Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2025

Ντοκιμαντέρ: Εμμανουήλ Ροΐδης / Ο φιλοπαίγμων και αιρετικός Έλληνας λογοτέχνης [ Επιστολαί ενός Αγρινιώτου - Πάπισσα Ιωάννα ]

Ο Ροΐδης δεν υπήρξε συγγραφεύς αξιοσημειώτου γονιμότητος· η φαντασία του ήτο στενή, η δε συγγραφική του ευχέρεια προβληματική· κατέχων, όσο ολίγοι, την αίσθησιν της τελειότητος της φράσεως, κατεβασάνιζε τας σελίδας του πριν τα παραδώση εις την δημοσιότητα. [Ι.Μ Παναγιωτόπουλος, «Νεοελληνική
λογοτεχνία». Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. Ι΄ (Ελλάς), σ. 932].
Ολιγογραφία λοιπόν, δυστοκία, τελειομανία, περιορισμένη φαντασία κ.λ.π. Έστω. Όμως τα γεγονότα, τα ξεροκέφαλα γεγονότα, μαρτυρούν ότι, παρά ταύτα, ο Ροΐδης έγραψε και δημοσίευσε (επωνύμως, ανωνύμως και ψευδωνύμως) πολύ περισσότερα από όσα περιέχονται ως σήμερα στα λεγόμενα Άπαντά του. Αρκετές φορές, μπροστά σε ορισμένα δημοσιεύματα εφημερίδων ή περιοδικών του 19ου αιώνα, ο υποψιασμένος ερευνητής αναρωτιέται: 
Είναι του Ροΐδη; Ή μήπως σαν του Ροΐδη; 
Τίποτε δεν αποδεικνύεται αυτομάτως. Οι ενδείξεις δεν μεταβάλλονται εύκολα σε αποδείξεις. Κι όμως, τα θετικά αποτελέσματα υπάρχουν. 
Ένας άνθρωπος στον οποίο οφείλουμε την ανεύρεση πολλών αθησαύριστων ροϊδικών δημοσιευμάτων, ο Χαρίλαος Σακελλαριάδης, φίλος και μελετητής όχι μόνο του Καρυωτάκη αλλά και του 19ου αιώνα, παρατηρούσε το 1949 ότι «τ’ άγνωστα του Ροΐδη έργα που έτυχε να βρούμε τελευταία είναι τόσο πολλά, ώστε καταντάει πια θρύλος η ιδέα πως αυτός ήταν ολιγογράφος».[…]

Ο Ροΐδης έχει τη δυνατότητα να δημοσιεύει τα κείμενά του επωνύμως, ανωνύμως και ψευδωνύμως, φανερώνοντας, αποκρύπτοντας και παραποιώντας την ταυτότητα-υπογραφή του. […]

[…] Ο Κυρ. Ντελόπουλος [Νεοελληνικά φιλολογικά ψευδώνυμα, ΕΛΙΑ, Αθήνα 21983, σ. 258-259] τού αποδίδει (πράγμα πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα) 33 ψευδώνυμα, τα οποία όμως θα μπορούσαν να είναι και περισσότερα. Στον Βολταίρο αποδίδονται 160 ψευδώνυμα. 


 

Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους λογοτέχνες της Ελλάδας του 19ου αιώνα. Καυστικός και οξυδερκής, ο Εμμανουήλ Ροΐδης είχε διατυπώσει το περίφημο «εκαστος τόπος έχει την πληγήν του: Η Αγγλία την ομίχλην, η Αίγυπτος τας οφθαλμίας, η Βλαχία τας ακρίδας και η Ελλάς τους Έλληνας» και το «Εις νόμος απαιτείται εις αυτήν τη χώραν, ο οποίος να επιτάσσει την εφαρμογήν όλων των υπολοίπων νόμων».

Ο Εμμανουήλ Ροΐδης γεννήθηκε στις 28 Ιουλίου του 1836 στην. . .

Ερμούπολη της Σύρου, γόνος εύπορης αριστοκρατικής οικογένειας με καταγωγή από την Χίο. Το 1841 ο πατέρας του, Δημήτριος Ροΐδης, διορίστηκε διευθυντής μεγάλου εμπορικού οίκου και, στη συνέχεια, ανέλαβε τη θέση του γενικού πρόξενου της Ελλάδας στη Γένοβα, όπου η φιλελεύθερη γενοβέζικη επανάσταση του 1848-49 σημαδεύει τον νεαρό Ροΐδη αποφασιστικά στους ιδεολογικούς του προσανατολισμούς.

Το 1849 η οικογένεια επέστρεψε στην Σύρο, όπου ο Εμμανουήλ εγγράφηκε και φοίτησε στο ελληνοαμερικανικό λύκειο του Χ. Ευαγγελίδη. Τότε ξεκίνησε και η ενασχόλησή του με τη συγγραφή – ενώ την ίδια εποχή γνωρίστηκε με τον μετέπειτα λόγιο, ποιητή και πεζογράφο Δημήτριο Βικέλα, με τον οποίο ως μαθητές εξέδωσαν το χειρόγραφο περιοδικό Μέλισσα.

Το 1855 ξεκινά σπουδές Φιλολογίας και Φιλοσοφίας στο Βερολίνο, τις οποίες όμως διέκοψε μετά από 2 χρόνια. Ασχολήθηκε με το εμπόριο και ταξίδεψε στην ηπειρωτική Ευρώπη, τις παραδουνάβιες περιοχές και την Αίγυπτο. Διέμεινε στη Ρουμανία με την οικογένειά του έως το 1862, χωρίς να πάψει όμως να επισκέπτεται την Αθήνα τακτικά. Το 1860 δημοσιεύει το Οδοιπορικό του Σατωβριάνδου (Chateaubriand Itineraire) ενώ δυο χρόνια αργότερα μετακομίζει πλέον στην Αθήνα και αφοσιώνεται στη συγγραφή.


27 καθηλωτικές φράσεις του Εμμανουήλ Ροΐδη  

Εμμανουήλ Ροΐδης- Επιστολαί ενός Αγρινιώτου (1)

   

Εμμανουήλ Ροΐδης- Επιστολαί ενός Αγρινιώτου (2)

   

Εμμανουήλ Ροΐδης- Επιστολαί ενός Αγρινιώτου (3)

   

 Εμμανουήλ Ροΐδης- Επιστολαί ενός Αγρινιώτου (4) 

 

Το 1866 εξέδωσε την «Πάπισσα Ιωάννα», ένα μυθιστόρημα με ιστορική βάση, που όμως περισσότερο μοιάζει με μια ιστορική μελέτη. Ο Ροΐδης άκουσε την ιστορία της Πάππισας Ιωάννας όταν ήταν ακόμα παιδί στη Γένοβα και εντυπωσιάστηκε βαθιά. Η Πάπισσα Ιωάννα εκτυλίσσεται τον 9ο αιώνα μ.Χ. και είναι η ιστορία μιας νεαρής κοπέλας, κόρης ιεραποστόλου, η οποία, όταν έμεινε ορφανή, μεταμφιέστηκε σε άντρα, μπήκε σε μοναστήρι. Εκεί γνωρίζει και έναν επισκέπτη μοναχό, τον οποίο ακολουθεί και ζει μαζί του για 7 χρόνια στο ίδιο κελί, ως μοναχός και η ίδια, σε ένα μοναστήρι Βενεδικτίνων. Όταν οι εραστές έφυγαν από το μοναστήρι, ταξίδεψαν σε αρκετές χώρες, ώσπου, στην Αθήνα, η Ιωάννα εγκατέλειψε τον εραστή της και μπήκε σε ένα πλοίο με προορισμό τη Ρώμη.

Βρείτε την «Πάπισσα Ιωάννα» εδώ

Εκεί κατάφερε να αναρριχηθεί μέχρι την κορυφή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και τον Παπικό θρόνο. Η ερωτική σχέση όμως την οποία σύναψε με τον θαλαμηπόλο της. Φλώρο, είχε σαν αποτέλεσμα την εγκυμοσύνη της. Έτσι, κατά τη διάρκεια μιας μεγάλης λιτανείας το έκπληκτο πλήθος βλέπει τον σεβαστό Πάπα Ιωάννη τον Η΄, να γεννά «άωρον και ημιθανές βρέφος» και να πεθαίνει υπό την οργή «του μαινόμενου όχλου, λακτοπατούντος, καταπτύοντος και ζητούντος να ρίψη εις τον Τίβεριν Πάπισσαν και παπίδιον».

Το έργο εμφανώς στηλιτεύει τα αρνητικά της Καθολικής Εκκλησίας, αλλά είναι φανερό ότι η κριτική και η απόρριψη απευθύνονται κυρίως στην Ορθόδοξη, κάτι που προκάλεσε την έντονη αντίδραση των κληρικών. Στις επιθέσεις εναντίον του Ροΐδη πρωτοστάτησε αρχικά ο κληρικός Μακάριος ο Καρυστίας, με άρθρα στον Τύπο, και αργότερα ενεπλάκη και η Ιερά Σύνοδος που με εγκύκλιό της αναθεμάτισε τον συγγραφέα και έργο ως «κακόηθες και βλάσφημον», ζητώντας την παρέμβαση του κράτους για την απαγόρευση κυκλοφορίας του βιβλίου, κάτι που τελικά δεν έγινε.

Η Πάπισσα Ιωάννα, ωστόσο, αναγνωρίστηκε ως ένα από τα πιο πρωτοποριακά μυθιστορήματα της ελληνικής πεζογραφίας του 19ου αι. όχι μόνο χάρη στο επιμελημένο ύφος αλλά και εξαιτίας της αντιρομαντικής διάθεσης που θεωρήθηκε πρόδρομος της στροφής προς τον ρεαλισμό που πραγματοποιήθηκε στην ελληνική πεζογραφία μετά την εμφάνιση της γενιάς του 1880.

Στον αφορισμό του έργου ο συγγραφέας απάντησε αρχικά χιουμοριστικά («ο κύριος εισαγγελεύς ουδ’ απάντησιν έδωκεν, και οι δικασταί απεκρίθησαν γελώντες οτι αφού το βιβλίον είναι αφορισμένον, δεν δύνανται να το αναγνώσουσιν δια να το δικάσωσιν…»), με τις υποτιθέμενες «Επιστολές ενός Αγρινιώτου» με την υπογραφή Διονύσιος Σουρλής (στην εφημερίδα Αυγή, Μάιος 1866) και έπειτα με σοβαρό -αλλά και πιο δηκτικό τόνο-με το «Ολίγαι λέξες εις απάντησιν της αφοριστικής εγκυκλίου της Συνόδου».

Στα επόμενα χρόνια δημοσιεύει πολιτικά και φιλολογικά κείμενα, συνεργάζεται με τις γαλλόφωνες εφημερίδες «La Grece» και «Independance Hellenique», και το 1870 γίνεται διευθυντής της «Grece». Το 1873, στην κρίση των «Λαυρεωτικών», χάνει σχεδόν όλη του την περιουσία, αφού είχε επενδύσει σε μετοχές της Εταιρίας Λαυρίου και της Πιστωτικής, και πλέον ζει, με δυσκολίες, από την πένα του.

Το 1875-1877 εκδίδει με τον Θέμο Άννινο το εβδομαδιαίο περιοδικό, χιουμοριστικό στην αρχή, σατιρικό κατόπιν, «Ασμοδαίος», μέσα από το οποίο σχολιάζει την δημόσια και πολιτική ζωή της Ελλάδας. Καυτηρίαζε τη κομματική συναλλαγή της εποχής του, υποστηρίζοντας όμως τη πολιτική του Χαρίλαου Τρικούπη. Με αφορμή ένα κριτικό του κείμενο με τίτλο «Περί Συγχρόνου Ελληνικής Ποιήσεως», το 1877, ξεκινά η διαμάχη του με τον πολιτικό και λογοτέχνη Άγγελο Βλάχο σχετικά με την ποιητική δημιουργία υπό την επίδραση του κοινωνικού και πνευματικού περιβάλλοντος.

Το 1878 διορίστηκε έφορος στην Εθνική Βιβλιοθήκη, στην οποία εργαζόταν κατά την διάρκεια των κυβερνήσεων Τρικούπη, ενώ απολυόταν από τις κυβερνήσεις Δηλιγιάννη. Παράλληλα, εμφανιζόταν ως υπέρμαχος της δημοτικής με μια σειρά από γλωσσικές μελέτες αν και ο ίδιος έγραφε τα κείμενά του στην καθαρεύουσα. Το πρόβλημα της «διγλωσσίας» το θεωρούσε εθνική συμφορά και επέρριπτε στους λογίους την ευθύνη για αυτό. Τη δημοτική γλώσσα τη θεωρούσε ισάξια της καθαρεύουσας σε πλούτο, ακρίβεια και σαφήνεια και πρότεινε για τη λογοτεχνική γλώσσα την σταδιακή απλοποίηση της καθαρεύουσας και τον εμπλουτισμό της δημοτικής ώστε τελικά να «συναντηθούν» σε μια γλώσσα.

Το 1885 είχε ένα σοβαρό ατύχημα όταν τον χτύπησε μια άμαξα, με αποτέλεσμα να σπάσει το σαγόνι του και να μην μπορεί να μιλήσει για μήνες, ενώ το 1890 έχασε την ακοή του οριστικά – αντιμετώπιζε πρόβλημα βαρηκοΐας από τα νιάτα του. Πέθανε στην Αθήνα, από καρδιακή προσβολή, στις 7 Ιανουαρίου 1904.


ΠΑΠΙΣΣΑ ΙΩΑΝΝΑ | ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΗΣ |
 Ηχητικό Βιβλίο | Ραδιοφωνική μεταφορά - Τρίτο Πρόγραμμα

   

ΓENΝΗΣΗ: Eρμούπολη 1836
ΘΑΝΑΤΟΣ: Aθήνα 1904
Διαθέσιμα Έργα
Εκτύπωση
1.Η Πάπισσα Ιωάννα. Mέρος A΄
 (από το Η Πάπισσα Ιωάννα, τόμος Α΄, Ελληνικά Γράμματα/Τα Νέα 2006)

2.Η Πάπισσα Ιωάννα. Mέρος B΄
 (από το Η Πάπισσα Ιωάννα, τόμος Α΄, Ελληνικά Γράμματα/Τα Νέα 2006)

3.Η Πάπισσα Ιωάννα. Mέρος Γ΄
 (από το Η Πάπισσα Ιωάννα, τόμος Β΄, Ελληνικά Γράμματα/Τα Νέα 2006)

4.Η Πάπισσα Ιωάννα. Mέρος Δ΄
 (από το Η Πάπισσα Ιωάννα, τόμος Β΄, Ελληνικά Γράμματα/Τα Νέα 2006)

5.Iστορία ενός σκύλου
 (από τα Άπαντα, Δ΄, Eρμής 1978)

6.Iστορία ενός τουφεκισμού
 (από τα Άπαντα, E΄, Eρμής 1978)

7.Iστορία μιας γάτας
 (από τα Άπαντα, Δ΄, Eρμής 1978)

8.Kυνομυομαχία
 (από τα Άπαντα, E΄, Eρμής 1978)

9.O Aγιοπετρίτης
 (από τα Άπαντα, E΄, Eρμής 1978)

10.Tα εφήμερα
 (από τα Άπαντα, Ε΄, Eρμής 1978)

11.Tο ξεστούπωμα
 (από τα Άπαντα, Ε΄, Eρμής 1978)

12.Ψυχολογία Συριανού συζύγου
 (από τα Άπαντα, E΄, Eρμής 1978) 


 =================== 
 "O σιωπών δοκεί συναινείν"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.