Με το περίστροφο στον κρόταφο, η Αθήνα ενέδωσε στις απαιτήσεις των Ευρωπαίων «εταίρων» της τον Ιούλιο του 2015. Οι όποιες δημοσιονομικές και φορολογικές αποφάσεις της χώρας, προϋποθέτουν στο εξής την πρότερη σύμφωνη γνώμη των εταίρων. Με το δε πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων που επεβλήθη στην Ελλάδα, ενορχηστρώνεται η μεγαλύτερη μεταβίβαση ιδιοκτησίας που επιχειρήθηκε ποτέ σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Μετάφραση: Γεωργία Πρωτογέρου.

Μια μελέτη του ερευνητικού φορέα Transnational Institute με θέμα την βιομηχανία της ιδιωτικοποίησης στην Ευρώπη (1), που δημοσιεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2016, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι « δεν υπάρχει τίποτα που να αποδεικνύει ότι οι ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις παρέχουν πιο αποτελεσματικές υπηρεσίες». Αντιθέτως, το κύμα των ιδιωτικοποιήσεων έχει ρίξει τους μισθούς, έχει υποβαθμίσει τις συνθήκες εργασίας και έχει αυξήσει την ανισότητα των εισοδημάτων.

Από αυτήν την άποψη, η Ελλάδα αποτελεί περίπτωση μελέτης. Εξαιτίας της κρίσης που προξενήθηκε από την υπερχρέωσή της, η χώρα έφτασε στο σημείο να εξαναγκαστεί από τους πιστωτές να πουλήσει στον πλειοδότη τον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό επιχειρήσεων του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, με αποκλειστικό σκοπό να ανταπεξέλθει στην εξόφληση των χρεών της.

Η εκποίηση εθνικής περιουσίας αποτελεί μια από τις πιο παράλογες όψεις των «σχεδίων διάσωσης» που από το 2010 επιβάλλονται από την « τρόικα (2) », κατακρημνίζοντας την ελληνική οικονομία σε μία απύθμενη ύφεση. Η απαίτηση από ένα κράτος που βρίσκεται σε κρίση να ιδιωτικοποιήσει τις εταιρείες του, το οδηγεί κατ’ανάγκη στο ξεπούλημά τους, παρατηρούν οι συντάκτες της μελέτης. Η ιδιωτικοποίηση συγκεντρώνει τότε, όλα τα χαρακτηριστικά κατάχρησης εμπιστοσύνης. . . .