Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018

«Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να αλλάξω το σύστημα, άρχισα να αγωνίζομαι να μην με αλλάξει αυτό.

Αγωνίζομαι να μείνω άνθρωπος. Και αυτό είναι η κορυφαία πολιτική μάχη. Να μπορείς να αποφύγεις τη βαρβαρότητα αυτής της εποχής. Να μπορείς να παραμείνεις άνθρωπος με τρυφερότητα. Με το δικό σου βλέμμα.

Η ζωή είναι ένα δώρο που μας δίνεται μία φορά.

Οι περισσότεροι άνθρωποι όταν ξημερώνει λένε «άντε να τελειώσει κι αυτή η κωλομέρα». Και δεν καταλαβαίνουν ότι κάνουν άλλο ένα βήμα προς το θάνατο.» Χρόνης Μίσσιος

***

«Πιστεύω ότι ο μόνος δρόμος, η τελευταία έξοδος προς την ελευθερία του ανθρώπου και του πλανήτη είναι η ολιστική οικολογική φιλοσοφία, σκέψη, πράξη, συμπεριφορά. Η οικολογία ούτε φέρει ούτε εδραιώνει καμία εξουσία, αντίθετα την καθιστά άχρηστη. Είναι μια επανάσταση αυτογνωσίας, μια επανάσταση ανθρώπινης συνείδησης. Δεν είναι μια «πίστη» σε μια ιδεολογία αλλά μια καθημερινή πρακτική για να επανασυνδέσουμε τη λογική με τις αισθήσεις, να απελευθερώσουμε τη συμπαντική μας ιδιαιτερότητα. Να αναγνωρίσουμε τη διαφορετικότητα, την αυταξία και την αναγκαιότητα του συνόλου της ζωής… Είναι ένας δρόμος επαναπροσέγγισης του κόσμου που μας περιβάλλει, ένας δρόμος στην αναζήτηση της χαράς αντί της αγωνίας. Έχουμε ανάγκη να ξαναβρούμε την προσωπική μας αισθητική, τα προσωπικά μας μονοπάτια, του έρωτα, της αγάπης και της τρυφερότητας, το άρωμα του κόσμου και της ύπαρξής μας.” Χρόνης Μίσσιος

Ο Χρόνης Μίσσιος, συγγραφέας, αντιστασιακός, αγωνιστής της Aριστεράς και ίσως ο πρώτος ακτιβιστής στην Ελλάδα υπέρ της ολιστικής οικολογικής φιλοσοφίας, γεννήθηκε στην Καβάλα το 1930, από γονείς καπνεργάτες, και έζησε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στα Ποταμούδια, μια γειτονιά γεμάτη πρόσφυγες, καπνεργάτες από τη Θάσο και παράνομους κομμουνιστές κυνηγημένους από τη δικτατορία του Μεταξά. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά, η οικογένειά του καταφεύγει στη Θεσσαλονίκη και ο Μίσσιος δουλεύει μικροπωλητής, με κασελάκι, στο λιμάνι. Το σχολείο το σταμάτησε στη δεύτερη τάξη του δημοτικού, λόγω οικονομικής ανέχειας. Λίγο αργότερα στέλνεται από τον Ερυθρό Σταυρό στα Γιαννιτσά μαζί με άλλα παιδιά, για να γλιτώσουν την πείνα της Κατοχής. Εντάσσεται στην Εθνική Αντίσταση. Με την απελευθέρωση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και οργανώνεται στον Δημοκρατικό Στρατό Πόλεων. Το 1947 συλλαμβάνεται, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο για τη συμμετοχή του στον εμφύλιο πόλεμο. Έζησε εννιά μήνες περιμένοντας κάθε πρωί να τον εκτελέσουν και γλίτωσε τον θάνατο χάρη σ’ένα τυχαίο γεγονός. Φυλακίζεται ως το 1953 και από το 1962 ζει εξόριστος στη Μακρόνησο και τον Αϊ-ΣτράτηΈνα μόνο “διάλειμμα” ελευθερίας, μεταξύ 1962 και 1967, τον βρίσκει στέλεχος της νεολαίας της ΕΔΑ, μέλος της πενταμελούς γραμματείας της Δ.Ν. Λαμπράκη και, στη συνέχεια, ιδρυτικό μέλος του ΠΑΜ. Στη φυλακή (Φυλακές Αβέρωφ, Κέρκυρας, Κορυδαλλού) πέρασε και το μεγαλύτερο διάστημα της απριλιανής δικτατορίας. Την περίοδο της καθείρξεώς του μάλιστα έμαθε ουσιαστικά ανάγνωση και γραφή. Μέχρι και τον Αύγουστο του 1973 που αποφυλακίζεται (αμνηστία του Παπαδόπουλου) περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε φυλακές και εξορίες, ως πολιτικός κρατούμενος.  ...
Με τη λογοτεχνία ασχολήθηκε σε μεγάλη ηλικία. Το πρώτο του βιβλίο “Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς… (Γράμματα, 1985) τον καθιέρωσε από τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του ως συγγραφέα στη συνείδηση κριτικής και κοινού. Ήταν ένα αυτοβιογραφικό κείμενο γραμμένο σε συνειρμική και λαϊκή γλώσσα που εντάσσεται στην παράδοση της απομνημονευματογραφίας[2], καθιερώθηκε από τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του ως συγγραφέας στη συνείδηση κριτικής και κοινού. Μετέτρεψε την οδυνηρή πολιτική του εμπειρία σε ζωντανό λογοτεχνικό μύθο, καταγγέλλοντας τόσο τα βασανιστήρια και τους βασανιστές του όσο και τους κομματικούς γραφειοκράτες της Αριστεράς και τον δογματισμό τους. Η αμεσότητα του προφορικού του λόγου, που προδίδει μια γνήσια λαϊκή αφήγηση, όπως και η γεμάτη εκπλήξεις πλοκή του, θα επιτρέψουν στον Μίσσιο να υπερβεί το στενό πλαίσιο του αριστερού απομνημονεύματος και να φιλοτεχνήσει μια μυθιστορηματική αυτοβιογραφία με έντονα πολιτικό λόγο. Την ίδια ανταπόκριση βρήκε και το δεύτερο βιβλίο του “Χαμογέλα, ρε… τι σου ζητάνε;” (Γράμματα, 1988). Στα επόμενα βιβλία του ο Μίσσιος θα διατηρήσει τη θερμότητα των αισθημάτων του, μεταδίδοντας το ανθρωπιστικό του μήνυμα για έναν καλύτερο και δικαιότερο κόσμο χωρίς καμία ιδεολογική διόπτρα: από το «Τα κεραμίδια στάζουν» (1991) μέχρι τα «Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι» (1996) και «Ντομάτα με γεύση μπανάνας» (2001)[3]Ο Μίσσιος υπήρξε εμπνευστής μιας λογοτεχνίας που παρά τον σκληρό κόσμο τον οποίο απεικονίζει, δεν χάνει ποτέ την αισιοδοξία και την πίστη της στις δημιουργικές δυνάμεις του ανθρώπου, ο οποίος είναι ικανός υπό συνθήκες ελευθερίας να ζήσει σε μια δημοκρατία που θα εγγυάται τόσο τα ατομικά δικαιώματα όσο και την ευδαιμονία της κοινότητας.[4]Συμετείχε σε ενέργειες προστασίας του περιβάλλοντος, ενώ πραγματοποίησε και τηλεοπτικές εκπομπές με θέμα την προστασία της ελληνικής πανίδας. “Κοσμοκαλόγερος”, σαν τους ήρωες ορισμένων από τα βιβλία του, ο Χρόνης Μίσσιος τα τελευταία χρόνια ζούσε στο Καπανδρίτι, με την σύντροφό του Ρηνιώ και τα σκυλιά τους σε ένα αγροτόσπιτο. Άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 82 ετών σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο της Αθήνας, στις 20 Νοεμβρίου 2012, ενώ «πάλεψε» με τον καρκίνο αρκετά χρόνια.[5] (Πηγές: ΕΚΕΒΙbiblionet.grΒικιπαιδεια)
  • «Στη ζωή του Χρόνη Μίσσιου αποτυπώνεται με τον πιο εύγλωττο τρόπο ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας της Αριστεράς της πατρίδα μας. Γιός καπνεργάτη, δεν μπόρεσε να τελειώσει το δημοτικό για οικονομικούς λόγους, εντάχθηκε στην Αντίσταση τα χρόνια της κατοχής, κυνηγήθηκε στην διάρκεια του εμφυλίου, ενώ φυλακίστηκε και κατά τη διάρκεια της Χούντας. Ο μοναδικός αυθεντικός λαϊκός και ανθρώπινος τρόπος γραφής του και το ανοιχτό του πνεύμα, τον έκαναν αγαπητό όχι μόνο στον κόσμο της Αριστεράς αλλά και ευρύτερα. Όσοι τον γνωρίσαμε από κοντά ή μέσα από τα βιβλία του, θα τον θυμόμαστε με συγκίνηση και θαυμασμό.»  left.gr
  • 12/2/12 – Συνέντευξη του Χρόνη Μίσσιου, εφ’ όλης της ύλης, στην Κρυσταλία Πατούλη, με αφορμή την ακτιβιστική «Έρευνα για την Κρίση (2010-2014)» Εκδ. Κέδρος, σε δύο μέρη:

  1. Xρόνης Μίσσιος: H κοινωνία δείχνει να έχει πάθει εγκεφαλικό!

  2. Χρόνης Μίσσιος: Είναι επιτακτική η ανάγκη της συνεργασίας

(2009)Ο Χρόνης Μίσσιος διαβάζει Χρόνη Μίσσιο, Bond-us music [κείμενα, αφήγηση]
(2001)Ντομάτα με γεύση μπανάνας, Γράμματα
(1996)Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι, Γράμματα
(1991)Τα κεραμίδια στάζουν, Γράμματα
(1988)Χαμογέλα, ρε… τι σου ζητάνε;, Γράμματα
(1985)Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς, Γράμματα
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2009)Παλίμψηστο Καβάλας, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2001)Βόλος: Μια πόλη στη λογοτεχνία, Μεταίχμιο
Χρόνης Μίσσιος, Bond-us music, 2009 αφήγηση: Χρόνης Μίσσιος – μουσική σύνθεση: Βαγγέλης Μπόντας Οι συγκεκριμένες πρωτότυπες ηχογραφήσεις του Χρόνη Μίσσιου αποτελούν 17 ενότητες με τίτλους:Θέλω να σου μιλήσω για τα παλιά”, “Ήμασταν όλοι μελλοθάνατοι”, “Σαν κάναμε τους βράχους χαλίκι”, “Κάθε άνθρωπος μια ξεχωριστή ιστορία”, “Οίστρος της ζωής ο φόβος του θανάτου”, “Επιτέλους άνθρωπος”, “Η μεγαλύτερη απώλεια και μοναξιά”, “Κάθε πρωινό μια έκπληξη – κάθε νύχτα ένα μεγάλο μυστήριο”, “Η ηλιαχτίδα”, “Στην απομόνωση”, “Στο ηλιακό”, “Πώς φτώχυναν όλα”, “Η ζωή μας μια φορά μας δίνεται”, “Η μοναδικότητα κάθε ανθρώπου”, “Το σύστημα του παραλόγου”, “Υποταγή της γλώσσας – υποταγή του ανθρώπου”, “Το αλάθητο μιας μαργαρίτας”.
  • Κριτικές – Παρουσιάσεις:

Γιώργος ΒιδάληςΤο «άρωμα» του κόσμου, «Ελευθεροτυπία», 2.9.2009

Μικέλα ΧαρτουλάρηΣτάση αριστερή, «Τα Νέα»/ «Βιβλιοδρόμιο», 7.2.2009

Ντομάτα με γεύση μπανάνας
Από την αρχή, λοιπόν, ο Μπίλη Τζο κατάλαβε ότι βρισκόταν μπροστά σε μια μεγάλη ανακάλυψη: ότι το δάκρυ της γαλάζιας πεταλούδας, σα ροζ μικρό μαργαριτάρι, που βρισκόταν σε μεγάλους σωρούς στις σκοτεινές σπηλιές της Αρκαδίας, κουβαλούσε μέσα του ισχυρότατες δυνάμεις και αντιστάσεις, όπως τη δύναμη του ίπτασθαι, του ερωτεύεσθαι, καθώς και την αντίσταση μέχρι θανάτου στη στέρηση της ερωτικής επιθυμίας. Βέβαια, αυτά τα συμπεράσματα, όπως και την ανακάλυψη του υλικού, για πρώτη φορά στην επιστημονική του καριέρα τα κράτησε για τον εαυτό του. Γιατί τον τελευταίο καιρό στην ψυχή και στο μυαλό του Μπίλη Τζο είχαν αρχίσει να γεννιούνται νέες σκέψεις και βαθιές αμφιβολίες για το επιστημονικό και «ανθρωπιστικό», όπως πίστευε μέχρι τότε, έργο του.
Το κλειδί είναι κάτω από το γεράνι

Κριτικές – Παρουσιάσεις

Τα κεραμίδια στάζουν
Τα κεραμίδια που στάζουν είναι η μόνιμη επωδός στις συζητήσεις των γυναικών του μαχαλά. Είναι όμως και ο συνδετικός κρίκος σε μια σειρά από διάπλοκες αφηγήσεις σε πρώτο πρόσωπο, που υφαίνουν τη νοσταλγία του τότε και την απόγνωση του σήμερα, κοιτάζοντας πάντα ένα μέλλον που ίσως και να μην είναι τόσο ζοφερό.Γεμάτο τρυφερότητα, αισιοδοξία και χυμούς ζωής, το τρίτο βιβλίο του Χρόνη Μίσσιου είναι ένας μονόλογος για πολλές φωνές -φωνές των ανθρώπων που, σε πείσμα των πάντων, στέκονται όρθιοι.
Χαμογέλα, ρε... τι σου ζητάνε;
Το ξέρω πως έχουμε καιρό να τα πούμε. Όχι, δε σε ξέχασα. Πώς να ξεχάσω, μωρέ, μόνο εσύ μου απόμεινες… Αλίμονο, αν χάσουμε και τη μνήμη μας, πώς θα μπορέσουμε να ξαναονειρευτούμε;… Όχι, ούτε φοβάμαι μη μου κάνει «ψυχολογικό πορτρέτο» η ασφάλεια, άμα βρει τα χειρόγραφά μου σε καμιά έρευνα. Δεν είμαι πια στη φυλακή, κι απ’ ότι φαίνεται, θ’ αργήσουμε κάμποσο ακόμα να μπούμε… Μπα, γιατί άλλωστε η ασφάλεια ούτε παρεμπιπτόντως, που λένε, δεν ασχολείται πια με μας… […]
Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς

«Και την ιστορία την πουτάνα έτσι τη γράφουνε, και οι αστοί και οι κομμουνιστές: οριζόντια, ισόπεδη. Μιλάνε για λαούς, μιλάνε για μάζες, κανένας απ ‘αυτούς δεν μπόρεσε ποτέ να νιώσει την ένταση, το πάθος, την κορύφωση και την πτώση κόσμων ολόκληρων σε ένα μονάχα 24ωρο από τη ζωή του επαναστάτη. Ξέρουν γράμματα, διαβάζουν, γράφουν και δεν κατάλαβαν ποτέ πως ο κάθε άνθρωπος είναι ένας κόσμος ολόκληρος, είναι μια ολόκληρη ιστορία… Δεν ξέρω, αλλά νομίζω πως όταν ο άνθρωπος ξανακαταχτήσει την ανθρωπιά του, όταν ξαναρχίσει να δημιουργεί ανθρώπινο πολιτισμό, να γράφει πια την ιστορία κάθετα, όχι για λαούς και μάζες, αλλά για τον Παύλο, για τη Ρηνιώ, για την Ελένη, για το μαστρο – Στέφανο… τότε μονάχα οι άνθρωποι θα ξέρουν τι κοστίζει η ιστορία, τι κοστίζει η συμμετοχή, τι θα πει η φράση «εκατό χιλιάδες νεκροί» ή «βασανίζεται ένας άνθρωπος σε κάποια ασφάλεια»» Χρόνης Μίσσιος,Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς…

137
Δίχρωμο, σκληρό εξώφυλλο/ 19,5×26,5 εκ./ 188σελ./ Νοέμβριος 2013 – ISBN: 978-960-6829-44-4 –pdf presentation Παρουσίαση (pdf)*
1947. Mε το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα τυλίγεται στο χάος του Εμφυλίου.Ο τότε δεκαεξάχρονος Χρόνης Μίσσιος συλλαμβάνεται, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο για τη συμμετοχή του στον Δημοκρατικό Στρατό. Αποφυλακίζεται με την αμνηστία του 1973, αφού έχει περάσει 21 χρόνια σε φυλακές και εξορίες. Την περίοδο αυτή της ζωής του ο Μίσσιος τη διηγείται στο …καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς, βιβλίο που δεν χρειάζεται συστάσεις, τόσο που έχει διαβαστεί από την έκδοσή του το 1985 μέχρι σήμερα. Καθηλωμένοι από τη ζωντάνια της γραφής, αλλά και από τη δύναμη των γεγονότων και των προσώπων, η Μυρτώ Ράις, ο Συλβαίν Ρικάρ και ο Ντανιέλ Καζανάβ αποφάσισαν να αποτολμήσουν τη διασκευή του βιβλίου σε εικονογραφημένο αφήγημα.Δεν κατάφερα να αλλάξω το σύστημα, όμως δεν θα επιτρέψω ούτε σε αυτό να με αλλάξει, έλεγε ο Χρόνης Μίσσιος. Τι ονομάζουμε «πράξη αντίστασης» σήμερα; Τι περιεχόμενο μπορεί να δώσει κανείς στη λέξη «στράτευση»; Ποια όπλα διαθέτει, για να εναντιωθεί σ’ ένα σύστημα που έχει καταντήσει την ελευθερία επιχείρημα μάρκετινγκ; Ποια πρότυπα να τον εμπνεύσουν μέσα σ’ αυτόν τον μετα-ιδεολογικό κόσμο, που μοιάζει να επιστρέφει στο πιο σκοτεινό του παρελθόν; Η μαρτυρία αυτή μας απαντά με τρόπο ξεκάθαρο και δυνατό. Ο Χρόνης Μίσσιος πέθανε στις 20 Νοεμβρίου 2012 σε ηλικία 82 χρόνων, λίγο πριν την ολοκλήρωση αυτού του βιβλίου. Του είναι αφιερωμένο.
Επετειακή έκδοση του βιβλίου του Χρόνη Μίσσιου «…καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς», που κυκλοφόρησε στις 20/9/2015 από τις εκδόσεις Γράμματα. Σελίδες:  330
Η επετειακή έκδοση αυτού του βιβλίου, που έμελλε να αποδειχτεί «προφητικό», προλογίζεται από τον Γιάννη Μακριδάκη, και συνοδεύεται από κείμενα των: Μανώλη Αναγνωστάκη, Τάσου Βουρνά, Ανάστου Παπαπέτρου, Αγγελικής Κώττη, Γιώργου Σκούρτη, Άγγελου Ελεφάντη, Κώστα Μπαλάσκα, Χρήστου Γ. Λάζου, Βασίλη Ραφαηλίδη, Μιχάλη Μόσχου, Ροζέ Μιλιέξ.
Eιδήσεις, άρθρα, αναφορές:
Μια εμβληματική μορφή της Αριστεράς, άνθρωπος που έκανε σκληρή κριτική τόσο στον αριστερό χώρο και τις διασπάσεις του όσο και στην ίδια την κοινωνία. Εξορίες και φυλακές ήταν για πολλά χρόνια το «σπίτι του». Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1985 με το αυτοβιογραφικό βιβλίο «Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς» που «αγκαλιάστηκε» από το κοινό και την κριτική, αλλά δέχτηκε αυστηρή κριτική από τον χώρο της Αριστεράς. […]
Χρόνης Μίσσιος (12/2/12):
[…] Οι μόνοι που έσωσαν την αθωότητά τους ήταν αυτοί που σκοτώθηκαν νωρίς, πριν γίνουν εξουσία. Γιατί, σου λέω, ότι η εξουσία είναι το χειρότερο, είναι το τρομακτικότερο εφεύρημα του ανθρώπου!
Εγώ είμαι υπέρ της άμεσης δημοκρατίας, υπέρ των μικρών κοινοτήτων, και το μόνο που θα έλεγα σήμερα που η χώρα μας περνάει κρίση, θα ‘τανε, «πάρτε τα βουνά, ξαναγυρίστε στα χωριά σας, ξαναγυρίστε στη γη! Ξαναεποικήστε την Ελλάδα!» […]
Για πρώτη φορά, ίσως, στην ιστορία του κόσμου, είναι τόσο επιτακτική η ανάγκη της συνεργασίας των λαών σ’ ένα παγκόσμιο κίνημα, το οποίο θα φέρει την αλλαγή […] «δεν αρκεί, απλώς, να θέλουμε μια άλλη ζωή, πρέπει να την κατακτήσουμε! […] Περισσότερα: http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/xronis-missios-h-koinonia-deixnei-na-exei-pathei-egkefaliko

=====================
 "O σιωπών δοκεί συναινείν"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.