Αυτή
η γενιά είναι που σήμερα χρεοκόπησε. Η γενιά, που αφού συμμετείχε σε
ένα πρωτοφανές πλιάτσικο τριάντα και πλέον χρόνων, αφήνει πίσω της
"συντρίμμια". Η γενιά, η οποία μας έβαλε στο ΔΝΤ. Η γενιά, η οποία
παρέδωσε το ελληνικό κράτος σε ξένους κατακτητές. Η γενιά, η οποία
κληρονόμησε τα πάντα και αφήνει στους κληρονόμους της μόνον χρέη. Όχι
απλά δεν αφήνουν ως γενιά τίποτε ως "κληρονομιά" για τους επόμενους,
αλλά υποθηκεύουν τα πάντα εις βάρος όλων των μελλοντικών γενιών.
Κατέστρεψαν ό,τι παρέλαβαν και άρα τις διαδοχικές κληρονομιές πολλών
γενιών Ελλήνων και ταυτόχρονα "κληροδοτούν" απίστευτα χρέη στους
επόμενους.
Για να γνωρίζεις ποιος είναι ο χειρότερος, θα πρέπει να γνωρίζεις τον λόγο που οι υπόλοιποι είναι καλύτεροι. Από την εποχή λοιπόν του πολέμου μέχρι σήμερα τρεις γενιές Ελλήνων έχουν περάσει από αυτήν τη χώρα και τώρα έρχεται η τέταρτη. Η γενιά του πολέμου του 40, η μεταπολεμική γενιά και η γενιά του Πολυτεχνείου. Η ποιότητα της κάθε γενιάς κρίνεται από την ποιότητα αλλά και τον όγκο της κληρονομιάς που αφήνει πίσω της. Κρίνεται από την περιουσία που αφήνει στα παιδιά της. Άλλες γενιές αφήνουν πίσω τους μεγάλο όγκο κληρονομιάς και άλλες αφήνουν πίσω τους υψηλής ποιότητας κληρονομιές.
Σημείωση: Ένας ακόμη "αριστερός", από πολλούς άλλους, που εξαργύρωσε την συμμετοχή του με "ομόλογα Σαμαρά", βλέπε άρθρο του:
Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης γράφει για την εξέγερση του Πολυτεχνείου
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Για να γνωρίζεις ποιος είναι ο χειρότερος, θα πρέπει να γνωρίζεις τον λόγο που οι υπόλοιποι είναι καλύτεροι. Από την εποχή λοιπόν του πολέμου μέχρι σήμερα τρεις γενιές Ελλήνων έχουν περάσει από αυτήν τη χώρα και τώρα έρχεται η τέταρτη. Η γενιά του πολέμου του 40, η μεταπολεμική γενιά και η γενιά του Πολυτεχνείου. Η ποιότητα της κάθε γενιάς κρίνεται από την ποιότητα αλλά και τον όγκο της κληρονομιάς που αφήνει πίσω της. Κρίνεται από την περιουσία που αφήνει στα παιδιά της. Άλλες γενιές αφήνουν πίσω τους μεγάλο όγκο κληρονομιάς και άλλες αφήνουν πίσω τους υψηλής ποιότητας κληρονομιές.
Όλες
οι γενιές των Ελλήνων ήταν άξιες, γιατί κατά κανόνα άφηναν μια Ελλάδα
ισχυρότερη από αυτήν που παραλάμβαναν οι ίδιες. Ακόμα και η γενιά της
Μικρασιατικής Καταστροφής άφησε πίσω της μια Ελλάδα σε διπλάσιο μέγεθος
από αυτήν που παρέλαβε. Μπορεί σε ένα γενικό επίπεδο, που αφορά
τον ελληνισμό, να ήταν πράγματι καταστροφική, αλλά στο στενό εθνικό και
κρατικό επίπεδο άφησε μια σημαντική κληρονομιά στους επόμενους. Όλες οι
γενιές ήταν άξιες ...εκτός από μία. Τη γενιά του Πολυτεχνείου ...Τη
γενιά της Μεταπολίτευσης ...Την πιο σάπια γενιά Ελλήνων. ...
Δεν χρειάζεται να γνωρίζει κάποιος πολλές λεπτομέρειες, για να
καταλάβει ποιος είναι σημαντικός και ποιος όχι. Η "λογιστική" της
ιστορίας είναι πάντα απλή. Ο σημαντικός "φωνάζει" και τον ακούνε κι οι
κουφοί. Ο Λεωνίδας ήταν σημαντικός και δεν απαιτείται κάποιος καθηγητής
της ιστορίας, για να μας το εξηγήσει. Ο Κολοκοτρώνης ήταν επίσης
σημαντικός. Οι ασήμαντοι είναι αυτοί οι οποίοι έχουν ανάγκη την ανάλυση
για τον ίδιο λόγο που χρειάζεται επιστημονική γνώση και τεχνολογικά
μέσα, για να καταλάβουμε πόσο είναι το λίπος του κουνουπιού. Ο Σημίτης
είναι αυτός ο οποίος έχει ανάγκη την επιστήμη, για να μας εξηγήσει αυτά,
τα οποία δεν καταλαβαίνουμε και είναι η σημαντικότητά του. Κάτι ανάλογο
συμβαίνει και με τις γενιές. Οι σημαντικές γενιές "φωνάζουν", γιατί
πάνω στα κατορθώματά τους ζουν οι επόμενες. Ζούνε καλύτερα απ' ό,τι
έζησαν αυτοί, οι οποίοι θυσιάστηκαν γι' αυτούς. Ο σημαντικός είναι αυτός
ο οποίος θυσιάζεται και όχι αυτός που απολαμβάνει το κέρδος της θυσίας.
Από την εποχή λοιπόν του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και εντεύθεν,
τρεις ήταν οι γενιές που έχουν περάσει. Η γενιά του πολέμου του 40, η
μεταπολεμική γενιά και η γενιά του πολυτεχνείου. Η γενιά της αντίστασης.
Η γενιά της αναγέννησης και της δημιουργίας. Η γενιά του ξεπουλήματος. Η
γενιά του πολέμου του 40 ήταν μια γενιά αξιοθαύμαστη. Μια γενιά, η
οποία κέρδισε τον παγκόσμιο θαυμασμό. Αντιστάθηκε γενναία σε μια
αυτοκρατορία και νίκησε. Θυσιάστηκε για την ελευθερία της και κέρδισε.
Άφησε την Ελλάδα μεγαλύτερη από ποτέ. Κέρδισε με το αίμα της και την
επανένωση με τα Δωδεκάνησα. Άφησε την Ελλάδα στους επόμενους στη
μεγαλύτερή της μορφή.
Η
επόμενη γενιά ήταν εξίσου ηρωική. Τόσο ηρωική, που η ειρηνική θυσία της
ομοιάζει με πραγματική θυσία πολέμου. Δούλεψαν τόσο πολύ, που, όταν
ίδρωναν, άφηναν αίμα και όχι ιδρώτα. Η πιο εργατική γενιά Ελλήνων όλων
των εποχών. Η γενιά, που το έργο της μπορεί άνετα να συναγωνιστεί το
γερμανικό "θαύμα". Παρέλαβαν μια Ελλάδα πλήρως ισοπεδωμένη από
τον πόλεμο και την "έχτισαν" από την αρχή. Την έχτισαν σε σημείο να την
ευθυγραμμίσουν σχεδόν με το σύνολο της ανεπτυγμένης Ευρώπης. Έχτισαν εκ
του μηδενός τις υποδομές της. Δημιούργησαν ένα τεράστιο δημόσιο
κεφάλαιο, το οποίο παρήγαγε υπέρ του λαού όλα τα αγαθά, τα οποία
θεωρούνται στρατηγικού χαρακτήρα. Ενέργεια, ύδρευση, τηλεπικοινωνίες
κλπ.. Άφησαν ένα σύστημα παιδείας, το οποίο "παρήγαγε" επιστημονικό
δυναμικό ευπρόσδεκτο σε όλα τα διάσημα πανεπιστημιακά ιδρύματα αυτού του
Πλανήτη. Άφησαν νοσοκομεία, όπου οι γιατροί κοιτούσαν τα συμπτώματα των
αρρώστων και όχι τις τσέπες τους. Άφησαν ασφαλιστικά ταμεία γεμάτα. Δεν
άφησαν σχεδόν καθόλου εξωτερικό χρέος.
Αυτές
τις δύο ταλαιπωρημένες αλλά άξιες γενιές ακολούθησε η γενιά του
Πολυτεχνείου. Η γενιά η οποία κληρονόμησε μια Ελλάδα μεγάλη και
προπάντων "χτισμένη". Η πιο πλούσια κληρονόμος γενιά στη σύγχρονη
ελληνική ιστορία. Η γενιά, η οποία είχε τον πιο εύκολο ρόλο. Μόνον σωστή
διαχείριση επέβαλε ο ρόλος της να κάνει, εφόσον τα δύσκολα τα είχαν
κάνει οι προηγούμενοι. Όμως, η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί και αυτή η
γενιά δεν είχε καλό "πρωινό". Με το "καλημέρα" αυτή η γενιά έγινε η
αιτία να "χαθεί" η Κύπρος. Η πρώτη "υποθήκη" που έβαλε, για να ανέλθει
ακόπως στην εξουσία και να διαδεχθεί την προηγούμενη. Αφού κάποιοι
αποφάσισαν προκαταβολικά για την "ηγεσία" αυτής της γενιάς, της ζήτησαν
επίσης προκαταβολικά το αντίτιμο. Τα αφεντικά θα έπαιρναν την Κύπρο και η
γενιά του Πολυτεχνείου θα έπαιρνε τη "σκυτάλη" στην Ελλάδα ...Καλή
μοιρασιά.
[...]
Αυτό
ήταν το ζητούμενο για τους ιμπεριαλιστές. Στην κυριολεξία έβαλαν το
κατακάθι στην κορυφή. Τον πάτο τον έκαναν "κορυφή". Πώς γίνεται αυτό;
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη συνωμοτική γνώση και μεθόδευση. Είναι το κόλπο,
που γνωρίζει η κάθε νοικοκυρά. Ας φανταστεί ο αναγνώστης ότι η κοινωνία
μοιάζει με ένα "τσουβάλι". Ένα "τσουβάλι" γεμάτο με πολύτιμα και όλων
των ειδών τα υφάσματα. Ένα "τσουβάλι" όμως, που στον πάτο του είναι
βρόμικο. Ένα "τσουβάλι", που στον πάτο του έχει σκατά. Τι πρέπει να
κάνεις, όταν θέλεις αυτά τα "σκατά" να τα φέρεις στην κορυφή; Το ίδιο
πράγμα που κάνεις, για να γυρίσεις ένα ρούχο από την ανάποδη. Μέσα από
μια τρύπα βάζεις το χέρι σου μέχρι τον πάτο και αφού πιάσεις τα "σκατά",
τα τραβάς προς τα έξω και στη συνέχεια τα βαστάς στην κορυφή.
Αυτό
έκανε και το σύστημα στην Ελλάδα. Έβαλε το "χέρι" του και τράβηξε τα
"σκατά" στην κορυφή. Από μια ολόκληρη γενιά Ελλήνων έπιασε τους
χειρότερους και τους τοποθέτησε αυθαίρετα για μια στιγμή στην κορυφή.
Από εκεί και πέρα γνώριζε τον τρόπο, ώστε αυτήν τη στιγμή να την κάνει
πολύχρονη. Η "τρύπα", που χρησιμοποίησε, για να βάλει το "χέρι" του,
ήταν το Πολυτεχνείο. Ένα αόρατο ιμπεριαλιστικό "χέρι" μπήκε από την
"τρύπα" του Πολυτεχνείου στην ελληνική κοινωνία και τη "γύρισε" ανάποδα.
Την τράβηξε με τέτοιον τρόπο, που το "μέσα" έγινε "έξω". Το "πάνω"
έγινε "κάτω". Από εκεί και πέρα το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να
σταθεροποιήσει την κατάσταση.
[...]
Αυτό συνέβη με τη γενιά της μεταπολίτευσης. Η κορυφή της ήταν μόνιμα
κατειλημμένη από τους άχρηστους. Κατειλημμένη από τα σκουπίδια της
κοινωνίας. Τα σκουπίδια σε όλους τους χώρους, εφόσον το κοινωνικό
σταρ-σύστεμ αφορούσε μια κοινωνία απόλυτα ανεστραμμένη. Σε όλους τους
χώρους υπήρχαν τα ίδια προβλήματα με τα ίδια πρόσωπα. Όλα αυτά είναι
"χτισμένα" πάνω στο ίδιο πρόσωπο ...Το πρώτο από τα σκουπίδια, που
κυριάρχησαν στη μεταπολίτευση. Το σκουπίδι με το όνομα Ανδρέας
Παπανδρέου. Αυτόν ανέλαβαν να "φτιάξουν" οι μυστικές υπηρεσίες των
ισχυρών σαν τον "πρώτο" και αυτός ήταν που καταδίκασε την κοινωνία στην
περίεργη λειτουργία της. Όταν μια κοινωνία έχει σαν "πρώτο" έναν άνθρωπο
όπως ο Ανδρέας, είναι θέμα χρόνου να την "πατήσει". Γιατί; Γιατί αυτός,
προκειμένου να διατηρήσει τα "πρωτεία", θα πλαισιωθεί από ομοίους του,
οι οποίοι θα δημιουργήσουν συνθήκες συμμορίας. Όμως, συμμορία με την
ισχύ των ξένων ιμπεριαλιστών και του κρατικού μηχανισμού, είναι ανίκητη.
[...]
Αυτή
η συμμορία ήταν το απόλυτο κατακάθι της κοινωνίας. Παλιοί χαφιέδες της
χουντικής ασφάλειας, οι οποίοι παρίσταναν τους αντιχουντικούς αγωνιστές.
Παλιοί λακέδες του παρακράτους, οι οποίοι παρίσταναν τους "δημοκράτες"
δημοσιογράφους. Παλιοί περιθωριακοί της τράκας και της ξεφτίλας.
Χασικλήδες, οι οποίοι κινούνταν στα όρια της εμπορίας για τα έξοδά τους.
Κοινά τεμπελόσκυλα, που λαθροβιούσαν στους τεκέδες και στα χαμαιτυπεία
της Πρωτεύουσας. Κολομπαράδες, οι οποίοι, προκειμένου να ανελιχθούν στο
σύστημα, εξυπηρετούσαν "δημοκράτες" εκδότες και άλλους ανώμαλους
μεγαλοαστούς της πρωτεύουσας. Πούστηδες, οι οποίοι, προκειμένου να
εξασφαλίσουν εραστές, αναλάμβαναν τις πιο βρόμικες αποστολές. Πόρνες
πρόθυμες να κοιμηθούν με τον "μεγάλο τιμονιέρη", προκειμένου να
διακριθούν στην πολιτική. Ζιγκολό της συμφοράς, οι οποίοι εξυπηρετούσαν
πλούσιες γραίες. Ό,τι σκουπίδι υπήρχε στην Αθήνα, αφέθηκε ελεύθερο μετά
την "πλημμύρα" που ακολούθησε της πτώσης της Χούντας. Ό,τι λύμα υπήρχε
στην επαρχία, "αποστραγγιζόταν" κι αυτό στη μεγάλη "λεκάνη" της
Πρωτεύουσας. Καθάρματα με την αρχαία σημασία του όρου ...Σκουπίδια
δηλαδή.
Αυτά
όλα τα σκουπίδια, τα οποία αφέθηκαν να κατακλύσουν την πρωτεύουσα, ήταν
που συνέθεσαν το ΠΑΚ του κακοποιού Ανδρέα. Το ΠΑΚ, το οποίο στη
συνέχεια μετεξελίχθηκε στον σκληρό κομματικό πυρήνα του ΠΑΣΟΚ. Η Σάρα η
Μάρα και το κακό συναπάντημα όλης της χώρας. Με αυτούς τους ανθρώπους
του υποκόσμου στήθηκε η μεταπολίτευση. Αυτούς δυστυχώς ακολούθησαν οι
φτωχοί και αναξιοπαθούντες της κοινωνίας. Με "θεμέλιο" τον Ανδρέα και
"ακρογωνιαίους" λίθους τους "ήρωες" του Πολυτεχνείου "χτίστηκε" το άθλιο
"οικοδόμημα" της μεταπολίτευσης. Με τη βοήθεια του παρακράτους, των
ξένων ιμπεριαλιστών και των ντόπιων χαφιέδων τους, όλοι αυτοί σταδιακά
κατέλαβαν όλους τους ζωτικούς μηχανισμούς της κοινωνίας. Με "μαγνήτη"
τον Ανδρέα όλοι αυτοί άρχισαν να μονοπωλούν τους ευαίσθητους χώρους της
κοινωνικής λειτουργίας. Αυτοί αυτοαναγορεύτηκαν "Αριστεροί" και
"Σοσιαλιστές" και προσπαθούσαν να ζήσουν με το σύνθημα ο "λαός δεν ξεχνά
τι σημαίνει δεξιά". Αυτοί ήταν η "Αριστερά" της μεταπολίτευσης.
Απλό
κόλπο, στο οποίοι οι πάντες ήταν "μιλημένοι". Όσο "Αριστεροί" ήταν
αυτοί, άλλο τόσο "Δεξιοί" ήταν οι απέναντί τους. Όλοι στο κόλπο.
Θωράκισε το "μαγαζί" του ο Καραμανλής με το δήθεν "αντιδεξιό"
παπανδρεϊκό σύνθημα. Θωράκισε το "μαγαζί" του ο Παπανδρέου με τη δήθεν
"αντικομμουνιστική" άμυνα της Δεξιάς απέναντί του. Ο υπόδικος
παιδεραστής έδειχνε τον καταδικασμένο βιαστή, για να εμφανιστεί σαν
"καθαρός". Το παιχνίδι είχε ήδη στηθεί αριστοτεχνικά. Μέχρι να μάθει ο
λαός τι σημαίνει "Αριστερά", θα έπρεπε να ζει, "μη ξεχνώντας" τι
σημαίνει "Δεξιά". Για να μην του βάλουν "χέρι" οι "Δεξιοί", θα τον
έσπρωχναν λίγο από "πίσω" οι "Αριστεροί".
[...]
Με
αυτόν τον τρόπο συντηρείται ακόμα και σήμερα η κοινωνική "πυραμίδα",
που διατηρεί τον πάτο στη κορυφή. Με αυτόν τον τρόπο η ελληνική κοινωνία
λειτουργεί ανάποδα και βασιλεύει η αναξιοκρατία. Η αναξιοκρατία, η
οποία θίγει την κοινωνία και άρα τους πολλούς και δυστυχώς διαιωνίζεται
πολλές φορές με ψήφους των πολλών. Αυτή ήταν η επιτυχία του
παπανδρεϊσμού, που "διαπότισε" τη γενιά του Πολυτεχνείου. Στήριζε ο
κόσμος με την ψήφο του αυτήν την αθλιότητα. Μια γενιά "καμένη" από την
κορυφή μέχρι τη βάση. Μια γενιά, η οποία ποτέ δεν κατάλαβε τι πραγματικά
είναι κορυφή και τι πάτος. Μια γενιά, η οποία έστησε μια κοινωνική
"πυραμίδα" και η οποία στην πραγματικότητα είναι ένα χωνί βυθισμένο στα
κοινωνικά "σκατά". Εκεί όπου αναζητά τους "κορυφαίους".
Τα
αποτελέσματα ήταν αυτά, τα οποία "απολαύσαμε" καθ’ όλη τη διάρκεια της
μεταπολίτευσης. Το "κατακάθι" εγκαταστάθηκε μόνιμα στην κορυφή της
κοινωνίας. Οι "τελευταίοι" ανέλαβαν σαν "πρώτοι" να "ηγηθούν" της
κοινωνίας. Οι προδότες ανέλαβαν να εκφράσουν τους πατριώτες. Οι
τεμπέληδες και οι άεργοι ανέλαβαν να διεκδικήσουν δικαιώματα για
λογαριασμό των εργαζομένων. Οι δημόσιοι υπάλληλοι ανέλαβαν να
"προστατεύσουν" τους ιδιωτικούς υπάλληλους. Οι αστοί ανέλαβαν να
εκφράσουν τα "δίκια" της αγροτιάς.
Άνθρωπος,
ο οποίος δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τη φασολιά από τη μηλιά μιλούσε, σαν
εκπρόσωπος των αγροτών, επειδή είχε επαναστατικό "μπακγράουντ", άσχετα
αν η μόνη τσάπα που είχε ποτέ στη ζωή του ήταν σε επάργυρο μπρελόκ της
ΠΑΣΕΓΕΣ. Ό,τι μέχρι τότε απαγόρευε η λογική, έγινε μια καθημερινότητα.
Γιατί; Γιατί επικεφαλής δεν ήταν οι κοινοί εκπρόσωποι των κοινωνικών
τάξεων. Επικεφαλής αυτών των τάξεων ήταν οι "ήρωες". Ο "Όλυμπος" είχε
κατέβει στην Ελλάδα και οδηγούσε την ελληνική κοινωνία στη "θέωση". Οι
"ήρωες" του Πολυτεχνείου που θα οδηγούσαν την γενιά τους στον
"παράδεισο".
Δεν
μιλάμε για απλή επιβίωση. Μιλάμε για υψηλούς στόχους. Οι άνθρωποι ήταν
"ημίθεοι". Δεν θα άλλαζαν μόνον την Ελλάδα, αλλά και όλο τον κόσμο. Ο
"ήρωας" Ανδρέας θα έσωζε τον Τρίτο Κόσμο και οι "ήρωες" του Πολυτεχνείου
θα έσωζαν την Ελλάδα. Δεν ήταν κοινοί δημόσιοι υπάλληλοι ή αστοί ή
τεμπέληδες ...Ήταν "ήρωες". Ο "ηρωισμός" τους τραγουδιόταν κάθε χρόνο.
Το κράτος είχε αργία στην επέτειο του ηρωισμού τους. Τα σχολεία
στολίζονταν σαν επαρχιακές ταβέρνες και έκαναν εκδηλώσεις. Όλοι οι
επίδοξοι "διάδοχοί" τους έκαναν "πρόβες" ηρωισμού και πετροπόλεμου
εκείνη την ημέρα με την αστυνομία. Κάθε χρόνο την ίδια μέρα καίγονταν η
Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, για να "θυμάται" ο λαός τη μεγάλη "πυρκαγιά".
Ο
ένας χώρος μετά τον άλλο "αλώνονταν" από τους "ήρωες". Στον
συνδικαλισμό κυριαρχούσαν σκουπίδια τύπου Πρωτόπαπα, Πολυζωγόπουλου και
Παναγόπουλου. Στη δημοσιογραφία κυριαρχούσαν σκουπίδια τύπου Φυντανίδη,
Ψυχάρη και Κωστόπουλου. Στην πολιτική κυριαρχούσαν σκουπίδια τύπου
Τσοχατζόπουλου, Σιφουνάκη και Μαντέλη, Στην τέχνη κυριαρχούσαν σκουπίδια
τύπου Μελίνας, Ταχτσίδων και Θεοδωράκηδων. Στην πνευματική κοινότητα
κυριαρχούσαν σκουπίδια τύπου Βερέμη, Βέλτσου και Μεταξόπουλου. Όλοι
αυτοί είχαν συνθέσει μια συμμορία ανίκητη.
Όποιον
και να αμφισβητούσες, έρχονταν οι υπόλοιποι και σε "σακάτευαν". Όποιον
και να πολεμούσες, είχες απέναντί σου ένα πανίσχυρο μπλοκ με άπειρα μέσα
και δύναμη να αμυνθεί και να σου προκαλέσει ζημιά. Ένα μπλοκ, το οποίο
απειλούσε ακόμα και με βία, εφόσον συνδεόταν άμεσα με παρακρατικές και
δήθεν τρομοκρατικές οργανώσεις. Ένα μπλοκ, το οποίο αντιλήφθηκε γρήγορα
την αξία της "διαπλοκής" και φρόντισε να δημιουργήσει και να συνδεθεί με
μια οικονομική ελίτ όμοιας καταγωγής και ανάλογης ποιότητας. Ποιότητας
του χειρίστου είδους τύπου Κόκκαλη, Μπόμπολα και Λαμπράκη. Όλοι
"δημοκράτες", "αριστεροί" φίλοι του Ανδρέα και βέβαια κλέφτες του
δημοσίου πλούτου.
Αυτή
η γενιά είναι που σήμερα χρεοκόπησε. Η γενιά, που αφού συμμετείχε σε
ένα πρωτοφανές πλιάτσικο τριάντα και πλέον χρόνων, αφήνει πίσω της
"συντρίμμια". Η γενιά, η οποία μας έβαλε στο ΔΝΤ. Η γενιά, η οποία
παρέδωσε το ελληνικό κράτος σε ξένους κατακτητές. Η γενιά, η οποία
κληρονόμησε τα πάντα και αφήνει στους κληρονόμους της μόνον χρέη. Όχι
απλά δεν αφήνουν ως γενιά τίποτε ως "κληρονομιά" για τους επόμενους,
αλλά υποθηκεύουν τα πάντα εις βάρος όλων των μελλοντικών γενιών.
Κατέστρεψαν ό,τι παρέλαβαν και άρα τις διαδοχικές κληρονομιές πολλών
γενιών Ελλήνων και ταυτόχρονα "κληροδοτούν" απίστευτα χρέη στους
επόμενους.
Τίποτε
δεν έχουν αφήσει. Ακόμα κι αυτά που θεωρούνται ως αδύνατον να
πειραχθούν, τα έχουν πειράξει. Μοιράζουν υπηκοότητες χωρίς κριτήρια και
απειλούν με αλλοίωση το ίδιο το ελληνικό έθνος. Έχουν συμφωνήσει με τους
ξένους ν' αλλάξουν την ελληνική γραμματική, για να μην "μπερδεύονται"
οι λαθρομετανάστες. Έχουν συμφωνήσει με τους ξένους να δώσουν στους
Έλληνες και δεύτερη επίσημη γλώσσα. Έχουν συμφωνήσει με τους ξένους να
"αμβλύνουν" τις "γωνίες" της ελληνικής ιστορίας, για να μην ενοχλούνται
οι γείτονες. Έχουν συμφωνήσει να παραδώσουν το κεφάλαιο "Μακεδονία"
στους σκοπιανούς χασισέμπορους του Σόρος. Στο μέλλον δεν θα υπάρχουν
αυθεντικοί Έλληνες στο νότιο άκρο των Βαλκανίων. Θα υπάρχουν κάποιοι
περίεργοι φτωχοί "σερβιτόροι" των ισχυρών, οι οποίοι δεν θα μιλάνε
κανονικά ελληνικά και θα σκοτώνονται σε συνωστισμούς, όπως κάποιοι
πρόγονοί τους. Όταν δεχόμαστε σήμερα οι "Μακεδόνες" να μιλάνε σλαβικά,
γιατί να μιλάνε στο μέλλον οι Έλληνες ελληνικά;
Αυτά
έχουν συμφωνήσει με τα αφεντικά τους. Με τους "δανειστές" μας.
Εκτελώντας τις εντολές αυτών των δανειστών, έχουν αρχίσει να δημιουργούν
συνθήκες μη αναστρέψιμες. Συνθήκες, οι οποίες δεν θα μπορούν ν'
ανατραπούν από τους Έλληνες, ακόμα κι αν το θέλουν. Με τον προδοτικό
Καλλικράτη και τα δικαιώματα που έδωσαν αυθαίρετα στη μωαμεθανική
μειονότητα και στους λαθρομετανάστες, στην πραγματικότητα "παγιδεύουν"
με "δυναμίτες" το σύνολο του εθνικού κρατικού "οικοδομήματος". Ακυρώνουν
τον κόπο και τη θυσία της γενιάς του πολέμου. Ταυτόχρονα με την
αθλιότητά τους ακυρώνουν τον κόπο και τη θυσία της γενιάς της
ανασυγκρότησης. Έχουν ξεπουλήσει το σύνολο των μεγάλων κερδοφόρων και
ζωτικής σημασίας για την κοινωνική λειτουργία ΔΕΚΟ. Έχουν αδειάσει τα
ασφαλιστικά ταμεία και έχουν φτάσει στο σημείο να ενοχλούνται που ζουν
οι προηγούμενοι και πρέπει να εισπράξουν τις συντάξεις τους.
Όμως,
ως γνήσια παράσιτα, δεν αρκούνται στο να λεηλατήσουν τις προηγούμενες
γενιές ...Λεηλατούν και τις επόμενες. Δεν ξεπούλησαν τα πάντα και
κατέφαγαν τα πάντα ...Υποθήκευσαν τα πάντα. Δεν έφαγαν μόνον τα
υπάρχοντα ...Τρώνε και τα μη υπάρχοντα. Παίρνουν διαρκώς νέα δάνεια,
υποθηκεύοντας και το μέλλον της νέας γενιάς. Υποθήκευσαν τα πάντα γι'
αυτά τα δάνεια. Γι' αυτόν τον λόγο μπήκαν στο ΔΝΤ. Γι' αυτόν τον λόγο
μας έβαλαν στο ΔΝΤ. Προκειμένου οι ίδιοι ν' αποφύγουν το κόστος της
καταστροφής, την οποία οι ίδιοι προκάλεσαν, μετακινούν την εκδήλωσή της.
Προκειμένου να εισπράξουν τις δικές τους συντάξεις, θα ξεπουλήσουν και
τη λιγοστή κληρονομιά, η οποία απέμεινε για την επόμενη γενιά.
Προκειμένου να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων στο
"βάθος" του χρόνου, που αφορά μόνον τους ίδιους, βάζουν το μέλλον του
ελληνισμού στο "σφαγείο".
Η
επόμενη γενιά αυτής του Πολυτεχνείου προβλέπεται να εργάζεται
αποκλειστικά και μόνον, για να εισπράξει τη σύνταξή της η γενιά του
Πολυτεχνείου. Δεν προβλέπεται σύνταξη γι' αυτήν τη γενιά. Ακόμα όμως κι
αυτό δεν φτάνει. Σε μια καταστραμμένη οικονομία δεν φτάνουν ούτε οι
εισφορές των λίγων εργαζομένων για τις "ρυθμισμένα" πολύ πλούσιες
συντάξεις της γενιάς των "ηρώων". Την ώρα που γράφεται το κείμενο αυτό, κάθονται
και καταγράφουν το εναπομείναν δημόσιο κεφάλαιο. Το καταγράφουν, για να
το πουλήσουν. Να το πουλήσουν για "ψίχουλα", για να εξασφαλίσουν τις
συντάξεις τους. Να εξασφαλίσουν το "σαρκίο" τους. Παραπέρα δεν τους
ενδιαφέρει τι θα γίνει. Το σκατοσάκουλό τους να γεμίζει, για όσο
διάστημα υπάρχει. Το θηριώδες σκατοσάκουλο, αν κρίνουμε από τα μεγέθη
των Πάγκαλων και των Βενιζέλων. Καμία μελλοντική γενιά Ελλήνων δεν
πρόκειται να επιβιώσει, αν φορτωθεί τα χρέη, τα οποία μεθοδεύουν να της
φορτώσουν οι άχρηστοι.
Αυτά
είναι τα τελικά κατορθώματα της γενιάς του Πολυτεχνείου. Τα κατορθώματα
των "ηρώων". Τα κατορθώματα αυτών, οι οποίοι ανέβηκαν στην κορυφή της
κοινωνίας, πετώντας την ημέρα πέτρες και καδρόνια στην αστυνομία και
κυκλοφορώντας με αυτοκίνητα ξένων πρεσβειών τη νύχτα. Τα κατορθώματα
αυτών, οι οποίοι "πολέμησαν" τους ιμπεριαλιστές με τα "σκονάκια" που
έπαιρναν από την αμερικανική πρεσβεία. Η γενιά, η οποία τα έφαγε όλα και
επειδή τελείωσαν όλα, βιάζεται να βγει στην πρόωρη σύνταξη, που
εξασφαλίζει η διαχείριση του ΔΝΤ. Η γενιά, η οποία μας παρέδωσε ένα χάος
...και έναν Γιωργάκη να μας κυβερνά. Τον Εβραίο εισπράκτορα της Goldman Sachs.
Αυτά
είναι τα "μεγάλα" και "θαυμαστά", που μας παρέδωσε η γενιά του
Πολυτεχνείου. Η γενιά της χρεοκοπίας. Η γενιά, η οποία κατάφερε και
χρεοκόπησε, παρ’ όλο που είχε τη μεγαλύτερη "πίστωση" στην ελληνική
ιστορία. Η γενιά, η οποία μας παρέδωσε μια κατεστραμμένη πατρίδα και
έναν γνήσιο Παπανδρέου, για να γίνει "πατέρας" της επόμενης γενιάς. Στο
ίδιο έργο θεατές. Επιχειρούν να ξανατραβήξουν τα "σκατά" από τον πάτο
της κοινωνίας, ώστε να διαιωνιστεί η κατάσταση. Τα "παιδιά" του Ανδρέα
αποφάσισαν να βάλουν επικεφαλής της κοινωνίας μας το γνήσιο παιδί του
Ανδρέα. Μαζί μ' αυτόν όλα τα φυσικά παιδιά των πρωταγωνιστών και
συνεταίρων του Ανδρέα. Ο Κωστάκης του Καραμανλή και η Ντορούλα του
Μητσοτάκη.
Από το άρθρο του Παναγιώτη Τραϊανού:
Σημείωση: Ένας ακόμη "αριστερός", από πολλούς άλλους, που εξαργύρωσε την συμμετοχή του με "ομόλογα Σαμαρά", βλέπε άρθρο του:
Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης γράφει για την εξέγερση του Πολυτεχνείου
Επειδή μας το ζήτησαν πολλοί φίλοι και επειδή είναι ένα από τα
καλύτερα κείμενα που έχουν γραφτεί για το Πολυτεχνείο αναδημοσιεύουμε
αυτούσια, με τα σχόλια, την ανάρτηση που υπέγραψε πέρυσι στις 17/11, ο
Χρύσανθος Λαζαρίδης
“Για τους Σπαρτιάτες, Είλωτες. Και για τους Είλωτες, Σπαρτιάτες…”
Του Χρύσανθου Λαζαρίδη
Ακούω διάφορους σήμερα να βρίζουν τη λεγόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου».
Ανήκω – θέλοντας και μη – σε εκείνη της γενιά.
Μιλάω σπάνια για τα γεγονότα εκείνα, κι όταν το κάνω αμφισβητώ όλους τους μύθους που επικράτησαν έκτοτε. Κυρίως για το ρόλο που διαδραμάτισε η τότε Αριστερά…
Αυτή η αμφισβήτηση εκ μέρους μου εκφράζεται δημόσια και γίνεται από τότε, όταν δεν ήταν εύκολο να ειπωθούν, να γραφούν ή να ακουστούν, πράγματα που τώρα τα λένε πολλοί. Και κάποιοι, μάλιστα, καθ’ υπεροβολήν…
Και δεν εξαργύρωσα τη συμμετοχή μου στα «γεγονότα του Πολυτεχνείου». Συνειδητά, από την πρώτη στιγμή, κράτησα τις αποστάσεις μου και αποδοκίμασα όσους το έκαναν. Και μάλιστα σε εποχές που αυτό είχε και κόστος και ρίσκο:
Το κόστος να απομονωθείς από παντού. Και το ρίσκο να φανείς «γραφικός».
Ό,τι έκανα στη ζωή μου το έκανα όχι επικαλούμενος τη «συμμετοχή» μου σε εκείνη την εξέγερση, αλλά μάλλον… αποσιωπώντας την.
Ό,τι έκανα έκτοτε το κατάφερα όχι επειδή «ήμουν κι εγώ εκεί», αλλά παρά το γεγονός ότι ήμουν κι εγώ εκεί…
Και τέλος μίλησα από τους πρώτους για τη χρεοκοπία της μεταπολίτευσης του 1974 και για την ανάγκη μιας «νέας μεταπολίτευση». Σε καιρούς (πριν δέκα χρόνια περίπου) που κι αυτό δεν ήταν εύκολο να το πει κανείς…
Νιώθω, λοιπόν, την ανάγκη να γράψω σήμερα αυτές τις γραμμές, όχι «απολογητικά» με την έννοια της «απολογίας», ούτε καν με την έννοια του «απολογισμού». Μάλλον «παρεμβατικά», με την έννοια να βάλουμε κάποια πράγματα στη θέση τους.
Κάποτε ήταν «μόδα» να δηλώνεις «γενιά του Πολυτεχνείου» ακόμα κι αν δεν πέρασες ούτε απ’ έξω. Τώρα έγινε μόδα να βρίζεις τη «γενιά του Πολυτεχνείου». Ακόμα κι αν δεν ξέρεις πολλά για το τι ακριβώς έγινε τότε…
Ποτέ δεν μου άρεσε να ακολουθώ τους «συρμούς». Δεν το έκανα τότε, όταν ήταν «πολιτικώς ορθόν» να γράφεις κατεβατά επικολυρικού θαυμασμού για ό,τι έγινε στο «Πολυτεχνείο». Δεν το κάνω ούτε και τώρα, όταν «γύρισαν» τα πράγματα και είναι «πολιτικώς ορθόν» να αναθεματίζουμε όλοι μαζί, ότι ως πριν λίγο προσκυνούσαμε.
Η αλήθεια – και εν πάση περιπτώσει η δική μου, γιατί αυτήν μόνο μπορώ να καταθέσω – είναι αρκετά διαφορετική:
* Την εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν την ήθελε κανείς. Και δεν την «προετοίμασε» κανείς. Η ίδια η Αριστερά που βροντοφώναζε και υπερηφανευόταν για τη συμμετοχή της και για τον… «καθοδηγητικό της ρόλο», εκ των υστέρων, στη διάρκεια της εξέγερσης την είδε με επιφυλακτικότητα και καχυποψία. Κάποιοι μάλιστα ζήτησαν από τους φοιτητές να βγουν έξω και αμέσως μετά καταδίκασαν την εξέγερση ως έργο «300 προβοκατόρων»…
Ξέρετε τι θα πει να είσαι 19 ετών στην πιο βαθιά παρανομία μετά την εξέγερση, και κάποια κόμματα της Αριστεράς να σε θεωρούν «προβοκάτορα» την ώρα που η χούντα σε κυνηγάει παντού;
* Δεύτερον, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, όντως κάποιοι πήγαν να τα εκμεταλλευτούν. Τα εκμεταλλεύθηκε πρώτος ο δικτάτορας Ιωαννίδης για να ρίξει τον δικτάτορα Παπαδόπουλο. Μετά τα εκμεταλλεύθηκε η Αριστερά κυρίως (αλλά και το ΠΑΣΟΚ πλαγίως), για να εδραιώσουν την παρουσία τους μετά την κατάρρευση της χούντας. Αλλά στην εξέγερση δεν πρωτοστάτησε ούτε ο… Ιωαννίδης, ούτε το ΠΑΣΟΚ (που δεν υπήρχε τότε), ούτε η Αριστερά (μέρος της οποίας απέσυρε τις δυνάμεις της, ενώ κάποιο άλλο μέρος είχε ταυτιστεί με το «πείραμα Μαρκεζίνη» που το ακύρωσε η εξέγερση).
* Τρίτον, το «Πολυτεχνείο» σίγουρα δεν έριξε τη χούντα. Αλλά την κλόνισε σοβαρά, και έπαιξε το ρόλο του «καταλύτη» για την εσωτερική της διάσπαση. Η «πολιτικοποίηση» της δικτατορίας (με τις εκλογές Μαρκεζίνη που ήταν προγραμματισμένες για τον Ιανουάριο του 1974) ματαιώθηκε μια βδομάδα μετά την εξέγερση. Ενώ η κατάρρευση της δικτατορίας προέκυψε μετά την τραγωδία της Κύπρου τον Ιούλιο του 1974.
Για το Πολυτεχνείο το μόνο που μπορούμε να πούμε ήταν ότι κλόνισε το δικτατορικό καθεστώς, το διέσπασε, το αποδυνάμωσε και επέτεινε τις εσωτερικές του αντιφάσεις. Κι αυτό δεν ήταν λίγο. Αλλά ήταν πολύ διαφορετικό απ’ το μύθο που πλάστηκε όλα τα επόμενα χρόνια…
* Τέταρτον, η «αντίσταση του λαού κατά της χούντας» δεν υπήρξε τόσο «παλλαϊκή», τόσο «μαζική» και τόσο «ομόθυμη» όσο παρουσιάστηκε μετά. Η αλήθεια είναι πως δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ενέκριναν τη δικτατορία τα πρώτα χρόνια. Αρκετοί ακόμα την ανέχονταν αγόγγυστα. Ακόμα περισσότεροι ένιωθαν απλώς φόβο. Πολλοί λίγοι είχαν διάθεση για αντίσταση. Όπως λίγοι ήταν κι αυτοί που είχαν διάθεση να βοηθήσουν τους τότε αντιστασιακούς…
Στις αρχές του 1973 αυτό άρχισε να αλλάζει. Και καταλύτης υπήρξε το φοιτητικό κίνημα, πράγματι. Με την κατάληψη (τις δύο καταλήψεις για την ακρίβεια) της Νομικής Σχολής, το Φεβρουάριο και το Μάρτιο του 1973. Και, βέβαια, με την κατάληψη του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο της χρονιάς εκείνης. Αλλά απλώς άρχισε να αλλάζει το κλίμα…
* Μετά τον Ιούλιο του 1974 γεμίσαμε με «αντιστασιακούς κατόπιν εορτής»! Από ανθρώπους που υπηρέτησαν το δικτατορικό καθεστώς και ύστερα διαφήμιζαν την αντιδικτατορική τους δράση, μέχρι ανθρώπους που απλώς δεν έκαναν τίποτε και ύστερα εμφανίζονταν ως περίπου… «οπλαρχηγοί» μιας «παλλαϊκής αντίστασης» που δεν υπήρξε ποτέ!
Μετά από πολλά χρόνια γνώρισα κάποιο γνωστό άρθρογράφο – μακαρίτη εδώ και καιρό – που τόλμησε να γράψει: «εγώ παιδιά δεν ήμουν αντιστασιακός επί χούντας!» Ξαφνικά τον εκτίμησα πολύ. Όχι γιατί δεν έκανε αντίσταση. Αλλά γιατί δεν ήταν «δήθεν»….
* Η Γιορτή του Πολυτεχνείου – και όλη η μυθολογία που πλάστηκε σχετικά – υπήρξε ένας καθεστωτικός μύθος. Ήταν η τελετουργία που νομιμοποιούσε την εγκαθίδρυση της Κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αναδείκνυε «σύμβολα» και «ήρωες» – θεμέλια απαραίτητα για κάθε καθεστώς που διψά για νομιμοποίηση.
Άλλα καθεστώτα θεμελιώθηκαν σε αληθινά μεγάλα γεγονότα. Εδώ βολεύτηκαν με ένα «συμβάν»! Το οποίο είχε και μια ακόμα λυτρωτική λειτουργία. Ξέπλυνε τις τύψεις ενός λαού, που δίψαγε για αντιστασιακούς μύθους στη διάρκεια μιας περιόδου που ελάχιστοι έκαναν πραγματική αντίσταση.
* Το Πολυτεχνείο δεν συγκρίνεται – ούτε θα μπορούσε, άλλωστε – με κανένα από τα μεγάλα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεοΕλληνική Ιστορία. Η 25η Μαρτίου και η 28η Οκτωβρίου δεν μπορούν να έχουν την παραμικρή σύγκριση με την 17η Νοεμβρίου. Είναι γελοίο και να το λέμε…
Δεν συγκρίνεται ούτε με άλλα ιστορικά γεγονότα, όπως οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και ο Κυπριακός αγώνας της δεκαετίας του ’50, ή με μεγάλες στιγμές όπως η παλλαϊκή αντίσταση του 1943 κατά της «πολιτικής επιστράτευσης» που προσπάθησαν να επιβάλουν τότε οι αρχές της Κατοχής. Η Ελλάδα είναι μια από τις ελάχιστες χώρες της κατεχόμενης Ευρώπης, όπου οι Ναζί δεν μπόρεσαν να κάνουν πολιτική επιστράτευση. Και η μόνη, ίσως, που αυτό ματαιώθηκε μετά από αληθινά παλλαϊκή και όντως πολυαίμακτη εξέγερση του λαού. Κι όμως, όλα αυτά αποσιωπώνται και γιορτάζουμε κάθε χρόνο το …Πολυτεχνείο! Αυτό δεν είναι γελοίο πια. Είναι τραγικό! Και καθόλου κολακευτικό για όλους μας.
* Η γιορτή του Πολυτεχνείου, λοιπόν, δεν έχει καμία ιστορική αντιστοίχηση με τα πραγματικά γεγονότα. Υπήρξε καθαρά καθεστωτικό σύμβολο και για ένα λόγο ακόμα: Σηματοδοτεί μια περίοδο, όπου οι «ηττημένοι» του Εμφύλιου, κερδίζουν την ηγεμονία μέσα στη χώρα. Δεν άσκησαν ποτέ την διακυβέρνηση, αλλά επέβαλαν τη δική τους λογική στο καθεστώς και στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του: τα Πανεπιστήμια, τα σχολεία, τη διανόηση, τον Τύπο, τα ΜΜΕ. Είμαστε μια μοναδική περίπτωση που την πρόσφατη ιστορία την έγραψαν τελικά οι ηττημένοι, όχι οι νικητές. Και την έγραψαν εξ ίσου στρεβλά…
Το Πολυτεχνείο λοιπόν, όχι ως γεγονός αλλά ως επέτειος, μύθος, σύμβολο, υπήρξε μια «κολυμβήθρα του Σιλωάμ», για να δώσει στην Αριστερά, μετά από 27 χρόνια παρανομίας, μια «ηθική νίκη».
Ήταν μια «νίκη», μετά από μια εξέγερση που η ίδια η Αριστερά δεν την ήθελε, δεν τη στήριξε, κάποια στιγμή την κατήγγειλε κι όλα, και στη συνέχεια τν οικειοποιήθηκε πλήρως!
Κρίμα, γιατί η Αριστερά είχε πραγματικούς αγώνες, σύμβολα και ήρωες, που τους παραμέρισε, για να τιμήσει ένα πολύ μικρότερης σημασίας γεγονός από το οποίο η ίδια επισήμως μάλλον απείχε.
Ή μάλλον ακριβώς γι’ αυτό: Διότι όλα τα άλλα που είχε στο «ενεργητικό» της ήταν γραμμένα ταυτόχρονα και στο «παθητικό» της! Ήταν γεγονότα και σύμβολα που δίχαζαν τον ελληνικό λαό. Ενώ το Πολυτεχνείο, ή μάλλον ο μύθος που πλάστηκε γι’ αυτό, λειτουργούσε ενωτικά ως σύμβολο.
Και γι’ αυτό ήταν πολύ βολικό. Αλλά ελάχιστα αληθινό…
Αυτό δεν σημαίνει ότι υπήρξε ένα «ψέμα»! Ήταν μια εξέγερση της νεολαίας για Δημοκρατία και Ελευθερία. Τίποτε παραπάνω και τίποτε λιγότερο. Και δεν είναι μικρό πράγμα.
Η «γενιά του Πολυτεχνείου», δηλαδή οι άνθρωποι που πρωταγωνίστησαν δεν είναι αυτές οι καρικατούρες που εμφανίζονται σήμερα, που άρχισε η αποδόμηση του μύθου. Ήταν παιδιά ανάμεσα στα 19 και τα 25 χρόνια τους τότε, που διψούσαν για Ελευθερία, οργανώθηκαν χωρίς βοήθεια, εξεγέρθηκαν και ρίσκαραν, όταν κάθε συμβατική λογική γύρω τους – αριστερή και δεξιά – τους έλεγε «να κάτσουν στα αυγά τους»! Γιατί αυτό τους έλεγαν.
Κι από τότε παραμένουν, όπως θα ’λεγε ο Άρης Αλεξάνδρου:
«Για τους Σπαρτιάτες, Είλωτες και για τους Είλωτες, Σπαρτιάτες»
Το τι έκανε ο καθένας τους μετά δεν έχει και πολύ σημασία. Οι ήρωες είναι «τυχεροί» όταν πεθαίνουν. Γιατί μένει το «φωτοστέφανο». Όσοι αγωνίστηκαν για κάτι μεγάλο κι έχουν την… «ατυχία» να επιζήσουν, τότε ακολουθούν ο καθένας τον δρόμο του, άλλος καλύτερο άλλο χειρότερο, άλλος αξιοπρεπέστερο, άλλος όχι. Αυτό δεν σημαίνει ότι η πράξη της νιότης τους απαξιώνεται. Κάποιοι από τους «πρωταγωνιστές» μπορεί να απαξιώθηκαν. Το ξέσπασμα Ελευθερίας, όχι…
Όσους αληθινά πρωτοστάτησαν στα γεγονότα τότε, δεν τους ξέρετε. Γιατί προτίμησαν να μείνουν στην αφάνεια. Οι περισσότεροι αηδιασμένοι από τη μυθοπλασία, δηλαδή από το προπαγανδιστικό «περιτύλιγμα» με το οποίο περιβλήθηκε η δική του νεανική εξέγερση. Άλλοι, πάλι, διακρίθηκαν στη ζωή τους, χωρίς να διαφημίσουν την τότε συμμετοχή τους. Ελάχιστοι – αληθινά ελάχιστοι – έκαναν το Πολυτεχνείο καριέρα. Και σήμερα το έχουν μετανιώσει.
Είναι, λοιπόν, κατάντημα, να φτύνουμε σήμερα εκεί που κάποτε όλοι προσκυνούσαν.
Οι περισσότεροι που έπαιξαν κάποιο ρόλο τότε, δεν προσκύνησαν ποτέ το είδωλο – το φετίχ – που περιφέρεται κάθε χρόνο τέτοια μέρα στους δρόμους.
Κι αυτοί που προσκύνησαν το «φετίχ», κατά κανόνα δεν είχαν καμία σχέση με το «έγκλημα». Γίνονταν φαντασιακοί μέτοχοι ενός μύθου, ακριβώς γιατί δεν μετείχαν στα πραγματικά γεγονότα…
* Η χρεοκοπία της μεταπολίτευσης, είναι γεγονός. Η νέα μεταπολίτευση που έχει ανάγκη ο τόπος είναι ακόμα ζητούμενο. Σε αυτό το μεσοδιάστημα καταρρέουν οι παλαιοί μύθοι, χωρίς να εδραιώνονται οι νέες αλήθειες.
Αυτό αναδεικνύει μια σύγχυση αναπόφευκτη. Αλλά για κάποιους είναι λυτρωτικό. Κυρίως για την ίδια «τη γενιά του Πολυτεχνείου»…
Ναι, συμφωνώ προφανώς, με όσους υποστηρίζουν ότι πρέπει να τελειώνουμε με τέτοιες επετειακές εκδηλώσεις. Να βρούμε το κουράγιο να εξηγήσουμε ότι τιμούμε κάθε ξέσπασμα ελευθερίας της Ελληνικής νεολαίας, αλλά δεν διογκώνουμε τα γεγονότα, ούτε προσβάλλουμε τη μνήμη άλλων σημαντικότερων αγώνων που έχουν περιέλθει στη λήθη. Το έχω υποστηρίξει ενυπόγραφα, εδώ και πολλά χρόνια. Όταν ακόμα ήταν δύσκολο. Κι εγώ απελπιστικά μόνος τότε…
Αλλά όχι να περνάμε από τη μυθοποίηση στο… ανάθεμα!
Πρέπει άραγε, να ντρεπόμαστε που αγωνιστήκαμε κάποτε για Ελευθερία;
Πρέπει να απολογούμαστε, γιατί κάποιοι, ελάχιστοι, οικειοποιήθηκαν τους αγώνες μας ή τους μετέτρεψαν σε εφαλτήριο καριέρας;
Ως πότε σε αυτή τη χώρα όσοι αγωνίστηκαν για κάτι σημαντικό θα πρέπει συνεχώς να καλούνται σε απολογία;
Φυσικά κάθε λαός έχει ανάγκη από σύμβολα.
Αλλά εδώ δεν κατεδαφίζουμε φθαρμένα σύμβολα. Τρώμε τα παιδιά μας!
Και τώρα τα τρώμε όταν έχουν πάψει προ πολλού να είναι «παιδιά».
Η «γενιά του Πολυτεχνείου» μπήκε πράγματι, μαζικά, στα κόμματα της ευρύτερης Αριστεράς το 1974 και λίγο αργότερα.
Όπως μπήκε-βγήκε! Οι περισσότεροι τουλάχιστον…
Γιατί όσοι έχουν ζήσει από τα μέσα μια εξέγερση εκτός από απροσκύνητοι ήταν πλέον και ψυλλιασμένοι.
Κι ανθρώπους που είναι απροσκύνητοι και ψυλλιασμένοι, δεν μπορούν να τους «φάνε» έτσι εύκολα. Ιδιαίτερα οι άκαπνοι…
Και παραμένουμε από τότε «για τους Σπαρτιάτες Είλωτες, και για τους Είλωτες Σπαρτιάτες». Παλαιότερα μας πετροβολούσε η Αριστερά για την είχαμε ξεπεράσει ή εγκαταλείψει. Σήμερα μας πετροβολούν και πολλοί άλλοι, γιατί ήμασταν τα θύματα ενός μύθου, που κάποιοι άλλοι έπλασαν στην καμπούρα μας…
Όσοι από μας δεν καταδέχθηκαν να γίνουν «παιδιά του κομματικού σωλήνα» και δεν ενέδωσαν στις σειρήνες του life style – δηλαδή οι συντριπτικά περισσότεροι – έχουν κρατήσει δύο πράγματα. Που το καθένα από μόνο τους είναι πολύτιμο, αλλά και τα δύο μαζί «δεν παίζονται»:
–Έχουν εμπειρία ρήξης με ένα ανελεύθερο καθεστώς. Δηλαδή έχουν γευτεί αυτό που λέμε «Ελευθερία» και το ξέρει μόνο όποιος ρίσκαρε γι’ αυτό. Όχι όποιος έμαθε να το θεωρεί «δεδομένο»…
–Κι έχουν κρατήσει κάτι άλλο, που το λένε Αξιοπρέπεια. Και που μπορεί να το καταλάβει μόνον όποιος το έχει.
Ελευθερία και Αξιοπρέπεια δεν είναι μόνο δύο λέξεις. Το πρώτο είναι εμπειρία ζωής και το δεύτερο είναι τρόπος ζωής.
Αυτά τα δύο κουβαλάμε. Κι αυτά τα δύο παραδίδουμε σε όποιους τα θέλουν. Και σε όποιους τα εκτιμούν.
Οι υπόλοιποι μπορούν να μας πετροβολούν.
Αντέξαμε απέναντι σε θηρία. Δεν μας φοβίζουν οι ψείρες…
Είμαστε και Σπαρτιάτες και Είλωτες!
«Σπαρτιάτες» γιατί μάθαμε να πολεμάμε.
Και «Είλωτες» γιατί μάθαμε να υπομένουμε…
Και δεν έχουμε πει ακόμα την τελευταία μας λέξη…
==========================“Για τους Σπαρτιάτες, Είλωτες. Και για τους Είλωτες, Σπαρτιάτες…”
Του Χρύσανθου Λαζαρίδη
Ακούω διάφορους σήμερα να βρίζουν τη λεγόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου».
Ανήκω – θέλοντας και μη – σε εκείνη της γενιά.
Μιλάω σπάνια για τα γεγονότα εκείνα, κι όταν το κάνω αμφισβητώ όλους τους μύθους που επικράτησαν έκτοτε. Κυρίως για το ρόλο που διαδραμάτισε η τότε Αριστερά…
Αυτή η αμφισβήτηση εκ μέρους μου εκφράζεται δημόσια και γίνεται από τότε, όταν δεν ήταν εύκολο να ειπωθούν, να γραφούν ή να ακουστούν, πράγματα που τώρα τα λένε πολλοί. Και κάποιοι, μάλιστα, καθ’ υπεροβολήν…
Και δεν εξαργύρωσα τη συμμετοχή μου στα «γεγονότα του Πολυτεχνείου». Συνειδητά, από την πρώτη στιγμή, κράτησα τις αποστάσεις μου και αποδοκίμασα όσους το έκαναν. Και μάλιστα σε εποχές που αυτό είχε και κόστος και ρίσκο:
Το κόστος να απομονωθείς από παντού. Και το ρίσκο να φανείς «γραφικός».
Ό,τι έκανα στη ζωή μου το έκανα όχι επικαλούμενος τη «συμμετοχή» μου σε εκείνη την εξέγερση, αλλά μάλλον… αποσιωπώντας την.
Ό,τι έκανα έκτοτε το κατάφερα όχι επειδή «ήμουν κι εγώ εκεί», αλλά παρά το γεγονός ότι ήμουν κι εγώ εκεί…
Και τέλος μίλησα από τους πρώτους για τη χρεοκοπία της μεταπολίτευσης του 1974 και για την ανάγκη μιας «νέας μεταπολίτευση». Σε καιρούς (πριν δέκα χρόνια περίπου) που κι αυτό δεν ήταν εύκολο να το πει κανείς…
Νιώθω, λοιπόν, την ανάγκη να γράψω σήμερα αυτές τις γραμμές, όχι «απολογητικά» με την έννοια της «απολογίας», ούτε καν με την έννοια του «απολογισμού». Μάλλον «παρεμβατικά», με την έννοια να βάλουμε κάποια πράγματα στη θέση τους.
Κάποτε ήταν «μόδα» να δηλώνεις «γενιά του Πολυτεχνείου» ακόμα κι αν δεν πέρασες ούτε απ’ έξω. Τώρα έγινε μόδα να βρίζεις τη «γενιά του Πολυτεχνείου». Ακόμα κι αν δεν ξέρεις πολλά για το τι ακριβώς έγινε τότε…
Ποτέ δεν μου άρεσε να ακολουθώ τους «συρμούς». Δεν το έκανα τότε, όταν ήταν «πολιτικώς ορθόν» να γράφεις κατεβατά επικολυρικού θαυμασμού για ό,τι έγινε στο «Πολυτεχνείο». Δεν το κάνω ούτε και τώρα, όταν «γύρισαν» τα πράγματα και είναι «πολιτικώς ορθόν» να αναθεματίζουμε όλοι μαζί, ότι ως πριν λίγο προσκυνούσαμε.
Η αλήθεια – και εν πάση περιπτώσει η δική μου, γιατί αυτήν μόνο μπορώ να καταθέσω – είναι αρκετά διαφορετική:
* Την εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν την ήθελε κανείς. Και δεν την «προετοίμασε» κανείς. Η ίδια η Αριστερά που βροντοφώναζε και υπερηφανευόταν για τη συμμετοχή της και για τον… «καθοδηγητικό της ρόλο», εκ των υστέρων, στη διάρκεια της εξέγερσης την είδε με επιφυλακτικότητα και καχυποψία. Κάποιοι μάλιστα ζήτησαν από τους φοιτητές να βγουν έξω και αμέσως μετά καταδίκασαν την εξέγερση ως έργο «300 προβοκατόρων»…
Ξέρετε τι θα πει να είσαι 19 ετών στην πιο βαθιά παρανομία μετά την εξέγερση, και κάποια κόμματα της Αριστεράς να σε θεωρούν «προβοκάτορα» την ώρα που η χούντα σε κυνηγάει παντού;
* Δεύτερον, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, όντως κάποιοι πήγαν να τα εκμεταλλευτούν. Τα εκμεταλλεύθηκε πρώτος ο δικτάτορας Ιωαννίδης για να ρίξει τον δικτάτορα Παπαδόπουλο. Μετά τα εκμεταλλεύθηκε η Αριστερά κυρίως (αλλά και το ΠΑΣΟΚ πλαγίως), για να εδραιώσουν την παρουσία τους μετά την κατάρρευση της χούντας. Αλλά στην εξέγερση δεν πρωτοστάτησε ούτε ο… Ιωαννίδης, ούτε το ΠΑΣΟΚ (που δεν υπήρχε τότε), ούτε η Αριστερά (μέρος της οποίας απέσυρε τις δυνάμεις της, ενώ κάποιο άλλο μέρος είχε ταυτιστεί με το «πείραμα Μαρκεζίνη» που το ακύρωσε η εξέγερση).
* Τρίτον, το «Πολυτεχνείο» σίγουρα δεν έριξε τη χούντα. Αλλά την κλόνισε σοβαρά, και έπαιξε το ρόλο του «καταλύτη» για την εσωτερική της διάσπαση. Η «πολιτικοποίηση» της δικτατορίας (με τις εκλογές Μαρκεζίνη που ήταν προγραμματισμένες για τον Ιανουάριο του 1974) ματαιώθηκε μια βδομάδα μετά την εξέγερση. Ενώ η κατάρρευση της δικτατορίας προέκυψε μετά την τραγωδία της Κύπρου τον Ιούλιο του 1974.
Για το Πολυτεχνείο το μόνο που μπορούμε να πούμε ήταν ότι κλόνισε το δικτατορικό καθεστώς, το διέσπασε, το αποδυνάμωσε και επέτεινε τις εσωτερικές του αντιφάσεις. Κι αυτό δεν ήταν λίγο. Αλλά ήταν πολύ διαφορετικό απ’ το μύθο που πλάστηκε όλα τα επόμενα χρόνια…
* Τέταρτον, η «αντίσταση του λαού κατά της χούντας» δεν υπήρξε τόσο «παλλαϊκή», τόσο «μαζική» και τόσο «ομόθυμη» όσο παρουσιάστηκε μετά. Η αλήθεια είναι πως δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ενέκριναν τη δικτατορία τα πρώτα χρόνια. Αρκετοί ακόμα την ανέχονταν αγόγγυστα. Ακόμα περισσότεροι ένιωθαν απλώς φόβο. Πολλοί λίγοι είχαν διάθεση για αντίσταση. Όπως λίγοι ήταν κι αυτοί που είχαν διάθεση να βοηθήσουν τους τότε αντιστασιακούς…
Στις αρχές του 1973 αυτό άρχισε να αλλάζει. Και καταλύτης υπήρξε το φοιτητικό κίνημα, πράγματι. Με την κατάληψη (τις δύο καταλήψεις για την ακρίβεια) της Νομικής Σχολής, το Φεβρουάριο και το Μάρτιο του 1973. Και, βέβαια, με την κατάληψη του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο της χρονιάς εκείνης. Αλλά απλώς άρχισε να αλλάζει το κλίμα…
* Μετά τον Ιούλιο του 1974 γεμίσαμε με «αντιστασιακούς κατόπιν εορτής»! Από ανθρώπους που υπηρέτησαν το δικτατορικό καθεστώς και ύστερα διαφήμιζαν την αντιδικτατορική τους δράση, μέχρι ανθρώπους που απλώς δεν έκαναν τίποτε και ύστερα εμφανίζονταν ως περίπου… «οπλαρχηγοί» μιας «παλλαϊκής αντίστασης» που δεν υπήρξε ποτέ!
Μετά από πολλά χρόνια γνώρισα κάποιο γνωστό άρθρογράφο – μακαρίτη εδώ και καιρό – που τόλμησε να γράψει: «εγώ παιδιά δεν ήμουν αντιστασιακός επί χούντας!» Ξαφνικά τον εκτίμησα πολύ. Όχι γιατί δεν έκανε αντίσταση. Αλλά γιατί δεν ήταν «δήθεν»….
* Η Γιορτή του Πολυτεχνείου – και όλη η μυθολογία που πλάστηκε σχετικά – υπήρξε ένας καθεστωτικός μύθος. Ήταν η τελετουργία που νομιμοποιούσε την εγκαθίδρυση της Κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αναδείκνυε «σύμβολα» και «ήρωες» – θεμέλια απαραίτητα για κάθε καθεστώς που διψά για νομιμοποίηση.
Άλλα καθεστώτα θεμελιώθηκαν σε αληθινά μεγάλα γεγονότα. Εδώ βολεύτηκαν με ένα «συμβάν»! Το οποίο είχε και μια ακόμα λυτρωτική λειτουργία. Ξέπλυνε τις τύψεις ενός λαού, που δίψαγε για αντιστασιακούς μύθους στη διάρκεια μιας περιόδου που ελάχιστοι έκαναν πραγματική αντίσταση.
* Το Πολυτεχνείο δεν συγκρίνεται – ούτε θα μπορούσε, άλλωστε – με κανένα από τα μεγάλα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεοΕλληνική Ιστορία. Η 25η Μαρτίου και η 28η Οκτωβρίου δεν μπορούν να έχουν την παραμικρή σύγκριση με την 17η Νοεμβρίου. Είναι γελοίο και να το λέμε…
Δεν συγκρίνεται ούτε με άλλα ιστορικά γεγονότα, όπως οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και ο Κυπριακός αγώνας της δεκαετίας του ’50, ή με μεγάλες στιγμές όπως η παλλαϊκή αντίσταση του 1943 κατά της «πολιτικής επιστράτευσης» που προσπάθησαν να επιβάλουν τότε οι αρχές της Κατοχής. Η Ελλάδα είναι μια από τις ελάχιστες χώρες της κατεχόμενης Ευρώπης, όπου οι Ναζί δεν μπόρεσαν να κάνουν πολιτική επιστράτευση. Και η μόνη, ίσως, που αυτό ματαιώθηκε μετά από αληθινά παλλαϊκή και όντως πολυαίμακτη εξέγερση του λαού. Κι όμως, όλα αυτά αποσιωπώνται και γιορτάζουμε κάθε χρόνο το …Πολυτεχνείο! Αυτό δεν είναι γελοίο πια. Είναι τραγικό! Και καθόλου κολακευτικό για όλους μας.
* Η γιορτή του Πολυτεχνείου, λοιπόν, δεν έχει καμία ιστορική αντιστοίχηση με τα πραγματικά γεγονότα. Υπήρξε καθαρά καθεστωτικό σύμβολο και για ένα λόγο ακόμα: Σηματοδοτεί μια περίοδο, όπου οι «ηττημένοι» του Εμφύλιου, κερδίζουν την ηγεμονία μέσα στη χώρα. Δεν άσκησαν ποτέ την διακυβέρνηση, αλλά επέβαλαν τη δική τους λογική στο καθεστώς και στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του: τα Πανεπιστήμια, τα σχολεία, τη διανόηση, τον Τύπο, τα ΜΜΕ. Είμαστε μια μοναδική περίπτωση που την πρόσφατη ιστορία την έγραψαν τελικά οι ηττημένοι, όχι οι νικητές. Και την έγραψαν εξ ίσου στρεβλά…
Το Πολυτεχνείο λοιπόν, όχι ως γεγονός αλλά ως επέτειος, μύθος, σύμβολο, υπήρξε μια «κολυμβήθρα του Σιλωάμ», για να δώσει στην Αριστερά, μετά από 27 χρόνια παρανομίας, μια «ηθική νίκη».
Ήταν μια «νίκη», μετά από μια εξέγερση που η ίδια η Αριστερά δεν την ήθελε, δεν τη στήριξε, κάποια στιγμή την κατήγγειλε κι όλα, και στη συνέχεια τν οικειοποιήθηκε πλήρως!
Κρίμα, γιατί η Αριστερά είχε πραγματικούς αγώνες, σύμβολα και ήρωες, που τους παραμέρισε, για να τιμήσει ένα πολύ μικρότερης σημασίας γεγονός από το οποίο η ίδια επισήμως μάλλον απείχε.
Ή μάλλον ακριβώς γι’ αυτό: Διότι όλα τα άλλα που είχε στο «ενεργητικό» της ήταν γραμμένα ταυτόχρονα και στο «παθητικό» της! Ήταν γεγονότα και σύμβολα που δίχαζαν τον ελληνικό λαό. Ενώ το Πολυτεχνείο, ή μάλλον ο μύθος που πλάστηκε γι’ αυτό, λειτουργούσε ενωτικά ως σύμβολο.
Και γι’ αυτό ήταν πολύ βολικό. Αλλά ελάχιστα αληθινό…
Αυτό δεν σημαίνει ότι υπήρξε ένα «ψέμα»! Ήταν μια εξέγερση της νεολαίας για Δημοκρατία και Ελευθερία. Τίποτε παραπάνω και τίποτε λιγότερο. Και δεν είναι μικρό πράγμα.
Η «γενιά του Πολυτεχνείου», δηλαδή οι άνθρωποι που πρωταγωνίστησαν δεν είναι αυτές οι καρικατούρες που εμφανίζονται σήμερα, που άρχισε η αποδόμηση του μύθου. Ήταν παιδιά ανάμεσα στα 19 και τα 25 χρόνια τους τότε, που διψούσαν για Ελευθερία, οργανώθηκαν χωρίς βοήθεια, εξεγέρθηκαν και ρίσκαραν, όταν κάθε συμβατική λογική γύρω τους – αριστερή και δεξιά – τους έλεγε «να κάτσουν στα αυγά τους»! Γιατί αυτό τους έλεγαν.
Κι από τότε παραμένουν, όπως θα ’λεγε ο Άρης Αλεξάνδρου:
«Για τους Σπαρτιάτες, Είλωτες και για τους Είλωτες, Σπαρτιάτες»
Το τι έκανε ο καθένας τους μετά δεν έχει και πολύ σημασία. Οι ήρωες είναι «τυχεροί» όταν πεθαίνουν. Γιατί μένει το «φωτοστέφανο». Όσοι αγωνίστηκαν για κάτι μεγάλο κι έχουν την… «ατυχία» να επιζήσουν, τότε ακολουθούν ο καθένας τον δρόμο του, άλλος καλύτερο άλλο χειρότερο, άλλος αξιοπρεπέστερο, άλλος όχι. Αυτό δεν σημαίνει ότι η πράξη της νιότης τους απαξιώνεται. Κάποιοι από τους «πρωταγωνιστές» μπορεί να απαξιώθηκαν. Το ξέσπασμα Ελευθερίας, όχι…
Όσους αληθινά πρωτοστάτησαν στα γεγονότα τότε, δεν τους ξέρετε. Γιατί προτίμησαν να μείνουν στην αφάνεια. Οι περισσότεροι αηδιασμένοι από τη μυθοπλασία, δηλαδή από το προπαγανδιστικό «περιτύλιγμα» με το οποίο περιβλήθηκε η δική του νεανική εξέγερση. Άλλοι, πάλι, διακρίθηκαν στη ζωή τους, χωρίς να διαφημίσουν την τότε συμμετοχή τους. Ελάχιστοι – αληθινά ελάχιστοι – έκαναν το Πολυτεχνείο καριέρα. Και σήμερα το έχουν μετανιώσει.
Είναι, λοιπόν, κατάντημα, να φτύνουμε σήμερα εκεί που κάποτε όλοι προσκυνούσαν.
Οι περισσότεροι που έπαιξαν κάποιο ρόλο τότε, δεν προσκύνησαν ποτέ το είδωλο – το φετίχ – που περιφέρεται κάθε χρόνο τέτοια μέρα στους δρόμους.
Κι αυτοί που προσκύνησαν το «φετίχ», κατά κανόνα δεν είχαν καμία σχέση με το «έγκλημα». Γίνονταν φαντασιακοί μέτοχοι ενός μύθου, ακριβώς γιατί δεν μετείχαν στα πραγματικά γεγονότα…
* Η χρεοκοπία της μεταπολίτευσης, είναι γεγονός. Η νέα μεταπολίτευση που έχει ανάγκη ο τόπος είναι ακόμα ζητούμενο. Σε αυτό το μεσοδιάστημα καταρρέουν οι παλαιοί μύθοι, χωρίς να εδραιώνονται οι νέες αλήθειες.
Αυτό αναδεικνύει μια σύγχυση αναπόφευκτη. Αλλά για κάποιους είναι λυτρωτικό. Κυρίως για την ίδια «τη γενιά του Πολυτεχνείου»…
Ναι, συμφωνώ προφανώς, με όσους υποστηρίζουν ότι πρέπει να τελειώνουμε με τέτοιες επετειακές εκδηλώσεις. Να βρούμε το κουράγιο να εξηγήσουμε ότι τιμούμε κάθε ξέσπασμα ελευθερίας της Ελληνικής νεολαίας, αλλά δεν διογκώνουμε τα γεγονότα, ούτε προσβάλλουμε τη μνήμη άλλων σημαντικότερων αγώνων που έχουν περιέλθει στη λήθη. Το έχω υποστηρίξει ενυπόγραφα, εδώ και πολλά χρόνια. Όταν ακόμα ήταν δύσκολο. Κι εγώ απελπιστικά μόνος τότε…
Αλλά όχι να περνάμε από τη μυθοποίηση στο… ανάθεμα!
Πρέπει άραγε, να ντρεπόμαστε που αγωνιστήκαμε κάποτε για Ελευθερία;
Πρέπει να απολογούμαστε, γιατί κάποιοι, ελάχιστοι, οικειοποιήθηκαν τους αγώνες μας ή τους μετέτρεψαν σε εφαλτήριο καριέρας;
Ως πότε σε αυτή τη χώρα όσοι αγωνίστηκαν για κάτι σημαντικό θα πρέπει συνεχώς να καλούνται σε απολογία;
Φυσικά κάθε λαός έχει ανάγκη από σύμβολα.
Αλλά εδώ δεν κατεδαφίζουμε φθαρμένα σύμβολα. Τρώμε τα παιδιά μας!
Και τώρα τα τρώμε όταν έχουν πάψει προ πολλού να είναι «παιδιά».
Η «γενιά του Πολυτεχνείου» μπήκε πράγματι, μαζικά, στα κόμματα της ευρύτερης Αριστεράς το 1974 και λίγο αργότερα.
Όπως μπήκε-βγήκε! Οι περισσότεροι τουλάχιστον…
Γιατί όσοι έχουν ζήσει από τα μέσα μια εξέγερση εκτός από απροσκύνητοι ήταν πλέον και ψυλλιασμένοι.
Κι ανθρώπους που είναι απροσκύνητοι και ψυλλιασμένοι, δεν μπορούν να τους «φάνε» έτσι εύκολα. Ιδιαίτερα οι άκαπνοι…
Και παραμένουμε από τότε «για τους Σπαρτιάτες Είλωτες, και για τους Είλωτες Σπαρτιάτες». Παλαιότερα μας πετροβολούσε η Αριστερά για την είχαμε ξεπεράσει ή εγκαταλείψει. Σήμερα μας πετροβολούν και πολλοί άλλοι, γιατί ήμασταν τα θύματα ενός μύθου, που κάποιοι άλλοι έπλασαν στην καμπούρα μας…
Όσοι από μας δεν καταδέχθηκαν να γίνουν «παιδιά του κομματικού σωλήνα» και δεν ενέδωσαν στις σειρήνες του life style – δηλαδή οι συντριπτικά περισσότεροι – έχουν κρατήσει δύο πράγματα. Που το καθένα από μόνο τους είναι πολύτιμο, αλλά και τα δύο μαζί «δεν παίζονται»:
–Έχουν εμπειρία ρήξης με ένα ανελεύθερο καθεστώς. Δηλαδή έχουν γευτεί αυτό που λέμε «Ελευθερία» και το ξέρει μόνο όποιος ρίσκαρε γι’ αυτό. Όχι όποιος έμαθε να το θεωρεί «δεδομένο»…
–Κι έχουν κρατήσει κάτι άλλο, που το λένε Αξιοπρέπεια. Και που μπορεί να το καταλάβει μόνον όποιος το έχει.
Ελευθερία και Αξιοπρέπεια δεν είναι μόνο δύο λέξεις. Το πρώτο είναι εμπειρία ζωής και το δεύτερο είναι τρόπος ζωής.
Αυτά τα δύο κουβαλάμε. Κι αυτά τα δύο παραδίδουμε σε όποιους τα θέλουν. Και σε όποιους τα εκτιμούν.
Οι υπόλοιποι μπορούν να μας πετροβολούν.
Αντέξαμε απέναντι σε θηρία. Δεν μας φοβίζουν οι ψείρες…
Είμαστε και Σπαρτιάτες και Είλωτες!
«Σπαρτιάτες» γιατί μάθαμε να πολεμάμε.
Και «Είλωτες» γιατί μάθαμε να υπομένουμε…
Και δεν έχουμε πει ακόμα την τελευταία μας λέξη…
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.