Το 1964 ο γάλλος σκηνοθέτης Jean-Daniel Pollet (1936-2004) γνωστός για τις ποιητικές του προσεγγίσεις, επιχειρεί μια σύντομη κινηματογραφική μελέτη σε έναν αρχαιοελληνικό Ναό, σε ένα μέρος όπου βρήκε «το υπαρξιακό και καλλιτεχνικό του καταφύγιο και ορμητήριο».
Η επιλογή της τοποθεσίας έτσι δεν είναι τυχαία. Ένα ερημικό τοπίο που ο μενεξεδένιος του ουρανός «προσπαθεί να σε πείσει ότι είναι μεσογειακό», μα και τόσο επιβλητικό όσο «τα πετρωμένα δέντρα που μιμήθηκαν την κλασσική μορφή ενός Ναού», αυτού του Επικούρειου Απόλλωνα στις Βάσσες, ένας από τους μεγαλύτερους και πιο καλοδιατηρημένους ναούς στην Ελλάδα, ίσως έργο του Ικτίνου, που δυστυχώς έπεσε και αυτός θύμα των Ευρωπαίων αρχαιοκαπήλων.
Μα η ταινία δεν έχει σκοπό να μιλήσει για ερείπια.
Το ιστορικό υπόβαθρο χάνεται μαζί με τον κοιμώμενο Χρόνο, όπως ίσως και κάθε γεωγραφικός προσδιορισμός αυτού του συνάμα άγριου και ήρεμου τοπίου του όρους Κωτιλίου στην Φιγαλεία.
Η αφήγηση σε κείμενο του Alexandre Astruc υποβάλλεται μαζί με την μουσική του Αντουάν Ντιαμέλ και την απουσία κάθε άλλου ανθρώπινου στοιχείου. Ένα δοκίμιο για την αιώνια φθορά, τον Χρόνο...
Η επιλογή της τοποθεσίας έτσι δεν είναι τυχαία. Ένα ερημικό τοπίο που ο μενεξεδένιος του ουρανός «προσπαθεί να σε πείσει ότι είναι μεσογειακό», μα και τόσο επιβλητικό όσο «τα πετρωμένα δέντρα που μιμήθηκαν την κλασσική μορφή ενός Ναού», αυτού του Επικούρειου Απόλλωνα στις Βάσσες, ένας από τους μεγαλύτερους και πιο καλοδιατηρημένους ναούς στην Ελλάδα, ίσως έργο του Ικτίνου, που δυστυχώς έπεσε και αυτός θύμα των Ευρωπαίων αρχαιοκαπήλων.
Μα η ταινία δεν έχει σκοπό να μιλήσει για ερείπια.
Το ιστορικό υπόβαθρο χάνεται μαζί με τον κοιμώμενο Χρόνο, όπως ίσως και κάθε γεωγραφικός προσδιορισμός αυτού του συνάμα άγριου και ήρεμου τοπίου του όρους Κωτιλίου στην Φιγαλεία.
Η αφήγηση σε κείμενο του Alexandre Astruc υποβάλλεται μαζί με την μουσική του Αντουάν Ντιαμέλ και την απουσία κάθε άλλου ανθρώπινου στοιχείου. Ένα δοκίμιο για την αιώνια φθορά, τον Χρόνο...
Ο Ναός του Επικουρείου Απόλλωνα στις Βάσσες Φιγαλείας
πριν από την εγκατάσταση του στεγάστρου το 1986
Εντυπωσιασμένος από τη γοητεία του αρχαιολογικού χώρου των Βασσών ο εξαιρετικός σκηνοθέτης Jean-Daniel Pollet, μόλις τον ανακάλυψε βρήκε ένα υπαρξιακό καταφύγιο λέγοντας «Εδώ μπορείς να υπάρξεις».
Χαρακτήρισε τον τόπο ως άκρον άωτον της μαγείας και για μια δεκαετία τον θεωρούσε το κέντρο του κόσμου. Τον επισκέφθηκε πολλές φορές και τρεις ταινίες του έχουν αναφορές στο ναό του Επικούριου Απόλλωνα.
Η μία από αυτές «Βάσσες» είναι αφιερωμένη στο ναό.
Πρόκειται για ένα κινηματογραφικό ποίημα.
Ο ίδιος ο σκηνοθέτης έχει περιγράψει ως εξής τη σχέση του με τις Βάσσες:
«Πρωτοείδα το ναό των Βασσών κάνοντας το γύρο της Μεσογείου. Πρέπει λοιπόν να πω γιατί έφυγα, γιατί έκανα αυτόν το γύρο. Είχα επισημάνει το ναό σε μια λιθογραφία (όχι φωτογραφία) κάποιου βιβλίου, γιατί έγραφε ότι ήταν ο μόνος κτισμένος στα υψώματα της Πελοποννήσου και χωρίς θέα στη θάλασσα.
Έγραφε, επίσης, ότι αυτός ο ναός ήταν το τελευταίο έργο του αρχιτέκτονα του Παρθενώνα. Αυτό το έργο, μέσα στις μικροσκοπικές του διαστάσεις σε σύγκριση με τον Παρθενώνα, δίνει την εντύπωση κάποιου που γέρασε, που δεν έχει πια αλαζονεία, που σχεδόν δεν είναι πια Έλληνας, αλλά ξέρει μόνο να κτίζει σαν Έλληνας.
Άλλωστε, οι πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν για να κτιστεί αυτός ο ναός, εξορύχθηκαν απ' αυτήν εδώ την ίδια περιοχή• βλέπει κανείς καλά ότι είναι γκρίζες σαν τις άλλες που είναι τριγύρω. Σε άλλους ελληνικούς ναούς χρησιμοποιήθηκε ένα συγκεκριμένο μάρμαρο, από ένα συγκεκριμένο λατομείο, αλλά πιστεύω ότι όλα είχαν πάνω-κάτω την ίδια προέλευση, το ίδιο χρώμα, την ίδια πυκνότητα και την ίδια αντοχή.
Για τις Βάσσες, σίγουρα υπάρχουν στοιχεία - θα μπορούσα να γνωρίζω περισσότερα αν είχα μελετήσει την ιστορία του ναού πιο εμπεριστατωμένα.
Οπωσδήποτε, κάπου θα είναι γραμμένα. Αυτό που συγκράτησα, είναι ότι κτίστηκε για να ξορκίσει ένα λιμό, μιαν αρρώστια (ίσως πανούκλα) που, εκείνη την εποχή, είχε ρημάξει την περιοχή.
Είναι πολλές οι ενδείξεις που ενισχύουν αυτή την εικασία, αλλά δεν τις θυμάμαι πια. Θυμάμαι, όμως, άλλη μια ιδιαιτερότητα:
συνήθως, στο κέντρο κάθε ναού υπάρχει μια θέση όπου μπαίνει ένα άγαλμα: το άγαλμα κάποιου θεού στον οποίο υποτίθεται ότι είναι αφιερωμένος ο ναός (Απόλλων κ.λπ.)
Ε, λοιπόν, στις Βάσσες δεν υπήρχε τέτοιο βάθρο.
Σκέφτηκα ότι μπορεί να πρόκειται για κάποιο είδος αθεϊστικού ναού, αλλά μάλλον αεροβατούσα. Μου είπαν ότι όλοι οι ελληνικοί ναοί είχαν τον ίδιο προσανατολισμό - αυτός εδώ, όμως αποτελεί εξαίρεση. Είναι ένα από τα λίγα μέρη στα οποία ξαναγύρισα (τουλάχιστον επτά φορές• τις πέντε, μάλιστα, χωρίς μηχανή).
Είναι ένας τόπος που σου μιλάει, που ο Sollers λέει ότι είναι γεμάτος απ' τα λόγια των νεκρών, κι οι νεκροί τού μιλάνε, του λένε δίχως άλλο τα ίδια πράγματα - σαν ηχώ.
Κινηματογράφησα αυτόν το ναό μια φορά, στα γρήγορα, δύο ή τρία πλάνα για τη Μεσόγειο, και μετά από δύο χρόνια ξαναγύρισα στις Βάσσες για μια ταινία μικρού μήκους.
Είχε συννεφιά -πράγμα σπάνιο. Το γύρισμα κράτησε δύο μέρες».
ΜΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΣ ΥΠΟΤΙΤΛΟΥΣ Jean-Daniel Pollet Είχε συννεφιά -πράγμα σπάνιο. Το γύρισμα κράτησε δύο μέρες».
Αυτή η ταινία που γυρίστηκε το 1964 και το 1965 βραβεύτηκε στη Μπιενάλε Παρισίων, δεν προβλήθηκε ποτέ στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Η προβολή της στην εκδήλωση «Επικούριος Απόλλωνας υπό το σεληνόφως» ήταν μια από τις σπάνιες και σε συνδυασμό με τον τόπο όπου γυρίστηκε και είναι αφιερωμένη, αποτέλεσε μοναδική εμπειρία για τους θεατές.
https://www.estia.tv/index.php/arxaiologia/istorika/1197-basses-1964-monadiki-tainia-me-ton-nao-tou-epikouriou-apollona
=====================
"O σιωπών δοκεί συναινείν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
To μπλόκ " Στοχσμός-Πολιτική" είναι υπεύθυνο μόνο για τα δικά του σχόλια κι όχι για αυτά των αναγνωστών του...Eπίσης δεν υιοθετεί απόψεις από καταγγελίες και σχόλια αναγνωστών καθώς και άρθρα που το περιεχόμενο τους προέρχεται από άλλες σελίδες και αναδημοσιεύονται στον παρόντα ιστότοπο και ως εκ τούτου δεν φέρει οποιασδήποτε φύσεως ευθύνη.