Του ΘΕΜΗ ΤΖΗΜΑ
Είναι να απορείς: πιστεύει κανείς ότι η εξακολούθηση της ρητορικής Σαμαρά και της κλίκας του περί δύο άκρων, που εκφράζεται άλλοτε με κατηγορίες περί εκτός νόμου ΣΥΡΙΖΑ, άλλοτε σχετικά με κάτι που είπε κάποιο μέλος, κάποιας νομαρχιακής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, άλλοτε περί Σκουριών,
ενός προφανώς αυθόρμητου κινήματος για όσους στοιχειωδώς
αντιλαμβάνονται τί συμβαίνει στην περιοχή και άλλοτε περί συζήτησης για
το πόσο ακραίο είναι να συζητούμε για την έξοδο από το ευρώ όπως κάνουν χιλιάδες οικονομολόγων και ινστιτούτων ανά τον κόσμο, επηρεάζει οποιονδήποτε πέραν εκείνων που ήδη έχουν αποφασίσει ότι δε θα ψηφίσουν ποτέ ΣΥΡΙΖΑ
ή εκείνων που αναζητούν ένα καλό άλλοθι για την ενοχή που νιώθουν ότι
θα ψηφίσουν Χρυσή Αυγή και βλακωδώς το εφευρίσκουν στο γεγονός ότι
στοχοποιούν την ηγεσία των ναζί πολιτικοί όπως ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος, αφού επί χρόνια τους κάλυπταν;
Η ρητορική των “Φαήλων”, των “Χρύσανθων” και των λοιπών καλόπαιδων του Μαξίμου, που ονειρεύονται την κυριαρχία της εθνικοφροσύνης στη χώρα- δηλαδή του ιδεολογήματος των γονυκλισιών σε ξένους ηγέτες και του αυταρχισμού στο εσωτερικό κομμένου και ραμμένου στα μέτρα του μεγάλου κεφαλαίου- θα ήταν για γέλια, ως σκουπίδια περιθωριακών ομάδων αν δεν ήταν τόσο επικίνδυνη, αφού οι τύποι αυτοί κυβερνούν.
Είναι δε,
τόσο γελοία στη σύλληψή της η θεωρεία των δύο άκρων ώστε ο πρωθυπουργός
αναγκάζεται να την πλασάρει διαφορετικά στο εξωτερικό ανάλογα σε ποιόν
μιλάει. Βρίσκει δε, αντίθεση ακόμα και σε κάθε δεξιό που δεν είναι αποφασισμένος να ακολουθήσει την κλίκα του Μαξίμου στη στρατηγική της έντασης και της προβοκάτσιας.
Την ώρα που το περίφημο “success story” έχει εκμηδενιστεί σε
τέτοιο βαθμό ώστε ακόμα και ξένοι παράγοντες ανησυχούν μπροστά στη
διαφαινόμενη πλήρη οικονομική και κοινωνική κατάρρευση της χώρας λόγω των μνημονίων, τα οποία βέβαια οι ίδιοι μαζί με τους ντόπιους συνενόχους επέβαλαν, η προσπάθεια του Σαμαρά να αυτοπροβληθεί ως εγγυητής απέναντι στους πολιτικούς συγγενείς του της Χρυσής Αυγής και στον υποτιθέμενο “κόκκινο κίνδυνο” μόνο οργή προκαλεί στους πολίτες που βιώνουν στο πετσί τους τα επίχειρα των μνημονίων.
Είναι λοιπόν ακατανόητο γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ
δέχεται να παίξει στο γήπεδο της κλίκας Σαμαρά, δίνοντάς του ανάσες.
Γιατί απαντάει σε ανόητα ερωτήματα όπως αν καταδικάζει τη βία από όπου
κι αν προέρχεται και γιατί νιώθει την ανάγκη να ανοίγει διάλογο με
πολιτικά περιθωριακούς και χουλιγκανικού λόγου τύπους σαν τους “Φαήλους” κλπ.
Το πρώτο που μαθαίνει στην πράξη όποιος ασχολείται με τα κοινά είναι
ότι αν αποδεχτείς τα ερωτήματα του αντιπάλου, όποια απάντηση και αν
δώσεις βγαίνεις χαμένος. Έχεις χάσει την πολιτική ηγεμονία. ...