Είναι τραγικά τα πράγματα. Πραγματικά τραγικά.
Όταν ο πρωθυπουργός της χώρας μιλά με θλίψη για το brain drain – τη φυγή των νέων στο εξωτερικό – και για τις υποτιθέμενες προσπάθειες της κυβέρνησής του να επιτύχει το αντίθετο, το λεγόμενο brain gain, δηλαδή την επιστροφή των νέων στην Ελλάδα, το όλο αφήγημα φαντάζει σχεδόν αστείο.
Θυμάμαι όταν ήμουν στρατό, πριν από 16 χρόνια. Ήταν τότε ένα παιδί, αγράμματο, ούτε το δημοτικό δεν είχε τελειώσει, από ένα χωριό του Ηρακλείου. Αυτό το παιδί, μόλις 19 ετών, είχε εμποτιστεί από το «πνεύμα της Ελλάδας».
Τραγουδούσε με ένταση τον εθνικό ύμνο, φορούσε επιδεικτικά τη μουστάκα του, αλλά ταυτόχρονα φρόντιζε να βάζει "βύσμα" για να αποφύγει τις σκοπιές. Και όχι οποιεσδήποτε σκοπιές — τις πιο δύσκολες και άχαρες, τις οποίες ανέθεταν τελικά σε άλλους στρατιώτες, με τους οποίους μοιραζόταν τον ίδιο θάλαμο. Το ήξερε καλά πως άλλοι θα έπαιρναν τη θέση του.
Στο κυλικείο κοκορευόταν ότι γνωρίζει «υψηλά ιστάμενους» και ότι κανείς δεν μπορεί να τον πειράξει. Ολόκληρο στρατόπεδο – από τα λεγόμενα «σκληρά» – υπέκυπτε στις βουλές ενός αγράμματου παιδιού, μόνο και μόνο επειδή κάποιος ανώτερος αξιωματικός, ιερέας ή πολιτικός το είχε ζητήσει. Όσο κι αν διαμαρτυρόμασταν, εμείς οι υπόλοιποι, δεν πετυχαίναμε τίποτα. Οι αξιωματικοί απλώς εκνευρίζονταν. Στο τέλος, το πληρώναμε κι από πάνω. Όποιος τολμούσε να αντιδράσει έντονα, δεχόταν απειλές για ποινές. Κι έτσι επιβαλλόταν η σιωπή. Η υποταγή.
Σήμερα, 16 χρόνια μετά, ελάχιστα έχουν αλλάξει.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης εκλέχθηκε με το ψευδές αφήγημα της «αριστείας». Και τώρα, μιλά με θλίψη για το brain drain, κάνοντας λόγο για επιτυχίες της κυβέρνησής του στην προσπάθεια αναστροφής του φαινομένου. Κανείς όμως δεν τον πιστεύει.
Γιατί όλοι γνωρίζουμε την αλήθεια. Στην Ελλάδα υπάρχουν δύο κράτη. . .






