Διάλεξη του ιστορικού κ. Μάρκου Γκιόλια στο 1ο Παγκόσμιο Συνέδριο Ευρυτάνων με τίτλο “Τα Βουνά ως πλαίσιο του Πολιτισμού και της Ιστορίας των Ευρυτάνων – Τα Βουνά στην ψυχή του Ευρυτανικού λαού”
Ένας μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος, ο Hegel, αξιοσκοπώντας τα συστατικά στοιχεία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, τόνισε πως η Ελλάδα προσφέρει το γαλήνιο κι ανεπανάληπτο θέαμα της δροσερής νεότητας του πνεύματος. Η αιώνια αυτή δροσερότητα του ελληνικού πνεύματος, λέγει ο Hegel, ξεκινάει από την ελληνική φύση. Ο Πάνας ήταν θεός των δασών και των βουνών και προστάτης των βοσκών. Διέτρεχε τα βουνά και τα λαγκάδια, παίζοντας τον αυλό που εφεύρε ο ίδιος. Τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων, τον Δία, η ελληνική φαντασία τον τοποθέτησε πάνω στον Όλυμπο, στο ψηλότερο βουνό της Ελλάδας.
Η πνευματική δημιουργία του ευρυτανικού λαού είναι βαθιά ζυμωμένη με τα βουνά, κατεξοχήν χώρα των βουνών είναι η Ευρυτανία. Τα βουνά με την ομορφιά τους και το θρύλο τους, με την ποιητική γραφικότητα και την αγέραστη παρουσία τους μέσα στο χρόνο, δεσπόζουν στη φαντασία και στην ψυχή του λαού. Τόσο η ποίηση και η μουσική, όσο και οι παροιμίες και οι άλλες μορφές του λαϊκού καλλιτεχνικού βίου, είναι ολόπλευρα επηρεασμένες από τη γοητεία των βουνών.
Από την απώτατη εποχή της αρχαιότητας, ο λαός έστρεψε τους λογισμούς και τη φαντασία του προς τα βουνά, βλέποντάς τα όχι μόνο σαν μια αισθητική, μα και σαν μια κοινωνική έκφραση του βίου του. Τα βουνά για τον ευρυτανικό λαό δεν υπήρξαν απλώς ορθόστητοι και άψυχοι γεωφυσικοί όγκοι. Υπήρξαν πηγή έμπνευσης και δημιουργίας σε όλη την ιστορική διαδρομή του. Η μουσική και το τραγούδι του είναι βαθιά διαποτισμένα και συνυφασμένα με την παρουσία των βουνών, με την ομορφιά και το ψήλωμά τους, με τη λυγεράδα και την αταπείνωτη περηφάνια τους. Τα βουνά για την ψυχή του λαού στάθηκαν αληθινά σύμβολα ευψυχίας και παλικαριάς, αρετής και ανδρειοσύνης. Υπήρξαν ακόμα τα ευρυτανικά βουνά ενδιαιτήματα θεών, φωλιές και λημέρια των κλεφτών, ταμπούρια της ελευθερίας, οχυρά προστασίας και διαφύλαξης του λαού. Η ποιητική ανάταση και η ψυχική λεβεντοσύνη του λαού έχουν κάτι από την επιβλητική και μεγαλοδύναμη παρουσία των βουνών. Η αρρενωπή ποίησή του, καθώς και η γλώσσα του, η σκέψη του, ο συναισθηματισμός του, ο χαρακτήρας του, όλα αυτά δεν είναι άσχετα με τη δυναμική παρουσία των βουνών στη ζωή του. Τόσο στις πικρές ιστορικές συμφορές, όσο και στους χαρούμενους θριάμβους, στις ένδοξες νίκες ή στις πικρές ήττες του, τα βουνά δέθηκαν απόλυτα με τη ζωή του.
Τούτο σημαίνει πως τα βουνά δέθηκαν απόλυτα με την ψυχή και την τέχνη του λαού, με το τραγούδι και τη μουσική του, καθώς και με όλες τις άλλες μορφές και εκδηλώσεις του λαϊκού πολιτισμού. Σε όλα σχεδόν τα τραγούδια του λαού, το βουνό προβάλλει σαν ένα αιώνιο και απέθαντο σύμβολο δημιουργίας, που δένεται με τη χαρά, με τον πόνο, με τη νίκη, με το θρίαμβο, με την ξενιτιά, με τον έρωτα:
Όσα βουνά κι αν πέρασα, όλα τα παραγγέλλω
βουνά μου μη χιονίσετε, κάμποι μη παχνιστείτε…
βουνά μου μη χιονίσετε, κάμποι μη παχνιστείτε…