Άρθρα του Νίκου Σαραντάκου,
Mε τούτα και με κείνα, πήγε Μεγάλη Παρασκευή και δεν βάλαμε κάτι πασχαλινό στο ιστολόγιο. Νιώθω πως θα με επιτιμήσουν κάποιοι, σαν τον πρωθυπουργό που μάλωσε τις προάλλες μια παρέα που τους είδε να τρώνε κρέας σε εστιατόριο: «Από την Παρασκευή θα νηστέψετε;» τους είπε. Οπότε, επανορθώνω όσο μπορώ με το σημερινό άρθρο -που όμως θα είναι επανάληψη, αφού, όχι να το παινευτούμε, το φετινό είναι το δέκατο πέμπτο ιστολογικό μας Πάσχα, οπότε αναπόφευκτα όλες τις πασχαλινές λέξεις και φράσεις τις έχουμε εξαντλήσει (με μιαν εξαίρεση -δείτε το άρθρο).
Κι έτσι επαναλαμβάνω ένα άρθρο που το έχω πολλές φορές ανεβάσει, τελευταία φορά το 2020, για τις λέξεις του Πάσχα, προσθέτοντας κάποια πράγματα από τα σχόλιά σας.
Τα οποία σχόλια με μελαγχόλησαν σαν τα διάβασα τρία χρόνια μετά, καθώς είδα να λείπουν πολλοί, που δυστυχώς έχουν φύγει για πάντα, σαν τον Γιάννη τον Ιατρού και τον Γς, ή που απλώς σταμάτησαν να σχολιάζουν (Γιάννης Κ., Γιώργος Κ.) και ελπίζω να μας θυμηθούν ξανά. Πολλά είπα όμως, περνάω στο άρθρο.
Ξεκινώντας την περιήγησή μας στις πασχαλινές λέξεις, πρώτα πρώτα. . .
έχουμε το ίδιο το Πάσχα, που είναι λέξη άκλιτη, δάνειο από το αραμαϊκό pasha και αυτό από το εβραϊκό pesah (πέσαχ είναι το σημερινό εβραϊκό Πάσχα), από τον αόριστο ενός ρήματος που σημαίνει «αυτός προσπέρασε».Και το «προσπέρασε» μας πηγαίνει στην Παλαιά Διαθήκη, στην Έξοδο, όπου στη δέκατη πληγή του Φαραώ ο άγγελος Κυρίου θανάτωσε τους πρωτότοκους γιους των Αιγυπτίων· πέρασε γραμμή τα σπίτια και έσπειρε τον όλεθρο, είχε όμως προηγουμένως ειδοποιήσει τους Εβραίους να σφάξουν ένα αρνάκι και να βάψουν με το αίμα του την πόρτα του σπιτιού τους για να τα προσπεράσει.
Ή, όπως το λέει στην Έξοδο: και παρελεύσεται κύριος πατάξαι τους Αιγυπτίους και όψεται το αίμα επὶ της φλιάς και επ’ αμφοτέρων των σταθμών͵ και παρελεύσεται κύριος την θύραν και ουκ αφήσει τον ολεθρεύοντα εισελθείν εις τας οικίας υμών πατάξαι.
Άγρια πράγματα τα παλαιοδιαθηκικά, αλλά από εκεί θαρρώ προήλθε το αρνάκι που σουβλίζουμε –βέβαια με νέα σηματοδότηση μετά τη σταύρωση του Χριστού που ήταν ο αμνός ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου.
(Για να απαντήσω και σε μια ερώτηση που έγινε σε πρόσφατο σχόλιο, επαναλαμβάνω πως το Πάσχα είναι άκλιτο -αν θέλετε να το κλίνετε, να πείτε «η Πασχαλιά» ή «η Λαμπρή»).
Το Πάσχα το λέμε και Λαμπρή, μια και είναι η μεγαλύτερη γιορτή, και παρόμοια ονομασία υπάρχει στα βουλγάρικα, όπου επισήμως το Πάσχα λέγεται βελικντέν, δηλαδή «μεγάλη μέρα», ενώ στους δυτικούς σλάβους λέγεται συχνά «μεγάλη νύχτα» (π.χ. Wielkanoc στα πολωνικά και αναλόγως στα σλοβένικα ή στα τσέχικα) -στα σερβοκροάτικα λέγεται Uskrs, που υποψιάζομαι πως σημαίνει Ανάσταση.
Στις περισσότερες άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες η ονομασία προήλθε από το ελληνικό, συνήθως μέσω λατινικών, κι έτσι έχουμε το γαλλικό Pâques ή το ιταλικό Pasqua, αν και στα αγγλικά έχουμε Εaster, που προέρχεται από μια παγανιστική γιορτή προς τιμήν μιας τευτονικής θεάς της άνοιξης και του φωτός, της ανατολής του ήλιου (άλλωστε east είναι η ανατολή). Κάτι ανάλογο ισχύει και στα γερμανικά (Ostern).
Το φετινό Πάσχα πέφτει στο πρώτο τρίτο της περιοχής ημερομηνιών του (οι πιθανές ημερομηνίες του ορθόδοξου Πάσχα πηγαίνουν από 4 Απριλίου έως 8 Μαΐου) και έχει μία βδομάδα διαφορά από το καθολικό, που μόλις προηγήθηκε. Του χρόνου θα έχουν διαφορά 5 εβδομάδων, που είναι και η μεγαλύτερη: 31 Μαρτίου οι Καθολικοί και 5 Μαΐου εμείς.
Όπως είχε σχολιάσει εδώ παλιά ο φίλος Βιοάννης: Το ορθόδοξο Πάσχα από το δυτικό διαφέρουν 1, 4, 5 εβδομάδες (το ορθόδοξο πάντα έπεται) ή συμπίπτουν. Ποτέ δεν διαφέρουν 2 ή 3 εβδομάδες. Η διαφορά των 4 εβδομάδων είναι σπάνια, μόνο στο 5,2% των περιπτώσεων για τα έτη 1583-2100. Από το 1583 έχουμε διαφορά στις ημερομηνίες εορτασμού, μια και εμφανίστηκε το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Καθώς τα χρόνια θα περνούν και θα αποκλίνει το ορθόδοξο από την αστρονομική πραγματικότητα, θα εμφανιστούν και διαφορές 6 εβδομάδων (πρώτη φορά το 2437) και θα εξαφανιστεί η ταύτιση (τελευταία φορά το 2698), όπως και θα εμφανιστεί διαφορά 2 εβδομάδων (το 2725) όχι όμως διαφορά 3 εβδομάδων (έως το 4100, που το έχω ψάξει). Να πω ότι αυτά δεν τα έχω τσεκάρει προσωπικά, κι έτσι αν το 2437 δεν εμφανιστεί διαφορά έξι εβδομάδων μην μου κάνετε επικριτικά σχόλια, σας παρακαλώ. Αλλά αυτό θα το συζητήσουμε τότε.
Πάντως, επειδή ο τρόπος υπολογισμού του Πάσχα είναι περίπλοκος, η εκκλησία κάθε χρόνο βγάζει το πασχάλιον του σωτηρίου έτους τάδε, το οποίο αναφέρει όλες τις κινητές γιορτές –και από εκεί βγήκε και η φράση «έχασε τα πασχάλια του» που τη λέμε όταν κάποιος έχει περιέλθει σε πλήρη σύγχυση.
Και επειδή το Πάσχα έχει συνδεθεί αξεχώριστα με τα κόκκινα αυγά, η παροιμιακή αυτή φράση συμφύρθηκε με την άλλη που λέει «έχασε τ’ αυγά και τα καλάθια», για όποιον έχει πάθει μεγάλη ζημιά, κι έγινε «έχασε τ’ αυγά και τα πασχάλια», που εκ πρώτης όψεως είναι «λάθος» αλλά απόλυτα εύλογο. (Περισσότερα για τις εκφράσεις αυτές εδώ, ενώ για τα κόκκινα αυγά ειδικώς έχουμε ανεβάσει το 2013 ένα κείμενο του Εμμ. Ροΐδη).
Πέρα από τα αυγά, το Πάσχα έχουμε και τον οβελία. Οβελίας αρχικά ήταν οτιδήποτε ψήνεται στη σούβλα (ο Αθήναιος στους Δειπνοσοφιστές κάνει λόγο για οβελίαν άρτον, ψωμί στη σούβλα), αλλά έχει επικρατήσει πια να τη λέμε για το αρνάκι.
Η λέξη οβελός για τη σούβλα είναι αρχαία, ήδη ομηρική: οι ήρωες του Ομήρου κατ’ επανάληψη παρουσιάζονται να κόβουν κρέατα και να τα περνούν σε οβελούς. Και επειδή κάποτε θα χρησιμοποιήθηκαν μικροί οβελοί από μέταλλο ως μονάδες συναλλαγής, υπήρχε στην Αθήνα το νόμισμα οβολός που ήταν το ένα έκτο της δραχμής.
Και με τον εξαίσιο συντηρητισμό της γλώσσας, δυόμιση χιλιάδες χρόνια μετά, κι ας έχει στο μεταξύ καταργηθεί η δραχμή, ακόμα μας ζητούν να συνεισφέρουμε τον οβολό μας (όταν δεν μας τον παίρνουν δηλαδή, με το έτσι θέλω και με φοροεπιδρομές).
Να πούμε πάντως ότι και η Ιόνιος Πολιτεία το 1819 είχε θεσπίσει ως νόμισμα τον οβολό, με μικρότερο νόμισμα τον ημιώβολο -απ’ όπου και η παλιά φράση «δεν έχω μιώβολο», αλλά και τα όβολα, λαϊκή ονομασία για τα χρήματα.
Βέβαια, ο οβελίας είναι λέξη αναστημένη από τους λογίους. Η σούβλα, πάλι, είναι δάνειο λατινικό (από το subula, που σήμαινε χοντρή βελόνα ή το σουβλί των παπουτσήδων), λέξη που εμφανίζεται ήδη από τον 3ο αιώνα μ.Χ. στη γραμματεία σε διάφορες περιγραφές βασανιστηρίων, και που επικρατεί εκτοπίζοντας τον οβελό.
Υποκοριστικό της το σουβλάκι, που ήταν στην αρχή το καλαμάκι στο οποίο περνούσαν το κρέας (για την ορολογία του σουβλακιού και τη διαμάχη Βορρά-Νότου, έχουμε επιτέλους άρθρο).
Για το αρνάκι που σουβλίζουμε, τα είπαμε· ετυμολογικά η λέξη είναι αρχαία (αρνίον, ήδη της κλασικής εποχής, υποκοριστικό του αρήν, αρνός = πρόβατο, λέξη που είχε και δίγαμμα μπροστά και που παράγωγά της βρίσκουμε και σε επιγραφές της γραμμικής Β’), όπως τόσες άλλες λέξεις της δημοτικής που η καθαρεύουσα τις περιφρονεί.
Ωστόσο, δεν είναι πανελλήνιο έθιμο το σούβλισμα: σε κάποια μέρη φουρνίζουν το «κουτάλι» (ένα χεράκι αρνιού), σε άλλα ολόκληρο κατσικάκι αλλά στον φούρνο, κάποτε σκεπασμένο με ζύμη.
(Παρένθεση από σχόλιο του φίλου μας του Πέπε: Η ζύμη έκανε παλιά τη δουλειά που κάνει τώρα το αλουμινόχαρτο. Δεν είναι για να τρώγεται. Σχηματίζει μια άνοστη κρούστα, που τη σπας, την πετάς και τρως το απομέσα, το οποίο όμως έχει διατηρηθεί ζουμερό. Το αρνί ψήνεται σε χαμηλό φούρνο επί πάρα πολλές ώρες, οπότε αλλιώς θα στέγνωνε. Μάλιστα στον παραδοσιακό ξυλόφουρνο χτίζουν και την πόρτα με λάσπη για να μην έχει διαρροές θερμότητας (ή μήπως για να περιοριστεί η είσοδος οξυγόνου και να μη φουντώσει η φωτιά;)
Ανυπέρβλητο πασχαλινό έδεσμα είναι το καλύμνικο μουούρι [Εδώ κάποιο δ θα υπήρχε που θα έπεσε]. Αρνάκι/ρίφι με γέμιση από ρύζι και από τα εντόσθια ψιλοκομμένα, ψημένο μ’ αυτό τον τρόπο. Όσο δεν φαγωθεί την πρώτη φορά, όταν αργότερα το ξαναζεσταίνουν, σπάνε μέσα κι ένα αβγό σε κάθε μερίδα και ψήνεται μαζί. Παρότι μπελαλήδικο, το μουούρι το κάνουν για καλό φαγητό και εκτός Πάσχα.
Το αντίστοιχο καρπάθικο είναι το υζάντι (=βυζάντι), δηλαδή βυζανιάρικο, αρνάκι ή ρίφι γάλακτος, αν και οι ντόπιοι βεβαιώνουν ότι το όνομα δηλώνει τη βυζαντινή προέλευση του εθίμου. Πάλι καλά, γιατί για τα περισσότερα άλλα δικά τους λένε ότι είναι δωρικά. Η πανελλήνια πασχαλινή σούβλα πρέπει να ήταν αρχικά αρκετά περιορισμένη τοπικά, μάλλον στα κεντρικά έως νότια στεριανά μέρη.)
Τα γαστρονομικά του Πάσχα κλείνουν με τη λαμπροκουλούρα ή το τσουρέκι, που ως λέξη είναι τουρκικό δάνειο (çörek, λέξη που αρχικά σήμαινε το στρογγυλό ψωμί αλλά και άλλα στρογγυλά αντικείμενα). Παρόμοιες λέξεις (και γλυκίσματα) υπάρχουν σε όλη την ανατολική Μεσόγειο, μέχρι τα αρμένικα, όπου το λαμπρόψωμο λέγεται cheoreg και βάζουν μέσα και νόμισμα. Και πάλι, έχουμε τοπικές διαφορές: στην Κρήτη, πιθανώς και αλλού, λένε ή έλεγαν «κουλούρα» αυτό που οι Αθηνάιοι λένε «τσουρέκι», και αντίστροφα λένε «τσουρέκια» αυτά που εμείς θα λέγαμε κουλούρια.
Μπορεί ο Πόντιος Πιλάτος να ένιψε τας χείρας του (κάτι που έγινε παροιμιώδες, αν και δεν ξέρουμε κατά πόσον τας έπλυνε «πολύ σχολαστικά» όπως ο Σπύρος Παπαδόπουλος στο πασίγνωστο πλέον αντικορονικό μήνυμα) και να δήλωσε αθώος από του αίματος τούτου, ωστόσο δεν απέφυγε την ηθική καταδίκη. Από το όνομά του προέρχεται το ρήμα «πιλατεύω», που έχει τη σημασία «ταλαιπωρώ, βασανίζω».
Στο μεσαιωνικό λεξικό του ο Κριαράς δίνει και το «πιλατήριο» με σημασία «μαρτύριο, βασανιστήριο» αλλά και «φυλακή». Βέβαια, στη σημερινή γλώσσα «πιλατεύομαι» σημαίνει «ασκούμαι κάνοντας πιλάτες». Βασανιστήριο είναι κι αυτό αλλά ετυμολογικώς δεν συνδέεται άμεσα με τον Πιλάτο.
Μια άλλη μεγαλοβδομαδιάτικη λέξη που έχει περάσει από τα Ευαγγέλια στη γλώσσα μας είναι ο Γολγοθάς. Γολγοθάς είναι ο λόφος της Ιερουσαλήμ όπου σταυρώθηκε, σύμφωνα με τους ευαγγελιστές, ο Ιησούς.
Το όνομα παραδίδεται και στα τέσσερα Ευαγγέλια, π.χ. στον Ιωάννη: Παρέλαβον οὖν τόν Ἰησοῦν· καί βαστάζων αὑτῷ τόν σταυρόν ἐξῆλθεν εἰς τόν λεγόμενον Κρανίου Τόπον, ὃ λέγεται Ἑβραϊστί Γολγοθᾶ, ὅπου αὐτόν ἐσταύρωσαν, καί μετ’ αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καί ἐντεῦθεν, μέσον δέ τόν Ἰησοῦν. ἔγραψεν δέ καί τίτλον ὁ Πιλᾶτος καί ἔθηκεν ἐπί τοῦ σταυροῦ· ἦν δέ γεγραμμένον, Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ὁ βασιλεύς τῶν Ἰουδαίων.
[Άσχετη παρένθεση: Από την περασμένη Κυριακή παρατήρησα ότι στον έντιτορ της WordPress οι βαρείες πλέον εμφανίζονται μετατοπισμένες, δηλαδή: τὸν. Έτσι, στο παραπάνω παράθεμα τις αντικατάστησα όλες με οξείες. Παλιότερα δεν υπήρχε πρόβλημα, δεν ξέρω τι άλλαξε, ούτε και πώς να το διορθώσω. Οπότε, θα κάνουμε αβαρία στις βαρείες μέχρι νεοτέρας].
Όπως μάς λέει ο Ιωάννης, Γολγοθά στα εβραϊκά σημαίνει «Κρανίου τόπος». Πράγματι, στα αραμαϊκά Gulgulthā είναι το κρανίο. Στην αρχή το γένος του Γολγοθά επαμφοτερίζει στα ελληνικά, αλλά τελικά σταθεροποιήθηκε στο αρσενικό: ο Γολγοθάς.
Κάποιοι λένε ότι η ονομασία «Κρανίου τόπος» οφείλεται στο ότι ο Γολγοθάς ήταν ο «συνήθης τόπος εκτελέσεων», άλλοι ότι ο λόφος ονομάστηκε έτσι απλώς επειδή είχε σχήμα κρανίου· αυτή η δεύτερη εκδοχή ακούγεται συχνότερα. Η κάποια φωνητική ομοιότητα μεταξύ Γολγοθά και Γολιάθ γέννησε τον γλωσσικό μύθο ότι ο λόφος ονομάστηκε έτσι επειδή ο Δαβίδ έθαψε εκεί το κρανίο του Γολιάθ. Μύθος είναι.
Στα ελληνικά, έχει μείνει και η έκφραση «κρανίου τόπος», που τη λέμε για ένα εξαιρετικά ξερό και αφιλόξενο μέρος, χωρίς απαραίτητα να τη συνδέουμε στο μυαλό μας με τον Γολγοθά και το μαρτύριο του Ιησού.
Λέμε επίσης κρανίου τόπο ένα μέρος που έχει υποστεί ολοκληρωτική καταστροφή και ερήμωση· συχνά το χρησιμοποιούμε για περιπτώσεις πυρκαγιάς (π.χ. κρανίου τόπος το φοινικόδασος της Πρέβελης), αλλά και πιο μεταφορικά, π.χ. ότι η ελληνική διαφημιστική αγορά είναι κρανίου τόπος λόγω της κρίσης.
Η βιβλική αναφορά μεταφράστηκε Calvariae Locus στα λατινικά, που έδωσε το αγγλικό calvary και το γαλλικό calvaire, που επίσης σημαίνουν όχι μόνο τον Γολγοθά καθαυτόν αλλά και μια μεγάλη ταλαιπωρία, δοκιμασία –έναν γολγοθά μεταφορικά.
Φυσικά και στα ελληνικά χρησιμοποιούμε το κύριο όνομα σαν ουσιαστικό, δηλ. τον Γολγοθά μεταφορικά, σαν μια σειρά από ταλαιπωρίες και βάσανα που περνάει κάποιος, μια μακρά πορεία πόνου και ταπεινώσεων – «Ο Γολγοθάς μιας ορφανής» ήταν μια παλιά ελληνική ταινία.
Βέβαια, με τον γλωσσικό πληθωρισμό που επικρατεί σε ορισμένους δημοσιογραφικούς κύκλους, διαβάζεις ότι κάποια σταρ περνάει Γολγοθά και δεν ξέρεις αν χαροπαλεύει ή αν απλώς πήρε δυο κιλά που δεν μπορεί να τα χάσει (και όλα τα ενδιάμεσα στάδια), ωστόσο γενικά ο Γολγοθάς δείχνει μια επώδυνη και μακρόχρονη διαδικασία.
Ο Γολγοθάς κατέληξε στη σταύρωση. Περιέργως, τόσα χρόνια δεν έχω γράψει άρθρο για τον σταυρό, ίσως επειδή το θέμα είναι πολύ εκτενές και με πιάνει δέος. Κάποτε θα το αποφασίσω, πού θα πάει.
Πάντως, να πούμε προς το παρόν ότι στα αρχαία ελληνικά η λέξη «σταυρός» δεν δηλώνει το σημερινό σχήμα αλλά είναι, απλώς, ένας πάσσαλος.
Πολλή συζήτηση γίνεται επίσης και για το σχήμα του ξύλου που πάνω του θανατώθηκε ο Ιησούς, αν συνέβη κάτι τέτοιο, δηλαδή αν ήταν πάσσαλος, δύο ξύλα σε σχήμα Τ ή δύο ξύλα σε σχήμα +.
Εδώ τελειώνει η πασχαλινή λεξιλογική μας επισκόπηση. Το ιστολόγιο εύχεται καλή Ανάσταση, με υγεία και αγάπη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.