Οι Βαυαροί, (Γερμανοί) που ήρθαν με τον Όθωνα και κυβέρνησαν την Ελλάδα απολυταρχικά επί τριάντα ολόκληρα χρόνια (1833-1862), θα περιφρονήσουν και θα αγνοήσουν και τους φτωχούς λαϊκούς αγωνιστές του ’21, που είχαν ποτίσει με ποταμούς αιμάτων το δέντρο της λευτεριάς και που τώρα ζητούσαν αποκατάσταση. Ορισμένες φορές η περιφρόνηση αυτή λαμβάνει την μορφή ωμής καταδίωξης και φυσικής εξόντωσης. Κραυγαλέες περιπτώσεις οι θανατικές καταδίκες των πατριωτών στρατηγών Θεοδώρου Κολοκοτρώνη (25 Μαΐου 1834) και Γιάννη Μακρυγιάννη (16 Μαρτίου 1853), του Νικολάου Πλαπούτα, του Βαρβάκη κλπ. «Έτσι δυσαρεστημένη και αγανακτισμένη έσβησε η τάξη των αγωνιστών με το πέρασμα του χρόνου».
Το απαράδεκτο αυτό φαινόμενο βρήκε την έκφρασή του στην λογοτεχνία της εποχής. Στην ποίηση, την πεζογραφία (δηλαδή κυρίως στα Απομνημονεύματα του Αγώνα) και το θέατρο. Οι προοδευτικοί λογοτέχνες του περασμένου αιώνα διεκτραγωδούν την οικονομική εξαθλίωση των αγωνιστών, οι οποίοι, φτωχοί και ρακένδυτοι, ζητιανεύουν για να ζήσουν και μερικοί πεθαίνουν στους δρόμους από την πείνα. Και το ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι, πέρα από τις ιδεολογικές και τεχνοτροπικές διαφορές τους, τα κείμενα αυτά συνδέονται μεταξύ τους με έναν κοινό ηθικό παρονομαστή, ιδιαίτερα ισχυρό και επίμονο. Απέναντι στο ίδιο φαινόμενο η αντίδραση συγγραφέων ποικιλότατης ιδιοσυγκρασίας και παιδείας, από τον Μακρυγιάννη ως τον Αλέξανδρο Σούτσο, διαμορφώνει μιαν ενιαία στάση: πικρή απογοήτευση και επαναστατική διαμαρτυρία.
* Νικηταράς ο Τουρκοφάγος: