επί μία εισαετία επιχειρούν να φωτίσουν τα κίνητρα των επιλογών της Μάινχοφ, προτείνοντας στερεότυπες αναγνώσεις, οι οποίες συνήθως μαρτυρούν τη δική τους αμηχανία απέναντι στο «πρόβλημα» και ελάχιστα προωθούν μια ουσιαστική προσέγγισή του.
Ο λόγος είναι απλός:
Καθώς μέσω της Μάινχοφ έμελλε να συγκροτηθεί ο σύγχρονος μύθος της κουμπουροφόρας τρομοκράτισσας, η γερμανίδα δημοσιογράφος υπήρξε το προσφιλές αντικείμενο μιας επιστημονίζουσας δημοσιογραφίας και μιας εκλαϊκευτικής επιστήμης που βάλθηκαν από κοινού να ανακαλύψουν στο πρόσωπό της τους λόγους που ωθούν τις γυναίκες στα άκρα. Και έχει ενδιαφέρον ότι ο μύθος κατασκευάστηκε σε μεγάλο βαθμό εκ των υστέρων, όταν η ίδια η Μάινχοφ βρισκόταν ήδη στη φυλακή και στο προσκήνιο είχε ήδη εμφανιστεί η νέα γενιά γυναικών της RAF. Η ανάγκη να εξηγηθεί η μεγάλη συμμετοχή γυναικών στις ένοπλες οργανώσεις έθετε τότε σε πρώτο πλάνο το ερμηνευτικό σχήμα του φύλου: οι γυναίκες που επέλεγαν τη βία πρόδιδαν το φύλο τους ακολουθώντας τα ίχνη της πρώτης διδάξασας που σάπιζε ήδη στο λευκό κελί της.
Από τα μέσα λοιπόν της δεκαετίας του ’70, η προδοσία του φύλου υπήρξε το βασικό ερμηνευτικό κλειδί εκείνων που δοκίμασαν να αναλύσουν τη συμμετοχή της Μάινχοφ (και των μεταγενέστερων γυναικών) στη RAF. Ενα χρόνο μετά το θάνατό της, το Σπίγκελ παρουσίασε το 1977 τις απόψεις«εμπειρογνωμόνων» (εγκληματολόγων, ψυχολόγων και κοινωνιολόγων) για την αθρόα συμμετοχή γυναικών στις ένοπλες οργανώσεις και υπογράμμιζε ότι αιτία του κακού υπήρξε η απόφαση της Μάινχοφ να «διακόψει τους δεσμούς της με τη θηλυκότητα». Η απόφανση αντλούσε την εγκυρότητά της από μια κουβέντα που είχε πει κάποτε η ίδια, σύμφωνα με την οποία πρέπει επιτέλους να καταργηθεί η διάκριση του λαού σε άντρες και γυναίκες. Ιδιότυπη, είναι αλήθεια, ερμηνεία μιας μάλλον αναμενόμενης επισήμανσης. Δεν είναι βέβαια η μόνη.
Προκειμένου να γίνει κατανοητό ένα οδοιπορικό ζωής αλλιώτικο από τα άλλα, η ζωή της Μάινχοφ επρόκειτο να τεμαχιστεί σε επιμέρους επεισόδια που -υποτίθεται ότι- συγκροτούν τους λόγους που την οδήγησαν στην προδοσία του γυναικείου φύλου μετατρέποντάς την σε αιμοβόρο -οπότε αρσενικό;- τέρας. Ετσι, στην ψυχολογίζουσα ανάγνωση θραυσμάτων μιας κατά τα πάντα κοινότοπης ζωής ανατέθηκε η εξήγηση του ανεξήγητου: η Μάινχοφ κατέληξε το πρότυπο της τρομοκράτισσας γιατί η μητέρα της είχε απατήσει τον πατέρα της, γιατί ο πατέρας της πέθανε νωρίς από καρκίνο, γιατί την ανέθρεψε μια θρησκόληπτη θετή μητέρα, γιατί η ίδια ονειρευόταν να γίνει καλόγρια, γιατί ήταν κυκλοθυμική, γιατί είχε ενοχές που ήταν αστή και μορφωμένη, γιατί…
Μέσα από τις -συχνά αντιφατικές- αυτές αναγνώσεις, όπου την ίδια στιγμή παρουσιάζεται ως πρότυπο της ανεξαρτησίας και ως προσωποποίηση της υποταγής στον άντρα-αφέντη (τον Μπάαντερ), η Μάινχοφ αντιμετωπίστηκε συχνά ως η ακραία εκδοχή της απελευθερωμένης γυναίκας, ως το σύμβολο ενός μίσανδρου φεμινισμού ικανού να καταφύγει στα όπλα κατά της ανδροκρατίας.
MEINHOF006.jpg
Καθώς τον καιρό που κατασκευαζόταν ο μύθος της παραδειγματικής τρομοκράτισσας ο φεμινισμός βρισκόταν συνεχώς στην επικαιρότητα, οι συνειρμοί δεν ήταν δύσκολοι.
Η προδοσία του φύλου (δηλαδή του ρόλου) προσέγγιζε στα μυαλά των αναλυτών τις δύο κατηγορίες γυναικών -τις «χειραφετημένες» και τις «τρομοκράτισσες»- μετατρέποντάς τες σε θύματα μιας ειδικής, «φεμινιστικής», νεύρωσης που ωθεί τις γυναίκες στη διεκδίκηση των ανδρικών οχυρών.
«Η γυναικεία τρομοκρατία είναι η ακραία μορφή του κινήματος της απελευθέρωσης των γυναικών. Πρόκειται για σύνδρομο που κάνει τις γυναίκες να θεωρούν ότι χειραφετούνται μόνον όταν βρεθούν με ένα όπλο στο χέρι», δήλωνε ο αμερικανός ψυχαναλυτής Φρίντριχ Χάκερ στο Νιούσγουικ (26.5.75), σε άρθρο αφιερωμένο στη ζωή της Μάινχοφ με τίτλο «Μια πραγματικά χειραφετημένη γυναίκα».
Η προσωπική της νεύρωση οδήγησε τη Μάινχοφ στην πολιτική δραστηριότητα ή η πολιτική την οδήγησε στη νεύρωση;
Από το αφελές δίλημμα δεν θα ξέφευγαν ούτε οι ίδιες της οι κόρες: «Αν η μητέρα μου είχε ασχοληθεί με τα προσωπικά της προβλήματα χωρίς να σκεφθεί την πολιτική, όλα ίσως εξελίσσονταν διαφορετικά», έγραφε πέρσι στο Σπίγκελ η κόρη της Μπετίνε Ρελ.
Η πορεία προς το λευκό κελί
ulrike-meinhof-2009-2-6-13-3-25
* Η Ουλρίκε Μάινχοφ γεννήθηκε στις 7.10.1934 στοΟλντενμπουργκ.
Το 1939 πέθανε ο πατέρας της και το 1948 η μητέρα της. Την επιμέλειά της αναλαμβάνει η καθηγήτρια ιστορίας Ρενάτε Ρίμεκ.
Σπούδασε φιλοσοφία, παιδαγωγική, κοινωνιολογία και γερμανική φιλολογία στοΜάρμπουργκ, το Μίνστερ και τοΑμβούργο.
Συμμετέχει στο αντιπυρηνικό κίνημα του 1958/59. Από το 1959 ως το 1969 συνεργάζεται με το περιοδικό «Κονκρέτ» του Αμβούργου. Από το 1962 ως το 1964 είναι αρχισυντάκτρια του περιοδικού.
* Τον Δεκέμβριο του 1961 παντρεύεται με τον Κλάους Ράινερ Ρέλ, εκδότη του«Κονκρέτ». Από το γάμο αυτό γεννιούνται οι δίδυμες Μπετίνα και Ρεγγίνε.
* Τον Μάρτιο του 1968 το ζευγάρι χωρίζει. Η Μάινχοφ μετακομίζει από τοΑμβούργο στο Βερολίνο. Δουλεύει ως ελεύθερη δημοσιογράφος στον Τύπο και το ραδιόφωνο και διδάσκει στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο.
Το Φεβρουάριο του 1970 φιλοξενεί στο σπίτι της τον Μπάαντερ και τηνΕνσλιν που κρύβονται μετά την καταδίκη τους σε τρία χρόνια φυλακή για τον εμπρησμό ενός πολυκαταστήματος. Είχαν εκτίσει τους 14 μήνες και έλπιζαν – μάταια- σε ευνοϊκή κατάληξη της έφεσής τους. Τον ίδιο μήνα αρχίζει να γυρίζει την ταινία «Μπαμπούλε», με θέμα τις συνθήκες ζωής σε ένα άσυλο κοριτσιών.
Στις 4.4.1970 ο Μπάαντερ συλλαμβάνεται σε αστυνομικό μπλόκο. Στις 14. 5 ηΜάινχοφ συμμετέχει στην επιτυχημένη απόδρασή του. Ενας φύλακας σκοτώνεται. Η Μάινχοφ περνά στην παρανομία.
* Τον Αύγουστο του 1970 ιδρύεται η RAF (Rote Armee Fraktion, Τμήμα του Κόκκινου Στρατού). Ακολουθούν επιθέσεις σε νατοϊκούς στόχους και τράπεζες.
* Στις 17 Ιουνίου 1972 η Μάινχοφ συλλαμβάνεται στο Ανόβερο.
* Φυλακίζεται κάτω από ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες στο Οσεντορφ τηςΚολωνίας. Η απόλυτη απομόνωση.
* Μετά απεργία πείνας, τον Ιανουάριο του 1973, μεταφέρεται σε άλλη πτέρυγα της φυλακής. Η απομόνωση διατηρείται. Ακολουθούν και άλλες απεργίες, χωρίς αποτέλεσμα. Το 1974 μεταφέρεται στα «λευκά κελιά» του Σταμχάιμ.
* Στις 21.5.1975 ξεκινά η δίκη των ηγετών της RAF. Εχουν ήδη ψηφιστεί ειδικοί έκτακτοι νόμοι.
* Τον Σεπτέμβριο του 1975 ειδικοί γιατροί κρίνουν τους κατηγορούμενους ανίκανους να παρακολουθήσουν τη διαδικασία. Η δίκη συνεχίζεται χωρίς την παρουσία τους.
* Στις 9. 5.1976 η Μάινχοφ βρίσκεται απαγχονισμένη στο κελί της.
Το κυνήγι του εγκληματία
Η τηλεοπτική εκπομπή «Εκκρεμείς υποθέσεις» είναι μία χονδροειδής μαζική απάτη. Μια φορά το μήνα, Παρασκευή βράδυ, μερικά εκατομμύρια γερμανοί και αυστριακοί τηλεθεατές ξεκινούν για το κυνήγι του εγκληματία/ βοηθούν την αστυνομία να ανακαλύψει ανθρώπους εναντίον των οποίων εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης. (…)
Η απάτη είναι διπλή:
Κατά πρώτον μεταδίδεται στον κόσμο η εντύπωση -γι’ αυτό, λέει ο παρουσιαστής της Εντουαρντ Τσίμερμαν, είναι τόσο αγαπητή η εκπομπή- ότι εδώ συμβαίνει πραγματικά κάτι, εδώ δεν λέγονται μόνον κουβέντες, εδώ το νταραβέρι είναι πραγματικό.
Κατά δεύτερον, οι άνθρωποι πείθονται ότι έχουν ενεργό ρόλο στα δρώμενα, ακριβώς γιατί επιτρέπεται να συμμετάσχουν και γιατί αυτό που συμβαίνει ταυτίζεται με το προσωπικό τους συμφέρον. Ο απατεώνας που καταφέρνουμε σήμερα να βάλουμε όλοι μαζί στο χέρι δεν θα μπορέσει αύριο να μας βλάψει. Η απάτη έγκειται στο ότι στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει τίποτε και ότι ο απατεώνας, ο δολοφόνος και ο κλέφτης που παρουσιάζεται, κατά πάσαν πιθανότητα -πιθανότητα που αγγίζει τη βεβαιότητα- δεν πρόκειται να είναι εκείνος που αύριο θα με καθαρίσει. Από τα 45 άτομα που αναζητήθηκαν μέσω της εκπομπής συνελήφθησαν σε διάστημα ενός χρόνου τα 30. Τριάντα από τα χιλιάδες που κυκλοφορούν ελεύθερα. Ετσι δεν θα έπρεπε να γίνεται λόγος για καταπολέμηση της εγκληματικότητας, όπως ισχυρίζεται η εκπομπή. (…)
Πώς λοιπόν υποκύπτει ο κόσμος στη μαγεία;
images (82)
Ας ξεκινήσουμε από την ομολογία τουΤσίμερμαν, από εκείνα που είπε ο ίδιος στην επετειακή δέκατη εκπομπή του για το τι θέλει, για το ποια είναι κατά τη δική του αντίληψη η αντικειμενική λειτουργία τούτης της εκπομπής. Εδώ γίνονται πράγματα, είπε, εδώ συμβαίνει επιτέλους κάτι.
Και ακόμη: Αν δεν καταφέρουμε να φρενάρουμε την όλο και μεγαλύτερη εγκληματικότητα, τότε υπάρχει ο κίνδυνος να εμφανιστεί και πάλι ένας ισχυρός άνδρας – όπως τότε. Τέλος, θα έπρεπε να σκεφτούμε και τα θύματα, τους κλεμμένους, τις βιασμένες, άνθρωποι είναι κι αυτοί.
Βέβαια πράγματα δεν συμβαίνουν, και η αυτενέργεια της μάζας των τηλεθεατών είναι απολύτως ανύπαρκτη.
Ωστόσο η πρόταση της εκπομπής πρέπει να ανταποκρίνεται στην ανάγκη πολλών να βγουν για μια φορά από το ρόλο του εντολοδόχου στη δουλειά και του καταναλωτή στην ιδιωτική ζωή, να βγουν από τη μόνιμη αδυναμία που τους μετατρέπει σε μπαλάκι των άλλων, σε αντικείμενα ξένων συμφερόντων και όχι σε υποκείμενα της ίδιας τους της ζωής. (…)
Οι Γερμανοί βαρέθηκαν -όπως ξέρουμε- την πολιτική, μόνο ωςεθνικοσοσιαλιστική μπορούν πλέον να φανταστούν την πολιτική στράτευση.
Ερχεται λοιπόν ο κύριος Τσίμερμαν και τους λέει, πρέπει να βοηθήσετε στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας, αλλιώς θα έρθει ένας νέος Χίτλερ και θα το κάνει εκείνος στη θέση σας. Με άλλα λόγια, ο Χίτλερ ήταν κι αυτός ένας διώκτης της εγκληματικότητας, βέβαια ξεπέρασε τα όρια, γι’ αυτό κι εμείς θα προλάβουμε τον επόμενο και θα καθαρίσουμε μόνοι μας το κράτος, κάθε ένας από εμάς κι ένας ισχυρός άντρας. Ετσι θα διασωθεί και η αίσθηση του μεγαλείου που προσέφερε στους Γερμανούς ο Χίτλερ. (…)
Τα θύματα, τέλος, οι κλεμμένοι, οι βιασμένες, είναι κι αυτοί άνθρωποι, ισχυρίζεται ο Τσίμερμαν.
Αξιοπερίεργη διαπίστωση, καθώς κανείς δεν την έχει ποτέ αμφισβητήσει. Ακόμη πιο αξιοπερίεργη μάλιστα, καθώς συνδυάζεται με την απειλή του ισχυρού άνδρα, για τα θύματα του οποίου δεν λέγεται εδώ κουβέντα. Εδώ εξάλλου δεν αναζητούνται εγκληματίες πολέμου και ναζί.(…) Ο Τσίμερμαν προτείνει στους θεατές του να ταυτιστούν με τα θύματα απατεώνων, βιαστών, διαρρηκτών και πλαστογράφων. (…)
Ξέρουμε ότι εμείς οι Γερμανοί έχουμε περισσότερες δυσκολίες από άλλους με την καταπιεσμένη μας επιθετικότητα, γιατί εκείνους που πρέπει να μισούμε, αυτούς που καταπιέζουν και καταπίεσαν την επιθετικότητά μας – προϊστάμενους, γονείς, αυτούς εκεί πάνω-. δεν επιτρέπεται να τους μισήσουμε. Μισήσαμε τους Εβραίους και τους κομμουνιστές. Με τους Εβραίους δεν γίνεται πια, με τους κομμουνιστές –όπως φαίνεται- δεν τραβάει και πολύ, με τους φοιτητές μάς το απαγορεύει η κατ’ επίφασιν δημοκρατία. Ο Τσίμερμαν μας προτείνει τους εγκληματίες. Τους αναγορεύει σε αποδιοπομπαίο τράγο της γερμανικής ιστορίας – γι’ αυτό ήρθε ο Χίτλερ-, τους μετατρέπει σε αποδιοπομπαίο τράγο του παρόντος μας, εναντίον του οποίου μπορεί να εκλυθεί η πολιτική δυσφορία – έτσι, ώστε να μην έρθει κάποιος νέος Χίτλερ. (…)
Αλλά τι ξέρουν ο κύριος Τσίμερμαν και οι θεατές του για τις αιτίες της εγκληματικότητας; Τι ξέρουν ο κύριος Τσίμερμαν και οι θεατές του για τις ολέθριες συνθήκες του γερμανικού σωφρονιστικού συστήματος; Προφανώς τίποτε. Ετσι μπορούν να δαιμονοποιούν τους μικρούς και μεγάλους παραβάτες του νόμου των οποίων οι πράξεις είναι απλά πταίσματα, αν συγκριθούν με τα εγκλήματα του εθνικοσοσιαλισμού. (…)
ULRIKE MEINHOF-Από άρθρο της στο «Konkret», τεύχος 17, 1968.
ΟΙ ΜΕΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΕ
1207
«Δεν αυτοκτονούν οι ιδεολόγοι μαχητές -αγωνιστές που έχουν ιδανικά, ανεξάρτητα αν έχουν δίκιο ή όχι στις αρχές τους, ούτε και στις πιο σκληρές περιστάσεις φρικώδους διαβιώσεώς τους. Και οι τρεις δολοφονημένοι Αντρέας Μπάαντερ, Γκούντρουν Ενσλιν και Γιαν Καρλ Ράσπε έχουν αποδείξει με την αυστηρή και σκληρή στάση τους μέσα στη φυλακή, υπομονή και ψυχική καρτερία και ότι δεν ήσαν από πάστα ανθρώπων αδυνάτου χαρακτήρος που χάνουν το ηθικό τους σε αντιξοότητες, οι οποίες αντιξοότητες, αντίθετα, χαλυβδώνουν τον αγωνιστικό χαρακτήρα.
Είναι απορίας άξιο πώς συνέβη η ταυτόχρονη αυτοκτονία τριών ανθρώπων φυλακισμένων που μέσα στα κελιά τους δεν μπορεί να υπάρχει ούτε καρφίτσα, όχι πιστόλια και συρμάτινα καλώδια.
Από τον επίλογο του κειμένου του «Η Μάινχοφ νεκρή στα ‘λευκά κελιά’» που δημοσιεύτηκε στις 16 Μαΐου 1976: «Ουλρίκε Μάινχοφ: η ‘καλλιεργημένη αστή’ που βρήκε στην επανάσταση την ανθρωπιά της. Και το θάνατο…». («Σε μαύρο φόντο. Εφημεριδογραφήματα», Στοχαστής, σ. 184). Ο Γιώργος Βότσης, ο Μανόλης Γλέζος και ο Παναγιώτης Κανελλάκης ήταν οι τρεις Ελληνες που παρακολούθησαν την κηδεία των Μπάαντερ, Ενσλιν και Ράσπε τον Οκτώβριο του ’77 στη Στουτγάρδη.
FD5E0C3EB219A1B64C5CFF9286B9E4B2.jpg
ΔΙΑΒΑΣΤΕ
Peter Brückner «Ulrike Marie Meinhof und die deutschen Verhaltnisse» (Wagenbach, Βερολίνο 1976). Ο θεωρητικός του αντιαυταρχικού κινήματος στη Γερμανία αναλύει «τη γερμανική κατάσταση» μέσα από τα κείμενα της Μάινχοφ.
Ρολφ Πόλε «Για τη Γερμανία της τρομοκρατίας» (Το Ποντίκι, 16.2.1996). Η ομιλία στο ινστιτούτο Γκέτε της Αθήνας του γνωστού νομικού-δημοσιογράφου που υπήρξε ο μόνος ο οποίος καταδικάστηκε με κύρια κατηγορία ότι συμμετείχε στη «συμμορία Μπάαντερ-Μάινχοφ».
Mario Krebs «Ulrike Meinhof» (εκδ. Rowohlt, Αμβούργο 1988). Εκτενής βιογραφία με σεβασμό στις πηγές.
Ulrike Marie Meinhof «Die Würde des Menschen ist antastbar» (εκδ. Wagenbach, Βερολίνο 1980). Ανθολόγηση δημοσιογραφικών κειμένων τηςΜάινχοφ της περιόδου 1959-1969.
ulrike-meinhof-1969
Μπόμυ Μπάουμαν «Πώς άρχισαν όλα» (μετάφραση Κώστα Σκιδάλη, εκδ. Ελεύθερος Τύπος, Αθήνα 1986). Η ανατρεπτική κουλτούρα στο νεολαιίστικο κίνημα του Βερολίνου στα τέλη του ’60. Το πέρασμα στη βία και την παρανομία.
KGMD «Καμπάνια ενάντια στο ‘μοντέλο Γερμανία’» (εκδ. Λυσιστράτη, Αθήνα 1978). Μπροσούρα με στοιχεία για την περίοδο 1976-77 στη Γερμανία.
(Ελευθεροτυπία, 5/5/1996)

Στις 15 Ιουνίου του 1972 ένας δάσκαλος έκανε το καθήκον του και «κάρφωσε» τους «τρομοκράτες» που νοίκιαζαν το σπίτι του.
Από τις 16 Ιουνίου του 1972 μέχρι τις 9 Μαΐου του 1976 η Μάινχοφ κρατούνταν απομονωμένη στα «Λευκά Κελιά» διαφόρων φυλακών τηςΓερμανίας. Στα 4 χρόνια πλήρους απομόνωσης έγραφε συνεχώς για την σκληρή φυλάκιση της αλλά και για τον αγώνα εναντίον της ύπνωσης της μάζας καθοδηγούμενη πλήρως από πολιτικές ολοκληρωτισμού και παιχνιδιών τρόμου. 
«Κοιμήσου ήσυχα καλοζωισμένε και αποχαυνωμένε κόσμε της μεγάληςΓερμανίας. Και σεις από την υπόλοιπη Ευρώπη, οι υγιώς σκεπτόμενοι. Κοιμηθείτε ήσυχα σαν πεθαμένοι. Η κραυγή μου δεν θα σας ξυπνήσει. Δεν ξυπνούν ποτέ οι κάτοικοι ενός νεκροταφείου. Όσοι αγανακτήσουν θα ξεσηκωθούν, είμαι σίγουρη. Θα είναι εκείνοι που δουλεύουν ολημερίς, εκείνοι που τους σακατεύετε σωματικά για να μην μπορούν να σκεφτούν, όλοι οι μετανάστες: Τούρκοι, Ισπανοί, Έλληνες, Άραβες κι όλοι οι άλλοι εξαθλιωμένοι και προδομένοι της Ευρώπης και μαζί με αυτούς και οι γυναίκες που δέχτηκαν την καταπίεση, τον εξευτελισμό και την εκμετάλλευση.
Όλες αυτές θα μάθουν γιατί με κρατάτε εδώ μέσα και γιατί το κράτος σας θέλει να με δολοφονήσει σα μάγισσα του μεσαίωνα.
Για σας, την εξουσία, υπάρχουν ακόμη και σήμερα μάγισσες που πρέπει να καθηλώνονται μπροστά στους αργαλειούς, στις μηχανές, στις πρέσες, τις γραμμές παραγωγής, μέσα στο θόρυβο και τις διαταγές. 
Και γκάπα γκουπ πρέσα, σφυρί, τρυπάνι, κινητήρας, καζάνια, φωνές και θόρυβος. Θόρυβος, φτάνει πια με τη σιωπή, πρέσα, σφυρί, τρυπάνι, καζάνια, αέριο και θόρυβο. Το αέριο, βγαίνει αέριο, εμετός, αηδία. Η αλυσίδα της παραγωγής έχει το δικό της ρυθμό. 
Δεν υπάρχει πια χρόνος, μόνο ρυθμός. Ρυθμός. 
Σταματήστε τις μηχανές. Ησυχία. Τι υπέροχο πράγμα η σιωπή.
Ευχαριστώ δεσμοφύλακες που μου χαρίσατε αυτή την απίθανη και σπάνια απόλαυση της σιωπής. Το απόλυτο. Τι απόλαυση για όλες μου τις αισθήσεις! Σα να μοιάζει να βρίσκομαι στον παράδεισο. 
Δεσμοφύλακες, δικαστικοί, κομματάρχες σας αγνοώ όλους. Δεν θα μπορέσετε να με βγάλετε από εδώ μέσα τρελή εκτός κι αν με σκοτώσετε. Μα το μυαλό μου θα είναι καθαρό, θα είμαι απόλυτα υγιής κι όλοι θα ξέρουν με σιγουριά ότι εσείς είστε οι δολοφόνοι, μια κυβέρνηση, ένα κράτος δολοφόνων.»
Το μυαλό της «μάγισσας»
Με αυτή της την επιστολή, η Ουλρίκε Μάινχοφ πρόλαβε να δηλώσει ότι θα δολοφονηθεί και δεν θα αυτοκτονήσει, όπως αποφάνθηκε ο ιατροδικαστής. Κρεμάστηκε 42 χρονών στο κελί 719 των φυλακών Στάινχαμ τηςΣτουτγάρδης στις 9 Μαΐου του 1976.  
Όμως, η ηλιθιότητα της εξουσίας φαίνεται από αυτά που έκαναν μετά θάνατο στο «καθαρό μυαλό» που αναφερόταν η Ουρλίκε σε γραπτά της από την φυλακή. Ο εγκέφαλός της αποκολλήθηκε από το κρανίο της κατά την νεκροψία και επιστήμονες έκαναν αναλύσεις για να βρουν τι πηγαίνει «στραβά» με το φαινόμενο Μάινχοφ. Η κόρη της, Μπετίνα Ρελ, έμαθε το 2002 ότι ο εγκέφαλος της μητέρας της ήταν ακόμη αντικείμενο κλινικών μελετών σε κλινική τουΜαδεμβούργου. 

Κίνησε τις διαδικασίες και η επιτροπή ηθικής αναγκάστηκε να σταματήσει τις συνεχόμενες από το 1976 μέχρι το 2002 μελέτες του εγκεφάλου της Ουλρίκε, που μέχρι σήμερα δεν κατάλαβαν πώς σκεπτόταν.
Η επιτροπή απαγόρευσε και την δημοσιοποίηση οποιονδήποτε κλινικών αποτελεσμάτων που είχαν γίνει μέχρι τότε και έτσι δεν θα έχουμε το ιστορικό ντοκουμέντο της «αναπτυγμένης» νοητικά Γερμανίας για την επίπονη επί δεκαετίες έρευνες στο μυαλό της Μάινχοφ.
Ωστόσο, η κόρη της παρέλαβε απλά στάχτη από τον αποτεφρωμένο εγκέφαλο της μητέρας της για να την θάψει με το υπόλοιπο κορμί της στο νεκροταφείο Μαρίεντορφ του Δ. Βερολίνου. 
Ίσως ακόμα οι Γερμανοί κρατάνε σε φορμόλη το μυαλό της Ουρλίκε αναζητώντας το κίνητρο που μετετρέψε μια μεσήλικη μεσοαστή σε στρατιώτη, και μία πένα σε πιστόλι.

===Ντάριο Φο: Ο τρελός θεατρίνος που τα έλεγε έξω από τα δόντια (ΒΙΝΤΕΟ) - συντάχθηκε από Χριστίνα Κάσια

Σαράντα τέσσερα χρόνια πέρασαν από τότε που ο Ντάριο Φο έκλεισε τα μάτια. 13 Οκτωβρίου, ο βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας (1997) Ιταλός θεατρικός συγγραφέας, ευθυμογράφος, ηθοποιός, θεατρικός σκηνοθέτης και συνθέτης, "φεύγει".

Πίσω του όμως άφησε καυστικά αριστουργήματα για όλα αυτά που κριτίκαρε ο σπουδαίος συγγραφέας. Ήταν ο θεατρίνος που εξόργιζε την εξουσία.

Ένα θέμα εξ αυτά, η Ουλρίκε Μάινχοφ.

Ποια ήταν η Ουλρίκε Μάινχοφ;
https://en.wikipedia.org/wiki/Ulrike_Meinhof
Ήταν Γερμανίδα δημοσιογράφος και από το 1970 ιδρυτικό και ηγετικό μέλος της ακροαριστερής οργάνωσης Φράξια Κόκκινος Στρατός (RAF), που έδρασε στη Δυτική Γερμανία. Το 1970 συνέβαλλε στην απελευθέρωση του Αντρέας Μπάαντερ (Andreas Baader) από την φυλακή και το 1972 σε πέντε βομβιστικές επιθέσεις που άφησαν τέσσερις νεκρούς. Συνελήφθη το 1972 και στις 9 Μαΐου του 1976 και βρέθηκε κρεμασμένη στο κελί 719 των φυλακών υψίστης ασφαλείας στο Στάμχαϊμ της Στουτγάρδης. Τον Μάιο του 1976, όταν την επισκέφθηκε η αδερφή της, της είπε: "Αν μάθεις πως αυτοκτόνησα, να είσαι σίγουρη ότι ήταν φόνος!"

Ο Ντάριο Φο και η Φράνκα Ράμε έγραψαν αυτό τον μονόλογο:

Εγώ η Ουλρίκε Μάινχοφ καταγγέλω

ΟΝΟΜΑ: Ουλρίκε

ΕΠΩΝΥΜΟ: Μάϊνχοφ

ΓΕΝΟΥΣ: Θηλυκού

ΗΛΙΚΙΑ: Σαρανταενός χρονών

...Ναι! Είμαι παντρεμένη.

Έκανα δύο παιδιά με καισαρική.

Ναι είμαστε χωρισμένοι με τον άντρα μου.

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Δημοσιογράφος

ΕΘΝΙΚΟΤΗΤΑ: Γερμανίδα

Είμαι τέσσερα χρόνια στη φυλακή, σ’ ένα μοντέρνο κάτεργο, ενός σύγχρονου κράτους. Το έγκλημα;

Συγκρούστηκα με την άρχουσα τάξη και τους νόμους της που τους έχει προστάτες της, για να μπορεί να εκμεταλλεύεται και να κάνει κουμάντο σε όλα, στα πάντα. Ακόμα και στο ίδιο το μυαλό μας, στις σκέψεις μας, τα λόγια μας, τα συναισθήματα μας, τη δουλειά μας, τον τρόπο που μας αρέσει να αγαπάμε ή να κάνουμε έρωτα, ολόκληρη τη ζωή μας.

Γι’ αυτό με κλείσατε εδώ μέσα αφεντικά του κράτους δικαίου. Φυσικά όλοι είναι ίσοι απέναντι στους νόμους σας, εκτός απ’ αυτούς που δεν συμφωνούν με τα ιερά σας και τα όσια. Εσείς είστε που υποβιβάσατε τη γυναίκα. Ό,τι λοιπόν μου στερήσατε τόσα χρόνια σα γυναίκα, μου το προσφέρετε τώρα: ΙΣΗ ΠΟΙΝΗ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΤΡΑ. Τι ειρωνεία! Σας ευχαριστώ! Με ανταμείψατε με το νόμισμα της πιο σκληρής φυλάκισης.

Απομόνωση και κρύο μέσα σε μια φυλακή νεκροταφείο. Στην ποινή δηλαδή της εξόντωσης των αισθήσεων μου. Πόσο ευγενική έκφραση θα ήταν να’ λεγα ότι με θάψατε ζωντανή σ’ ένα τάφο.

Λευκό το κελί, οι τοίχοι, λευκά τα κουφώματα, η πόρτα περασμένη με σμάλτο, για να μην πω και το αποχωρητήριο, ο φωτισμός με νέον –λευκός κι αυτός- κι αναμμένες λάμπες μέρα-νύχτα. Πότε επιτελούς είναι μέρα και πότε νύχτα; Πως θα το μάθω; Απ’ τη χαραμάδα του παραθύρου περνάει πάντα το ίδιο λευκό φως, ψεύτικο κι αυτό, σαν το παράθυρο που είναι ψεύτικο κι αυτό, ίδια ψεύτικος κι ο δόλιος ο χρόνος που μ’ έχετε φυλακισμένη εδώ σ’ ένα λευκό ατελείωτο.

ΣΙΩΠΗ! Παντού σιωπή.

Απ’ έξω ούτε φωνή, ούτε ήχος, ούτε θόρυβος. Στο διάδρομο δεν ακούγονται βήματα, ούτε πόρτες που ανοιγοκλείνουν. ΤΙΠΟΤΑ. Όλα σιωπηλά και κατάλευκα. Μια μεγάλη σιωπή και στο μυαλό μου, λευκή κι αυτή σαν το ταβάνι. Κι η φωνή μου λευκή αν δοκιμάσω να φωνάξω.

Λευκό το σάλιο καθώς στεγνώνει στα χείλη μου.

Λευκή η σιωπή στ’ άδεια μου μάτια στο στομάχι, στην πρησμένη από την πείνα κοιλιά μου.

Πιασμένη σα γιαπωνέζικο ψάρι, δίχως πτερύγια, μες τη σιωπή του ενυδρείου.

Έντονη επιθυμία για εμετό.

Βλέπω το μυαλό σε αργή κινηματογραφική κίνηση, να βγαίνει από το κρανίο μου, να αλητεύει εδώ κι εκεί και να κυλάει στο πάτωμα και να γίνεται ένα με το αιώνιο λευκό του κελιού μου.

Νιώθω το κορμί μου σα σκόνη, όπως το απορυπαντινό για το πλυντήριο. Σκύβω και το μαζεύω.

Προσπαθώ να το συναρμολογήσω.

ΔΙΑΛΥΟΜΑΙ! Πρέπει να αντέξω Να αντισταθώ.

Δεν θα μπορέσετε να με τρελάνετε. Πρέπει να σκεφτώ, να σκεφτώ!

Να λοιπόν που σκέφτομαι!

Σκέφτομαι εσάς που μ’ έχετε κλεισμένη σ’ αυτόν τον εφιάλτη. Από το κρύσταλλο του ενυδρείου που με κλείσατε και με κοιτάζετε με ενδιαφέρον. Μείνατε άφωνοι!

Τρέμετε από φόβο μήπως και μπορέσω κι αντισταθώ. Τρέμετε στη σκέψη μήπως οι άλλοι συντροφοί μου έρθουν και γκρεμίσουν αυτό το λευκό θάνατο που επινοήσατε.

Πόσο γελοίο, αλήθεια, να στερήσετε από μένα τα χρώματα! Κι έξω να βάφετε το μουχλιασμένο και γκρίζο κόσμο σας με τα πιο φανταχτερά χρώματα, για να μην μπορεί να δει κανείς τη σαπίλα που κρύβει. Και να υποχρεώνετε τον κόσμο να καταναλώνει μόνο και μόνο για το χρώμα.

Χρωματίστε με ωραίο κόκκινο το σιρόπι από τα βατόμουρα, και τι πειράζει αν αυτό φέρνει καρκίνο!

Το απεριτίφ σας να είναι πορτοκαλί.

Τα παιδιά σας πρέπει να τρώνε πολύ το πράσινο και το αστραφτερό κίτρινο.

Το βούτυρο κι η μαρμελάδα πάντα με χρωματιστά δηλητήρια.

Ακόμα και τις γυναίκες σας τις βάψατε σαν καραγκιόζηδες.

Εξαίσιο κόκκινο για τα μάγουλα, ανοιχτό γαλάζιο και βιολετί για τις βλεφαρίδες, ρουζ για τα χείλια κι όσο για τα νύχια ό,τι χρώμα θα έβαζε ο νους σου για να είναι σαν καρναβάλι. Χρυσαφί, ασημί, πράσινο, πορτοκαλί μέχρι και σκούρο μπλε χρησιμοποιήσατε.

Και τιμωρήσατε εμένα με τη σκληράδα του ανέκφραστου λευκού, γιατί το μυαλό μου δεν έχει ανάγκη από τον κατακλυσμό των διαφημίσεων για να σκεφτεί. Αφού τα δικά του χρώματα ξεγυμνώνουν όλη σας την αθλιότητα.

Και με κλείσατε σ’ αυτό το ενυδρείο γιατί:

Ε λοιπόν όχι! Δεν συμφωνώ με τον τρόπο που ζείτε, ούτε ζήλεψα που δεν είμαι σαν καμιά από τις γυναίκες σας –θλιβερό καρναβάλι. Όχι!

Δεν θα ήθελα να είμαι μια τρυφερή ύπαρξη, με τα νάζια της και τα χαζοχαμόγελά της. Που θα στόλιζε το τραπέζι σας σε κάποιο ρεστοράν πολυτελείας το σαββατόβραδο, σαν συμπλήρωμα αναπόσπαστο σε αυτή τη φτιαχτή ατμόσφαιρα με το εξωτικό μενού και την τόσο ηλίθια και απαραίτητη διακριτική μουσική. Όχι!

Δεν θα μου άρεσε να είμαι υποχρεωμένη να παριστάνω την ελκυστική και θλιμμένη, και συγχρόνως τη χαρούμενη και όλο εκπλήξεις, μετά την άμυαλη παιδούλα, κι ύστερα τη μητέρα και πουτάνα, ενώ συγχρόνως να ντρέπομαι ή να ευχαριστιέμαι με κάθε βρωμόλογο που θα ξεστομίζετε.

Α! Να λοιπόν!

Ένας ελαφρός θόρυβος. Ανοίγει η πόρτα. Μπαίνει ο δεσμοφύλακας, με κοιτάζει, δεν με βλέπει, είναι σαν μην υπάρχω. Σα να έγινα διαφανής. Δε λέει ούτε λέξη. Βγαίνει. Ξανακλείνει. Ξανά σιωπή.

Κανένας δεν πρόκειται να ακούσει την κραυγή μου ούτε κανένα παράπονό μου. Όλα θα γίνουν σιωπηλά, με τακτ, για να μην χαλάσει ο μακάριος ύπνος των μακάριων κατοίκων αυτού του οργανωμένου κράτους.

Κοιμήσου ήσυχα καλοζωισμένε και αποχαυνωμένε κόσμε της μεγάλης Γερμανίας. Και σεις από την υπόλοιπη Ευρώπη, οι υγιώς σκεπτόμενοι. Κοιμηθείτε ήσυχα σαν πεθαμένοι. Η κραυγή μου δεν θα σας ξυπνήσει. Δεν ξυπνούν ποτέ οι κάτοικοι ενός νεκροταφείου. Όσοι αγανακτήσουν θα ξεσηκωθούν, είμαι σίγουρη. Θα είναι εκείνοι που δουλεύουν ολημερίς, εκείνοι που τους σακατεύετε σωματικά για να μην μπορούν να σκεφτούν, όλοι οι μετανάστες: Τούρκοι, Ισπανοί, Έλληνες, Άραβες κι όλοι οι άλλοι εξαθλιωμένοι και προδομένοι της Ευρώπης και μαζί με αυτούς και οι γυναίκες που δέχτηκαν την καταπίεση, τον εξευτελισμό και την εκμετάλλευση. Όλες αυτές θα μάθουν γιατί με κρατάτε εδώ μέσα και γιατί το κράτος σας θέλει να με δολοφονήσει σα μάγισσα του μεσαίωνα. Για σας την εξουσία υπάρχουν ακόμη και σήμερα μάγισσες που πρέπει να καθηλώνονται μπροστά στους αργαλειούς, στις μηχανές, στις πρέσες, τις γραμμές παραγωγής, μέσα στο θόρυβο και τις διαταγές. Και γκάπα γκουπ πρέσα, σφυρί, τρυπάνι, κινητήρας, καζάνια, φωνές και θόρυβος. Θόρυβος, φτάνει πια με τη σιωπή, πρέσα, σφυρί, τρυπάνι, καζάνια, αέριο και θόρυβο. Το αέριο, βγαίνει αέριο, εμετός, αηδία. Η αλυσίδα της παραγωγής έχει το δικό της ρυθμό. Δεν υπάρχει πια χρόνος, μόνο ρυθμός. Ρυθμός.

Σταματήστε τις μηχανές. Ησυχία. Τι υπέροχο πράγμα η σιωπή. Ευχαριστώ δεσμοφύλακες που μου χαρίσατε αυτή την απίθανη και σπάνια απόλαυση της σιωπής. Το απόλυτο. Τι απόλαυση για όλες μου τις αισθήσεις! Σα να μοιάζει να βρίσκομαι στον παράδεισο. Δεσμοφύλακες, δικαστικοί, κομματάρχες σας αγνοώ όλους. Δεν θα μπορέσετε να με βγάλετε από εδώ μέσα τρελή εκτός κι αν με σκοτώσετε. Μα το μυαλό μου θα είναι καθαρό, θα είμαι απόλυτα υγιής κι όλοι θα ξέρουν με σιγουριά ότι εσείς είστε οι δολοφόνοι, μια κυβέρνηση ένα κράτος δολοφόνων.

Σας σκέφτομαι ήδη να προσπαθείτε να κρύψετε το πτώμα μου. Να απαγορεύεται την είσοδο στους δικηγόρους μου. Όχι την Ουρλίκε Μαϊνχοφ δεν μπορείτε να τη δείτε. Ναι! Ναι! Κρεμάστηκε. Όχι, όχι! Δεν θα είστε παρών στην αυτοψία. Κανένας. Μόνο οι ειδικοί του κράτους. Που έχουν ήδη έτοιμο το πόρισμα: η Μαϊνχοφ κρεμάστηκε. Όχι δεν υπάρχουν ίχνη στραγγαλισμού στο λαιμό της. Ούτε κυανωτικό χρώμα. Ναι υπάρχουν μελανιές από κακώσεις σε όλο της το σώμα.

Ανοίξτε χώρο! Φύγετε! Μη βλέπετε! Απαγορεύεται η λήψη φωτογραφιών! Απαγορεύεται κάθε άλλη ιατροδικαστική έκθεση! Απαγορεύεται να εξεταστεί το σώμα μου! Απαγορεύεται!

Ναι απαγορεύονται τα πάντα. Όμως ποτέ δεν θα μπορέσετε να απαγορεύσετε να γελάσουν ειρωνικά μπρος στις ηλίθιες φάτσες σας, για τη μεγάλη βλακεία σας. Την αιώνια βλακεία που δέρνει κάθε δολοφόνο.

Βαρύς σαν το βουνό είναι ο θάνατος. Εκατομμύρια χέρια γυναικών σηκώνουν αυτό το βουνό και τώρα θα δώσουν μια να το γκρεμίσουν μονάχες τους.

Με ένα ανατριχιαστικό χαμόγελο.

Περισσότερα στο: https://www.alphanews.live/international/ntario-pho-o-trelos-theatrinos-poy-ta-elege-exo-apo-ta-dontia-binteo

Πρόκειται για θεατρικό μονόλογο του Dario Fo και της Franka Rame. Μελοποιήθηκε από τους Ωχρά Σπειροχαίτη. Η εκτέλεση είναι από ζωντανή εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη.

https://www.youtube.com/watch?v=J2z-cHyWjrs&t=151s&ab_channel=DeadmanWalking

==================
"O σιωπών δοκεί συναινείν"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.