Παππού αγαπημένε, είπα, δώσ' μου μιαν προσταγή.
Χαμογέλασε, απίθωσε το χέρι απάνω στο κεφάλι μου. δεν ήταν χέρι, ήταν πολύχρωμη φωτιά. ως τις ρίζες του μυαλού μου περεχύθηκε η φλόγα.
-Φτάσε όπου μπορείς παιδί μου..
'Εφτασε ως τις ρίζες του μυαλού μου η φωνή του, μα η καρδιά μου δεν τινάχτηκε. -Παππού, φώναξα τώρα πιο δυνατά, δώσ μου μιαν πιο δύσκολη, πιο κρητικιά προσταγή. Κι ολομεμιάς, ως να τα πω, μια φλόγα σούριξε ξεσκίζοντας τον αέρα, αφανίστηκε από τα μάτια μου ο αδάμαστος πρόγονος με τις περιπλεγμένες θυμαρόριζες στα μαλλιά του κι απόμεινε στην κορφή του Σινά μια φωνή όρθια, γεμάτη προσταγή, κι ο αέρας έτρεμε:
Πετάχτηκα τρομαγμένος από τον ύπνο. είχε πια ξυμερώσει. Σηκώθηκα, ζύγωσα στο παράθυρο, βγήκα στο μπαλκόνι με την καρπισμένη κληματαριά. Η βροχή είχε τώρα κοπάσει, έλαμπαν οι πέτρες, γελούσαν. τα φύλλα των δέντρων ήταν φορτωμένα δάκρυα.
-Φτάσε όπου δεν μπορείς!
Ο δάσκαλος Δημήτρης Λιάρος και η φιλόλογος Βασιλική Φυτώκα διαβάζουν σελίδες ελληνικής λογοτεχνίας και συζητούν. Τα αποσπάσματα από την "Αναφορά στο Γκρέκο" αφορούν τη σχέση του Νίκου Καζαντζάκη με τη μητέρα του και τον πατέρα του, αλλά μέσα από αυτά βιώνουμε τη σχέση του με τις ιδέες, με τη φύση, με τον Άνθρωπο. Ένας λόγος γεμάτος εικόνες και ένταση που μας συγκινεί και δικαιώνει το μεγαλείο αυτού του συγγραφέα ποιητή...
Νίκος Καζαντζάκης, απόσπασμα από το βιβλίο "Αναφορά στο Γκρέκο"