Αγγελος Μανταδακης
Διάβασα πρόσφατα σε αθηναϊκή εφημερίδα, ένα χρονικό (αν δεν κάνω λάθος του Άγ. Πυριόχου) αφιερωμένο στην περιβόητη «Βασίλω» – κατά κόσμον Βασίλη – γραφική φιγούρα του Μεταξουργείου από τα τέλη της δεκαετίας το ΄50 μέχρι τα μέσα του ΄60. Εγκαταστάθηκε στην γειτονιά λίγο μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Αν και δεν έκρυβε τις προτιμήσεις του προς το ίδιο φύλο, δεν προκαλούσε ποτέ το «κοινό αίσθημα». Ζούσε ασκώντας το επάγγελμα του «τσάτσου», κάτι μεταξύ οικιακού βοηθού και προστάτη σε οίκους ανοχής που αφθονούσαν τότε στην περιοχή. Παρά τις ιδιαιτερότητές του, δεν πέρασε ποτέ στο περιθώριο. Συμμετείχε κανονικά στη ζωή της γειτονιάς. Κοινωνικός, του άρεσε να πιάνει κουβέντα με τις νοικοκυρές των γύρω σπιτιών, να ανταλλάσσει ιδέες για φαγητά και γλυκίσματα, να βοηθάει τις γιαγιάδες να πάνε μέχρι το ΙΚΑ για τους γιατρούς, να νοιάζεται για την καθαριότητα. Γεροδεμένος όπως ήταν προστάτευε τις κοπέλες της γειτονιάς όταν αντιλαμβανόταν ότι κάποιοι περίεργοι – ανάμεσα στους πελάτες των οίκων ανοχής – τις ενοχλούσαν καθώς επέστρεφαν στο σπίτι από τα φροντιστήρια.
Έτσι η «Βασίλω» έγραψε ιστορία στο Μεταξουργείο.. Αργότερα βρέθηκε στην περιβόητη «Χαβάη» της οικογένειας Κατελάνου κάτω από το θέατρο «Περοκέ». Αυτή ήταν όμως και η τελευταία του διαδρομή στην γειτονιά. Στα μέσα της δεκαετίας του ΄60 σκοτώθηκε υπό συνθήκες που ποτέ δεν διευκρινίστηκαν. Ακούστηκαν τότε πολλές και ...