Σας παρακαλώ, συλλάβετέ με. Είμαι ένας υποψήφιος τρομοκράτης. Πριν λοιπόν οδηγηθώ στις πράξεις, που έχω με επιμέλεια σχεδιάσει, κάνω μια τελευταία έκκληση προς όλους: Δεν χρειάζονται πια δισταγμοί, σας παρακαλώ συλλάβετέ με.
Είναι αλήθεια, ότι αυτήν την πορεία ή την κατάληξή της δεν τη φανταζόμουν. Δεν ήταν στις προθέσεις μου. Όταν ακούστηκαν για πρώτη φορά οι λέξεις «κρίση», «δημοσιονομική προσαρμογή», «ελλείμματα», τα πολιτικά κόμματα της χώρας άρχισαν όπως πάντα να αλληλοκατηγορούνται. Δεν φαινόταν όμως να ανησυχεί κανένας. Τη μέρα μάλιστα που ο τότε πρωθυπουργός -μου διαφεύγει προς ώρας το
όνομά του- ανακοίνωσε ότι η χώρα «προσφεύγει» στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, θεώρησα ότι μπορεί να ήταν και προς το καλό μας. Το περιβάλλον άλλωστε του διαγγέλματος, αυτό υπονοούσε: Ένα παραδείσιο και μοναχικό ελληνικό νησί, το Καστελλόριζο, αλλά και το αυτάρεσκο ύφος του τότε πρωθυπουργού μας -ξεχνώ τώρα το όνομά του- έπειθαν ότι μια παροδική δυσκολία ήταν όλα, και ότι γρήγορα θα επανερχόταν η εποχή της αμεριμνησίας.
Πόσο λάθος κάναμε, εγώ και οι συνταξιδιώτες μου. Καθώς το πλοίο όδευε προς το Καστελλόριζο, οι κλυδωνισμοί του ολοένα πλήθαιναν, και νερά έμπαιναν ήδη στα αμπάρια και τους διαδρόμους. Το χειρότερο όμως ήταν ότι ο καπετάνιος έμοιαζε να βρίσκεται σε ταραχή και σύγχυση, και δεν έπαυε να υπόσχεται ότι φτάνομε στο Καστελλόριζο· ενώ από δίπλα η αδράνεια των αξιωματικών και του πληρώματος μεγάλωνε την απειλή από τα κύματα. Έτσι ο πανικός οδήγησε κάποια στιγμή στην αλλαγή του καπετάνιου, και άλλα πληρώματα ανέλαβαν τη σωτηρία του σκάφους. Οι κλυδωνισμοί όμως συνεχίστηκαν, και τα νερά εξακολουθούσαν να εισέρχονται ορμητικά. Η φήμη, ότι δεν θα φτάναμε ποτέ στο Καστελλόριζο, άρχισε να γίνεται πια βεβαιότητα.
Πράγματι: Δεν φτάσαμε ποτέ στο Καστελλόριζο. Αντίθετα, μια λαίλαπα χωρίς προηγούμενο έχει σαρώσει τώρα την πατρίδα και τη μοίρα των...
Είναι αλήθεια, ότι αυτήν την πορεία ή την κατάληξή της δεν τη φανταζόμουν. Δεν ήταν στις προθέσεις μου. Όταν ακούστηκαν για πρώτη φορά οι λέξεις «κρίση», «δημοσιονομική προσαρμογή», «ελλείμματα», τα πολιτικά κόμματα της χώρας άρχισαν όπως πάντα να αλληλοκατηγορούνται. Δεν φαινόταν όμως να ανησυχεί κανένας. Τη μέρα μάλιστα που ο τότε πρωθυπουργός -μου διαφεύγει προς ώρας το
όνομά του- ανακοίνωσε ότι η χώρα «προσφεύγει» στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, θεώρησα ότι μπορεί να ήταν και προς το καλό μας. Το περιβάλλον άλλωστε του διαγγέλματος, αυτό υπονοούσε: Ένα παραδείσιο και μοναχικό ελληνικό νησί, το Καστελλόριζο, αλλά και το αυτάρεσκο ύφος του τότε πρωθυπουργού μας -ξεχνώ τώρα το όνομά του- έπειθαν ότι μια παροδική δυσκολία ήταν όλα, και ότι γρήγορα θα επανερχόταν η εποχή της αμεριμνησίας.
Πόσο λάθος κάναμε, εγώ και οι συνταξιδιώτες μου. Καθώς το πλοίο όδευε προς το Καστελλόριζο, οι κλυδωνισμοί του ολοένα πλήθαιναν, και νερά έμπαιναν ήδη στα αμπάρια και τους διαδρόμους. Το χειρότερο όμως ήταν ότι ο καπετάνιος έμοιαζε να βρίσκεται σε ταραχή και σύγχυση, και δεν έπαυε να υπόσχεται ότι φτάνομε στο Καστελλόριζο· ενώ από δίπλα η αδράνεια των αξιωματικών και του πληρώματος μεγάλωνε την απειλή από τα κύματα. Έτσι ο πανικός οδήγησε κάποια στιγμή στην αλλαγή του καπετάνιου, και άλλα πληρώματα ανέλαβαν τη σωτηρία του σκάφους. Οι κλυδωνισμοί όμως συνεχίστηκαν, και τα νερά εξακολουθούσαν να εισέρχονται ορμητικά. Η φήμη, ότι δεν θα φτάναμε ποτέ στο Καστελλόριζο, άρχισε να γίνεται πια βεβαιότητα.
Πράγματι: Δεν φτάσαμε ποτέ στο Καστελλόριζο. Αντίθετα, μια λαίλαπα χωρίς προηγούμενο έχει σαρώσει τώρα την πατρίδα και τη μοίρα των...