Παρασκευή 28 Μαρτίου 2025

«Η φλογερή καρδιά του Ντάνκο» – Παραμύθι του Μαξίμ Γκόρκι [✩audiobook]

Το παραμύθι Η φλογερή καρδιά του Ντάνκο θεωρείται ένα από τα καλύτερα κείμενα του κλασικού Σοβιετικού συγγραφέα Μαξίμ Γκόρκι. Βεβαίως, ο συμβολισμός του παραπέμπει ευθέως στο γνωστό μύθο του Προμηθέα δεσμώτη. «Η φλογερή καρδιά του Ντάνκο» – Παραμύθι του Μαξίμ Γκόρκι

 [✩audiobook]  

Το παραμύθι "Η φλογερή καρδιά" του Ντάνκο θεωρείται ένα από τα καλύτερα κείμενα του κλασικού Σοβιετικού συγγραφέα Μαξίμ Γκόργκι. 
Βεβαίως ο συμβολισμός του παραπέμπει ευθέως στο γνωστότερο μύθο του Προμηθέα δεσμώτη. 
Ναι, αλλά με πόση λογοτεχνική δύναμη και πρωτοτυπία εκφράζεται αυτός ο διαχρονικός συμβολισμός! 
Και η ειδοποιός διαφορά: 
ο Προμηθέας ανήκει στους ημίθεους, ενώ ο Ντάνκο είναι ένας κοινός θνητός. 
Κι όμως, για το καλό των συνανθρώπων, η καρδιά του γίνεται το βαρναλικό "φως που καίει". 
Τα άλλα έξι διηγήματα ξεχειλίζουν από αγάπη για τα φτωχόπαιδα του κόσμου, που ταλαιπωρούνται στον αγώνα της επιβίωσης. 
Ο μεγάλος συγγραφέας νιώθει βαθύτατα τον πόνο τους, γιατί κι ο ίδιος έζησε σκληρά παιδικά χρόνια. 
Όλα αυτά τα διηγήματα μαζί συνθέτουν μια μικρή συλλογή που δείχνει όμως την παγκοσμιότητα της συγγραφικής δημιουργίας του Μαξίμ Γκόγκι.

Αν δεν καώ εγώ –αν δεν καείς εσύ- πως θα γενούνε τα σκοτάδια φως;
Τον πιο παλιό καιρό ζούσε εδώ μία κοινότητα Ανθρώπων. 
Γύρω απ ’τις τρεις μεριές του οικισμού, ήταν το Μαύρο Δάσος. 
Και από την τέταρτη, η απέραντη στέπα. Για πολύ καιρό ο ήλιος έλαμπε και ο ουρανός ήταν γαλάζιος, και έτσι οι Άνθρωποι ήταν γενναίοι και ευτυχισμένοι.

Μα κάποια μέρα, ήρθανε απ’ την στέπα άλλοι Άνθρωποι, πιο νέοι, πιο βάρβαροι, πιο δυνατοί και έδιωξαν τους πρώτους, βαθιά μέσα στο Μαύρο Δάσος. 
Έλη τους περικύκλωσαν και βάλτοι και το σκοτάδι ήτανε πυκνό. 
Άρχισαν να πεθαίνουν, ο ένας μετά τον άλλο, απ’ τα κουνούπια και τον μολυσμένο αέρα. 
Τότε, γυναίκες και παιδιά, αρχίσανε τους θρήνους και όλοι μαζί κάθισαν να σκεφτούν σαν τι θα κάνουν.

-Δύο δρόμοι ανοίγονται για μας.

Ο ένας, προς τα πίσω. Μα εκεί, βρίσκονται οι δυνατοί εχθροί μας. . . .

Ο άλλος μπροστά, πέρα απ’ τα Μαύρα Δάση, εκεί που τα μεγάλα δέντρα, με τα πανίσχυρα κλωνιά τους αγκαλιάζονται κι οι κόμποι απ’ τις γυμνές τους ρίζες βυθίζονται βαθιά, στη λιπαρή τη λάσπη.

Και το σκοτάδι ήταν πυκνό και τα μεγάλα δέντρα –δέντρα πέτρινα- στεκόντουσαν βουβά και ακίνητα, μέσα στο μαύρο θάμπος και πιο σφιχτά πλησίαζαν το να το άλλο, τριγύρω στους Ανθρώπους. 
Μα εκείνοι είχαν συνηθίσει την απλωσιά της στέπας και πιο πολύ τους στένευε το Δάσος, παρά θηλιά κρεμάλας στο λαιμό τους.

Και η Ώρα χτύπησε Έντεκα. Και όμως, κάποτε ήταν δυνατοί και θα μπορούσαν να νικήσουν. 
Μα τώρα, κάτω απ’ τα πυκνά κλαδιά, χάθηκε η ψυχή και –ίσως- το σώμα. 
Και οι θρήνοι γέννησαν την Φρίκη. 
Και οι Μάνες κλαίγανε τους πεθαμένους. 
Και οι ζωντανοί αλυσοδέθηκαν από τον Φόβο. 
Λόγια δειλίας άρχισαν να ακούγονται μέσα στο Δάσος. 
Και ήθελαν στους εχθρούς να παν και γονατίζοντας να τους προσφέρουν τη λευτεριά τους.

Και είπε ο Ντάνκο:

-Σύντροφοι, δεν κυλάει η πέτρα με την σκέψη μόνο. Όποιος δεν κάνει τίποτε, δεν του συμβαίνει τίποτε. Γιατί να σπαταλιέται η δύναμή μας στον καημό; 
Πάμε στο Δάσος και ας το περάσουμε ως πέρα. Σίγουρα θα χει κάποιο τέλος. 
Όλα στον Κόσμο έχουν ένα τέλος. Εμπρός λοιπόν!

-Οδήγησε μας, με μια φωνή είπανε όλοι. Και ξεκίνησαν.

Και σε κάθε βήμα, ο Βάλτος –άπληστο σάπιο στόμα- καταβρόχθιζε Ανθρώπους. 
Σαν φίδια απλωθήκανε παντού οι ρίζες και κάθε βήμα το πληρώνανε με αίμα. Περπάτησαν πολύ καιρό και όλο πύκνωναν τα σκοτάδια. 
Κουράστηκαν και άρχισαν να γκρινιάζουν για τον Ντάνκο και έλεγαν πως, άδικα, νέος και άπειρος τους έσυρε εδώ κάτω –κι ας είχαν όλοι τους συμφωνήσει.

Και κάποτε, στο Δάσος μπόρα ξέσπασε. 
Και έγινε το σκοτάδι πιο μαύρο και απ’ της Κόλασης τις νύχτες. 
Μα ο Ντάνκο περπατούσε πάντα εμπρός. 
Και τα κλαδιά των δέντρων τους κυκλώσανε. 
Και κεραυνοί σκίζανε τον αιθέρα. 
Όλο δυνάμεις και πιο λίγες τους απόμεναν. 
Μα εκείνος περπατάει πάντα μπρος –«ένας αυτός, και ζει για χίλιους». Τσάκισαν και έχασαν το θάρρος τους και ρίξανε το φταίξιμο στον Ντάνκο.

-«Σας οδηγώ εγώ», μας είπες! -Σας οδήγησα. Μα εσείς; 
Σέρνεστε όλο πιο πολύ στη λάσπη, μπουσουλώντας με τα τέσσερα, σα ζώα. Σκοτείνιασαν τα μάτια τους και φάνηκε μέσα σ’ αυτά η λάμψη του θανάτου. 
«Κοίτα τους», μονολόγησε, «πριν όλοι φίλοι, τώρα όλοι τους θηρία» και λάμψανε τα μάτια του σαν φάροι. 
Και βλέποντάς το αυτό, σκέφτηκαν πως τρελάθηκε και πως, γι’ αυτό -έτσι ζωηρά- φλογίστηκε η ματιά του και φυλάχτηκαν. 
Και σαν κοπάδι λύκων –που θήραμα μυρίστηκε- μαζεύτηκαν, γιατί περίμεναν πως θα ριχτεί πάνω τους πρώτος. 
Και άρχισε να στενεύει γύρω του ο κλοιός. 
Και αυτός κατάλαβε τη σκέψη τους και η σκέψη γέννησε στην φλογερή καρδιά του το παράπονο. 
Και όλο το Δάσος άρχισε να ψέλνει το μαύρο, πένθιμο τραγούδι του. 
Και ο κεραυνός βροντάει και η βροχή πέφτει ασταμάτητα.

-«Αν δεν καώ εγώ –αν δεν καείς εσύ- πως θα γενούνε τα σκοτάδια φως;» φώναξε, κι απ’ τη Βροντή πιο δυνατά. Και έσκισε με τα χέρια του το στήθος του και έβγαλε από μέσα την καρδιά του και την κρατάει ψηλά, απ’ τα κεφάλια πάνω των Ανθρώπων. Αναλαμπάδιασε η Καρδιά –σαν ήλιος- και το σκοτάδι διαλύθηκε μέσα στο φως. Και οι Άνθρωποι –κατάπληκτοι- μαρμάρωσαν.

-Εμπρός, φωνάζει ο Ντάνκο και ρίχνεται μπροστά, στην πρωτινή του θέση, ψηλά κρατώντας την Φλεγόμενη Καρδιά του -που φώτιζε την Μοίρα των Ανθρώπων. 
Τον ακολούθησαν σαν μαγεμένοι. 
Το Δάσος αντιβούισε έκπληκτο, μα η βοή του πνίγηκε στον Ήχο των Χρωμάτων. Και τώρα πέθαιναν, μα πέθαιναν δίχως παράπονα και παρακάλια. 
Έτρεχαν γρήγορα μπροστά, με γενναιότητα το Φως του Φάρου ακολουθώντας –την Καρδιά του. 
Και ο Ντάνκο πάντα προχωρούσε προς τα εμπρός και η Φλόγα της Καρδιάς του όλο φούντωνε και φούντωνε. 
Και τέλειωσε το Δάσος. Και έμεινε πίσω τους, βουβό. 
Και στα λιβάδια πέρα, στη μεγάλη στέπα σαν ξεμύτισαν, λούστηκαν ξαφνικά από ηλιόφως και καθαρό αέρα ξεπλυμένο απ’ την βροχή. 
Και έλαμψε ο ήλιος και πέρα, το ποτάμι, σαν φιδίσιο σώμα αντιφέγγισε. Σουρούπωνε. 
Κατά το λιόγερμα, άρχισε να φαντάζει κόκκινο –σαν αίμα- το ποτάμι. Και εκείνος, χαμογέλασε περήφανα.

Και έγινε η Ώρα, Δώδεκα. Στο χώμα πέφτει και η Μάνα Γη προστάζει, και λουλούδια τον αγκάλιασαν. Και δεν τον πρόσεξε κανείς πού έπεσε κάτω. 
Και μόνο η γενναία του Καρδιά ακόμα άναβε. 
Και ένας, την πρόσεξε. Και –φοβισμένος- με το πόδι του την πάτησε. 
Και η Φλογερή Καρδιά του Ντάνκο, χάθηκε για πάντα.»

Από το βιβλίο «Η φλογερή καρδιά του Ντάνκο και άλλα διηγήματα» του Μαξίμ Γκόργκι.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

"Adagio" (part 1), Garry Bardin / Bach - BWV639 "Ich ruf zu dir, Herr Jesu Christ"

 

Το «Adagio» είναι μια 10λεπτη ταινία animation που δημιουργήθηκε από τον Ρώσο Garry Bardin το 2000.

Λέγεται ότι η ιστορία βασίστηκε στο μυθιστόρημα του Μαξίμ Γκόρκι «Η φλογερή καρδιά του Ντάνκο» και στον αυτοθυσιαστικό λόγο του: 

«Αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, πώς θα γενούνε τα σκοτάδια φως;»

Από τη δική μας οπτική, το έργο στο σύνολό του φαντάζει με μια πρώτη ματιά ότι παραπέμπει, αν όχι στο πρόσωπο του Χριστού, σε οποιαδήποτε μεσσιανική μορφή, η οποία αρχικά δέχεται την απόρριψη έως και την εξολόθρευσή της από το πλήθος, ενώ στην πορεία θεοποιείται από τους ίδιους τους εξολοθρευτές. 
Μέχρι την εμφάνιση μιας επόμενης αντίστοιχης μορφής, έτσι ώστε ο κύκλος να διαιωνίζεται.
Στο βίντεο, αφού χωρίσαμε το έργο σε δύο μέρη, συνδέσαμε μουσικά το πρώτο μέρος με το θρησκευτικού περιεχομένου έργο του Bach “Ich ruf zu dir, Herr Jesu Christ”, επιθυμώντας να στρέψουμε το βλέμμα στην καθημερινή εμπειρία των ανθρώπων. 
Στην καχυποψία απέναντι σ’ εκείνον που εμφανίζεται ως «διαφορετικός» από την ομοιομορφία των υπολοίπων. 
Η ομοιομορφία συναινεί στην κοινή αποδοχή της τρέχουσας ηθικής, παρόλα τα δεινά της ανθρωπότητας, και μας απαλλάσσει από την ευθύνη της οικοδόμησης μιας ηθικής αλληλεγγύης που να βασίζεται σε στέρεα θεμέλια. 
Ο χαρακτηρισμός «διαφορετικός» δημιουργείται, καθώς απομονώνονται χαρακτηριστικά και δεικτικά επισημαίνονται. 
Ο χαρακτηρισμένος «διαφορετικός» διακηρύσσεται ως «κίνδυνος», μιας και φοβίζει διά της «διαφορετικότητάς» του. 
Στις σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες «διαφορετικοί» μπορούν να είναι οι φτωχοί, οι αλλόθρησκοι, οι πρόσφυγες κ.α.
Συνήθως η «επίθεση» προς αυτούς οδηγεί στον θυμό τους, με αποτέλεσμα τον εγκλεισμό όλων μέσα σε έναν φαύλο κύκλο μίσους και βίας. Το βίντεο μιλάει για την «παράδοξη» εκδοχή του να φουντώνει η καχυποψία, ο φόβος και το μίσος όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με την αγνότητα. 
Φαντάζει τόσο ξένο, είναι τόσο άγνωστο βίωμα, ώστε δεν ηδυνόμαστε να το αντιληφθούμε, να το εμπιστευτούμε. Μόνη λύση φαίνεται η εξολόθρευση.

 =====================
 "O σιωπών δοκεί συναινείν"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.