Στις 22 Φεβρουαρίου 1900 γεννιέται στην Ισπανία ο πατέρας του σουρεαλιστικού κινηματογράφου, Λουίς Μπουνιουέλ.
Σκηνοθέτης του "Ανδαλουσιανού Σκύλου", της "Ωραίας της Ημέρας" και πολλών ακόμη αριστουργημάτων (βλέπε: σχετικές φώτο εδώ)
Σε οποιαδήποτε μηχανή αναζήτησης και αν πληκτρολογήσετε τη φράση «σουρρεαλισμός στον κινηματογράφο», ένα όνομα που θα εμφανίζεται σε κάθε λήμμα είναι αυτό του Luis Buñuel. Ακολουθούν 9 κεφάλαια (και 1 συμπέρασμα!) που (ίσως) δεν γνωρίζετε από την επαναστατικά πρωτοπόρα κοσμοθεωρία και σκηνοθεσία του.
Ποιος είναι ο Luis Buñuel;
Η «ιδιαιτερότητα» των έργων του, το αλλόκοτο και το οριακά ενοχλητικό στις δημιουργίες του δεν τον καθιστούν προσιτό στο ευρύ κοινό. Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, με μία σύντομη παρουσίαση της ταυτότητάς του. Γεννημένος σαν σήμερα, στις 22 Φεβρουαρίου του 1900, στην Ισπανία o Luis Buñuel ζούσε με τη μητέρα του και τα έξι μικρότερα αδέρφια του. Ο πατέρας του ασχολούταν με το εμπόριο όπλων στην Κούβα και κυριολεκτικά δεν συνεισέφερε τίποτα στην οικογένεια, ιδίως αν λάβουμε υπόψη πως με την επιστροφή του στην Ισπανία την παράτησε για μία νεότερη γυναίκα και την ήρεμη ζωή του χωρικού. Αντίθετα, η μητέρα του έστρεψε τον νεαρό Buñuel στην τέχνη και συγκεκριμένα στη μουσική και το βιολί που τον δελέαζε ιδιαίτερα.
Παιδικές αναμνήσεις που εξελίσσονται σε εμμονές:
Το αλλόκοτο ήρθε στη ζωή του νεαρού σκηνοθέτη από πολύ μικρή ηλικία. Από τις πρώτες του εικόνες (που θυμάται μεγαλύτερος) ήταν αυτή ενός νεκρού γαϊδάρου να καταβροχθίζεται από λιμασμένα όρνια και άγρια σκυλιά, που συνάντησαν με τον πατέρα του σε μία από τις ελάχιστες περιηγήσεις τους. Η εικόνα αυτή εξελίχθηκε σε μανία του Luis Buñuel με το θάνατο και τα ζώα, στοιχεία που πρωταγωνιστούν στις μεταγενέστερες κινηματογραφικές συλλήψεις του. Ο ίδιος, μάλιστα, υιοθέτησε αρκετά «κατοικίδια» στην αυλή του, μεταξύ των οποίων ένας πίθηκος, ένας αρουραίος, ένα φίδι και ένας παπαγάλος.
Η ρήξη με τον Θεό
Ο Luis Buñuel φοίτησε σε ιησουίτικη σχολή κατά τα παιδικά του χρόνια. Η έλλειψη ιδιωτικότητας και η συνεχής καθοδήγηση και συνοδεία καθώς και το δέος της αγιότητας που επικαλούνταν όλοι στο περιβάλλον του, τον αποτρέλαναν, με αποτέλεσμα να νομίζει συνεχώς πως κάποιος τον παρακολουθεί. Η ρήξη με τον καθολικισμό ξεκίνησε με υλικά «ατοπήματα» (χαρακτηριστική η φορά που εμφανίστηκε σε εξομολόγηση μεθυσμένος!) και ολοκληρώθηκε με την πλήρη απάρνηση του δόγματος, την υιοθέτηση του αθεϊσμού και την αναζήτηση της «οικογένειας» στον σουρρεαλισμό.
Λουίς Μπουνιουέλ: Δόξα τω Θεώ, είμαι άθεος
Ο Λουίς Μπουνιουέλ συνήθιζε να λέει «ευχαριστώ τον Θεό που είμαι άθεος...». Κατά τον ίδιο τρόπο, χρόνια αργότερα, είπε «χαίρομαι που γέρασα για να γλιτώσω από την τυραννία των γυναικών...». Ηταν μια ιδιοφυΐα και την ίδια στιγμή μια μάλλον σκοτεινή προσωπικότητα. Κανείς δεν μπορούσε να είναι σίγουρος για το τι ακριβώς πίστευε.
Το πέρασμά του από τον σουρεαλισμό τόνισε τη διάθεση του παιχνιδιού μέχρι το τέλος.
Στην βιβλίο του "Τελευταία πνοή", ένα είδος αυτοβιογραφίας που κυκλοφόρησε το 1984 (στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Οδυσσέας), έναν χρόνο μετά τον θάνατό του, είναι απολύτως ευθύς, ολοκληρώνοντας έτσι έναν κύκλο από εξαιρετικές ταινίες με ένα κείμενο που στέκεται στο ίδιο ύψος. Εδώ ο «άπιστος» ισπανός σκηνοθέτης προβαίνει σε μια πλήρη εξομολόγηση από το κρεβάτι του πόνου. Οι απόψεις του αποκτούν όλο και περισσότερη ένταση με το πέρασμα του καιρού.
Ιδού μερικές:
* Αν είσαι και δείχνεις εργάτης σού δίνουν τα πιο φτηνά σπίρτα. Σου παίρνουν πάντα τη θέση. Τα κορίτσια δεν σε κοιτούν ποτέ. Αυτός ο κόσμος δεν είναι φτιαγμένος για σένα.
* Η συμβολική σημασία της τρομοκρατίας πάντα με ελκύει... Περιφρονώ όμως εκείνους που χρησιμοποιούν την τρομοκρατία σαν πολιτικό όπλο στην υπηρεσία κάποιας υπόθεσης, που σκοτώνουν και τραυματίζουν κατοίκους της Μαδρίτης για να τραβήξουν την προσοχή του κόσμου. Μου προκαλούν φρίκη.
* Η τόσο διαδεδομένη αγάπη για τον τουρισμό μού είναι άγνωστη. Δεν αισθάνομαι καμία περιέργεια για τους τόπους που δεν γνωρίζω και δεν θα γνωρίσω ποτέ. Αντιθέτως, μου αρέσει να γυρίζω ξανά και ξανά στα ίδια μέρη που έχω ζήσει και μαζί τους με συνδέουν αναμνήσεις.
* Απεχθάνομαι τον σχολαστικισμό και την επιτήδευση της γλώσσας. Κάποτε, σ' ένα Κέντρο Κινηματογραφικής Εκπαίδευσης γνώρισα έναν νεαρό καθηγητή. Τον ρώτησα τι διδάσκει. Μου απάντησε: «Σημειολογία της κλονικής εικόνας». Μου 'ρθε να τον δολοφονήσω.
* Δεν είμαι καλοφαγάς. Δύο τηγανητά αβγά με λουκάνικο μου δίνουν μεγαλύτερη απόλαυση από οτιδήποτε άλλο...
* Δεν πιστεύω πια στην πολιτική. Πριν από μερικά χρόνια μου έκανε εντύπωση ένα σύνθημα που φώναζαν στους δρόμους της Μαδρίτης διαδηλωτές της Αριστέρας. «Οταν πολεμούσαμε ενάντια στον Φράνκο ήμαστε καλύτεροι»...
* Αδύνατο να πίνεις χωρίς να καπνίζεις. Ο καπνός ταιριάζει θαυμάσια με το οινόπνευμα. Είναι ένας αχώριστος σύντροφος σε όλα τα γεγονότα της ζωής. Είναι ο μεγάλος φίλος των καλών και των κακών ημερών.
* Σήμερα, αρκεί να πατήσεις ένα κουμπί και αμέσως θ' ακούσεις στο σπίτι σου όλες τις μουσικές του κόσμου. Βλέπω καθαρά τι έχουμε χάσει. Τι κερδίσαμε; Για να φτάσει κανείς στην ομορφιά τρεις προϋποθέσεις μού φαίνονται απαραίτητες: ελπίδα, μάχη και κατάκτηση.
* Η νέα αποκάλυψη έρχεται επάνω μας με τον καλπασμό τεσσάρων ιπποτών: του υπερπληθυσμού, που είναι ο οδηγός, αυτός που ανεμίζει το μαύρο λάβαρο, της επιστήμης, της τεχνολογίας και της πληροφόρησης. Αυτή η τελευταία, που συνήθως παρουσιάζεται σαν κατάκτηση, σαν δικαίωμα, ακολουθεί τους άλλους τρεις και τρέφεται από τα ερείπια που εκείνοι αφήνουν πίσω τους. Παρ' όλα αυτά, θα μου άρεσε να μπορούσα κάθε δέκα χρόνια να σηκώνομαι μέσα από τους νεκρούς, να πηγαίνω σ' ένα περίπτερο και ν' αγοράζω μερικές εφημερίδες. Θα ξαναγύριζα στο νεκροταφείο και θα διάβαζα για τις καταστροφές του κόσμου ικανοποιημένος, μέσα στο ασφαλές καταφύγιο του τάφου μου.
Οποιος διαφωνεί, ας τραβήξει το ρεβόλβερ του...
Το ντουέτο με τον Salvador Dali
Τα φοιτητικά χρόνια του Buñuel ξεκίνησαν το 1917 στο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης όπου, ενώ πήγε για να σπουδάσει εντομολογία (η εμμονή του με τα ζώα διαφαίνεται αισθητά) και παρά τις πιέσεις του πατέρα του να σπουδάσει μηχανικός (επάγγελμα με αίγλη για την εποχή), κατέληξε να ασχολείται με τη φιλοσοφία και να συχνάζει με τον Federico García Lorca και τον Salvador Dali. ERTISING
Σύντομα βρέθηκε στο Παρίσι, όπου ξεκίνησε η ενασχόλησή του με τον κινηματογράφο, αρχικά με κριτικές ταινιών, ρόλους κομπάρσου και βοηθού παραγωγής. Οι γνωριμίες που έκανε στα πρώτα αυτά κινηματογραφικά του βήματα υπήρξαν πολύτιμες συνεργασίες στη μετέπειτα καριέρα του. Αποφασιστικό βήμα ήταν η σκηνοθεσία της πρώτης του ταινίας που αποτέλεσε παράλληλα και την πρώτη του συνεργασία με τον φίλο του Salvador Dali (που έγραψε το «σενάριο»). Το βουβό 15λεπτο δημιούργημά τους με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Ανδαλουσιανός Σκύλος» (Un chien andalou, 1929) αποτελεί ένα συνονθύλευμα αλλόκοτων εικόνων προερχόμενων από τα προσωπικά όνειρα των δύο δημιουργών και έναν ύμνο στον υπερρεαλισμό. Οι δύο δημιουργοί με την σατιρικά αποκρουστική mise-en-scène που ξετυλίγουν μπροστά στα μάτια του κοινού (βλέπε το σχετικό βίντεο στο τέλος του αφιερώματος) έρχονται να «κοροϊδέψουν» την τάση του ανθρώπου να αναζητά ένα κρυφό νόημα πίσω από όλα και να διατυμπανίσουν πως οι κινηματογραφικές εικόνες δεν σημαίνουν πάντα κάτι (όπως φαίνεται και από τον τελείως άσχετο τίτλο του έργου, αποτέλεσμα ενός εσωτερικού αστείου μεταξύ των δύο φίλων). Ο André Breton, εισηγητής του σουρρεαλισμού, αναγνώρισε την υπερρεαλιστική οπτική των δύο καλλιτεχνών, οι οποίοι εντάχθηκαν πανηγυρικά στο κίνημά του.
Ο εμφύλιος και η εξορία
Οι πολιτικές αναταράξεις και η άνοδος του φασισμού στην Ισπανία τον οδήγησαν πίσω στη Μαδρίτη το 1930. Ο εμφύλιος και η πολιτική μπήκαν σε προτεραιότητα έναντι του κινηματογράφου. Ξαναβρέθηκε στο Παρίσι το 1936, όπου διετέλεσε κατάσκοπος για τους Δημοκρατικούς. Οι πράξεις του αυτές, σε συνδυασμό με τις «ιδιαίτερες» ταινίες του τον έθεσαν στο στόχαστρο της Ισπανικής Δεξιάς, η οποία τον οδήγησε σε αναγκαστική εξορία για τουλάχιστον μία δεκαπενταετία. Ο παντρεμένος πλέον και με τη δική του οικογένεια Buñuel ορκίστηκε να μην ξαναγυρίσει στην φασιστική Ισπανία και εγκαταστάθηκε στην Αμερική.
Από το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, στο εμπορικό Χόλιγουντ και στα ντοκιμαντέρ για τη φασιστική Ισπανία, το πολιτικό παρελθόν και οι υπερρεαλιστικές ανησυχίες του δεν τον άφησαν να «ριζώσει» στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το Μεξικό
Το 1946 και το Μεξικό (παρά την απέχθειά του για τα θερμά κλίματα) σηματοδότησαν την επιστροφή του καλλιτέχνη Buñuel. Συνεργαζόμενος με συνιδεάτες του αριστερούς σκηνοθέτησε αρχικά φθηνά μιούζικαλ και κωμωδίες, ενώ αργότερα προχώρησε και στην σκηνοθεσία προσωπικών του δημιουργημάτων, με αποκορύφωμα το «Los Olvidados» (Ξεχασμένοι από την κοινωνία, 1950), ένα έργο καθαρά κοινωνικό που αναδεικνύει μέσα από τις φτωχογειτονιές του Μεξικού την αδίστακτη σκληρότητα της κοινωνίας και τα αδιέξοδα του λαού που δεν βρίσκουν λύση. Όνειρα, φαντασιώσεις και παγανιστικές πρακτικές φυσικά δίνουν χώρο στο σουρεάλ να εναρμονιστεί μέσα σε ένα παγερά ρεαλιστικό κοινωνικό πλαίσιο. Μεξικανικός νεορεαλισμός με δόσεις υπερρεαλισμού χαρίζουν άξια στον Buñuel το βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ των Καννών το 1951.
Παρά τις προτάσεις από την Ευρώπη η διαμονή του στο Μεξικό με την οικογένειά του συνεχίστηκε έως τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Η δημιουργικότητά του είχε εκτοξευθεί. Το 1962 σκηνοθετεί τον μοναδικό «Εξολοθρευτή Άγγελο», παρουσιάζοντας στο κινηματογραφικό κοινό του μία θεατρικά σουρεαλιστική επανάσταση που διαταράσσει την κοινή λογική και αποδεικνύει πως τίποτα δεν είναι πραγματικά αυτό που δείχνει. Με πρωταγωνιστές ανθρώπους εγκλωβισμένους και αδύναμους μπροστά στις ίδιες τους τις επιθυμίες, ο Buñuel δίνει μία πρώτη γεύση από την προσωπική του σάτιρα της «υψηλούς» κοινωνίας που θα εξελίξει στη συνέχεια.
Από τις Κάννες στην Ευρώπη
Ο ασύγκριτος σουρρεαλισμός του δεν άργησε να τον οδηγήσει στην Ευρώπη (κατά βάση στη Γαλλία), όπου συνέχισε να εκπλήσσει με τις συλλήψεις του. «Βιριδιάνα» (Viridiana, 1961) και Palme d’Or, «Η Ωραία της Ημέρας» (Belle de Jour, 1967) και Catherine Deneuve, «Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» (Le charme discret de la bourgeoisie, 1972) και το απόγειο της σάτιρας του άκρατου αμοραλισμού των «αστών» συνοψίζουν το τρίπτυχο έρωτας-κοινωνία-παράλογο που αποθέωσε διεθνώς τον Buñuel. Αρκετοί, βέβαια, ιδίως εκτός του κινηματογραφικού χώρου, δεν δίσταζαν να εκφράζουν την απέχθεια που τους προκαλούσαν οι ενοχλητικές δημιουργίες του, οι οποίες άγγιζαν τα όρια της ασέβειας και του προκλητικού. Τέτοιες εκφράσεις επιβεβαίωναν τον καλλιτέχνη, που ίσως να επιδίωκε αυτό ακριβώς.
Η προσωπική του ζωή
Η σχέση του Buñuel με τις γυναίκες δεν θα μπορούσε να μην έχει μία δόση παραλόγου, όπως εξάλλου όλη η κοσμοαντίληψή του. Πέρα από την σεξουαλική μανία του, πίστευε πως είχε τη δύναμη να εξουσιάζει το μυαλό των γυναικών και να τις υπνωτίζει. Παράλληλα, ήταν φανατικά ομοφοβικός και ως νεαρός είχε συμμετάσχει πολλές φορές σε επιθέσεις κατά ομοφυλόφιλων, τις οποίες μεγαλύτερος δήλωσε πως τις είχε μετανιώσει. Βανδαλιστικές επιθέσεις, όπως είναι φυσικό, είχε δεχθεί και ο ίδιος από εκπροσώπους της κοινότητας των γκέι σε προβολές ταινιών του.
Τέτοια βιώματα πρέπει να καταγράφονται
…ίσως σκέφτηκε ο Buñuel επιλέγοντας στα 77 του να αποσυρθεί από τον κινηματογράφο και να αφιερωθεί στην ολοκλήρωση της αυτοβιογραφίας του, που πήρε τον τίτλο «Η τελευταία πνοή» και δημοσιεύθηκε το 1983, το χρόνο του θανάτου του, στο Μεξικό.
Το σουρεαλιστικό τέλος του Λουίς Μπουνιουέλ
Βιωματική σπουδή πάνω στη μνήμη που ξεγλιστρά από τα χέρια, πάνω στον θάνατο που αρχίζει να γίνεται χειροπιαστός, αυτή η «Τελευταία Πνοή» θα μπορούσε να ανήκει μόνο σε κάποιον τόσο απελπισμένο αλλά γενναίο όσο ο Λουίς Μπουνιουέλ. Που αντί τελευταίων λέξεων πριν το πέρασμα στην ανυπαρξία διαπίστωσε ατάραχα, σύμφωνα με τον Καριέρ, μόνο το αυτονόητο: «Πεθαίνω».
Οι δύο τελευταίες παράγραφοι της «Τελευταίας Πνοής» αποσαφηνίζουν οριστικά τι ήταν ο Λουίς Μπουνιουέλ:
«Καθώς πλησιάζει η τελευταία μου πνοή, συχνά φαντάζομαι μία τελευταία φάρσα. Καλώ από τους παλιούς μου φίλους εκείνους που είναι ορκισμένοι άθεοι, σαν κι εμένα. Τεθλιμμένοι, παίρνουν θέση γύρω απ το κρεβάτι μου. Τότε καταφτάνει ένας ιερέας, που τον έχω καλέσει εγώ. Προς μεγάλο σκανδαλισμό των φίλων μου εξομολογούμαι, ζητάω άφεση των αμαρτιών μου και δέχομαι την τελευταία μετάληψη. Υστερα γυρίζω στο πλάι και πεθαίνω. Αλλά βρίσκει άραγε κανείς τη δύναμη να αστειευτεί εκείνη τη στιγμή;
Μία λύπη που δεν ξέρω πια τι πρόκειται να συμβεί. Που θα εγκαταλείψω τον κόσμο εν πλήρει κινήσει, όπως στη μέση μιας παράστασης. Πιστεύω πως αυτή η περιέργεια για τα μετά τον θάνατο δεν υπήρχε άλλοτε, ή υπήρχε λιγότερο, σ' ένα κόσμο που δεν άλλαζε καθόλου. Μία ομολογία: παρόλο το μίσος μου για την πληροφόρηση, θα μάρεσε να μπορούσα, κάθε δέκα χρόνια, να σηκώνομαι μέσα από τους νεκρούς, να προχωράω μέχρι ένα περίπτερο μ εφημερίδες και να αγοράζω μερικές. Δεν θα ζητούσα τίποτα περισσότερο. Με τις εφημερίδες μου κάτω από τη μασχάλη, χλομός, προχωρώντας σύρριζα στους τοίχους, θα ξαναγύριζα στο νεκροταφείο και θα διάβαζα για τις καταστροφές του κόσμου, πριν ξανακοιμηθώ, ικανοποιημένος στο ασφαλές καταφύγιο του τάφου μου».
Λουίς Μπουνιουέλ (1900-1983)
Πηγές: enet.gr - sentragoal
Και το συμπέρασμα;
Όπως θα έλεγε και ο ίδιος σαν νεαρός, δεν χρειάζεται να σταθούμε κάπου και να αναλύσουμε το παραμικρό. Η επεισοδιακή ζωή του και οι υπερρεαλιστικές εσωτερικές ανησυχίες του κατέστησαν τον Luis Buñuel έναν μοναδικά ασύγκριτο εκπρόσωπο του σουρρεαλισμού, που χάρισε στο κίνημα αριστοτεχνικές σκηνοθετικές συλλήψεις με έναν αέρα «αναρχίας» έναντι του κινηματογραφικά «συνηθισμένου». Ακολουθεί ένα βίντεο αφιερωμένο στον σουρρεαλιστή σκηνοθέτη:
Πηγές: https://www.maxmag.gr/afieromata/luis-bunuel/
Luis Buñuel (2019). Ανακτήθηκε από https://www.britannica.com/biography/Luis-Bunuel (τελευταία πρόσβαση 20.2.2019)
Schnakenberg R. (2010), Η Μυστική Ζωή των Μεγάλων Σκηνοθετών, Eκδόσεις Αιώρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.