Άρχισε χτες και ολοκληρώνεται σήμερα στη Γενεύη η πολυμερής διάσκεψη για το Κυπριακό. Η κατάλευκη μα πένθιμη Ελβετία, καθώς είναι παραδοσιακά ουδέτερη, αποτελεί προνομιακό τόπο διεξαγωγής ειρηνευτικών συνομιλιών και υπογραφής συμφωνιών και συνθηκών. Ειδικά μάλιστα για το Κυπριακό, ξέρουμε πως η Κυπριακή Δημοκρατία γεννήθηκε από τις συμφωνίες της Ζυρίχης (Ζυρίχης-Λονδίνου για την ακρίβεια) -και, αν πιστέψουμε τους απορριπτικούς, πρόκειται να καταλυθεί σε περίπτωση που υπάρξουν αποτελέσματα από τη διάσκεψη της Γενεύης.
Η κληρονομιά της Ζυρίχης άφησε βαριά σφραγίδα στην Κυπριακή Δημοκρατία, με την έννοια ότι το Σύνταγμα της χώρας περιείχε λαβυρινθώδεις διατάξεις που το έκαναν ελάχιστα λειτουργικό -και, στην πραγματικότητα, η ενιαία Κυπριακή Δημοκρατία ελάχιστα χρόνια έζησε αφού ήδη από το 1963 η προσπάθεια του Μακάριου να εξορθολογίσει το Σύνταγμα με τις προτάσεις των 13 σημείων στάθηκε ο καταλύτης για τις διακοινοτικές συγκρούσεις και τον χωρισμό Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων -οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν ή απομακρύνθηκαν από τη δημόσια διοίκηση και συγκεντρώθηκαν σε θύλακες, όπου έζησαν για περισσότερα από δέκα χρόνια κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες. Από τα τέλη του 1963, η Κυπριακή Δημοκρατία ήταν αποκλειστικά ελληνοκυπριακή και οι Τουρκοκύπριοι ήταν ανύπαρκτοι. (Και νωρίτερα όμως υπήρχαν εμπλοκές -για παράδειγμα, ο Μακάριος αρνήθηκε να στελεχώσει τη δημόσια διοίκηση με το...
προβλεπόμενο ποσοστό τουρκοκυπρίων, επικαλούμενος την έλλειψη προσόντων).
Οπότε, το να λέμε ότι το Κυπριακό είναι αποκλειστικά ζήτημα εισβολής και κατοχής λέει τη μισή αλήθεια, αφού όχι μόνο η εισβολή του 1974, ο Αττίλας και η κατοχή του 37% του νησιού είναι άμεσα αποτελέσματα του χουντικού πραξικοπήματος, αλλά και η κατάσταση πριν από τον Ιούλιο του 1974 κάθε άλλο παρά ομαλή και κανονική ήταν. Το Κυπριακό ως πρόβλημα υπήρχε πριν από την τουρκική εισβολή και για να υπάρξει «Κύπρος ενιαία ανεξάρτητη», όπως έλεγε το παλιό σύνθημα, πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος ώστε οι δυο κοινότητες του νησιού να συνυπάρξουν σε ένα κράτος βιώσιμο και λειτουργικό. Φυσικά, η εισβολή και κατοχή έχει περιπλέξει πολύ περισσότερο τα πράγματα, όχι μόνο επειδή δημιούργησε χιλιάδες πρόσφυγες, αλλά, ίσως σοβαρότερο, επειδή είχε ως συνέπεια να εγκατασταθούν στο νησί χιλιάδες Τούρκοι έποικοι, οι οποίοι δεν είναι δυνατόν να αποχωρήσουν όλοι (έχουν άλλωστε περάσει σαράντα χρόνια -αρκετοί έχουν γεννηθεί στην Κύπρο και έχουν γεννήσει και παιδιά).
Το 2004, το σχέδιο Ανάν απορρίφθηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων. Το θέμα είχε τότε διχάσει και την ελληνική κοινωνία, και την αριστερά. Με γνώμονα ότι το κράτος που επρόκειτο να δημιουργηθεί δεν θα ήταν λειτουργικό, είχα τότε ταχθεί, αν και με πολλές επιφυλάξεις, κατά του σχεδίου εκείνου, φυσικά από τη βολική θέση του παρατηρητή. Δεν είμαι βέβαιος ότι είχα δίκιο και δεν είμαι βέβαιος ότι το Όχι ήταν κάτι θετικό (για ποιον; ρωτάει ο κυριούλης με το γενάκι).
Το τωρινό σχέδιο δεν έχει ακόμα πάρει οριστική μορφή αλλά, αν κρίνουμε από όσα γράφονται, φαίνεται ότι περιέχει βελτιώσεις (για την ελληνική πλευρά) σε σύγκριση με το σχέδιο Ανάν. Από την άλλη, έχουν προστεθεί ακόμα 13 χρόνια στην πλάστιγγα, έχουν παγιωθεί περισσότερο τα τετελεσμένα, έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει κι απ’ τις δυο πλευρές κι άλλοι πολίτες που δεν έχουν ανάμνηση της ενιαίας Κύπρου. Με βάση όσα ξέρουμε μέχρι στιγμής, θα τασσόμουν υπέρ, αν και με πάρα πολλές επιφυλάξεις.
Το βασικό επιχείρημα υπέρ του να επιδιωχθεί τώρα μια λύση είναι ότι ο χρόνος που περνάει λειτουργεί αμείλικτα υπέρ της διχοτόμησης. Οι αντίπαλοι της συμφωνίας υποστηρίζουν ότι το νέο κράτος θα είναι ουσιαστικά ένα τουρκικό προτεκτοράτο από το οποίο σταδιακά θα εκδιωχθούν οι Ελληνοκύπριοι (όπως έγινε, λέει, στην Ίμβρο) και ότι στη συνέχεια θα υποστεί εδαφικές απώλειες και η ίδια η Ελλάδα. (Για να μη λέτε ότι τα φαντάζομαι, ιδού άρθρο του Γ. Καραμπελιά που μάλιστα το φιλοξενησε το… φιλελεύθερο liberal.gr -είναι περίεργο ότι ο αρθρογράφος βλέπει την Τουρκία στα πρόθυρα της διάλυσης κατά τα άλλα).
Από την άλλη, το ΚΚΕ, το οποίο έκανε μια εντυπωσιακή αλλαγή γραμμής αφού τάχθηκε κατά της Δικοινοτικής Διζωνικής Ομοσπονδίας, που ήταν ως τώρα θέση του, έχει παρουσιάσει μια ενδιαφέρουσα ανάλυση που καταλήγει στην πληρέστερη λύση -μια λύση, δυστυχώς, που προϋποθέτει τη σοσιαλιστική επανάσταση στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Τουρκία.
Για να δούμε και την άλλη πλευρά, θα κλείσω παραθέτοντας ένα λίγο παλιότερο άρθρο του Γρηγόρη Ιωάννου (από εδώ). Κυρίως όμως θέλω να ακούσω τις δικές σας γνώμες, Ελλαδιτών όσο και Κυπρίων.
Το παιχνίδι παίζεται ακόμα – για τη διαδικασία ειρήνευσης στην Κύπρο
του Γρηγόρη Ιωάννου
του Γρηγόρη Ιωάννου
Η κατάρρευση των συνομιλιών για την επίλυση του Κυπριακού στο Μοντ Πελεράν ΙΙ, διέκοψε, προσωρινά ελπίζουμε, μια δυναμική που βρισκόταν σε εξέλιξη. Οι άμεσες αρνητικές συνέπειες είναι:
α) η ενίσχυση των δυνάμεων του στάτους κβο στην Κύπρο, στα πλαίσια της εκ νέου επιβολής στο δημόσιο λόγο της «απαραίτητης εθνικής ενότητας» απέναντι στον εχθρό, με όλο τον αυταρχισμό που αυτό συνεπάγεται και
β) το πέρασμα της πρωτοβουλίας των κινήσεων για το Κυπριακό στις κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας και άρα την κατ’ ευθείαν υπαγωγή του στο κάδρο των ελληνο-τουρκικών συμφερόντων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανεξαρτησία και την αυτονομία της Κύπρου και των Κυπρίων συνολικά.
Παρά το ότι στη δημόσια σφαίρα κυριαρχούν τα θέματα των εγγυήσεων και το εδαφικό ως αιτίες μπλοκαρίσματος, στην ουσία αυτά αποτελούν απλώς αντανακλάσεις βαθύτερων ζητημάτων που έχουν να κάνουν με τη διάταξη των δυνάμεων και του συσχετισμού ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο, ιδιαίτερα σε σχέση με τις ΑΟΖ και τους ενεργειακούς σχεδιασμούς. Συγκεκριμένα, η ελληνική κυβέρνηση, παρά τη δραματική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, και ίσως με καταλύτη τη μνημονιακή πορεία στην οποία εξαναγκάστηκε το 2015, θεωρεί ότι μπορεί να εκμεταλλευτεί την πολιτική κρίση στην Τουρκία και την επιδείνωση των σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και την ΕΕ, έτσι ώστε να μεταβάλει την ισορροπία μέσα στο ΝΑΤΟ και να εξασφαλίσει κάποιο πλεονέκτημα στα θέματα της οριοθέτησης της ΑΟΖ της. Το Κυπριακό φαίνεται να προσεγγίζεται εργαλειακά ως προς αυτό τον σκοπό από το ελληνικό κράτος, με παρόμοιο τρόπο δηλαδή με αυτόν που επιχείρησε ανεπιτυχώς να κάνει το τουρκικό κράτος πριν από μια δεκαετία σε σχέση με την διαπραγμάτευσή του με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η σκλήρυνση της στάσης της Ελλάδας, όμως, βρήκε άμεση ανταπόκριση από την Τουρκία που επέλεξε να σηκώσει το γάντι και να σκληρύνει και αυτή τη στάση της, προκαλώντας έτσι το ναυάγιο στις συνομιλίες. Αυτό σε καμιά περίπτωση, βέβαια, δεν πρέπει να αθωώνει τους Αναστασιάδη και Ακιντζί, τόσο για τους χειρισμούς τους όσο και για τη δική τους στάση αδυναμίας αυτονόμησης και ετοιμότητας να κάνουν το απαραίτητο τολμηρό βήμα που χρειαζόταν στις συνομιλίες. Η δυναμική φαίνεται να έχει προς το παρόν χαθεί – ενδέχεται, όμως, οι εξελίξεις σε μερικούς μήνες να επιτρέψουν την επανέναρξη των συνομιλιών, καθότι μεσοπρόθεσμα δεν φαίνεται να συμφέρει σε κανένα η εκκρεμότητα, αν και διάφοροι τοπικοί, περιφερειακοί και διεθνείς παίχτες ενίοτε βολεύονται από αυτήν.
Βέβαια, η Κύπρος εκτός από οικόπεδο ελληνο-τουρκικού ανταγωνισμού είναι χώρα με λαό που παρά τον διακοινοτικό διαχωρισμό και τη διακοινοτική σύγκρουση, έχει και εμπειρία και άποψη για τα συμφέροντά του, και φυσικά κοινωνικές τάξεις, πολιτικές δυνάμεις και αυτόνομες δυναμικές. Το κυπριακό πρόβλημα έχει σημαντική εσωτερική διάσταση, συσσωρευμένη ιστορία και αποτελεί ένα σύνθετο ζήτημα που δεν μπορεί να προσεγγίζεται όπως συχνά γίνεται, ιδιαίτερα από τον ελληνικό ριζοσπαστικό χώρο, με απλοϊκά σχήματα, εύκολες αναλύσεις και συνθήματα. Κυρίως η επίλυση του Κυπριακού δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται στατικά και νομικίστικα, με τους όρους του παρόντος ανταγωνισμού, καθότι, αν και όταν επιτευχθεί συμφωνία και επικυρωθεί από δημοψηφίσματα, οι δυναμικές που θα δημιουργηθούν μέσα από τα γεγονότα και την πράξη των διαφόρων δρώντων θα μεταβάλουν τους όρους και τη μορφή τόσο του διακοινοτικού όσο και του ελληνο-τουρκικού ανταγωνισμού ευρύτερα (βλ. http://chronos.fairead.net/establishing-the-ufc). Πιο σημαντικά, θα δημιουργηθεί χώρος δράσης για νέες δυνάμεις που θα επηρεάσουν το γίγνεσθαι της επανένωσης και της μετάβασης στο ομοσπονδιακό πλαίσιο, οι οποίες αυτή τη στιγμή είναι αντικειμενικά περιορισμένες από τη διχοτομική πραγματικότητα και την εθνική περιχαράκωση που αυτή επιβάλλει σε όλες τις σφαίρες της πολιτικής και της καθημερινότητας.
Υπό αυτό το πρίσμα, τα δίπολα της μετεξέλιξης–παρθενογένεσης της Κυπριακής Δημοκρατίας και της μεταβολής-κατάργησης της Συνθήκης Εγγυήσεων, παρά την επικοινωνιακή τους σημασία και το βάρος που μπορεί να έχουν αποκτήσει αυτή τη στιγμή στην κοινή γνώμη, είναι δευτερεύοντα επί της ουσίας. Η αγωνία π.χ. για τον συμβολισμό της «παρουσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας» στη διεθνή διάσκεψη επιπλέον της παρουσίας της ε/κ κοινότητας, έχει αντικειμενική σημασία για αυτούς που αναμένουν ή και οραματίζονται την κατάρρευση του ομοσπονδιακού κράτους. Δεν θα έπρεπε να έχει για αυτούς που θα εργαστούν για να μην καταρρεύσει. Από την άλλη, η συνθήκη Εγγυήσεως όπως και η συνθήκη Συμμαχίας είναι συνδεδεμένες με τη συνθήκη Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας[1]. Στην περίπτωση της Συνθήκης Εγγυήσεων η ελληνική και η ε/κ πλευρά αντιστρέφουν τη θέση τους στο δίπολο μετεξέλιξη/κατάργηση. Αυτά τα παιχνίδια από μια αριστερή σκοπιά έχουν σημασία απλώς ως αντανακλάσεις συσχετισμών και ανάδειξης των προθέσεων από τις δυνάμεις που διαπραγματεύονται ή/και που δεν θέλουν να διαπραγματευτούν.
Από μια αριστερή σκοπιά, το πρωτεύον είναι ο τερματισμός του παραλογισμού της ντε φάκτο διχοτόμησης και των συνεπαγομένων του και η διαμόρφωση συνθηκών ειρηνικής συνύπαρξης και σταδιακής ενοποίησης της χώρας και του λαού. Αυτό προϋποθέτει και συμφωνία και επικύρωσή της από δημοψηφίσματα. Προς αυτήν την κατεύθυνση έχει διανυθεί δρόμος την τελευταία δεκαετία και ευτυχώς αποτράπηκαν τα χειρότερα (η συνομοσπονδιακή βάση, η μορφή της χαλαρής ομοσπονδίας, η παρουσία ή/και η εγγύηση της λύσης από ΝΑΤΟ αποκρούστηκαν προς το παρόν), ενώ σε μια σειρά από ζητήματα έχουν καταγραφεί συμφωνίες προς τη σωστή ενοποιητική κατεύθυνση, βελτιώνοντας ρυθμίσεις των σχεδίων Ανάν και σε μερικές περιπτώσεις ακόμα και της Ζυρίχης. Ενδεικτικά αναφέρω τις πλήρεις ελευθερίες από την αρχή, τις μικρές μεταβατικές περιόδους, το ενιαίο εργατικό δίκαιο, την ενοποίηση των συστημάτων υγείας και κοινωνικών ασφαλίσεων μετά από μια μεταβατική περίοδο, τους μηχανισμούς επίλυσης πολιτικών διαφορών χωρίς καταφυγή σε ανώτατο δικαστήριο με προεδρία ξένου δικαστή, τη σταθμισμένη και διασταυρούμενη ψήφο για την ομόσπονδη εκτελεστική εξουσία και άρα την υποχρεωτική συμμετοχή της μιας κοινότητας στις πολιτικές διεργασίες της άλλης.
Από την άλλη, το 2017 θα έχουν μεσολαβήσει 13 χρόνια από το δημοψήφισμα του 2004, σχεδόν ακόμα μια γενιά έχει μεγαλώσει σε συνθήκες διχοτόμησης και, παρά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων, στην πλειοψηφία της αποξενωμένη από τους ανθρώπους της άλλης κοινότητας, έχοντας καταναλώσει όλη τη δοσολογία του εθνικιστικού δηλητηρίου της εκπαίδευσης και των ΜΜΕ, εδραιώνοντας μια κοσμοαντίληψη της «μιζέριας της μισής Κύπρου». Η γενιά που έχει ακόμα μνήμες συμβίωσης του παρελθόντος έχει σε μεγάλο βαθμό φύγει. Και παρά το ότι το άνοιγμα των οδοφραγμάτων του 2003 δημιούργησε μια σημαντική μερίδα ανθρώπων ιδιαίτερα στη Λευκωσία που έχει τακτικές επαφές με ανθρώπους από την άλλη κοινότητα σε κοινωνικό επίπεδο, η μεγάλη πλειοψηφία, ιδιαίτερα στην ε/κ κοινότητα δεν έχει αναπτύξει ούτε διακοινοτικές σχέσεις ούτε αντίληψη της ολικής Κύπρου. Όμως, από την άλλη, και αυτοί που υποστηρίζουν τη διχοτόμηση δεν έχουν ούτε πλειοψηφήσει ούτε ηγεμονεύσει, και στη συντριπτική τους πλειοψηφία στην ε/κ κοινότητα δεν τολμούν (ακόμα) να εκφράσουν ανοιχτά την προτίμησή τους για τον υφιστάμενο διαχωρισμό και προβάλλουν απλώς φαντασιώσεις ενιαίου κράτους, παρά να αναλάβουν την ευθύνη της στήριξης της διχοτόμησης. Στην ουσία, το ενιαίο κράτος που επικαλούνται οι διάφοροι απορριπτικοί (δεξιοί στην Κύπρο και δεξιοί και αριστεροί στην Ελλάδα) βασίζεται σε μια εθνοτική λογική που μέσα από την απόρριψη της ομοσπονδιακής δομής και της διζωνικότητας προσπαθεί να αναιρέσει την πολιτική ισότητα των κοινοτήτων και άρα να επιβάλει την κυριαρχία της ε/κ κοινότητας. Και αφού το ενιαίο κράτος είναι ανέφικτο, τότε η θέση αυτή αρκείται στη ντε φάκτο διχοτόμηση, κατά το πρόταγμα «Κύπρος ελληνική, έστω και μισή» (βλ. https://falies3.wordpress.com/2010/09/23/3586/ ).
Η συγκυρία δεν έχει ακόμα παρέλθει – υπάρχει ακόμα περιθώριο να σημειωθούν θετικές εξελίξεις εντός των επόμενων μηνών. Υπάρχει η δυνατότητα να κλείσουν άμεσα τα εσωτερικά ζητήματα του εδάφους των δυο κρατιδίων και της εκτελεστικής εξουσίας, στα οποία οι δυο πλευρές έχουν στην ουσία συμφωνήσει αλλά δεν τολμούν ακόμα να το παραδεχτούν έτσι ώστε να προχωρήσουν στην τελική φάση. Η εκ περιτροπής προεδρία, από τη στιγμή που συνδυάζεται με τη διασταυρούμενη ψήφο και η υπαγωγή της Μόρφου στην ελληνοκυπριακή διοίκηση, από τη στιγμή που συνδυάζεται με ειδικές ρυθμίσεις για τους σημερινούς κατοίκους της για να αποφευχθούν μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμού, πρέπει να κλείσουν έτσι ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τις πιο δύσκολες πτυχές που παραμένουν ανοιχτές: την ασφάλεια και τις μεταβατικές περιόδους της εφαρμογής της συμφωνίας.
Όσον αφορά τα πραγματικά σύνθετα θέματα του πλαισίου ασφάλειας και της εφαρμογής της συμφωνίας, από μια αριστερή σκοπιά είναι σημαντικό να ξεκαθαριστούν τα εξής: α) η όποια συμφωνία επιτευχθεί είτε σήμερα στη βάση της ομοσπονδίας είτε αργότερα, αν επικρατήσουν οι απορριπτικές λογικές, στη βάση της διχοτόμησης θα βασίζεται σε κάποιου είδους συμβιβασμό και στις διεθνείς αλλά και στις εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες, β) η μοναδική εγγύηση για την ασφάλεια των Κυπρίων (Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων) δεν μπορεί παρά να είναι βασισμένη στη σύσφιξη των σχέσεων των ανθρώπων από τις δυο κοινότητες. Και για το χτίσιμο αυτών των σχέσεων σε μαζικό επίπεδο, πέραν από τους πρωτοπόρους του κινήματος της επαναπροσέγγισης που εργάζονται για αυτό από τα τέλη της δεκαετίας του 80, χρειάζεται να στηθεί το ομοσπονδιακό κράτος, να λειτουργήσει ομαλά και να μην αφεθούν οι εθνικιστικές μειοψηφίες στην Κύπρο ή οι ανταγωνισμοί του ελληνικού και του τουρκικού κράτους να προκαλέσουν εντάσεις.
Ιδιαίτερα στη σύντομη μεταβατική περίοδο, είναι αναπόφευκτη η παρουσία κάποιου είδους διεθνούς δύναμης που θα έχει υπό την επίβλεψη της την εφαρμογή της συμφωνίας και την ευθύνη αποτροπής τυχόν περιστατικών εθνοτικής βίας που μπορεί να επιχειρηθούν από εκατέρωθεν φασιστικές ομάδες. Και αυτό αιτιολογείται όχι μόνο από το ιστορικό τραύμα των Τουρκοκυπρίων της περιόδου 1963-74 (και την εμπέδωση του τις επόμενες δεκαετίες), αλλά και από την αδυναμία και απροθυμία της Κυπριακής Δημοκρατίας υπό ελληνοκυπριακό έλεγχο από το 1964, και της τ/κ διοίκησης να καταδικάσουν τη διακοινοτική βία και να φέρουν ενώπιον της δικαιοσύνης έστω και έναν από τους μετέχοντες σε αυτή. Επιπλέον, η Κυπριακή Δημοκρατία αποδείχτηκε απρόθυμη και ανίκανη να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις δεκάδες επιθέσεις και τραμπουκισμούς που έγιναν από φασιστικά στοιχεία στις περιοχές που ελέγχει, εναντίον αυτοκινήτων Τουρκοκυπρίων από το 2003 που άνοιξαν τα οδοφράγματα μέχρι σήμερα.
Μεσοπρόθεσμα, όμως, αυτό που χρειάζεται να οικοδομηθεί μαζί με το ομοσπονδιακό κράτος είναι και μια ομοσπονδιακή πολιτική συνείδηση βασισμένη στην ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων από τις δυο κοινότητες. Αυτή είναι και η προϋπόθεση να διεκδικηθεί από κοινού η πλήρης ανεξαρτησία της χώρας και η κατάργηση των βρετανικών βάσεων και να ανατραπεί η επιρροή του τουρκικού κράτους στην τουρκοκυπριακή κοινότητα και στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο: η ενδυνάμωση των δια-κοινοτικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων στο πεδίο της καθημερινότητας και της κοινωνικο-οικονομικής ζωής. Και αυτό θα γίνει μέσα από την ομοσπονδιακή επανένωση καθώς οι Κύπριοι δεν θα έχουν πλέον απλά ένα κοινό κράτος αλλά και δυο δημογραφικά μικτές πόλεις, την Λευκωσία και την Αμμόχωστο, στις οποίες θα δοκιμαστεί και θα αναπτυχθεί η πραγματικότητα και η αντίληψη της ενωμένης Κύπρου, κοινής πατρίδας των ανθρώπων της.
https://sarantakos.wordpress.com/2017/01/13/cyprus/#more-16339
=========================="O σιωπών δοκεί συναινείν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.