Η Ελένη, ορθή, κοιτάζει απ' το παράθυρο το ηλιοβασίλεμα. Το βλέμμα της χάνεται μακριά, πάνω από τις στέγες και τους λόφους, πέρα απ' τον έρωτα και τη δίψα του, πάνω απ' το χρόνο και τη φθορά του, εκεί προς τις αιώνιες ρίζες.
Κι είναι σαν ένα δέντρο καταμόναχο στη μέση ενός έρημου κάμπου, βαθύ, ήρεμο δέντρο που σηκώνει καρτερικά στους ώμους του όλο το βάρος της απεραντοσύνης. Κι οι επουλωμένες πληγές απ' τα κομμένα του κλωνάρια είναι τα μάτια ενός θεού, τυφλωμένου από την ίδια του τη λάμψη.
Όχι, όχι, μη μιλήσεις, τίποτα μην πεις. Αιώνια απρόσιτη, πικρή γυναίκα, που όλα τα λόγια μας δεν κάνουν ένα σου στεναγμό. Άσε μόνο να παίζουν στα σφοδρά μαλλιά σου οι τελευταίες λάμψεις της γλυκιάς, θνητής ημέρας.
Κι η κρύπτη της γυμνή, μοιάζει τώρα μ' έν' απόμακρο ρημοκλήσι πνιγμένο στα χόρτα και τη μοναξιά...Κι οι τρεις μεσόκοπες καμαριέρες, απ' αυτές που στρώνουν τα ερωτικά κρεβάτια κι οι ίδιες αυτές δεν αγαπήθηκαν ποτέ,
απ' αυτές με τα μεγάλα δακρυσμένα μάτια των αλόγων που τα ξεχάσαν μες στο χιόνι
μαζεμένες στο δωμάτιο υπηρεσίας σαν ένας αρχαίος, τραγικός χορός μπρος στα προπύλαια ενός βρώμικου νιφτήρα,
κουβεντιάζουνε με τόση καρτερία που και τα πιο απλά λόγια στο πικρό τους στόμα τη βαθιά λάμψη ξάφνου παίρνουνε των μύθων...
Αυτές που μες στο φως και τη γιορτή και το θρίαμβο μυρίζονται μακριά, σα σκύλες τους
αόρατους κινδύνους, τυλίχτηκαν ξάφνου με το σάλι τους μέχρι τα μάτια όπως κάνουν χιλιάδες χρόνια τώρα οι γυναίκες σαν είναι κάπου μες στον κόσμο να τρέξει αίμα.
Γιατί οι γυναίκες έχουν προαιώνιους, μυστικούς δεσμούς με το αίμα. Αίμα της ήβης, αίμα της παρθενιάς, αίμα της γέννησης
και βλέπουν πως τα λόγια στάζουν αίμα λογχισμένα απ' τη δυσπιστία και βλέπουν πως οι πράξεις τρέχουν αίμα απ' τη δειλία αποκεφαλισμένες. Αίμα στα χέρια, αίμα στις κούπες, αίμα στο ψωμί, αίμα για να γεννηθείς, αίμα για να πεθάνεις βαθύ, σα θαύμα, ανθρώπινο αίμα.
Γιατί η ζωή είναι ατέλειωτη και μπορεί κανείς να ξαναρχίσει και δυο φορές -να ξαναρχίζει κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή. Και τίποτα δε χάνεται, μα όλα είναι για πάντα μέσα σου. Kι οι νεκροί κι οι σημαίες κι οι όρκοι και τα χρόνια που φύγανε και τα χρόνια που έρχονται. Και τα τραγούδια και τα δάκρυα κι οι φτυσιές κι οι ταπεινώσεις κι όλα τα όνειρα μέσα σου. Kι είσαι ξέχειλος από ανθρώπινα πεπρωμένα...
Kαι πέρα στο βάθος απλώνεται η πόλη απέραντη, πολύβουη, κατάφωτη, αμφιθεατρική, σαν ένα αρχαίο, γιγάντιο στάδιο όπου οι δειλοί δεν έχουν θέση.
Μουσική /Music: Christel Nießing
Finger style guitar:
-Salida del Sol
-The Rakes of Waterford,
by Christel Nießing.
Thank you dear Crystal for the valuable gift of the magical heartfelt sounds, surging out of your guitar.
Crystal's channel: / cnlyrical
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.