Η διαχρονικότητα των εξουσιαστικών πρακτικών απέναντι στη διαχρονικότητα των αναζητήσεων της νεολαίας [
Αγγελική Ρέτουλα (freeinquiry)] Το Πολυτεχνείο υπάρχει ως μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, που κουβάλησε τα σκιρτήματα και τις αναζητήσεις της νεολαίας της εποχής, αλλά επιβλήθηκε ως μύθος και υπονομεύθηκε, γιατί έσωσε την χαμένη τιμή των μονίμως απόντων καλοπερασάκηδων πολιτικάντηδων του εξωτερικού, που κουβαλήθηκαν πίσω σαν γύπες ποζάροντας ως μεταπολιτευτικοί Σωτήρες, ως ψευτο-Άτλαντες και ψευτο-Ηρακλείδες χρησιμοποιώντας το Πολυτεχνείο σα διαβατήριο για τη μεταπολίτευση και σαν «άρωμα» των δύσοσμων συναλλαγών κάποιων «αντιστασιακών» με τη χούντα.
Αναμφίβολα, οι νέοι της εποχής ανέλαβαν να «ξεπλύνουν» την ντροπή των «μεγάλων» πολιτικών ανδρών, που πιάστηκαν στον ύπνο, χωρίς να κάνουν «κίχ» τη βραδυά, που επιβλήθηκε η δικτατορία. Αναφερόμαστε στη δικτατορία των συνταγματαρχών, όχι στην σημερινή οικογενειοκρατική - κοινοβουλευτική δικτατορία, που αντί για κλεπτοκρατία και τυραννία, την ονομάζουμε «δημοκρατία». Οι ευθύνες του διεφθαρμένου πολιτικού κόσμου στην επιβολή της δικτατορίας είναι τεράστιες. Πίσω από την λέξη «δημοκρατία» οχυρώθηκαν όλοι οι ξενόδουλοι ψευτο-δημοκράτες, ψευδο-πατριώτες και μοναρχικοί και την τραυμάτισαν από κοινού βαριά θάβοντας τη χώρα κάτω από τις ερπύστριες.
.
|
Τα κίνητρα της νεολαίας ήταν αγνά, το αποτέλεσμα όμως δεν ήταν αυτό που επιθυμούσαν αυτοί, που συμμετείχαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ο διεθνής και εγχώριος εξουσιασμός εκμεταλ- λεύτηκε τα αποτελέσματα της εξέγερσης και τα ιδιοποιείται έως σήμερα, ενώ οι ιδεολόγοι νέοι και οι ιδέες τους παραμερίστηκαν, όπως σχεδόν πάντοτε συμβαίνει με τις ανατρεπτικές δράσεις και τις επαναστάσεις. |
Ήδη από το 1962, ενώ γνώριζαν, ότι τα Ανάκτορα και ο στρατός καραδοκούσαν, εν τούτοις, εκτροχιάζουν την χώρα με «ανένδοτους» αγώνες, με καθημερινές αιματηρές συγκρούσεις, με αγεφύρωτα χάσματα και επικίνδυνα συνθήματα του τύπου «που είναι ένας λοχίας για να μας σώσει;», ενώ υπουργοί και βουλευτές αλληλογρονθοκοπούνται με καρέκλες και ξύλα μέσα στην Βουλή. Όταν εκλέγεται πρωθυπουργός ο «Γέρος της Δημοκρατίας» με την πρωτοφανή πλειοψηφία του 53%, το κόμμα του αποδεικνύεται ένας πλαδαρός γίγαντας με το σπόρο της αποσύνθεσης μέσα του κι αντί για το κράτος του δικαίου, που υποσχέθηκε, ήρθαν θύελλες, αυθαιρεσίες, συγκρούσεις και χάος. Ο πρωθυπουργός παραιτείται δακρύβρεχτα και θεαματικά, προκηρύσσονται εκλογές, αλλά ανεξήγητα ο «Γέρος» κηρύσσει και το δεύτερο «Ανένδοτο Αγώνα» του καλώντας τον λαό να πολεμήσει για το χατήρι του διαλύοντας εντελώς την χώρα με παρανοϊκές μάχες μέσα στους δρόμους, με φλεγόμενα οδοφράγματα, με δεκάδες τραυματίες και με την οικονομία να βουλιάζει στην άβυσσο.
΄Ηξερε πολύ καλά ο «Γέρος», ότι ο αιματηρός κύκλος του «Ανένδοτου» αγώνα του μόνο με τα άρματα της δικτατορίας θα έκλεινε, αλλά απέρριψε όλες τις ανώδυνες λύσεις, που του προτάθηκαν διεκδικώντας την εξουσία του και το προφίλ του μεγαλομάρτυρα. Και αντί για εκλογές ο στρατός εξαπολύει τα τεθωρακισμένα και αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της χώρας σώζοντας έτσι τους πολιτικάντηδες απο το τραγικό οικονομικό και πολιτικό χάος, που είχαν προκαλέσει αγιοποιώντας τους κι από πάνω.
|
Mέλη της κυβέρνησης του «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» γονυκλινείς σε θρησκευτική τελετουργία στη Μητρόπολη.
|
Προς τα χαράματα της 21ης Απριλίου 1967 ένας τρομαγμένος στρατιώτης εισβάλει από το παράθυρο στο σπίτι του παραιτηθέντος πρωθυπουργού, προτείνει το όπλο και του ανακοινώνει: «Κύριε Πρωθυπουργέ, συλλαμβάνεστε!». Η καλοστημένη αυτή σκηνή δείχνει, ότι η ψευτο-δημοκρατία δεν ηττήθηκε, γιατί μιά ήττα προϋποθέτει μάχη. Η ψευτο-δημοκρατία καταργήθηκε, επειδή μόνη της εξέθρεψε εκείνους, που την κατέλυσαν και ο «Γέρος της Δημοκρατίας», αντί να κατακεραυνώσει τον εισβολέα, ότι μόνον να τον πυροβολήσει δικαιούται, όχι να τον συλλάβει, απλά σηκώνεται από το κρεβάτι του, ψάχνει για τα ρούχα του κι επειδή δεν τα βρίσκει, καθυστερεί. Ο τρομαγμένος στρατιώτης αναρριγώντας μπροστά στον ηλικιωμένο τέως πρωθυπουργό τραυλίζει αμήχανα: «Γρήγορα, κ. Πρόεδρε, γρήγορα!». Και ο Γέρος της Δημοκρατίας του απαντά: «Τώρα παιδί μου, τώρα!»
Οι «μεγάλοι» πολιτικοί άνδρες παραδίδονται αμαχητί (κάποιοι ανέβηκαν στην ταράτσα, αλλά δεν έπεσαν) και αναμένουν εξελίξεις, ενώ κακοποιούνται αλύπητα τα μέλη των οργανώσεών τους. (Δεν συνέφερε η κακοποίηση των πολιτικών· αυτή είναι για τους παρακατιανούς, για το «λαουτζίκο»). Αργότερα, οι «ηγέτες» διαφεύγουν στο εξωτερικό και -εκ του ασφαλούς πλέον- παροτρύνουν τους εν Ελλάδι συνδέσμους τους να τοποθετούν βόμβες και κροτίδες με αποτέλεσμα αθρόες συλλήψεις και φυλακίσεις. Η νέα γενιά μεγαλώνει με τους μύθους των «ηρώων» του εξωτερικού, για τους οποίους όμως δεν γνωρίζει τίποτα, ούτε πώς ζουν, ούτε ποιός τους συντηρεί, αρκεί, που υπάρχουν για να σώσουν τον τόπο αγνοώντας, ότι οι «σωτήρες» της Ελλάδας σε εθνικές συμφορές βρίσκονται πάντα εκτός Ελλάδος.
Ένα περίεργο, ακούσιο παιχνίδι του φωτογραφικού φακού: Ο ταξίαρχος Ιωαννίδης, πανίσχυρος πιά δικτάτορας, φωτογραφίζεται κάτω από τον μπερντέ του καραγκιόζη σε κάποια δημόσια εμφάνισή του· από πάνω είναι το πορτραίτο του Παπαδόπουλου. (Σ. Γρηγοριάδη, Η Ιστορία της Δικτατορίας.)
| |
Τη δύσκολη εκείνη εποχή η Ευρώπη ταρακουνιέται από μια γιγαντιαία πολιτισμική έκρηξη, που οδήγησε στην εξέγερση του Μάη του ’68 και το κατεστημένο χτυπιέται με φιλοσοφία, μόρφωση, μουσική, τέχνη, με ανεπανάληπτες κινηματογραφικές, θεατρικές και μουσικές δημιουργίες, οι οποίες άφησαν εποχή αγγίζοντας βαθειά την προβληματισμένη ελληνική νεολαία, που μέσα στα σκοτάδια της χούντας μελετούσε κρυφά τα εκτός νόμου πολιτικό-κοινωνικά βιβλία και άκουγε τις εξαιρετικές δημιουργίες των Ελλήνων και Ευρωπαίων καλλιτεχνών και συνθετών, που δέσποζαν διεθνώς. Ο τεράστιος ρόλος του πολιτισμού, της φιλοσοφίας και της μουσικής στην ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος, αποσιωπάται, γιατί εκεί οφείλεται η απόφαση της πλειοψηφίας της νεολαίας να δράσει από μόνη της ραπίζοντας τους πολιτικούς, στήνοντας ομηρικούς καυγάδες με τους κομματικοποιημένους φοιτητές, που ήθελαν να την «καπελώσουν».
Το Φεβρουάριο του 1973, ολόκληρη η Αθήνα ξεσηκώνεται, γιατί αιφνιδιαστικά καλούνται οι ταραξίες φοιτητές να υπηρετήσουν τη θητεία τους ως τιμωρία για την απείθειά τους. Η νεολαία αντιδρά και 4.000 χιλιάδες νέοι κλείνονται στη Νομική Σχολή Αθηνών, απ’ όπου ξεκίνησε και η εξέγερση, που θεωρήθηκε ως «πρόβα τζενεράλε» πριν από το Πολυτεχνείο, γιατί ήταν αρκετά επιτυχημένη. Στις 12 Νοεμβρίου 1973, το πολιτικό καζάνι εκρήγνυται, όταν οι φοιτητές καταλαμβάνουν το Πολυτεχνείο χωρίς όμως να αποφασίζουν άν θα παραμείνουν μέσα ή όχι, για να αγωνισθούν.
|
Φύλλο αρ. 8 «Πανσπουδαστικής»,
Νοέμβριος 1973. |
Λίγους μήνες πριν εκδηλωθεί η εξέγερση του Πολυτεχνείου, οι νεοέλληνες πολιτικάντηδες (που επί έξι χρόνια ενέκριναν σιωπηρά τη δικτατορία) διεξήγαγαν συνεννοήσεις «κάτω από το τραπέζι» με τους συνταγματάρχες, για επιστροφή στη «δημοκρατική ομαλότητα». Κάτι τέτοιο αποτελούσε επιθυμία και των δικτατόρων, προκειμένου να εξέλθουν της εξουσίας χωρίς ποινικές συνέπειες. Το σχήμα που είχαν προκρίνει οι δύο πλευρές ήταν μια κυβέρνηση «εθνικής ενότητας», στην οποία θα συμμετείχαν όλα τα κόμματα, συμπεριλαμβανομένης κατά πάσα πιθανότητα τής αυτοαποκαλούμενης «επίσημης» κομμουνιστικής αριστεράς. Η αυθόρμητη (=αυτοορμώμενη) και παντελώς απρόβλεπτη εξέγερση του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973, χαλούσε τις ενδοεξουσιαστικές μηχανορραφίες, υπονόμευε το μεταπολιτευτικό μοίρασμα της εξουσιαστικής πίτας και εξέθετε ανεπανόρθωτα, τόσο τη δικτατορία, όσο και τους πολιτικάντηδες της κοινοβουλευτικής «δημοκρατίας». Άλλωστε η εξέγερση δεν είχε σαν στόχο μια απλοϊκή επάνοδο στον κοινοβουλευτισμό και στους παραγκωνισμένους πολιτικάντηδές του, αλλά μια βαθύτερη ποιοτική αλλαγή της νεοελληνικής κοινωνίας και μια απαλλαγή της χώρας από τη μιζέρια του («δεξιού» και «αριστερού») ρωμιοσυνικού τριτοκοσμισμού. Από τη δύσκολη θέση ανέλαβε να βγάλει τους νεοέλληνες πολιτικάντηδες η ΚΝΕ, αφού στο εικονιζόμενο ντοκουμέντο (φύλλο αρ.8, Νοέμβριος 1973, τής φοιτητικής της εφημερίδας «Πανσπουδαστικής»), αποκαλεί πράκτορες της Κ.Υ.Π. τους καταληψίες του Πολυτεχνείου και καλεί σε …απομόνωσή τους. Σαν απάντηση των εξεγερμένων σε αυτές τις σταλινικές ρυπαρότητες, προέκυψε και το γνωστό ειρωνικό αντικομμουνιστικό σύνθημα «Προβοκάτορα Λαέ». Τελικά τόσο το ΚΚΕ, όσο και οι άλλες «δημοκρατικές δυνάμεις», όταν είδαν ότι η εξέγερση φούντωνε (κυρίως από τη δεύτερη ημέρα) επέτρεψαν σε μέλη τους να μπουν στο Πολυτεχνείο δίπλα στούς κομματικά ανένταχτους, που αποτελούσαν και τον κορμό των εξεγερμένων. Τότε επινόησαν και τα περί δήθεν προβοκατόρικης αρχικής κατάληψης (στις 14/11/1973), την οποία δήθεν «εξυγείανε», η είσοδος της ΚΝΕ στο Πολυτεχνείο (μια μέρα αργότερα…). Ο στόχος τους ήταν φυσικά να μην χάσουν την ευκαιρία να εκμεταλλευθούν προς όφελός τους την κατάσταση. Αυτοί ήσαν οι πραγματικοί προβοκάτορες, που αργότερα κάθησαν και στα κοινοβουλευτικά έδρανα. Το ΚΚΕ τηρεί μέχρι σήμερα σιγή ιχθύος γύρω από αυτό το ντοκουμέντο, ενώ κατά καιρούς οι διάφορες αμήχανες θεραπαινίδες του, όπως ο «Ιός της Ελευθεροτυπίας» έχουν προσπαθήσει να το παρουσιάσουν ως δήθεν πλαστό.
|
Ένα μοιραίο τηλεφώνημα του φοιτητή της Φαρμακευτικής, Διονύση Μαυρογένη, προς τους φοιτητές της Νομικής και της Φιλοσοφικής δίνει την λύση παρακινώντας τους να κατέβουν στο Πολυτεχνείο, «γιατί γίνεται ο χαμός». Η περίφημη κάθοδος των φοιτητών της Νομικής προς το Πολυτεχνείο ήταν που πυροδότησε την εξέγερση. Από το μεσημέρι της 15ης Νοεμβρίου τεράστιες μάζες οργανωμένων εργατών, οικοδόμων, ανεξάρτητων εργατικών στοιχείων, αγροτών από τα Μέγαρα, αλλά και δεκάδων μή φοιτητικών στοιχείων εισβάλουν στο κτιριακό συγκρότημα δίνοντας στο φοιτητικό κίνημα τη μορφή συμμαχίας μεταξύ φοιτητών - εργατών - αγροτών.
Η συνέχεια του κράτους και των θεσμών απέναντι στη συνέχεια της νεολαίας.
[Aριστερά: Συλλήψεις φοιτητών έξω από τη Νομική (1973). Δεξιά: Μιά αντίστοιχη εικόνα από την εξέγερση της νεολαίας τον Δεκέμβρη '08.] |
|
Ο σημερινός ιδεολογικός απολογητής του αστικού κράτους εμφανίζεται υποχρεωμένος να πλασάρει στην αγορά των ιδεών προφανείς αντιφάσεις ή ωραιολόγες ταυτολογίες: π.χ. αρνείται τη βία… «εκτός της περίπτωσης, που η βία είναι αναγκαία άμυνα κατά της βίας» συσκοτίζοντας με μια δημοκρατική φρασεολογία το ωμό γεγονός, ότι οι κανόνες, με τους οποίους παίζεται το νομικιστικό παιχνίδι στο επίπεδο της πολιτικής και το ηθικιστικό παιχνίδι στο επίπεδο της φιλοσοφίας δικαιώνουν πάντοτε αυτούς, που έχουν τη δύναμη να επιβάλλουν τους κανόνες του παιχνιδιού: γιατί η εξουσία δεν είναι ποτέ παράνομη. Οι πρώτοι που καταδικάζουν τη βία είναι αυτοί ακριβώς, που κατέχουν ή διεκδικούν το μονοπώλιό της. Η βία όμως έχει μια πρωταρχική πηγή -την εξουσία και τον πόθο της εξουσίας. Όλες οι άλλες πηγές είναι μόνο τα συμπτώματα της πραγματικής αρρώστιας. Η πραγματική (και αντιφατική) φύση της Δημοκρατίας είναι αυτή, που εκδηλώνεται στο πανικόβλητο και γνησίως αντιδημοκρατικό μένος, που κυριεύει τους δημοκρατικούς μόλις πάει να «διασαλευθεί» λίγο η τάξη […] Ένα τζάμι να σπάσει σε κάποια διαδήλωση, οι εθνοπατέρες κουνάνε επιτιμητικά το δάχτυλο στους ατακτήσαντες και μή πολίτες: «Καθίστε φρόνιμα, αν θέλετε να έχετε δημοκρατία». Και κανένας δημοκράτης δεν βρέθηκε ποτέ να τους επιστρέψει αυτό το σόφισμα (που είναι και ειρωνεία και χλευασμός και υποκρισία) πετώντας τους κατάμουτρα τη σαρκαστική φράση του Νικολάι Γκόγκολ: «Αγαπάτε μας κι αξύριστους κύριοι, ξυρισμένους μας αγαπάνε κι άλλοι!». Γιατί κανένας δημοκράτης δεν ομολογεί, ότι το καθεστώς, που θέτει το δίλημμα: «Ή εγώ ή τα τανκς» στην πραγματικότητα κυβερνάει ήδη με τα τανκς, είτε αυτά είναι ορατά όπως στη Βαρσοβία και την Άγκυρα, είτε είναι αόρατα όπως στον «ελεύθερο» κόσμο. (Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Η Έσχατη Στράτευση, εκδόσεις Ύψιλον, Αθήνα 1985). |
Τα τεθωρακισμένα οργώνουν πάλι την Αθήνα και περικυκλώνουν το Πολυτεχνείο, για να «ξεδοντιάσουν» τους φοιτητές με πρόφαση την δήθεν προστασία τους από την Αστυνομία. Αλλά, όταν ένα άρμα εισβάλλει κι εκκενώνει το κτίριο, οι φοιτητές μένουν στο έλεος της Αστυνομίας, των οπλισμένων χαφιέδων και τραμπούκων, που τους κατεδίωξαν και τους ξυλοκόπησαν άγρια, μαζί με πολίτες και με δεκάδες θύματα.
Χτύπησε ή όχι ο στρατός τελικά; Δεν χτύπησε κι έτσι διέσωσε το γόητρό του. Ποιός όμως διέταξε την Αστυνομία να περιμένει απ’ έξω; Γιατί ο στρατός, που ήταν ο παντοδύναμος εκείνης της νύχτας, δεν απαίτησε την απομάκρυνση της Αστυνομίας, αλλά εγκατέλειψε τους φοιτητές στο έλεος των μανιακών, αφού οι Δ. Ιωαννίδης και Μιχ. Ρουφογάλης είχαν το γενικό πρόσταγμα; Οι χαφιέδες και οι τραμπούκοι, που ξυλοκόπησαν μέχρι θανάτου τον κόσμο δεν ήταν ΕΣΑτζήδες, που έφεραν πλαστές ταυτότητες αξιωματικών; Τι είδους κρυφτούλι είναι αυτό; Το απόλυτο κέντρο εξουσίας εκείνο το βράδυ ήταν ο στρατός και εάν ήταν άλλο, τότε ας βγούν να το κατονομάσουν.
Ανατριχιαστικές πληροφορίες για τις διαταγές και τον τρόπο δράσης των πρακτόρων του Ρουφογάλη, όπως και για τον περίεργο γκανκστερικό οπλισμό τους λαμβάνουμε απο το υπ’ αριθ. 677 της 26ης Ιουλίου 1975 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. (Σόλων Γρηγοριάδης, «Η Ιστορία της Δικτατορίας», τόμος 3ος, σελίς 96).
Φυσικά, ο πολιτικός κόσμος ούτε ενδιαφέρθηκε, ούτε συμπαραστάθηκε στους εξεγερμένους φοιτητές, άν και κλήθηκε. Αρκέσθηκαν σε κάποιες φιγουρατζίδηκες επισκέψεις και αναχώρησαν ήσυχοι για τα σπίτια τους. (Γ. Γάτος, «Ρεπορτάζ με την Ιστορία», τόμος Β΄, σελ. 18)· ο δε Λεωνίδας Κύρκος εκείνες τις σκοτεινές ημέρες προσέγγιζε αντιστασιακούς ανθρώπους με κύρος παρακαλώντας τους να κάνουν μιά κοινή δήλωση μαζί του, για να συστήσουν «μετριοπάθεια» στους φοιτητές! (Βασίλης Φίλιας, «Τα αξέχαστα και τα λησμονημένα», σελίς 318».
|
Ο ραδιοσταθμός των φοιτητών
του Πολυτεχνείου. |
Οι δυό ραδιοσταθμοί του Πολυτεχνείου
Το πρωί της 15ης Νοεμβρίου 1974, οι φοιτητές εγκαθιστούν σύστημα επικοινωνιών τοποθετώντας τρία μεγαφωνικά συγκροτήματα, το ένα στο περίπτερο του θυρωρείου της οδού Πατησίων, το άλλο στη γωνία των οδών Πατησίων και Στουρνάρα και ένα τρίτο στην πύλη προς την οδό Στουρνάρα. Στο κτίριο των Μηχανολόγων τίθεται σε λειτουργία ραδιοσταθμός ισχύος 250 W, ενώ στο κτίριο των Χημικών τοποθετείται δέκτης, ώστε οι φοιτητές να λαμβάνουν και να επεξεργάζονται σήματα της Αστυνομίας. Το «Εδώ Πολυτεχνείο» ακούγεται έως τον Ωρωπό και η επίδραση των εκπομπών αυτών είναι τόσο ισχυρή, που οι παρεμβολές του στρατού δεν έχουν αποτέλεσμα και οι στρατιωτικοί εγκαθιστούν ένα δεύτερο πομπό με τον ίδιο τίτλο, που εκπέμπει δίπλα στον σταθμό των Ενόπλων μεταδίδοντας ψευδή κι εξτρεμιστικά συνθήματα. Ο γνήσιος πομπός όμως, τον εντοπίζει αμέσως και αντιδρά με ανακοινώσεις, που επαναλαμβάνονται συχνά προσδιορίζοντας το μήκος κύματός του και καθησυχάζοντας τον συγχυσμένο κόσμο.
Πλαστή φωτογραφία, που φτειάχτηκε αργότερα χάριν των Μ.Μ.Ε.. |
|
Παραχαραγμένο το σύνθημα;
Το σύνθημα «Ελευθερία» έγινε ιδιαίτερα έντονο στους νέους μετά την αποτυχία του κινήματος του Ναυτικού κυριαρχώντας ανάμεσα στα «Ελευθερία και Ισοτιμία», «Κάτω η Χούντα», «Κάτω ο Φασισμός», «Σήμερα πεθαίνει ο Φασισμός» κ.λπ.. Καμμιά ανάγκη δεν υπήρχε για ψωμί, γιατί ο κόσμος, δεν πεινούσε τότε. Το σύνθημα «Ψωμί - Παιδεία - Ελευθερία» είναι μια παραφθορά ενός ξεπερασμένου συνθήματος των μπολσεβίκων του 1916, που έλεγε: «Ψωμί-Γη-Ελευθερία» (Τ. Ρίντ, «Οι Δέκα μέρες που άλλαξαν τον κόσμο, σελ. 142») κι άρχισε να ακούγεται ξαφνικά έξω από το Πολυτεχνείο πιθανόν από αριστερές ομάδες, που ήθελαν να οικειοποιηθούν τη συγκέντρωση. Η συχνή επανάληψη του συνθήματος «Ψωμί - Παιδεία - Ελευθερία», η ομοιοκαταληξία και ο ευχάριστος ρυθμός του το έκαναν τελικά να κυριαρχήσει, χωρίς να ανταποκρίνεται πλήρως στο πνεύμα και στις ανάγκες της εποχής, γιατί δεν υπήρχε πείνα.
| Η Μεταπολίτευση συνέτριψε μεθοδικά τα όνειρα της γενιάς του Πολυτεχνείου. Αρκετοί από τους νέους εκείνης της γενιάς απορρο- φήθηκαν από το εξουσιαστικό σύστημα. Είναι οι σημερινοί ηγέτες της Ρωμιοσύνης, που βούλιαξαν την Ελλάδα στο βυζαντινισμό, τη θεοκρατία, τη φτώχεια, την υπανάπτυξη και τη διαφθορά. |
Πολυτεχνείο και Κύπρος
Η φρενιασμένη ανάμειξη του αρχιπράκτορα της Κ.Υ.Π., Μιχ. Ρουφογάλη, τροφοδοτεί την φήμη, ότι το Πολυτεχνείο οργανώθηκε από τον ίδιο και τον Ιωαννίδη, για να διευκολύνει την Tουρκική εισβολή και το διαμελισμό της Κύπρου. Το ότι διευκολύνθηκε ο Ιωαννίδης στην εφαρμογή του σχεδίου του δεν αποτελεί και την απόδειξη για το τρίπτυχο Πολυτεχνείο - Ιωαννίδης - Πραξικόπημα. Η επίθεση στην Κύπρο είχε δρομολογηθεί χρόνια πριν στα γραφεία της C.Ι.Α. ασχέτως εάν θα γινόταν το Πολυτεχνείο ή όχι. Το μόνο που χρειαζόταν ο Ιωαννίδης ήταν μιά έντονη πολιτική κρίση και μια σταγόνα αίματος σε Κυπριακό έδαφος, για να εισβάλουν τα αρπακτικά και να την καταβροχθίσουν.
|
Aριστερά: Ο τότε αρχιεπίσκοπος συγχαίρει τον δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο. Δεξιά: Ο σημερινός αρχιεπίσκοπος συγχαίρει το νέο πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου. Κατά τη δικτατορία ίσχυε το «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών». Σήμερα ζούμε σε μιά παρόμοια κατάσταση κάτω από συνθήκες -κατ’ ευφημισμό δημοκρατίας, αλλά στην ουσία- κοινοβουλευτικής και θεοκρατικής ολιγαρχίας.
|
Τη θυελλώδη πολιτική κρίση την ανέλαβαν τρείς Κύπριοι μητροπολίτες, ο Πάφου Γεννάδιος, ο Κιτίου Άνθιμος και ο Κυπριανός Κυρηνείας προσπαθώντας λυσσαλέα να εκτοπίσουν τον Μακάριο, αλλά καθαιρέθηκαν οι ίδιοι, αφού έσπειραν το διχασμό. Το αίμα στο Κυπριακό έδαφος το ανέλαβε ο Ιωαννίδης υποκινώντας ένα ακόμη πραξικόπημα με τους Μακαριακούς και τους Αντί-Μακαριακούς να σφάζονται και τους Τούρκους να εισβάλουν. (Σόλων Γρηγοριάδης, η Ιστορία της Δικτατορίας, τόμος 3ος, σελίδες 80-84). Αλλά η πραγματική εισβολή στην Κύπρο ήταν η δεύτερη, ο «Αττίλας Νο 2», που συνέπεσε με την θριαμβευτική επάνοδο του φευγάτου «Εθνάρχη», ο οποίος το είχε σκάσει τροχάδην με το όνομα του φίλου του δημοσιογράφου Τριανταφυλλίδη. Ο Τριανταφυλλίδης και ο Ρουφογάλης πέθαναν, χωρίς τα αρχεία τους να αποκαλυφθούν, μπορεί και να εξαφανίσθηκαν. Εάν μετά τον θάνατο του Ιωαννίδη, αποκαλυφθεί κάτι νέο, θετικό ή αρνητικό για το Πολυτεχνείο, θα τερματίσει αυτή την φήμη, που κυκλοφορεί δήθεν εμπιστευτικά στους καφενέδες, κυρίως τις ημέρες του τσίρκου των επετείων, από τους επίδοξους Μακιαβέλιδες. Τα πάντα είναι πιθανά, αλλά όσο δεν προσκομίζονται στοιχεία, τίποτε δεν ισχύει. Η παραφιλολογία για το Πολυτεχνείο είναι τόση, που μέχρι και τον Μωϋσέ Νταγιάν, θέλουν κάποιοι συγγραφείς να έρχεται στην Ελλάδα και να οργανώνει την επίθεση του Πολυτεχνείου εκείνην την νύχτα!
|
Κατά την πρώιμη μεταπολιτευτική περίοδο υπήρξαν αναφορές, οι οποίες έκαναν λόγο για εκατοντάδες νεκρούς, για «παιδιά που πάτησε το τανκ» και άλλες ανακρίβειες. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική· κανείς νεκρός δεν υπήρξε εντός του Πολυτεχνείου, αλλά ορισμένοι νεκροί -γύρω στους 20- στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας· ο αριθμός τους ποικίλει ανάλογα με την έκθεση του συντάξαντος. Στο πόρισμα Τσεβά για παράδειγμα στους νεκρούς του Πολυτεχνείου συμπεριλαμβάνεται άνδρας 60 ετών, που πέθανε στις 17 Νοεμβρίου σε δρόμο της Αθήνας από έμφραγμα του μυοκαρδίου, γυναίκα 75 ετών, που τραυματίστηκε στην αυλή του σπιτιού της στους Αγίους Αναργύρους και πέθανε τον Μάιο του 1974 κ.λπ.. Κάθε καθεστώς χρειάζεται κάποιοι ιδρυτικό μύθο, ένα ιδεολόγημα, ώστε να διαιωνίζει την πολιτική του κυριαρχία. Έτσι και η κοινοβουλευτική, θεοκρατική, ολιγαρχική, κληρονομική κρυπτοδυναστεία της μεταπολιτευτικής Ρωμιοσύνης χρησιμοποίησε κι αξιοποίησε στο έπακρο τα θύματα εκείνης της περιόδου. Προς τιμή τους σύσσωμη καταθέτει στεφάνια κι εναποθέτει λουλούδια στο χάλκινο κεφάλι -του ιστορικού Σβορώνου σε νεαρή ηλικία-, που στήθηκε στην είσοδο του Πολυτεχνείου. Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν, ότι σύμφωνα με τη στήλη, που βρίσκεται ακριβώς δίπλα του, το κεφάλι είναι αφιερωμένο στους νεκρούς φοιτητές της Εθνικής Αντίστασης. Αρωγοί στη στήριξη του μύθου στέκουν κάτι τσακισμένα σίδερα, που έχουν τοποθετηθεί κοντά στο κεφάλι, δίπλα από την κεντρική είσοδο του Πολυτεχνείου κι υποτίθεται, ότι είναι η πόρτα, που πάτησε το τάνκ, άσχετα άν οι διαστάσεις τους δεν ταιριάζουν με το αντίστοιχο άνοιγμα· μιά αιματοβαμμένη σημαία επίσης, η οποία υποτίθεται, ότι αιματοβάφτηκε εκείνο το βράδυ και που κατά τις επετειακές εκδηλώσεις είθισται να περιφέρεται με τιμές από κομματικούς στους δρόμους, σαν τη ζώνη της Παναγίας. |
Το Πολυτεχνείο ήταν μια γερή προσπάθεια αποτίναξης του εξουσιαστικού ζυγού από την νεολαία της εποχής, που οφέλησε μόνο τους φευγάτους τροχάδην εξουσιαστές να γυρίσουν πίσω ως «Σωτήρες». Δεν ήταν όμως αυτό πού ήθελαν. Η μεγάλη πλειοψηφία εκείνων των παιδιών περιφρόνησε τους πολιτικούς και εξακολούθησε να εργάζεται και να προκόβει αθόρυβα ξεφυλλίζοντας συχνά τις ωραίες και πικρές αναμνήσεις μιας ρομαντικής εποχής, που τελείωσε απότομα με την αποκατάσταση της «Δημοκρατίας». Και δυστυχώς δεν αξιοποιήθηκε ποτέ εκείνη η μεγάλη στροφή του κόσμου προς τον πολιτισμό, γιατί στοίχειωνε εφιαλτικά τους μετέπειτα λεγεωνάριους της εξουσίας.
Και για όσους αμφισβητούν την τεράστια επίδραση της Μουσικής στην εξέγερση, η Μουσική και το τραγούδι είναι Λόγος, ένας Λόγος, που είχε απαγορευθεί από τη χούντα και θέριεψε μέσω του τραγουδιού. Οι δημιουργοί του σε Ελλάδα και Ευρώπη, εκπροσώπησαν ό,τι πιο σπουδαίο είχε ο πολιτισμός και η ποιότητα εκείνων των τραγουδιών το αποδεικνύει. Το θέατρο, που επίσης ανθούσε, είναι η κατάθεση των αξιών και η μονάδα μέτρησης της κάθε κοινωνίας. Όλα αυτά εκβαρβαρίστηκαν μεταπολιτευτικά με τηλεοπτική χυδαιολογία, με εμετικές «επιτυχίες», στριγγλιές, ουρλιαχτά και βρυχηθμούς, με καλλιτέχνες μιάς χρήσης και μιάς βραδυάς. Μόνον απαξιώνοντας αυτές τις «τσιρκουλέτες» θα βυθίσουμε το ακόντιο του πολιτισμού μέσα στην καρδιά αυτού του θρησκευτικό-πολιτικού τέρατος, που ονομάζουν «Δημοκρατία», μολύνοντας τη λέξη.
========================================================
"O σιωπών δοκεί συναινείν"