Γράφει ο Άκης κουστουλίδης
Είναι μερικές φορές που έρχεσαι αντιμέτωπος με μια κατάσταση που για να την αποφύγεις την ονομάζεις σύμπτωση ή τυχαία ή και ατύχημα.
Είναι η στιγμή που σου φανερώνεται η αλήθεια ολόγυμνη μπροστά σου και συ τρέχεις, τρέχεις να κρύψεις την δική σου γύμνια.
Φοβάσαι να την αντικρίσεις μην τύχει και χάσεις την εικονική σου όραση, φοβάσαι να την αγγίξεις μην τυχών και καείς, φοβάσαι να την αφήσεις να περάσει της πύλες της ψυχής σου μην τύχει και την βιώσεις.
Φοβάσαι, φοβάσαι να δεις την αλήθεια που σου φανερώνει το πεπρωμένο σου και την πετάς στα σκυλιά σαν κόκκαλο, μα ξεχνάς ότι το κόκκαλο είναι δικό σου.
Τρέχεις, τρέχεις τρομαγμένος προσπαθώντας να την αποφύγεις, μα αυτή εκεί, σε περιμένει στο επόμενο σταυροδρόμι, λες και ξέρει το μέλλον σου.
Αλλάζεις παραστάσεις για να ξεχαστεί η σκληρή πραγματικότητα, μα αυτή εκεί, φανερώνεται μπροστά σου και όχι μόνο φανερώνεται, αλλά σου πετάει με περίσσιο θράσος μια πρόσκληση για μάχη .
Και συ ξέρεις, δεν πας για μάχη, δεν πας γιατί όπλο σου είναι το ψέμα τους που έκανες αλήθεια σου.
Και συ ξέρεις καλύτερα πως η υπακοή σου είναι καλύτερη από τους κανόνες τους και κάνεις αυτά που σου μάθανε.
Σου μάθανε να κοιτάς, μα να μην βλέπεις και όταν βλέπεις, να αλλάζεις εικόνες για να ξεκουράσεις τα ματάκια σου, μα αυτά κλαίνε.
Κλαίνε, γιατί πονάει η ψυχή σου.
Κλαίει η ψυχή σου, γιατί η αλήθεια είναι ριζωμένη εκεί μέσα στα άδυτά της και συ την θρυμματίζεις με τα ψέματά τους.
Κάθε ψέμα και μια πληγή, κάθε πληγή και ένα δάκρυ.
Και τα δάκρυα έγιναν ποτάμια, ποτάμια που πηγάζουν από τα βάθη της ψυχής σου.
Και συ θέλεις να φύγεις, να αλλάξεις πλανήτη, να ανταλλάξεις την αλήθεια που απλόχερα σου δωρίζει το πεπρωμένο σου μ΄ένα φυγόπονο παρηγόριο της στιγμής, μα τα μάτια σου είναι ακόμη υγρά.
Κλαίει η ψυχή σου, μα κλαίει για το φευγιό σου και όχι για τον πόνο σου.
Ο πόνος σου είναι η γιορτή της ψυχής σου και το φευγιό σου η προδοσία της.
Και συ, ενώ ξέρεις τους χαρίζεις το μοναδικό ένα που σου ανήκει. ...