Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μυθιστόρημα του Μενέλαου Λουντέμη «Οδός Αβύσσου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μυθιστόρημα του Μενέλαου Λουντέμη «Οδός Αβύσσου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2021

22 Ιανουαρίου 1977 πέθανε ο Μενέλαος Λουντέμης, ο συγγραφέας που μετρούσε τα άστρα από την εξορία

Ο Μενέλαος Λουντέμης (πραγματικό ονοματεπώνυμο Δημήτριος Βαλασιάδης) (Αγία Κυριακή Αιγιαλού 14 Ιανουαρίου 1912 – Αθήνα 22 Ιανουαρίου 1977) ήταν Έλληνας συγγραφέας και ποιητής.

https://tinyurl.com/y5d7qc4y

Ένας βαθύτατα κοινωνικός συγγραφέας που παρέμεινε ρομαντικός και γεμάτος πίστη στους ανθρώπους παρά τις πολιτικές περιπέτειες της δικής του ζωής, ο Λουντέμης διαψεύστηκε από την πραγματικότητα και οργίστηκε από την κοινωνική αδικία, αν και δεν έχασε ποτέ την πληθωρικότητα της γραφής του.

Γεμάτο αυτοβιογραφικές αναφορές και όνειρα, το πλούσιο συγγραφικό του έργο των 48 βιβλίων καλύπτει όλα σχεδόν τα είδη του γραπτού λόγου (πεζογραφία, ποίηση, δοκίμιο, θέατρο, παιδική λογοτεχνία, μετάφραση κ.ά.), κάνοντάς τον έναν από τους πλέον παραγωγικούς αλλά και διαβασμένους έλληνες λογοτέχνες.

Η αμεσότητα της πένας του, ο λυρισμός, ο ρεαλισμός και η δύναμη της περιγραφής του θα λειτουργήσουν ως καταφύγιο για τα νιάτα των δεκαετιών του 1950, του 1960 και του 1970, την ίδια ώρα που τα βιβλία του μεταφράζονται σε πάμπολλες γλώσσες και αποσπούν βραβεία στις χώρες του πρώην Ανατολικού Μπλοκ.

Ο επονομαζόμενος και Μαξίμ Γκόργκι της Ελλάδας (αλλά και Έλληναw Κνουτ Χάμσουν), που μας χάρισε αθάνατα μυθιστορήματα όπως τα «Συννεφιάζει», «Οι κερασιές θα ανθίσουν φέτος» και το μπεστ-σέλερ του «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα», ήταν ένας φτωχός και ταλαιπωρημένος νέος, κατά κόσμον Δημήτρης Βαλασιάδης, που είχε έρθει από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922 και ζούσε έπειτα από περιπέτειες στην περιοχή της Έδεσσας επιβιώνοντας με όποια δουλειά του τύχαινε: λούστρος, σερβιτόρος, υπάλληλος δικηγορικού γραφείου.

Ο νεαρός γράφει παράλληλα και γράφει πολύ. Όταν θα δημοσιευτεί σε λογοτεχνικό περιοδικό το πρώτο του διήγημα «Μια νύχτα με πολλά φώτα κάτω από μια πόλη με πολλά αστέρια», η ζωή του Λουντέμη αλλάζει μονομιάς: βρίσκει δουλειά βιβλιοθηκάριου στην Αθηναϊκή Λέσχη και λίγο αργότερα, το 1938, τυπώνεται το πρώτο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων «Τα πλοία δεν άραξαν».

Με το βιβλίο αυτό ο 27χρονος Λουντέμης μοιράζεται το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας κατά την πρώτη απονομή στην ιστορία του θεσμού και καθιερώνεται στον χώρο. Αν και οι αναποδιές καραδοκούν στη γωνιά. Την ώρα που γράφει τα περίφημα διηγήματά του «Περιμένοντας το ουράνιο τόξο» (1940) και «Γλυκοχάραμα» (1944), αλλά και το μυθιστόρημα «Έκσταση» (1943), οργανώνεται στην Αντίσταση με το ΕΑΜ κατά τη διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής και γίνεται παθιασμένος αγωνιστής, αν και η ένταξή του στο ΚΚΕ τού κοστίζει μετά τον Εμφύλιο μια μακρόχρονη εξορία στη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη (πλάι στον Γιάννη Ρίτσο και τον Μίκη Θεοδωράκη).

Ο Λουντέμης συνεχίζει να γράφει τα πάντα: «Αυτοί που φέρανε την καταχνιά» (1946), «Καληνύχτα ζωή» (1946), «Συννεφιάζει» (1948), «Βουρκωμένες μέρες» (1953), «Οι κερασιές θ’ ανθίσουν και φέτος» (1956), «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα» (1956), «Τότε που κυνηγούσα τους ανέμους» (1956), η φαρμακερή του πένα θα του φέρει όμως κι άλλες περιπέτειες.

Το 1956 δικάζεται για τα διηγήματα της συλλογής «Βουρκωμένες μέρες» με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας! Καταδικάζεται και απαγορεύεται η κυκλοφορία των βιβλίων του. Φεύγει για το Βουκουρέστι και το 1967, ενώ βρίσκεται σε ταξίδι στην Άπω Ανατολή, του αφαιρείται η ελληνική ιθαγένεια βάσει παλιού ...

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2016

Ένα παιδί μετράει τ' άστρα

image108
Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από το πρώτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος του Μενέλαου ΛουντέμηΈνα παιδί μετράει τ' άστρα. Παρουσιάζει ανάγλυφα τον πόθο του φτωχού παιδιού να μάθει γράμματα, καθώς και την προσπάθεια να επιτύχει το στόχο του παρά τις αντίξοες κοινωνικές συνθήκες.
image109ια μέρα κάθισε και παίδεψε το κεφάλι του. Το 'βαλε κάτω και το παίδεψε, το 'πλεξε όπως είδε να κάνουν οι γύφτοι με το καλάθι. Στο τέλος το βρήκε: Θα 'πιανε φιλία με τα βιβλία. Θα γύρευε να μάθει από κει, αυτά που του 'κρυβαν οι μεγάλοι πίσω απ' τα παραμύθια που λέγανε αυτοί οι μικροί χάρτινοι «παππούδες» που κάθονται στα γόνατά σου και σου λένε τις ιστορίες τους χωρίς καμώματα και παρακάλια.
Μα στο χωριό, που δούλευε παραπαίδι*, δεν είχε χαρτοπουλειά*. Έπρεπε, λοιπόν, να παρακαλέσει κανένα μπάρμπα απ' αυτούς που κατεβαίνανε στην πολιτεία και πουλούσανε το καλαμπόκι τους να του φέρει ένα. Και μια μέρα αυτό έγινε. Έπιασε έναν τέτοιο γερούλη, του 'βαλε στη χούφτα καναδυό μεταλλίκια* και, «σε παρακαλώ», του λέει, «αν βρεις, εκεί που πας, κανένα βιβλίο που να λέει καλές ιστορίες, πάρ' το μου. Ε; Πολύ θα σε περικαλέσω*, όμως...».
Έβαλε ο παππούς τα μεταλλίκια στην απαλάμη του, τα πασπάτεψε με το δάχτυλο, αναποδογύρισε ένα, για να δει τι έχει από κάτω... έστρωσε με το δάχτυλο τα μουστάκια του... και του τα 'δωσε πίσω. «Πάρ' τα», του λέει. «Αν τα χαρτιά λένε καλά παραμύθια... μου τα λες και μένα και ξεχρεώνουμε. Αν, πάλι, δε λένε, θα σου πάρω ένα αυτί. Ε;...». Το παιδί τρόμαξε. Ο γέρος τότε έβαλε τα γέλια...

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2013

Τα πλοία άραξαν στην όχθη της καρδιάς μας… "Κείνο το βράδυ σώπαιναν οι λύκοι γιατί ουρλιάζανε οι άνθρωποι..."

του Δημήτρη Δαμασκηνού

Λογοτεχνικό αφιέρωμα
(Μέρος Όγδοο)
8. Οδός Αβύσσου αριθμός 0 (1962)

«Κείνο το βράδυ σώπαιναν οι λύκοι γιατί ουρλιάζανε οι άνθρωποι» [1]

Όπλα θέλουμε
Μουσείο Δημοκρατίας στον 'Aη Στράτη - Democracy Museum, Ai Stratis
Με αυτό το σύνθημα υποδέχονταν οι «ανανήψαντες» φαντάροι τους επισήμους κατά τις επισκέψεις τους στη Μακρόνησο. Η «αναμόρφωση» ολοκληρωνόταν με την παραλαβή του όπλου που σηματοδοτούσε τη συμβολική επανένταξη στον εθνικό κορμό. Στη συνέχεια, υπηρετούσαν σε μάχιμα τμήματα του Στρατού. (Σχέδιο για χαρακτικό από το Γ. Φαρσακίδη).


http://img.photobucket.com/albums/v474/skaloumbakas/Politics/makronisos_king_pavlos.jpg

Η λεζάντα της φωτογραφίας γράφει: Αντιπροσωπεία εκ των αναχωρούντων διά το μέτωπον «Μακρονησιωτών» λαμβάνει από τας χείρας της Α.Μ. του Βασιλέως Παύλου τα τιμημένα όπλα.

    Στην αίθουσα του Στρατοδικείου, ο Γιώργης, κεντρικό πρόσωπο στο μυθιστόρημα του Μενέλαου Λουντέμη «Οδός Αβύσσου, Αριθμός 0», βασανισμένος τόσο άγρια στο Μακρονήσι που για να ξαναδεθούν οι σκόρπιες ίνες του μυαλού του έμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα σε νευρολογική κλινική, σηκώνεται όρθιος και με σταθερή φωνή ‘απολογείται’ καταγγέλλοντας μπροστά στους δικαστές του τα βασανιστήρια, τις εκτελέσεις κι αυτήν ακόμα την παρωδία δίκης με το προαποφασισμένο αποτέλεσμα της θανατικής του καταδίκης. Όσα καταγγέλλει προκαλούν –όπως είναι φυσικό- εκνευρισμό στην έδρα: