Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2020

Κατερίνα Γώγου: Η ασυμβίβαστη ηθοποιός και ποιήτρια που αυτοκτόνησε στα 53 της πέθανε σαν σήμερα

H ποιήτρια και ηθοποιός άφησε την τελευταία της πνοή σαν σήμερα μέσα στο ασθενοφόρο που τη μετέφερε στο «Ιπποκράτειο»

Σαν σήμερα, στις 3 Οκτωβρίου του 1993, η Κατερίνα Γώγου αυτοκτόνησε καταναλώνοντας υπερβολική δόση χαπιών και αλκοόλ. 27 χρόνια μετά τον θάνατο της, έχει αφήσει το έντονο στίγμα της και εξακολουθεί να συγκλονίζει με τους στίχους και την ασυμβίβαστη σκέψη της. Η ποιήτρια με τον οργισμένο στίχο και τους μελαγχολικούς συνειρμούς σημάδεψε μία ολόκληρη εποχή.

Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε την 1η Ιουνίου 1940 στην Αθήνα και από τα έξι χρόνια της ξεκίνησε τη θεατρική της καριέρα ως παιδί - θαύμα. Τα εφηβικά της χρόνια στιγματίστηκαν από έναν αυστηρό πατέρα, που ωστόσο υποστήριξε το όνειρό της και τη βοήθησε να σπουδάσει στη δραματική σχολή του Τάκη Μουζενίδη, η οποία εθεωρείτο μια από τις καλύτερες της εποχής και χορό στη σχολή της Κούλας Πράτσικα.

Το 1952 πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Ο Άλλος», δίπλα στον Γιώργο Παππά. Τα πρώτα της επαγγελματικά βήματα στο θέατρο τα έκανε με τον θίασο του Ντίνου Ηλιόπουλου στο έργο των Ευαγγελίδη - Μαρή «Κύριος 5%».

Φήμη, όμως, απέκτησε στα κινηματογραφικά πλατό της Φίνος Φιλμ κατά τη δεκαετία του ‘60, παίζοντας δεύτερους ρόλους σε δεκάδες ταινίες, συνήθως κωμωδίες, στις οποίες ήταν η «θεότρελη» μικρή αδελφή, το «ατίθασο νιάτο» ή η σκανδαλιάρα υπηρέτρια. Χαρακτηριστικοί είναι οι ρόλοι της στις ταινίες «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959), «Νόμος 4.000» (1962), «Δεσποινίς Διευθυντής» (1964), «Γάμος αλά ελληνικά» (1964), «Η γυνή να φοβήται τον άνδρα» (1965), «Μια τρελλή τρελλή οικογένεια» (1965).
finos_film
Η Κατερίνα Γώγου ξεκίνησε να γράφει το 1978 και η παραγωγή της ολοκληρώθηκε το 2002, με τη μεταθανάτια έκδοση του «Με λένε Οδύσσεια». H Ελληνίδα ηθοποιός και ποιήτρια άφησε την τελευταία της πνοή στις 3 Οκτωβρίου 1993, μέσα στο ασθενοφόρο που τη μετέφερε στο «Ιπποκράτειο». Ηταν σε κώμα λόγω υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ, ενώ αντιμετώπιζε πρόβλημα και με τα ναρκωτικά. Πέρασαν, δύο ημέρες έως την αναγνώριση του πτώματός της, επειδή ένας φίλος της που τη συνόδευε στις Πρώτες Βοήθειες εξαφανίστηκε αμέσως μετά τον θάνατό της.

Η προσωπική της ζωή ήταν μια οικογενειακή τραγωδία μετά το μπλέξιμο της κόρης της με την ηρωίνη, στην οποία από ειρωνεία της τύχης τελικά ενέδωσε κι εκείνη, προσπαθώντας να σώσει τη Μυρτώ. Άρχισε να επισκέπτεται ψυχιάτρους, «κινούμενη άμμος πια η ζωή μου», έλεγε χαρακτηριστικά. Η Μυρτώ Τάσιου, ζωγράφος και ποιήτρια, αυτοκτόνησε στην Αθήνα, τον Σεπτέμβριο του 2015.
gogou1
Η Κατερίνα Γώγου με την κόρη της Μυρτώ
«Η Κατερίνα ήταν μια ταραγμένη ψυχή. Ένιωθε σαν αγρίμι παγιδευμένο, ήταν διαρκώς σε διωγμό. Μια λέξη μπορούσε να την πληγώσει, μια κίνηση να την ταπεινώσει. Δυο μήνες πριν πεθάνει την συνάντησα τυχαία. Ήταν γερασμένη, σαν μάγισσα από παραμύθι, με άσπρα μαλλιά, ατημέλητη, με βραχνή φωνή. Η Κατερίνα πέθανε αγρίμι όπως έζησε και σαν αγρίμι» έχει δηλώσει ο σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος.

Ποιήματα της Κατερίνας Γώγου έχουν μελοποιήσει μεταξύ άλλων, ο Κυριάκος Σφέτσας, ο Πάνος Κατσιμίχας, ο Κωνσταντίνος Βήτα, ο Ηλίας Λιούγκος, ο Παντελής Θεοχαρίδης και ο Τάσος Ρωσόπουλος.

Η Κατερίνα Γώγου με δικά της λόγια

Στη συλλογή της "Ιδιώνυμο", η Κατερίνα Γώγου εξομολογούνταν πως ο μεγαλύτερός της φόβος είναι μη γίνει "ποιητής". Αργότερα η ίδια θα εξηγήσει σε συνεντεύξεις της τι ακριβώς εννοούσε με αυτή τη δήλωση, περιγράφοντας το λειτούργημα του ποιητή όπως το έχει στο μυαλό της και ποιο είναι, σύμφωνα με την ίδια, το ιδιαίτερο χρέος του.

"Λέω για τους ποιητές της παραγγελιάς ή της γυάλας, λέω πως δεν είναι η ίδια η ζωή, αλλά ο ρόλος. Λέω για εκείνους που οι ίδιοι δεν είχαν ποτέ δημιουργικό έργο και καταφέρανε να οδηγούν την τέχνη, τα γράμματα και την παιδεία, εκεί που η εξουσία μπορεί να τα οικειοποιείται για δικό της όφελος. Λέω γι' αυτούς τους κοριούς που η ιδεολογική τους ταυτότητα έχει το χρώμα του χιλιάρικου. Όχι. Δεν φαντάζομαι μία ζωή χωρίς το ποίημα, γιατί η ζωή ΕΙΝΑΙ το ποίημα.

Ο ποιητής φυλάει την ψυχή του, όχι γι'αυτόν, αλλά για όλους μας. Η τέχνη αγαπάει τον άνθρωπο. Αγαπάει τη ζωή. Με έρωτα βαθύ, απεγνωσμένο. Ο ποιητής είναι ο ενδιάμεσος. Παίρνει και φέρνει το "μήνυμα" με φτεράκια στα πόδια, σαν τον Ερμή. Κρυώνει τις νύχτες πολύ, είναι μακρινή διαδρομή, πάει μακριά, στις πιο απόκρημνες ράχες, είναι παιδί, είναι τόσο εύκολο να χαθεί, ξέρει όμως πως πρέπει να έρθει πάλι, κι αυτό είναι η αγάπη, που τον κάνει να αντέχει και τον κρατάει στη ζωή.. (Συνέντευξη στον Δημήτρη Νόλλα, περ. Ταχυδρόμος 1987)''.

Η ίδια θα αναθεωρήσει λίγα χρόνια αργότερα, το 1991, όταν στην τελευταία της συνέντευξη, στην Ελένη Γκίκα θα πει: "Ντρεπόμουνα να λέω ότι είμαι ποιήτρια, γιατί δεν το θεωρώ επάγγελμα, αλλά αυτόν τον καιρό θα το λέω, ότι είμαι ποιήτρια, νομίζω ότι το επιτρέπω στον εαυτό μου τώρα, έχω περάσει πάρα πολλά για να μπορώ να το πω και θα το λέω".

Μελοποιημένο ποίημα της Κατερίνας Γώγου - Μελοποίηση: Νίκος Μαϊντάς, ερμηνεία: Magic De Spell, Σωκράτης Μάλαμας, Νίκος Μαϊντάς:

Η βαθιά πολιτική της στάση, η αναρχική της διάθεση, η περιθωριακή συνείδησή της και οι κοινωνικές ανησυχίες της διαπερνούν ολόκληρη την ποιητική παραγωγή της Κατερίνας Γώγου. Δηλώνει ανοιχτά πως υπερασπίζεται την αναρχία, κάτι που δεν έκρυψε ποτέ παρά το γεγονός ότι δήλωνε κατά των ταμπέλων. Είχε ταχθεί δημόσια στο πλευρό πολλών αναρχικών και συμμετείχε σε επιτροπές που μάχονταν για την αποφυλάκισή τους. 
kg1070
Σε συζήτηση με τον Γ. Νοταρά για το περιοδικό Ποπ & Ροκ (1981) η ποιήτρια είχε πει χαρακτηριστικά: "Το κράτος παίρνει τη μορφή του αστυνόμου, του καθοδηγητή, του κομματάρχη και αντιπαρατίθεται απέναντί σου. Μια ζωή, σε αυτές τις αναμετρήσεις μονίμως τρέχαμε και από πίσω μας κυνηγούσαν. Εγώ όταν λέω "κράτος" εννοώ όλα τα κόμματα. Γιατί είτε έτσι λεγεται το κράτος, είτε αλλιώς, πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που θα κυνηγάνε κάποιους άλλους. Και θα υπάρχουν καμιά χιλιάδα άτομα, όσο πάμε και λιγοστεύουμε, που πάντα θα λένε όχι σε αυτά τα πράγματα".

Πολύ τρυφερή και ευαίσθητη η Κατερίνα Γώγου χαρακτηριζόταν από μία ψυχολογία πολύ εύθραστη. Χαρακτηριστικό πράδειγμα η απάντησή της στην ερώτηση του δημοσιογράφου Άρη Σκιαδόπουλου τι μπορεί να την ρίξει. "Ένα φυλλαράκι που μπορεί να φύγει από το δέντρο".

Η ίδια είχε μιλήσει για την έννοια του έρωτα σε συνέντευξη στην εφημερίδα "Έθνος" το 1982: "Τέχνη σημαίνει έρωτας. Κι ο έρωτας είναι δικαίωμα όλων των ανθρώπων. Έρωτας σημαίνει ν' αγαπήσεις παράφορα τον στραπατσαρισμένο εαυτό σου, γιατί μονάχα έτσι θ' αγαπήσεις και τον δίπλα σου. Και έρωτας είναι η επιθυμία. Επιθυμία για ζωή, για τραγούδια, για σένα και για όλους".

Η Κατερίνα Γώγου (Αθήνα 1 Ιουνίου 1940 – 3 Οκτωβρίου 1993) ήταν Ελληνίδα ποιήτρια και ηθοποιός. Ξεκίνησε από μικρή την καριέρα στην ηθοποιία αλλά αργότερα στράφηκε στην ποίηση.

Ως ποιήτρια είναι γνωστή για τον αντισυμβατικό και συνειρμικό τρόπο γραφής της, καθώς και τις αναρχικές της ιδέες. Οι στίχοι της ήταν γεμάτοι οργή και επαναστατικότητα.

Το σκοτάδι της, ο ασυμβίβαστος χαρακτήρας της και η κλονισμένη ψυχολογία της την οδήγησαν, σε ηλικία μόλις 53 ετών, στην αυτοκτονία.














































































-------------------------------------------------------------------------


Κατερίνα Γώγου: Κατηγορήθηκε για συμμέτοχη στη 17 Νοέμβρη & είχε το ίδιο τραγικό τέλος με τη κόρη της. Μάνα και κόρη αυτοκτόνησαν

Κατερίνα Γώγου: Η αναρχική ποιήτρια των Εξαρχείων που που κατηγορήθηκε για συμμετοχή στη 17Ν

Η ασυμβίβαστη της ποίησης Κατερίνα Γώγου γεννημένη το 1940. Αναλλοίωτη από τα προτάγματα της καλλιτεχνικής ελίτ, παρέμεινε η ατίθαση επαναστάτρια, ελεύθερο πνεύμα ,γεμάτη έως το τέλος με οργή ενάντια σε κάθε λογής κατεστημένο.

Γεμάτη από αναρχικές ιδέες συνήθιζε να κάνει παρέα με τους περιθωριακούς εκείνης της εποχής που σύχναζαν στην πλατεία Εξαρχείων.Η ποίηση της αιχμηρή και στοχευμένη ενάντια στους κανίβαλους αυτού του κόσμου, ενώ αντίθετα ήταν ανοιχτή αγκαλιά για εκείνους   που η κοινωνία θεωρούσε περίεργους.

Η ασυμβίβαστη της ποίησης

Όμως η Κατερίνα Γώγου ήταν ένας πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος. Δεν της έκαναν ιδιαίτερη αίσθηση όλα αυτά, δεν την ενδιέφερε να είναι διάσημη και πλούσια. Οι ευαισθησίες της για τον κόσμο στον οποίο ζούσε ήταν τόσο έντονες που αναπόφευκτα την απομάκρυναν από τα λαμπερά φώτα της δημοσιότητας. Όταν πέθανε, το 1993, μόλις στα 53 της από αυτοκτονία, το προφίλ που άφησε πίσω της ήταν εντελώς διαφορετικό από αυτό με το οποίο αρχικά ξεκίνησε.

Διανύοντας μια πολιτικοποιημένη πορεία που ξεκίνησε από την αντίσταση στη Χούντα και φτάνοντας μέχρι και το να μιλά αμιγώς πολιτικά μέσα από τα αντισυμβατικά ποιήματά της που καθόρισαν την υποκουλτούρα των 80s. Η Γώγου κατοχυρώθηκε με τα χρόνια ως μια από τις πιο εμβληματικές και χαρακτηριστικές φιγούρες του ελληνικού underground: μαζί με τον Παύλο Σιδηρόπουλο και τον Νικόλα Άσιμο συγκροτεί μάλλον την «Αγία Τριάδα» αυτής της κατηγορίας.

Η ποιήτρια των Εξαρχείων

Αναρχική, οργισμένη, μποέμ, με μια βαθιά «αθηναϊκή» μελαγχολία να καθορίζει τις ποιητικές της συλλογές, αντί για «μπέμπα» -όπως την αποκαλούσε ο καλλιτεχνικός της περίγυρος στα πρώιμα, «φωτεινά» χρόνια της-κατέληξε να χαρακτηρίζεται ως «Μαγιακόφσκι των Εξαρχείων». Μάλιστα, κάποια στιγμή η Γώγου συνδέθηκε από την αστυνομία ακόμα και με την 17 Νοέμβρη, χωρίς ποτέ ωστόσο να αποδειχθεί πως όντως υπήρχε κάποια σχέση ανάμεσα στην ίδια και την εν λόγω οργάνωση.

Η ιστορία αυτή, που σε γενικές γραμμές έχει ξεχαστεί, αφορά μια μίνι περιπέτειά της με την Δικαιοσύνη στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, την περίοδο δηλαδή που η 17 Νοέμβρη έκανε τα πρώτα και πιο χαρακτηριστικά της χτυπήματα. Η Γώγου μόλις είχε αρχίσει να κατοχυρώνεται ως μια καλλιτέχνις που έκανε στρατευμένη πολιτικά τέχνη. Το «Βαρύ Πεπόνι» του 1977 και η «Παραγγελιά» του 1980 (μια ταινία για την ιστορία του Νίκου Κοεμτζή), οι δυο τελευταίες ταινίες της ήταν κάτι παραπάνω από δυο απλές κινηματογραφικές συμμετοχές: υπήρξαν ξεκάθαρη πολιτική θέση. Τότε ήταν, το 1980, που η Γώγου κατηγορήθηκε ως μέλος της 17 Νοέμβρη.

Υπερασπίζομαι την Αναρχία/Κατερίνα Γώγου

Ένα βράδυ του 1980, η 17 Νοέμβρη πραγματοποίησε το τρίτο της ένοπλο χτύπημα. Επρόκειτο για την εκτέλεση του υποδιοικητή των ΜΑΤ, Παντελή Πέτρου και του οδηγού του, Σωτήρη Σταμούλη. Και οι δυο εκτελέστηκαν μέσα στο αμάξι όπου και «γαζώθηκαν» στις σφαίρες από τα μέλη της 17 Νοέμβρη.

Όταν η αστυνομία έφτασε στον τόπο του εγκλήματος, εκτός από τα δυο πτώματα, αντίκρισαν και τις προκηρύξεις της 17 Νοέμβρη μέσω των οποίων η τελευταία αναλάμβανε την ευθύνη για το χτύπημα.

Παρόντες ήταν και ορισμένοι αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων. Στις καταθέσεις τους στην αστυνομία, κάποιοι εξ΄αυτών δήλωσαν πως είδαν μια γυναίκα να φεύγει τρέχοντας από το σημείο μετά τους πυροβολισμούς. Η περιγραφή προσομοίαζε εντυπωσιακά στην Κατερίνα Γώγου. Ορισμένοι μάλιστα την κατονόμασαν: μίλησαν συγκεκριμένα για την Γώγου! Ήταν άλλωστε γνωστή από τις κινηματογραφικές της εμφανίσεις.

Μέσα στις επόμενες ώρες, η αστυνομία είχε μπουκάρει στο σπίτι και δίχως τη συγκατάθεσή της την είχε μεταφέρει στα κεντρικά της για ανάκριση – αυτές οι μέθοδοι υπήρχαν ακόμα, το χουντικό καθεστώς, και ειδικά μέσα σε μηχανισμούς όπως η αστυνομία, είχε αφήσει ισχυρή την παρακαταθήκη του.

Η Γώγου στάθηκε έμπρακτα στο πλευρό των αντιεξουσιαστών

Η Γώγου ανακρίθηκε για ώρες από την αστυνομία αλλά όσο επίπονη για την ίδια και αν ήταν η ανάκριση, δεν κατέστη δυνατό να στοιχειοθετηθεί κάποια κατηγορία. Τις πρώτες πρωινές ώρες αφέθηκε ελεύθερη και οι μαρτυρίες περί παρουσίας της στον τόπο της δολοφονίας μπήκαν στο συρτάρι.

Για πολλούς, η Γώγου έπεσε θύμα μιας μεγάλης ομοιότητας. Για άλλους ήταν μια κατασκευασμένη κατάσταση και οι μαρτυρίες ήταν «στημένες» για να μπορέσει η αστυνομία να χτίσει μια συνθήκη εκδίκησης απέναντι στην Γώγου με την οποία είχε ανοιχτούς λογαριασμούς από τα χρόνια της Χούντας.

Και φυσικά, υπάρχει και η τρίτη εκδοχή: η Γώγου ήταν όντως μέλος της 17 Νοέμβρη, γλύτωσε παρά τρίχα εκείνο το βράδυ και στη συνέχεια αποσύρθηκε για λόγους ασφάλειας, δεν αναμείχθηκε ποτέ ξανά με τέτοιες ενέργειες αφού ήταν πλέον στο στόχαστρο των Αρχών και το επόμενο λάθος θα ήταν καθοριστικό.

Κάθε πιθανή εκδοχή βέβαια είναι τμήμα μιας μεγάλης σεναριολογίας. Η αλήθεια δεν θα μαθευτεί μάλλον ποτέ. Και απλά ένας ακόμα αστικός μύθος θα μείνει να συνοδεύει την ταραχώδη και σύντομη ζωή της «μπέμπας» που έζησε μια μποέμικη ζωή στις αναρχικές καταλήψεις…

 Ποίημα: Υπερασπίζομαι την Αναρχία/Κατερίνα Γώγου

«Μη με σταματάς. Ονειρεύομαι.

Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας.
Αιώνες μοναξιάς.
Τώρα μη. Μη με σταματάς.
Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού.
Ονειρεύομαι ελευθερία.
Μέσα απ’ του καθένα
την πανέμορφη ιδιαιτερότητα
ν’ αποκαταστήσουμε
του Σύμπαντος την Αρμονία.

Ας παίξουμε. Η γνώση είναι χαρά.
Δεν είναι επιστράτευση απ’ τα σχολεία
Ονειρεύομαι γιατί αγαπώ.
Μεγάλα όνειρα στον ουρανό.
Εργάτες με δικά τους εργοστάσια
συμβάλουν στην παγκόσμια σοκολατοποιία.
Ονειρεύομαι γιατί ΞΕΡΩ και ΜΠΟΡΩ.

Οι τράπεζες γεννάνε τους «ληστές».
Οι φυλακές τους «τρομοκράτες»
Η μοναξιά τους «απροσάρμοστους».
Το προϊόν την «ανάγκη»
Τα σύνορα τους στρατούς
Όλα η ιδιοχτησία.
Βία γεννάει η Βία.
Μη ρωτάς. Μη με σταματάς.
Είναι τώρα ν’ αποκαταστήσουμε
του ηθικού δικαίου την υπέρτατη πράξη.

Να κάνουμε ποίημα τη Ζωή.
Και τη Ζωή πράξη.
Είναι ένα όνειρο που μπορώ μπορώ μπορώ
Σ’ ΑΓΑΠΩ
και δεν με σταματάς δεν ονειρεύομαι. Ζω.

Απλώνω τα χέρια
στον Ερωτά στην αλληλεγγύη
στην Ελευθερία.
Όσες φορές χρειαστεί κι απ’ την αρχή.
Υπερασπίζομαι την Αναρχία.»


===================== 
"O σιωπών δοκεί συναινείν"

Πως γεννήθηκε το ελληνικό πελατειακό κράτος

του Γεωργίου Κοντογιώργη,

Στο εσωτερικό του νεοελληνικού κράτους, η εγκαθίδρυση της βαυαρικής απολυταρχίας με τη βίαιη κατάργηση των πόλεων/κοινών που ακολούθησε είχε ως συνέπεια να μεταστεγασθεί η λογική του πολεοκεντρισμού στο περιβάλλον του κεντρικού πολιτικού συστήματος.

Φορείς της ήταν οι δυνάμεις εκείνες που εγκαλούσαν προηγουμένως τον Καποδίστρια για αυταρχισμό, επειδή θεωρούσαν ότι το εγχείρημα δημιουργίας ενός κεντρικού πολιτικού συστήματος ικανού να διαχειρισθεί τη διάσωση της επανάστασης και να συγκροτήσει κράτος, αντέκειτο στην πολεοτική τους αυτονομία. Πώς ερμηνεύεται λοιπόν η μεταστέγαση της εμφυλιακής/διχαστικής λογικής της πολιτικής αντίθεσης στο νεοελληνικό κράτος;

Είχαν ήδη από την εποχή του Καποδίστρια διαγνώσει ότι το πολίτευμα της απολυταρχικής ή ακόμη και της αιρετής μοναρχίας τους παρείχε περισσότερες εγγυήσεις για την εξουσία που κατέκτησαν στη διάρκεια της Επανάστασης, συγκριτικά με την αποκατάσταση των δημοκρατίας στα κοινά που επιχειρήθηκε από τον Κυβερνήτη.

Ουδείς προφανώς είχε λόγους

Στο κλίμα αυτό, ουδείς προφανώς είχε λόγους να εισαγάγει στον πολιτικό και ιδεολογικό διάλογο το μέτρο της κοσμοσυστημικής αναλογίας: να αντιμετωπίσει το πολεοτικό κοινό ως την θεμελιώδη κοινωνία στο κοσμοσύστημα μικρής κλίμακας, δηλαδή ως το ισοδύναμο του κράτους-έθνους στη μεγάλη κλίμακα. Εύλογα, αφού με τον τρόπο αυτόν, έπρεπε να προταχθεί η δημοκρατία του κοινού/πόλης ως η Πολιτεία του κράτους έθνους. Ο “εξευρωπαϊσμός” που επεβλήθη ως δείγμα στο νεοελληνικό προτεκτοράτο, επέτασσε την ανωτερότητα της απολυταρχικής μοναρχίας, όπως ακριβώς της αιρετής μοναρχίας, έναντι της δημοκρατίας σήμερα.

Επιπλέον, η λειτουργία του ως (ατομικού) συνομιλητή του πολιτικού προσωπικού, πραγματοποιείται με άνισους όρους, δεδομένου ότι η συνάντησή τους γίνεται σε εξωθεσμική βάση με αποτέλεσμα η όποια πολιτική υπόσχεση του τελευταίου να μην περιέχει το στοιχείο της δέσμευσης. Σε κάθε περίπτωση ο ρέκτης της δημοκρατικής παιδείας αδυνατεί να λειτουργήσει ως αθέμιτη συλλογική οντότητα, και μάλιστα ως άμορφη κοινωνική μάζα/αγέλη σε καθεστώς ιδιωτείας, όπως συμβαίνει με τον υπήκοο που μόλις εξήλθε από τη φεουδαρχία. Ο ένας συλλογάται ως πλήρης πολίτης, ο δε υπήκοος, ως απολύτως ατελής πολίτης.

Στο κλίμα αυτό, ο πολιτικός έχει απέναντί του ως συνομιλητή όχι την κοινωνική συλλογικότητα των πολιτών, αλλά ένα έκαστο των μελών της, και κυριολεκτικά ένα δίκτυο οργανικών πελατών. Έτσι, και ο σκοπός της πολιτικής προσαρμόζεται αναλόγως. Οι δημόσιες πολιτικές με πρόσημο το κοινό ή εθνικό συμφέρον, παραχωρούν τη θέση τους σε πολιτικές που εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στην συντήρηση δικτύων αποδόμησης του συλλογικού, δικτύων συγκατανευσιφάγων, που χρησιμοποιούν το κράτος, το δημόσιο αγαθό εντέλει, ως πρυτανείο σίτισης.

Για να συντηρηθεί η εκφυλισμένη αυτή εκδοχή της αιρετής μοναρχίας, η κομματοκρατία, όφειλε να ολοκληρώσει το έργο της, διαρρηγνύοντας τη σχέση της με τις ηγέτιδες δυνάμεις του μείζονος Ελληνισμού, κυρίως την αστική τάξη, και επιπρόσθετα με την πνευματική και την πολιτική του ηγεσία. Καθώς έχουμε εθισθεί στην ιστόρηση του Ελληνισμού με βάση τα πεπραγμένα του κράτους, όχι του κόσμου του, δεν έχει προσεχθεί το γεγονός ότι η αστική τάξη του μείζονος Ελληνισμού συνέχισε να διαγράφει μια αδιάκοπη πορεία στην διιστορία, έχοντας οικουμενική ιδιοσυστασία και εταιρική/δημοκρατική δομή, όπως και στην όλη του συγκρότηση.

Ο αποκλεισμός του μείζονος Ελληνισμού

Ο Ελληνισμός, κατά την ύστερη τουρκοκρατία, δεν διήγε, όπως οι λοιπές κοινωνίες, το στάδιο της εξόδου του από τη φεουδαρχία, προκειμένου να επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στη συγκρότηση των πρώιμων θεμέλιων παραμέτρων του ανθρωποκεντρισμού. Ήταν ένα σώμα κοινωνικών τάξεων εδρασμένων στη νομισματική οικονομία, με προέχουσα την αστική τάξη.

Την αστική τάξη του μείζονος Ελληνισμού οι δυνάμεις της κομματοκρατίας την απέκλεισαν από το εθνικό κράτος, όπως ακριβώς και τις δυνάμεις του πνεύματος. Θα λέγαμε μάλιστα ότι επέλεξαν να την παραδώσουν, μαζί με το πρόταγμα της εθνικής ολοκλήρωσης, βορά στους εθνικισμούς και στον υπαρκτό σοσιαλισμό που αναδύθηκαν στην περιοχή του ζωτικού του χώρου.

Μια παράπλευρη συνέπεια του γεγονότος αυτού είναι ότι αποστέρησαν το πολιτικό σύστημα από μια ενδιάμεση ισχυρή κοινωνική και πολιτική δύναμη που θα ηδύνατο να καθοδηγήσει τις πολιτικές του με πρόσημο μια ταξική μεν, πλην όμως συλλογική αντίληψη του κοινού συμφέροντος. Η επιλογή αυτή, υπέκρυπτε επίσης μια κρίσιμης σημασίας υστεροβουλία. Την ρήξη της ελλαδικής κοινωνίας με το ιστορικό, ιδεολογικό, πολιτικό και το εν γένει ανθρωποκεντρικό της προηγούμενο, καθώς η ρήξη αυτή αποτελούσε την αναγκαία συνθήκη για τη νομιμοποίηση του κράτους της απολυταρχικής, αργότερα της αιρετής μοναρχίας/πολιτικής κυριαρχίας και, συνακόλουθα, της κομματοκρατίας.

slpress.gr

===================== 
"O σιωπών δοκεί συναινείν"

«Η αρνητική επίδραση της Εκκλησίας στο γένος/έθνος» – Ο ρόλος του θρησκεύματος - Η Εκκλησία και η Επανάσταση - Διαγωνισμός 200 ετών


Περιεχόμενα

Οι αίτιοι της Επανάστασης

Ο ρόλος του θρησκεύματος

Η εκκλησιαστική εκπαίδευση των λογίων

Η Εκκλησία και η Επανάσταση

Ο διαγωνισμός

Τον επόμενο χρόνο, ολοκληρώνονται 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, την αφετηρία της δημιουργίας του ελληνικού μας κράτους και της πολιτικής αυτοδιάθεσης της ελληνικής κοινωνίας μας, μετά από μια μακρόχρονη σκλαβιά αιώνων. Είναι μια χρονιά που προγραμματίζονται πολλές εκδηλώσεις, τόσο για τον εορτασμό όσο και τον αναστοχασμό, του κατά πόσον οι επιταγές των υποκινητών και επαναστατών παππούδων μας πέτυχαν τον στόχο τους, δηλαδή αν όντως ελευθερωθήκαμε από όλα αυτά που μας καταπίεζαν και μας κρατούσαν ακόμα στον Μεσαίωνα ή όχι.

Οι αίτιοι της Επανάστασης

Όπως ήδη η έρευνα έχει δείξει, η Επανάσταση επιτεύχθηκε μεν από κλέφτες και αρματολούς, τα μόνα ένοπλα τμήματα που υπήρχαν από χριστιανούς στην χώρα, με την καθοριστική στο τέλος βοήθεια των Μεγάλων Δυνάμεων που συμπαραστάθηκαν τελικά ενεργά, στο να μας βοηθήσουν να ελευθερωθούμε, αλλά οι αιτίες για την οργάνωση αυτή και τον γενικό ξεσηκωμό, προέρχονται απόμια πολύπλοκη διαδικασία η οποία συνελήφθη σαν ιδέα, πλαισιώθηκε και οργανώθηκε, από εμπόρους και λογίους που είχαν επαφή με την Δύση.

Οι άνθρωποι αυτοί ζώντας ήδη, ή σπουδάζοντας εκεί και βλέποντας τον τόπο τους να έχει μείνει πίσω πολιτισμικά, πολιτικά και σε συνθήκες φτώχειας και σκλαβιάς από αλλόφυλους μουσουλμάνους, την στιγμή που στην Ευρώπη από την μία υπήρχε αλματώδης άνοδος σε όλους τους τομείς, από την άλλη όλοι μιλούσαν για τον λαμπρό αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, αποφάσισαν να βοηθήσουν να αλλάξει η κατάσταση και η κοινωνία μας να μπει στην τροχιά των πολιτισμένων λαών.

Ο τρόπος εκδήλωσης αυτής της δράσης ήταν η μεγάλη εκπαιδευτική προσπάθεια και η πληθώρα εντύπων για τον φωτισμό από τον λήθαργο των ραγιάδων, καθώς και οι μεταφράσεις από τις πολιτικές, φιλοσοφικές και επιστημονικές ιδέες και γνώσεις που υπήρχαν ήδη στην Δύση και φυσικά η οργάνωση της μυστικής Φιλικής Εταιρείας που θα ξεκινούσε την Επανάσταση.

Ο καρπός αυτής της δράσης ήταν η δημιουργία πληθώρας νέων σχολείων στην τουρκοκρατούμενη χώρα, η τάση των ραγιάδων να βαφτίζουν τα παιδιά με ελληνικά (αντί χριστιανικά) ονόματα, η όλο και μεγαλύτερη γνώση τους για το αρχαίο ένδοξο παρελθόν και το επακόλουθο φυσικά ξύπνημα της φλόγας της λευτεριάς.

Η ιδεολογία της Επανάστασης τέλος, ήταν επηρεασμένη από τα προτάγματα της Γαλλικής Επανάστασης όσο και του Διαφωτισμού, με την προσθήκη φυσικά της διαφορετικότητας της θρησκείας, αφού αυτή ήταν το μόνο βασικό στοιχείο διαχωρισμού από τους Οθωμανούς.

Ο ρόλος του θρησκεύματος

>Είναι προφανές, ότι το γένος των Ρωμιών που με την διαδικασία αυτή μετατρέπεται σταδιακά σε έθνος και που θα δημιουργήσει τελικά το ελληνικό κράτος, έχει σαν ειδοποιό διαφορά από τον δυνάστη, κυρίως το θρήσκευμα και λιγότερο την γλώσσα. Αυτό δεν ήταν θέμα επιλογής, ήταν ανάγκη αφού δεν αναγνώριζε η Πύλη τίποτα άλλο πέρα από τις τρεις γνωστές μονοθεϊστικές θρησκείες, δεν υπήρχε δε καμία φιλοσοφική πρόοδος πέρα από ελάχιστους λόγιους, ώστε να αλλάξει κάτι στην θρησκευτική ιδεολογία των Ρωμιών, η δε Εκκλησία είχε ως κύριο έργο της, τον αυστηρό έλεγχο των χριστιανών, και αυτός είναι ο λόγος που είχε αποκτήσει πάρα πολύ πλούτο και της δόθηκαν από τον Σουλτάνο πάρα πολλά προνόμια, τόσο σαν οργανισμό όσο και σαν επισκόπους ή μητροπολίτες ή κατά τόπους ηγούμενους σε μονές, δηλαδή όσοι ήταν με την ευλογία των Οθωμανών οι υπεύθυνοι για την διαχείρισή της, αλλά και τον έλεγχο των ίδιων των Ρωμιών.

Η εκκλησιαστική εκπαίδευση των λογίων

Ας έλθουμε τώρα στους λόγιους. Οι λόγιοι ήταν κατά κανόνα εκκλησιαστικοί. Αυτό δεν έχει να κάνει με το ότι αντιπροσώπευαν στις ιδέες και τις πράξεις τους την επίσημη Εκκλησία πάντα. Εκείνη την εποχή όλη η παιδεία των Ρωμιών ήταν σε εκκλησιαστικά χέρια και όσοι ήθελαν να ασχοληθούν περισσότερο και να μορφωθούν, μόνο μέσα από αυτήν θα ξεκινούσαν ή θα σταδιοδρομούσαν, αναγκαστικά, κάτι που συνέβαινε σε όλον τον Μεσαίωνα και στο Βυζάντιο. Έτσι κάποιοι από αυτούς έγιναν οι φορείς αυτού που λέμε Ελληνικό Διαφωτισμό, μπολιάζοντας το γένος με τις νέες πολιτικές, φιλοσοφικές και επιστημονικές γνώσεις που κυριαρχούσαν στην Δύση και ετοιμάζοντάς τον για τον Ξεσηκωμό, ενώ οι υπόλοιποι αντιδρούσαν σε σύμπνοια με την επίσημη εκκλησιαστική πρακτική. Η κύρια ειδοποιός διαφορά από τους υπόλοιπους ήταν αν μετά το πέρας τον σπουδών τους στην Ανατολή, πήγαν για να συνεχίσουν τις σπουδές στην Δύση ή όχι, και γενικά πόσο επηρεάστηκαν από τις νέες φιλοσοφικές και επιστημονικές θεωρίες, που φυσικά όλες έρχονταν από την Δύση, ή ήσαν φορείς της συντήρησης που διακονούσε η Εκκλησία.

Η Εκκλησία και η Επανάσταση

Είναι προφανές ότι η Επανάσταση εκ των πραγμάτων, πέρα από την αντίθεση στον κατακτητή, έρχεται σε αντιπαράθεση και με αυτό το καθεστώς ελέγχου και επιβολής της Εκκλησίας, αφού η πάγια θέση της Εκκλησίας ήταν ότι: οι Τούρκοι ήρθαν για να φυλάνε την ακεραιότητα της ορθοδοξίας από τους αιρετικούς Λατίνους, και άρα όπως κατ` επανάληψη είχαν δηλώσει και είχαν πείσει τον κόσμο, “η σκλαβιά αυτή ήταν θεόσταλτη και για το καλό του γένους”.

Είναι αστείο πράγματι το ρεύμα του “Ελληνοχριστιανισμού” σήμερα, που ψάχνει να βρει σε έγγραφα κάποιες θεωρητικές υπόνοιες, για την δήθεν κρυφή φιλελληνική ή υπέρ της Επανάστασης στάση του ανώτερου κλήρου ή του πατριάρχη. Η δουλειά και το συμφέρον του κλήρου μέσα στην Οθωμανοκρατία, ήταν δεδομένο και ήταν αυτό ακριβώς, ο έλεγχος των Ρωμιών. Δηλαδή να είναι ήσυχοι και νομοταγείς στο οθωμανικό καθεστώς και αυτός είναι και ο λόγος καρατόμησης του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’, δηλαδήτο γεγονός ότι του ξέφυγε τελείως ο έλεγχος και ξέσπασε η Επανάσταση, σε ένα μέρος των ραγιάδων που έλεγχε. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο ανώτατος κλήρος ήταν ενταγμένος μέσα στην Διοίκηση της Πύλης και οι μητροπολίτες και επίσκοποι και φυσικά ο Πατριάρχης, ήσαν ανώτατοι Οθωμανοί άρχοντες που λογοδοτούσαν απευθείας στον Σουλτάνο, όπως και σήμερα ο Πατριάρχης και όσοι μητροπολίτες ενδιαφέρονται για το Φανάρι είναι Τούρκοι υπήκοοι. Ο νυν Πατριάρχης το έχει δηλώσει ευθαρσώς και ευλογεί πάντα τα τουρκικά στρατεύματα όποτε χρειαστεί. Αλλά μην μας παραξενεύει αυτό. Η Εκκλησία είναι ένας διεθνιστικός οργανισμός που πάντα παίζει με τον δυνατότερο.

Αυτό όσο και αν ξυνίζει τους όψιμους ελληνοχριστιανούς, ήταν και είναι η πάγια θέση της Εκκλησίας και ταυτίζεται με τον διεθνιστικό της ρόλο. Πουθενά στα κείμενα και στις γραφές της, δεν υπάρχει ίχνος εθνισμού ή σχέση με κάποιον λαό ή έθνος, πέρα από το αγαπημένο λαό του Γιαχβέ, το Ισραήλ, η δε λέξη “έθνη” στην Αγία Γραφή είναι ξεκάθαρα δαιμονοποιημένη.

Οποιαδήποτε εφήμερη ταύτιση της Εκκλησίας για λόγους λαϊκισμού, με κράτη ή εθνότητες είναι πρόσκαιρη και για όσο μπορεί να τις ελέγχει, να διατηρεί προνόμια ή και να επιβάλει απόψεις. Αν αυτό διαταραχθεί, με μεγάλη ευκολία αλλάζει στρατόπεδο. Αυτό έγινε για παράδειγμα με το Βυζάντιο στα ύστερά του χρόνια, που ενώ αυτό για λόγους επιβίωσης διολίσθαινε σε συνεννόηση με τους δυτικούς Λατίνους, η Εκκλησία προσκολλήθηκε πολύ γρήγορα στους Οθωμανούς, από τους οποίους πήρε και δύναμη και προνόμια, αφού βοήθησε το κράτος του Βυζαντίου να καταλυθεί μια ώρα αρχύτερα, σαμποτάροντας κάθε σύγκλιση με την Δύση και δηλώνοντας στην κάθε ευκαιρία την υποταγή στον Σουλτάνο. (κάτι που είδαμε να γίνεται εύκολα και με κάθε άλλο δικτάτορα, φύρερ κ.λπ.).

Είπαμε λοιπόν για την φιλοτουρκική θέση και δράση της επίσημης Εκκλησίας, κάτι που αργότερα οδήγησε και στο σχίσμα, με την αργότερα δημιουργημένη ελλαδική Εκκλησία που ευσχήμως αργότερα ονομάστηκε “αυτοκέφαλο”, τι γίνεται όμως με τον κατώτερο κλήρο;

Ο κατώτερος κλήρος ήταν πιο κοντά στον λαό, και αν κάποιος ιερέας δεν είχε βλέψεις για ιερατικά αξιώματα, δεν δεσμευόταν πάντα από τις επιταγές της ιεραρχίας και επηρεαζόταν επί πλέον και από το τοπικό ρεύμα που ξεσήκωσε όλους τους Ρωμιούς για να επαναστατήσουν. Έτσι εκτός από αντίδραση ή αντιεπαναστατική δράση σύμφωνα με τις επιταγές της Εκκλησίας, έχουμε και συμμετοχή και ένθερμη υποστήριξη, παρασυρόμενη από τον λαϊκό αναβρασμό κάποιων ιερέων, μόνο που η προβολή αποκλειστικά αυτής σαν χαρακτηριστικό “εθνικής” δράσης που να αντιπροσωπεύει την Εκκλησία, είναι παραπλανητική και υποκριτική.

Πως φαίνεται ποια ήταν η θέση της Εκκλησίας σε σχέση με αυτή την μετατροπή από το γένος στο έθνος και την δημιουργία εθνικής συνείδησης;

Αρχικά από τα ίδια τα κείμενα όσων καυτηρίαζαν προεπανασταστικά την δράση της Εκκλησίας. Ο Κοραής είναι ένα πασίγνωστο δείγμα. Η Ελληνική Νομαρχία είναι επίσης μια ένδειξη αυτής της κατάστασης, όπως και ο διαγωνισμός που θα αναφερθεί στο τέλος.

>Στην συνέχεια από την αντίδραση του κλήρου και του ορθόδοξου φανατισμένου λαού, πάντα παρακινούμενου φυσικά από τους παραμονεύοντες ταγούς του, σε ό,τι νεοτερικό εμφανιζόταν και αυτό φαίνεται στην συμπεριφορά στους φορείς του Ελληνικού Διαφωτισμού, κάτι που φαίνεται στις αμέσως επόμενες παραπομπές, αλλά θα αναφερθεί ξανά σύντομα.

Τέλος, από σειρά επίσημων εγγράφων και ενεργειών (που περιελάμβανε, κάψιμο βιβλίων και απειλές εξόντωσης) για την αποκοπή ή την αποδοκιμασία, όχι μόνον κάθε επαναστατικής διαδικασίας αλλά και κάθε νέας ιδέας που έρχεται από την Δύση, πολιτικής, φιλοσοφικής και επιστημονικής, αφού με αυτές μπορούσε να αλλάξει η ιδεολογία και διάθεση των ραγιάδων και δεν θα μπορούσε πλέον να τους “ποιμάνει” σωστά, αλλά και στην προσπάθεια μονοπώλησης της πληροφορίας και των ιδεών που κυκλοφορούσαν.

Μερικές ενδιαφέρουσες σχετικές αναρτήσεις:

Η οικονομική αφαίμαξη των ραγιάδων από την Εκκλησία κατά την Τουρκοκρατία.

Τα «πεσκέσια», οι αλλαξοπατριαρχίες, οι όρκοι υποταγής στον Σουλτάνο, οι προδοσίες και οι…αργίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Πατρική Διδασκαλία – Ένα αξεπέραστο μνημείο ραγιαδισμού των «εθνομαρτύρων» ιεραρχών της Εκκλησίας

Αδελφική Διδασκαλία – Η απάντηση του Αδαμάντιου Κοραή στην τουρκόδουλη «Πατρική Διδασκαλία» της Εκκλησίας

Εκκλησία και Διαφωτισμός: Όπως λέμε «καμμία σχέση»…

Ο αφορισμός της Επανάστασης του 1821 από την Εκκλησία

Τουρκοκρατία, παπάδες και ραγιάδες: «Ομού με τους Τούρκους τους βαρούμεν»

Δίψα για εξουσία και η οικονομική εκμετάλλευση των εκκλησιαστικών (Β΄ μέρος) κεφ. (Επί τουρκοκρατίας)

Το «Κρυφό Σχολειό» – Κατά πόσον ήταν «κρυφό» άραγε;

H Εκκλησία, o «πολύτιμος» εθνικός ρόλος της και η«συμβολή» της στην παιδεία και την επιστήμη – Απλά μαθήματα θρησκευτικού χαμαιλεοντισμού

Βυζαντινά χρυσόβουλα και οθωμανικά φιρμάνια – Το οθωμανικό κράτος του θεοκρατικού ελληνικού έθνους

Σκοπός λοιπόν της Εκκλησίας ήταν όπως είπαμε ο πλήρης έλεγχος των Ρωμιών και κάθε νεοτερισμός ειδικά από την αιρετική Δύση, ήταν απαράδεκτος και έπρεπε να παταχθεί. Για την Εκκλησία, η παιδεία των Ρωμιών μπορούσε και έπρεπε να είναι συνέχεια αυτής της πατροπαράδοτης Βυζαντινής και το τι ήταν η βυζαντινή παιδεία, έχει αναλυθεί νομίζω επαρκώς. Μια παιδεία χωρίς κριτική σκέψη, χωρίς ερωτήσεις αλλά με έτοιμες απαντήσεις, χωρίς χρήση λογικής και χωρίς αναζητήσεις, που αναμασάει τα ίδια και τα ίδια, στην βάση των Πατέρων της Εκκλησίας, αυτής που μας άφησε στον Μεσαίωνα όσο η Δύση έκανε άλματα στην σκέψη και τον πολιτισμό, αυτή που κρατάει τον λαό μονίμως στην συντήρηση, ιδανική για την συνέχιση της σκλαβιάς χωρίς προβλήματα για την ίδια την Εκκλησία.

Κλασικό παράδειγμα για το πως έβλεπε και ήθελε η Εκκλησία την παιδεία των Ρωμιών, ήταν ο πασίγνωστος καλόγερος Κοσμάς ο Αιτωλός, που θεωρείται από πολλούς σήμερα και σαν “εμβληματική” μορφή για την παιδεία επί Οθωμανοκρατίας. Σύμφωνα με τον Κοσμά λοιπόν,τα παιδιά έπρεπε να μαθαίνουν γράμματα για να διαβάζουν εκκλησιαστικά κείμενα μόνο, ενώ οι Τούρκοι είναι φίλοι μας και μας προστατεύουν, και με το σχετικό μπαξίσι θα είμαστε ήσυχοι από αυτούς.

Ο διαγωνισμός

Αυτή λοιπόν την αρνητική σχέση της Εκκλησίας με τους υπόδουλου ραγιάδες, προσπάθησε το 1821 να αναδείξει το περιοδικό Μέλισσα, το οποίο εκδιδόταν στο Παρίσι με σαφή φιλοκοραϊκό προσανατολισμό, και θέλησε να την ερευνήσει και να την αναδείξει στον υπόδουλο λαό, κάνοντας έναν διαγωνισμό με κύριο τίτλο “Ποιά και πόσα είναι τα κακά, όσα προξένησαν και έτι προξενούσιν εις το δυστυχές ημών γένος οι περισσότεροι των αρχιερέων, από Φωτίου του πατριάρχου μέχρι σήμερον” και δευτερεύουσα προσθήκη “Ποιοί δε υπάρχουσιν οι κύριοι τρόποι, δι’ ων είναι δυνατόν να καταργηθή ο πανωλέθριος και φρικτός δεσποτισμός των αναξίων διαδόχων του φιλανθρώπου Ιησού και σωτήρος;”

Ο διαγωνισμός αυτός δυστυχώς, έμεινε ανολοκλήρωτος, γιατί ξέσπασε η Επανάσταση και το περιοδικό ανέστειλε την έκδοσή του, αλλά ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για να ξανατεθεί και να ολοκληρωθεί, με την αφορμή του εορτασμού και μάλιστα σε διευρυμένο χρονικό πλαίσιο, πρακτικά από την εμπλοκή της Εκκλησίας με το ρωμαϊκό κράτος από το 4ο αι, μέχρι σήμερα.

Η σελίδα του διαγωνισμού για όποιον θέλει να συμμετάσχει με τεκμηριωμένη δημοσίευση για το θέμα αυτό είναι: www.diagonismos1821.gr

Περιττό να αναφερθεί, ότι ο εορτασμός του 2021 και τέτοιες προσπάθειες, είναι μια εξαιρετική ευκαιρία για να ξανατεθεί το τι είναι εθνικόν, αν είναι δηλαδή το αληθές όπως πρότεινε ο Διονύσιος Σολωμός, ή το θάψιμο κάτω από το χαλί της αντεθνικής δραστηριότητας της Εκκλησίας, του πιο πλούσιου οργανισμού και με την μεγαλύτερη δύναμη στην ταλαίπωρη ακόμα χώρα μας.

Είναι ευκαιρία επίσης και για την ελληνική κοινωνία, για εμάς τους ίδιους, στο να κατανοήσουμε ποιοι είμαστε και τι θέλουμε να γίνουμε. Θα μείνουμε υποταγμένοι στον ραγιαδισμό, στην συντήρηση που μονίμως προβάλλει η Εκκλησία όπως με τις αντιεπιστημονικές της δηλώσεις με αφορμή την πανδημία τελευταία; στην διατήρηση της δύναμής της να κατεβάζει υπουργούς που δεντης αρέσουν όπως στην προηγούμενη κυβέρνηση; να απειλεί και να αφορίζει όπως ο Καλαβρύτων ακόμα και τον πρωθυπουργό; να κάνουν οι ταγοί της ρατσιστικές δηλώσεις ή παρανομίες ανενόχλητα; να κλείνει το μάτι σε ακραίους και φασίστες όπως σε κάθε μορφή τέχνης που θεωρούν προσβλητική; ή θα θάψουμε την πολιτική της δράση στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και θα περιοριστεί μόνο στους πιστούς και στα του οίκου της με απόφαση όλων των Ελλήνων; Θα έλθει τελικά η ισότητα στον νόμο σε αυτόν τον τόπο;

Φιλίστωρ


=====================
 "O σιωπών δοκεί συναινείν"

Ο Καθ. Γιώργος Κοντογιώργης αναλύει Θουκυδίδη. (Η καλύτερη και πιο εμπεριστατωμένη γεωστρατηγική ανάλυση! )

Ο Γιώργος Κοντογιώργης συνομιλεί με καίριες πτυχές του κορυφαίου έργου του Θουκυδίδη και επιχειρεί μια ανάγνωση της εποχής μας μέσα από αυτό. 

 Η σειρά αυτή των διαλέξεων πραγματοποιήθηκε στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη (Ιανουάριο 2017 – Φεβρουάριο 2018).  Δείτε παρακάτω και τις πέντε διαλέξεις που πραγματοποιήθηκαν:

  Γ. Κοντογιώργης - Ο Θουκυδίδης και η εποχή μας (1/5)

 

     Γ. Κοντογιώργης - Ο Θουκυδίδης και η εποχή μας (2/5)

 
 
  Γ. Κοντογιώργης - Ο Θουκυδίδης και η εποχή μας (3/5)

  --  
Γ. Κοντογιώργης - Ο Θουκυδίδης και η εποχή μας (4/5)

   

  Γ. Κοντογιώργης - Ο Θουκυδίδης και η εποχή μας (5/5)


===================== 
 O σιωπών δοκεί συναινείν"