Του Γιώργου Καραμπελιά
Γνωρίζουμε πως η ανισομετρία μεταξύ έθνους και κράτους στην Ελλάδα –το γεγονός δηλαδή ότι το ελληνικό Έθνος, τουλάχιστον μέχρι σχετικά πρόσφατα, υπερέβαινε τις διαστάσεις του κράτους– δεν είχε επιτρέψει ποτέ στο παρελθόν την πλήρη σύμπτωση έθνους και κράτους. Και παρότι οι Κύπριοι αγωνιστές δάκρυζαν όταν έψαλλαν το «σκέπασε μάνα σκέπασε», αυτή τους συμπεριφέρθηκε μάλλον σαν μητρυιά που απόδιωχνε τα παιδιά της.
Οι ελίτ του ελλαδικού κράτους, στην πλειοψηφία τους, ιδιαίτερα κατά τα πρώτα 80 ή 90 χρόνια της ιστορίας του, προσπαθούσαν διαρκώς να ανακόψουν τη βούληση του εθνικού σώματος για δημιουργία ενός ενιαίου ελληνικού κράτους που να περιλαμβάνει το σύνολο του έθνους. Πράγμα που έκαναν είτε κάτω από τη μόνιμη πίεση των μεγάλων δυνάμεων, που επιθυμούσαν μια μικρή Ελλάδα άθυρμα στα χέρια τους, είτε διότι είχαν ενστερνιστεί και οι ίδιοι την ίδια ιδεολογία –«η μικρά άλλα τίμιος Ελλάδα– είτε, συνηθέστερα, και για τα δύο μαζί. Αυτό το γεγονός θα μεταβάλει την υπαρκτή, ήδη επί τουρκοκρατίας, διαφοροποίηση των ανώτερων τάξεων και των ελίτ με το λαϊκό σώμα σε αντίθεση μεταξύ κράτους και έθνους.
Εξ ου και η γελοιότης του σχήματος που προωθούν οι εθνοαποδομητές πως «είναι το κράτος που συγκρότησε το έθνος», όχι μόνο διότι το έθνος προϋπήρχε κατά χιλιετίες του νεοελληνικού κράτους, αλλά και διότι το κράτος, αντίθετα, προσπαθούσε να συρρικνώσει το έθνος στα δικά του μέτρα και μεγέθη. Ο πρώτος που θα δοκιμάσει να άρει αυτή την ανισορροπία, εν μέρει επιτυχώς, υπήρξε ο Ελευθέριος Βενιζέλος που είχε αναδειχθεί μέσα από την επανάσταση ενός τμήματος του αλύτρωτου ελληνισμού, πέραν του ελλαδικού Κράτους – της Κρήτης, η οποία εξεβίασε κυριολεκτικώς την ένταξή της στο ελληνικό κράτος. Ο Βενιζέλος ερχόταν από έξω, γι’ αυτό και θα επιχειρήσει μιαν αντίστροφη κίνηση, να φέρει το κράτος στα μέτρα του έθνους.
Εν τέλει, αυτή η αντίθεση ανάμεσα στο ευρύτερο έθνος και τον στενό ελλαδισμό των κρατικών ελίτ–συσπειρωμένων γύρω από τον βασιλιά Κωνσταντίνο– θα οδηγήσει και στην πρώτη μεγάλη εμφύλια διαμάχη, από το 1915 έως το 1923, η οποία τελικά και θα οδηγήσει στη βίαιη συρρίκνωση του έθνους ώστε να προσαρμοστεί στα μεγέθη του κράτους, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Το 1922, η σύμπτωση έθνους και κράτους –εκτός από την Κύπρο, τη Βόρεια Ήπειρο–, θα ολοκληρωθεί με την οριστική απώλεια της Μικράς Ασίας και της Κωνσταντινούπολης. Εν συνεχεία, καθώς οι Έλληνες θα έχουν χάσει κάθε μεγάλο εθνικό όραμα, θα ακολουθήσει μία μακρά περίοδος εμφύλιων διαμαχών και αντιπαραθέσεων στη διάρκεια των οποίων το κράτος συχνά συγκρούεται με το λαϊκό σώμα, ή με ένα μεγάλο μέρος του, ακόμα και βίαια. Αυτό θα συμβεί κατ’ εξοχήν στη διάρκεια του εμφυλίου, αλλά και στις κινητοποιήσεις για το Κυπριακό, στα Ιουλιανά και προφανώς στη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Άλλωστε, αυτή η διαμάχη συνιστά εν μέρει και σύγκρουση στο εσωτερικό του λαϊκού σώματος – όπως ανάμεσα στις ελλαδικές μάζες και τις επήλυδες προσφυγικές μάζες, αλλά όχι μόνο, ή ανάμεσα στους παλαιοελλαδίτες και τις νέες χώρες. Και μέχρι τουλάχιστον τα Ιουλιανά του 1965, ακόμα και κατά τη δικτατορία, αυτή η παράμετρος θα είναι παρούσα και ενεργή στις εμφύλιες διαμάχες της χώρας. [Θα αρκούσε κανείς να δει την κατ’ ...