Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φρειδερίκος Βίλχελμ Νίτσε - Friedrich Wilhelm Nietzsche. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φρειδερίκος Βίλχελμ Νίτσε - Friedrich Wilhelm Nietzsche. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2023

Βιογραφία του Friedrich Wilhelm Nietzsche - Τάδε Έφη Ζαρατούστρας



Σαν έγινε ο Ζαρατούστρας τριάντα χρονών πια, παράτησε την πατρίδα του και τη λίμνη της πατρίδας του κι ανέβηκε στο βουνό. Εκεί ευφράνθηκε από το πνεύμα του κι από την μοναξιά του, και διαβήκαν δέκα ολάκερα χρόνια χωρίς να βαλαντώσει. Στο τέλος όμως, άλλαξε η καρδιά του- και μιαν αυγή με τα ροδοχαράματα,
σηκώθηκε, πορεύτηκε κατά τον ήλιο, κι αυτά του είπε: 
«Ω, μεγάλο άστρο! Ποια θα 'ταν η ευτυχία σου, αν δεν είχες αυτούς που φωτίζεις!

...{πρέπει να δύσω σαν κι εσένα, καταπώς, λεν οι άνθρωποι που κατεβαίνω ν' ανταμώσω}....

{-Έτσι άρχισε η δύση του Ζαρατούστρα.}

Μέρος τρίτο

«Να βλέπετε κατ' απάνω όταν λαχταράτε την εξύψωση. Κι εγώ κοιτάζω κατά κάτω γιατί είμαι πιο αψηλά! Ποιός από σας μπορεί μαζί και να γελάει και να' ναι και στα ύψη; Όποιος στ' αψηλότερα βουνά ανεβαίνει, αυτός γελάει για όλες τις τραγωδίες: του θεάτρου, και της ζωής τις τραγωδίες».
Ζαρατούστρας «Ανάγνωση και γραφή»

... {Διαβαίνω ανάμεσα σε τούτο το λαό κι έχω τα μάτια μου ανοιχτά, κατάντησαν πολύ μικρά και συνεχίζουν να μικραίνουν ακόμα. Κι η αιτία είναι η διδαχή τους για την ευδαιμονία και την αρετή.

Επειδή είναι ακόμα ταπεινόφρονες στην αρετή τους, με την επιθυμία τους για ανέσεις. . . .

Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2023

Ποια είναι τα τέσσερα μεγάλα λάθη μας κατά τον Νίτσε; - Το λυκόφως των ειδώλων Μέρος 1 έως 4 (youtube)


Ο επιμελητής του βιβλίου Ήρκος Ρ. Αποστολίδης μιλάει για το "Λυκόφως των Ειδώλων" του Φρ. Νίτσε σε αυτήν την συνάντηση στο Πατάρι του Gutenberg. Ακολουθεί συζήτηση με το κοινό.

  

Στο βιβλίο του «Λυκόφως των ειδώλων» ο Νίτσε αναφέρει τέσσερα μεγάλα λάθη που κάνουν οι άνθρωποι. 

Είναι τα εξής: 
Το λάθος της σύγχυσης αιτίας και αποτελέσματος. Δεν υπάρχει πιο επικίνδυνο λάθος από το μπέρδεμα της αιτίας με το αποτέλεσμα. 

Το ονομάζω πραγματική διαφθορά του λογικού. Κι όμως τούτο το λάθος εντάσσεται στις αρχαιότερες και στις νεότερες συνήθειες της ανθρωπότητας: είναι καθαγιασμένο και φέρει το όνομα της «θρησκείας» ή της «ηθικής». Οποια πρόταση διατυπωθεί από τη θρησκεία και την ηθική το περιέχει. Οι ιερείς και οι νομοθέτες ηθικών κανόνων είναι οι γεννήτορες τούτης της διαφθοράς του λογικού

 
Στο βιβλίο του  «Λυκόφως των ειδώλων» ο Νίτσε αναφέρει τέσσερα μεγάλα λάθη που κάνουν οι άνθρωποι. 

Είναι τα εξής:


Το λάθος της σύγχυσης αιτίας και αποτελέσματος. Δεν υπάρχει πιο επικίνδυνο λάθος από το μπέρδεμα της αιτίας με το αποτέλεσμα. Το ονομάζω πραγματική διαφθορά του λογικού. Κι όμως τούτο το λάθος εντάσσεται στις αρχαιότερες και στις νεότερες συνήθειες της ανθρωπότητας: είναι καθαγιασμένο και φέρει το όνομα της «θρησκείας» ή της «ηθικής». Οποια πρόταση διατυπωθεί από τη θρησκεία και την ηθική το περιέχει. Οι ιερείς και οι νομοθέτες ηθικών κανόνων είναι οι γεννήτορες τούτης της διαφθοράς του λογικού. . .

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2023

Ο Σοπενχάουερ ως παιδαγωγός, του Φρ. Νίτσε


Απόσπασμα από το «Ο Σοπενχάουερ ως παιδαγωγός» του Φρ. Νίτσε 
– Διαβάζει η Άννα Ιωαννίδου


Oρίζοντας την εκπαίδευση:

Ο παιδαγωγός σου δεν μπορεί να είναι άλλο από ελευθερωτής σου. Όμως απελευθέρωση σημαίνει απαλλαγή από κάθε ζιζάνιο, σκουπίδι, σκουλήκι, που θέλει να αγγίξει το τρυφερό φύτρο του φυτού, ανάβλυσμα φωτός και θερμότητας, γεμάτος αγάπη βόμβος νυχτερινής βροχής.

Ο ταξιδευτής εκείνος, που είχε δει πολλές χώρες και λαούς και κάμποσες ηπείρους, και τον ρώτησαν ποια ιδιότητα των ανθρώπων συνάντησε παντού, έλεγε: «έχουν μια κλίση στην οκνηρία». 

Σε μερικούς θα φανεί ότι θα μιλούσε σωστότερα και πιο έγκυρα αν έλεγε: «είναι όλοι δειλοί». Κρύβονται κάτω από ήθη και απόψεις.

Κατά βάθος, κάθε άνθρωπος ξέρει καλά πως βρίσκεται στον κόσμο για μία φορά και μόνο, ως κάτι μοναδικό, και πως καμιά άλλη τόσο παράξενη σύμπτωση δε θα συνταιριάξει, για δεύτερη φορά, μια τόσο θαυμάσια πολλαπλότητα σε ενότητα, όπως είναι αυτός: 

το ξέρει αυτό, αλλά το κρύβει σαν μια κακή συνείδηση – για ποιο λόγο; Από φόβο μπρος στον γείτονα, ο οποίος απαιτεί τη σύμβαση, τη στιγμή που και ο ίδιος καλύπτεται με αυτή.

Τι είναι όμως αυτό που αναγκάζει κάποιον να φοβάται τον γείτονα, να σκέφτεται και να πράττει αγεληδόν, και να μην είναι ευχαριστημένος με τον ίδιο του τον εαυτό; 

Η ντροπαλοσύνη, ίσως, για λίγους και σπάνιους. Για τους περισσότερους, όμως, είναι η νωθρότητα, η φυγοπονία, δηλαδή εκείνη η ροπή στην οκνηρία, για την οποία μίλησε ο ταξιδιώτης.

Έχει δίκιο: 

Σάββατο 24 Απριλίου 2021

Φ.Νίτσε: Ο θεός πέθανε - Στοχασμός 125. Μετάφραση από το βιβλίο ‘’Γκέμμα’’ του Δημήτρη Λιαντίνη και Video.


Ο Νίτσε λέγοντας στο “Τάδε έφη Ζαρατούστρας” πως ο θεός πέθανε εννοούσε τον εξωκόσμιο ιουδαιο-χριστιανικό θεό στον οποίο υποτάχθηκε η Δύση μέσα από τα εξουσιαστικά συμφέροντα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας , δυτικής και ανατολικής.

Ο θεός πέθανε σημαίνει για τον γερμανό φιλόσοφο την απόφαση του ανθρώπου της δύσης να απαλλαχθεί από μια σύμβαση να απελευθερωθεί από ένα φάντασμα που η εξουσία του επέβαλε να το πιστεύει ως αληθινό.

Η απαλλαγή από αυτό το φάντασμα είναι η πρώτη πράξη απελευθέρωσης του πνεύματος και της ψυχής από το μη ον, δηλαδή τον εξωκόσμιο θεό των εβραίων που πέρασε στον χριστιανισμό.

Όμως η απόρριψη του μη όντος , του ανύπαρκτου θεού των εβραίων ανοίγει το δρόμο της επιστροφής στο ον, δηλαδή στην πραγματικότητα που περιβάλλει την ανθρώπινη ύπαρξη και που δεν είναι άλλη από την φύση.

Ο θάνατος του θεού εγκαινιάζει μια επιστροφή στην φύση απαλλαγμένη από την εξουσιαστική ψευδαίσθηση και την υποχρέωση της συνείδησης να απολογείται στην εξουσία της κρατικής θρησκείας.

Ο θάνατος του θεού σημαίνει την επανέναρξη της αναζήτησης του πραγματικού και την εδραίωση μιας νέας θεολογίας που θα εδράζεται στην κοσμολογία και εν γένει στην νοητική έρευνα της φύσης.

Ο Νίτσε με αυτή την ρήση ξαναφέρνει στο σύγχρονο κόσμο τον προβληματισμό της προσωκρατικής φιλοσοφίας αλλά και δυναμιτίζει τα “μεταφυσικά” θεμέλια της παπαδοκρατούμενης εξουσίας.

Η νιτσεϊκή φιλοσοφία είναι μια επαναστατική φιλοσοφία απελευθερωτική και αντιεξουσιαστική.

Κανένας δεν μπορεί να επισείει το φόβητρο του θεού γιατί γνωρίζουμε πια πως αυτός ο θεός ήταν και είναι ένα τίποτα , μια εξουσιαστική επινόηση.

Λουκάς Σταύρου
--------------------------------------------------------------------------------------
 Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

  Το Τάδε έφη Ζαρατούστρας ή Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα (γερμ. Also sprach Zarathustra) είναι έργο του Γερμανού φιλόσοφου Νίτσε που θεωρείται ως το σημαντικότερο έργο του. Εκδόθηκε σε τέσσερα μέρη, από το 1883 ως στο 1885.
  
 Σύμφωνα με τον Ζαρατούστρα, όλοι οι άνθρωποι ήταν ίδιοι ενώπιον του θεού. Όταν όμως ο θεός απέθανε, η ισότητα απωλέσθηκε και αυτή, και έτσι οι άνθρωποι έγιναν έρμαιο του όχλου. Στο σημείο αυτό βρίσκεται η ευκαιρία της γέννησης του Υπεράνθρωπου.

Σύμφωνα πάντα με τον Ζαρατούστρα, ο άνθρωπος που εκπληρώνει χρέη γέφυρας με κατάληξη στον Υπεράνθρωπο, πρέπει να αυτοϋπερνικηθεί για να παραχωρήσει την θέση του στον Υπεράνθρωπο. 

Τα χαρακτηριστικά του Υπεράνθρωπου είναι :

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2021

Φρειδερίκος Βίλχελμ Νίτσε - Friedrich Wilhelm Nietzsche: «Ο Θεός είναι νεκρός!» [διαβάζει ο Δημήτρης Λιαντίνης] - Video


Ο Τρελός: Δεν έχετε ακουστά για κείνο τον Τρελό, που μέσα στο ντάλα μεσημέρι άναψε ένα φανάρι, όρμησε στη μέση την Αγορά, και άρχισε να φωνάζει: 
«Ψάχνω για το θεό, ψάχνω για το θεό!»

-  Εκεί υπήρχαν άνθρωποι πολλοί που δεν πίστευαν στο θεό. Και αναμεταξύ τους ο Τρελός ξεσήκωσε άγριο γέλιο. 
Απολέσθηκε, ρε; είπε ο ένας. 
Μήπως έχασε το δρόμο του σαν τα μικρά παιδιά; είπε ο άλλος. 
Μήπως κρύφτηκε κάπου; Μήπως βαρκαρίστηκε σε καράβι, και έσυρε στην ξενιτειά; 
Έτσι ρώταγαν και γελούσαν.

Τότες ο Τρελός πήδηξε καταμεσής στους άθεους, τους κοίταξε άγρια στα μάτια, και είπε:

«Ρωτάτε πού πήγε ο θεός; Εγώ θα σας πώ. Τον σκοτώσαμε! 
Εσείς κι εγώ τον σκοτώσαμε. Όλοι εμείς είμαστε οι φονιάδες του...


Περιφρονούσε τη συστηματική σκέψη. Ύφος ειρωνικό, αφαιρετικό, απλοϊκό, με έναν τρόπο ανεπανάληπτο, έτσι, που τα βιβλία του σήμαιναν αυτά, που ήθελαν οι αναγνώστες να σημαίνουν. 

Στα 1882 ο κόσμος αιφνιδιάζεται: «Ο Θεός είναι νεκρός», διαλαλεί ο Νίτσε
«Δεν έχετε ακούσει για ‘κείνον τον τρελό, που άναψε ένα φανάρι στις λαμπρές ώρες του πρωινού, έτρεξε στην αγορά φωνάζοντας "Αναζητώ το Θεό!"… πολλοί που δεν πίστευαν στο Θεό, στέκονταν γύρω εκείνη τη στιγμή…

-Έχει χαθεί; ρώτησε ένας… κρύβεται; φοβάται; – …φώναζαν και γέλαγαν. 
Ο τρελός: «Πού είναι ο Θεός; …Θα σας πω. Τον έχουμε σκοτώσει – εσείς κι εγώ! Όλοι είμαστε οι δολοφόνοι του!… Πώς το κάναμε αυτό; …Προς τα πού κινούμαστε; Μακριά από όλους τους ήλιους; …Δεν ακούμε τίποτα εκτός από το θόρυβο των νεκροθαφτών… θάβουν το Θεό; Δεν μυρίζουμε τίποτα… μόνο τη θεία αποσύνθεση; 

Ο Θεός είναι νεκρός!… παραμένει νεκρός!… τον έχουμε σκοτώσει! Πώς θα παρηγορηθούμε, οι δολοφόνοι όλων των δολοφόνων; Ό,τι ήταν ιερότερο και τρανότερο στον κόσμο πέθανε ματωμένο από τα μαχαίρια μας. Ποιος θα σκουπίσει αυτό το αίμα από πάνω μας; …Δεν είναι το μεγαλείο αυτής της πράξης πολύ μεγάλο για μας; Δεν πρέπει εμείς οι ίδιοι να γίνουμε Θεοί, ώστε να φανούμε αντάξιοι;». 

Ιδού: Ολοζώντανο πνεύμα κορύφωσης ∙ άνθρωπος, που ξιφούλκησε με την παράδοση του γερμανικού πνεύματος αναποδογυρίζοντας ορίζοντα και παραδοχές. 

Λόγος αφοριστικός, λυρικός, συχνά ποιητικός ∙ Άλλωστε οι αληθινοί φιλόσοφοι και ποιητές… “Ridendo dicere severum” – «Γελώντας λέγονται τα σοβαρά». 
  
Να η πιο κομψή, η πιο πολύτιμη «φλυαρία». Χορευτική απεικόνιση της ζωής στην πιο κυριολεκτική μορφή, όχι με τρόπο στάσιμο, αλλά διαρκώς αλλιώτικο ∙ όχι στο «πιάτο», μα σε εικόνες – ζωγραφιές, προσβλητικές, μοναχικές, κατακόρυφες, συχνά ακατανόητες ∙ φαρδιά-πλατιά αλληγορικές. 

Αποφθέγματα συνοπτικά. Μαστιγώνουν την ύπαρξη με την πιο βαθιά ουλή: «Φιλελευθερισμός: με άλλα λόγια, αγελαία αποκτήνωση», «Όταν χαιρετώ έναν θρησκομανή, αισθάνομαι την ανάγκη να πλύνω τα χέρια μου», «Η κουλτούρα και το κράτος είναι ανταγωνιστές: το ένα ζει εις βάρος του άλλου, το ένα ανθεί εις βάρος του άλλου». 

Ανάγνωση και γραφή έπρεπε να είναι πράξεις αυτοδημιουργίας:

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2021

Νίκος Καζαντζάκης γνώρισε τη σύζυγό του, Ελένη - "Το εγώ και εσύ αφανίζονται. Αγαπώ θα πει χάνομαι..." [ Friedrich Nietzsche (ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ)]


Η ιδιωτική ζωή του Νίκου Καζαντζάκη, όταν ζούσε αλλά και μετά το θάνατο του, λεηλατήθηκε όσο ο βίος ολίγων επώνυμων.

Τι είναι αγάπη;

Δεν είναι συμπόνια μήτε καλοσύνη.
Στη συμπόνια είναι δύο, αυτός που πονά κι αυτός που συμπονάει.
Στην καλοσύνη είναι δύο, αυτός που δίνει κι αυτός που δέχεται.

Μα στην αγάπη είναι ένα.

Σμίγουν οι δύο και γίνονται ένα. 

Δεν ξεχωρίζουν. 

Το εγώ και εσύ αφανίζονται.

Αγαπώ θα πει χάνομαι.

Νίκος Καζαντζάκης - [Friedrich Nietzsche

Νίκος Καζαντζάκης και Ελένη Σαμίου. "Ο Νίκος ήταν τέλειος σύζυγος και σύντροφος. Δεν γεννήθηκε ποτέ κανενός είδους πρόβλημα ανάμεσα μας. Ταιριάξαμε σε όλα..."

Η ιδιωτική ζωή του Νίκου Καζαντζάκη, όταν ζούσε αλλά και μετά το θάνατο του, λεηλατήθηκε όσο ο βίος ολίγων επώνυμων. ...

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2020

Νίτσε:«Απ’όλα όσα έχουν γραφτεί,αγαπώ μόνο αυτό που γράφει κανείς με το αίμα του


Στις 25 Αυγούστου του 1900, πεθαίνει απο πνευμονία σε ηλικία 55 ετών, ένας εκ των σημαντικότερων φιλοσόφων:

  • Δες την αγέλη που περνάει από μπροστά σου βοσκωντας :Δεν ξέρει τί πάει να πει χτες, τί σήμερα, πετάγετ’ εδώ κι εκεί, τρώει, ξαπλώνει, χωνεύει, ξαναπετάγεται, κι αυτό από το πρωί ως το βράδυ κι από μέρα σε μέρα, δεμένη με κοντό σκοινί σε ό,τι την ευχαριστεί ή την δυσαρεστεί, δηλαδή στον πάσσαλο της στιγμής και για τούτο μήτε βαριόθυμη μήτε μπουχτισμένη. Βλέποντάς το αυτό ο άνθρωπος παθαίνει, γιατί απέναντι στο ζώο παινεύεται για την ανθρωπιά του, κι όμως από την άλλη βλέπει με ζήλεια την ευτυχία του ζώου – γιατί κι ο ίδιος θέλει αυτό μόνο : να ζει δίχως κόρο και δίχως πόνους όμοια με το ζώο :γιατί δε μου μιλάς για την ευτυχία σου αλλά μονάχα με κοιτάς; Το ζώο θέλει κι αυτό να του απαντήσει και να του πει ότι “εγώ πάντοτε ξεχνώ αμέσως τί ήθελα να πω” – ωστόσο την ξέχασε κι όλας αυτήν την απάντηση και δεν είπε τίποτα, έτσι ώστε ο άνθρωπος έμεινε με την απορία.Φρίντριχ Νίτσε – Ιστορία και Ζωή(Απόσπασμα)

  • Η ανάγκη για πίστη, για κάποιο είδος ανεπιφύλακτου «Ναι» ή «Όχι», είναι μια ανάγκη που γεννιέται από την αδυναμία. Ο άνθρωπος της πίστης, ο «πιστός» κάθε είδους, είναι αναγκαστικά ένας εξαρτώμενος άνθρωπος· ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να βάλει τον εαυτό ως σκοπό, ένας άνθρωπος που δεν μπορεί καθόλου να βάλει κάποιον σκοπό από μόνος του. Ο «πιστός» δεν ανήκει στον εαυτό του, μπορεί μόνο να είναι ένα μέσο, πρέπει να χρησιμοποιείται, έχει ανάγκη να υπάρχει κάποιος που να τον χρησιμοποιεί. Το ένστικτό του αποδίδει τη μεγαλύτερη τιμή σε μια ηθική αποκήρυξης του εαυτού του· όλα τον πείθουν να ακολουθήσει αυτήν την πορεία: Η σύνεση του, η πείρα του, η κενοδοξία του. Κάθε είδος πίστης είναι μια έκφραση αυτοαποκήρυξης, αυτοαποξένωσης… Ο πιστός δεν είναι ελεύθερος να έχει επίγνωση των ερωτημάτων του «αληθούς» και του «αναληθούς»· η ακεραιότητα θα ήταν στην περίπτωση αυτή καταστροφή του. Η παθολογική εξάρτηση της οπτικής τους, μετατρέπει τους πιστούς σε φανατικούς…Φρίντριχ Νίτσε-Αντίχριστος(Απόσπασμα)

  • Κάθε άνθρωπος με το να κάνει το καλό η το κακό, εξασκεί τη δύναμη του σε άλλους…και δεν ζητά τίποτε περισσότερο. Κάνοντας το κακό, εξασκείς τη δύναμη σου σ’ όλους εκείνους που είσαι αναγκασμένος να τους κάνεις να την νοιώσουν, να την αισθανθούν, γιατί το κακό, ο πόνος δηλαδή, για τον σκοπό αυτό, είναι ένα μέσο περισσότερο αισθητό από την ηδονή. Ο πόνος πάντοτε ζητά να μάθει την αιτία του, ενώ η ηδονή έχει την τάση να κλείνεται στον εαυτό της και να μην γυρίζει να κοιτάξει προς τα πίσω. Κάνοντας το καλό ή με το να επιθυμούμε το καλό των άλλων, εξασκούμε τη δύναμη μας σε όλους εκείνους που, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, εξαρτώνται κιόλας από μας (δηλ. που έχουν συνηθίσει να μας σκέπτονται σαν αιτία τους). Προσπαθούμε να αυξήσουμε την δύναμη τους γιατί έτσι μεγαλώνουμε και τη δική μας δύναμη ή θέλουμε να τους αποδείξουμε πόσο κερδισμένοι είναι που βρίσκονται στην εξουσία μας. Έτσι θα τους ικανοποιεί περισσότερο η κατάσταση τους, θα κάνουν εχθρούς, τους εχθρούς της δικής μας δύναμης και θα είναι περισσότερο έτοιμοι να τους πολεμήσουν. Το γεγονός ότι κάνουμε θυσίες για το καλό ή το κακό ακόμα κι αν παίζουμε κορώνα – γράμματα τη ζωή μας, όπως ο μάρτυρας κάνει θυσία για το πιστεύω του, για την εκκλησία του και τότε πάλι κάνουμε θυσίες για την ανάγκη μας για δύναμη ή για να διατηρήσουμε το συναίσθημα της δύναμης μας. Αν συλλαμβάναμε σε όλη του την έκταση το “κατέχω την αλήθεια”, πόσα και πόσα αγαθά δεν θα αφήναμε στην άκρη για να διατηρήσουμε το συναίσθημα αυτό!Φρίντριχ Νίτσε-Η θεωρία του σκοπού της ζωής(Απόσπασμα)

Ο Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε (15 Οκτωβρίου 1844-25 Αυγούστου 1900) ήταν γερμανός φιλόσοφος, ποιητής και φιλόλογος. Θεωρείται ένας από τους πρώτους Υπαρξιστές φιλόσοφους. Έγραψε δοκίμια πάνω στη θρησκεία, την ηθική, τον πολιτισμό, τη φιλοσοφία, τις επιστήμες.

Ο Νίτσε υπήρξε ιδεολόγος της ελευθερίας και πολέμιος του ολοκληρωτισμού και του σωβινισμού. Το έργο του επηρέασε μια ολόκληρη σειρά σύγχρονων διανοητών και καλλιτεχνών.

Ο Νίκος Καζαντζάκης γράφει για τον Φ. Νίτσε

Μια μέρα εκεί που διάβαζα σκυμμένος στη Βιβλιοθήκη της Άγιας Γενεβιέβης, μια κοπέλα με ζύγωσε κι έγειρε από πάνω μου. Κρατούσε ανοιχτό ένα βιβλίο κι είχε βάλει το χέρι της κάτω από τη φωτογραφία ενός αντρός που ‘χε το βιβλίο, για να κρύψει τ’ όνομά του, και με κοίταζε με κατάπληξη. -Ποιος είναι αυτός; με ρώτησε δείχνοντάς μου την εικόνα. Σήκωσα τους ώμους: -Πώς θέλετε να ξέρω; Είπα.

-Μα είστε εσείς, έκαμε η κοπέλα, εσείς, απαράλλαχτος. Κοιτάχτε το μέτωπο, τα πυκνά φρύδια, τα βαθουλά μάτια. Μονάχα που αυτός είχε χοντρά κρεμαστά μουστάκια, κι εσείς δεν έχετε.

Κοίταξα αλαφιασμένος: -Ποιος είναι λοιπόν; Έκανα προσπαθώντας ν’ αναμερίσω το χέρι της κοπέλας, να δω τ’ όνομα.

-Δεν τον γνωρίζετε; Πρώτη φορά τον βλέπετε;

Ο Νίτσε! Ο Νίτσε! Είχα ακούσει τ’ όνομά του, μα δεν είχα ακόμα τίποτα διαβάσει δικό του.

-Δε διαβάσατε τη Γένεση της Τραγωδίας, το Ζαρατούστρα του; Για τον Αιώνιο Γυρισμό, για τον Υπεράνθρωπο;

-Τίποτα, τίποτα, απαντούσα ντροπιασμένος, τίποτα.

-Περιμένετε! Είπε κι έφυγε η κοπέλα πεταχτή.

Σε λίγο μου ‘φερνε το Ζαρατούστρα.

-Να, είπε γελώντας, να λιονταρίσια θροφή για το μυαλό σας – αν έχετε μυαλό. Κι αν το μυαλό σας πεινάει.

Ετούτη στάθηκε μια από τις πιο αποφασιστικές στιγμές της ζωής μου. Εδώ, στη Βιβλιοθήκη της Άγιας Γενεβιέβης, με τη μεσολάβηση μιας άγνωστης φοιτήτριας, μου ‘χε στήσει καρτέρι η μοίρα μου. Εδώ με περίμενε, φλογερός, αιματωμένος, μεγάλος πολεμιστής, ο Αντίχριστος. Στην αρχή με κατατρόμαξε. Τίποτα δεν του ‘λειπε: αναίδεια κι αλαζονεία, μυαλό απροσκύνητο, λύσσα καταστροφής, σαρκασμός, κυνισμός, ανόσιο γέλιο, όλα τα νύχια, τα δόντια και τα φτερά του Εωσφόρου.

Μα με είχε συνεπάρει η ορμή του κι η περηφάνια, με είχε μεθύσει ο κίντυνος και βυθίζουμουν μέσα στο έργο του με λαχτάρα και τρόμο, σα να ‘μπαινα σε βουερή ζούγκλα, γεμάτη πεινασμένα θεριά και ζαλιστικά σερνικολούλουδα. Βιάζουμουν να τελειώσουν τα μαθήματα στη Σορβόννη, να βραδιάσει, να γυρίσω σπίτι, να ‘ρθει η σπιτονοικοκυρά να ανάψει το τζάκι και ν’ ανοίξω τα βιβλία του –πυργώνουνταν όλα απάνω στο τραπέζι μου– και να αρχίζω μαζί του το πάλεμα.

Σιγά σιγά είχα συνηθίσει τη φωνή του, την κομμένη ανάσα του, τις κραυγές του πόνου του. Δεν ήξερα, τώρα το μάθαινα, πως κι ο Αντίχριστος αγωνίζεται κι υποφέρει όπως κι ο Χριστός και πως κάποτε, στις στιγμές του πόνου τους, τα πρόσωπά τους μοιάζουν. Ανόσιες μου φάνταζαν βλαστήμιες τα κηρύγματά του, κι ο Υπεράνθρωπός του δολοφόνος του Θεού.

Κι όμως μια μυστική γοητεία είχε ο αντάρτης ετούτος, μαυλιστικό ξόρκι τα λόγια του, που ζάλιζε και μεθούσε κι έκανε την καρδιά σου να χορεύει. Αλήθεια, ένας χορός διονυσιακός ο στοχασμός του, ένας όρθιος παιάνας που υψώνεται θριαμβευτικά στην πιο ανέλπιδη στιγμή της ανθρώπινης κι υπερανθρώπινης τραγωδίας. Καμάρωνα, χωρίς να το θέλω, τη θλίψη του, την παλικαριά του και την αγνότητα και τις στάλες τα αίματα που περιράντιζαν το μέτωπό του, σαν να φορούσε και τούτος, ο Αντίχριστος, αγκάθινο στεφάνι.

Σιγά σιγά, χωρίς να το ‘χω διόλου συνειδητά στο νου μου, οι δυο μορφές, Χριστός κι Αντίχριστος, έσμιγαν. Δεν ήταν λοιπόν ετούτοι οι δυο, προαιώνιοι οχτροί, δεν είναι ο Εωσφόρος αντίμαχος του Θεού, μπορεί ποτέ το Κακό να μπει στην υπηρεσία του Καλού και να συνεργαστεί μαζί του; Με τον καιρό όσο μελετούσα το έργου του αντίθεου προφήτη, ανέβαινα από σκαλί σε σκαλί σε μια μυστική παράτολμη ενότητα. Το Καλό και το Κακό, έλεγα, είναι οχτροί, να το πρώτο σκαλοπάτι της μύησης.

Το Καλό και το Κακό είναι συνεργάτες, αυτό είναι το δεύτερο, το πιο αψηλό σκαλοπάτι της μύησης. Το Καλό και το Κακό είναι ένα! Αυτό ‘ναι το πιο αψηλό, όπου ως τώρα μπόρεσα να φτάσω σκαλοπάτι. […] Λιονταρίσια η τροφή που με τάισε ο Νίτσε στην πιο κρίσιμη, την πιο πεινασμένη στιγμή της νιότης. Θράσεψα, δεν μπορούσα πια να χωρέσω στο σημερινό άνθρωπο, όπως εκατάντησε, μήτε στο Χριστό, όπως τον κατάντησαν.

Α! φώναζα αγαναχτισμένος, η παμπόνηρη θρησκεία που μετατοπίζει τις αμοιβές και τιμωρίες σε μελλούμενη ζωή, για να παρηγορήσει τους σκλάβους, τους κιότηδες, τους αδικημένους, και να μπορέσουν να βαστάξουν αγόγγυστα τη σίγουρη ετούτη επίγεια ζωή και να σκύβουν υπομονετικά το σβέρκο στους αφεντάδες! Τι οβραίικη Αγία Τράπεζα η θρησκεία ετούτη, που δίνεις μια πεντάρα στην επίγεια ζωή κι εισπράττεις αθάνατα εκατομμύρια στην άλλη! Τι απλοϊκότητα, τι πονηριά, τι τοκογλυφία! Όχι, δεν μπορεί να ‘ναι λεύτερος που ελπίζει Παράδεισο ή που φοβάται την Κόλαση.

Ντροπή πια να μεθούμε στις ταβέρνες της ελπίδας! Ή κάτω στα υπόγεια του φόβου. Πόσα χρόνια και δεν το ‘χα καταλάβει, κι έπρεπε να ‘ρθει ο άγριος ετούτος προφήτης να μου ανοίξει τα μάτια! […] Κι άξαφνα η Εκκλησία του Χριστού, όπως την κατάντησαν οι ρασοφόροι, μου φάνταξε μια μάντρα, όπου μερόνυχτα βελάζουν, ακουμπώντας το ένα στο άλλο, χιλιάδες πρόβατα κυριεμένα από πανικό κι απλώνουν το λαιμό κι αγλείφουν το χέρι και το μαχαίρι που τα σφάζει. Κι άλλα τρέμουν γιατί φοβούνται πως θα σουβλίζουνται αιώνια στις φλόγες, κι άλλα βιάζουνται να σφαχτούν για να βόσκουν στους αιώνες των αιώνων σε αθάνατο ανοιξιάτικο χορτάρι.[…]

https://indicator.gr/nitseapola-osa-echoyn-grafteiagapo-mono-ayto-poy-grafei-kaneis-me-to-aima-toy

====================
 "O σιωπών δοκεί συναινείν"

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020

Τρία ποιήματα του Φρ. Νίτσε λίγο πριν το τέλος του

Ο ήλιος πέφτει.
Για πολύ ακόμη, ω φλογισμένη καρδιά, δε θα διψάς!
Μια υπόσχεση, από άγνωστα χείλη,
στον αέρα, μ’ ακραγγίζει,
πέφτει η μεγάλη ψύχρα…
Ο ήλιος θερμός, στεκότανε το μεσημέρι, πάνωθέ μου:
σας χαιρετώ, ω σεις που έρχεστε πνεύματα
δροσερά των απογευμάτων, άνεμοι αιφνίδιοι!
Περνά ξένος και αγνός, ο αγέρας.
με λοξό, μαυλιστικό βλέμμα
δε με κοιτάζει η
νύχτα; Δυνατή μείνε, ω
δυνατή καρδιά μου,
και: Γιατί; Μη ρωτήσεις!
Βράδι της ζωής μου!
Γέρνει ο ήλιος.

Μέρα της ζωής μου,
γέρνει ο ήλιος,
αρυτίδωτο απλώνεται, κιόλας,
το κύμα, χρυσωμένο.
Ζέστα αναδίνει ο βράχος:
πάνω του δεν κοιμίζει η 
ευτυχία, μέσα στο μεσημέρι.
τον ύπνο της; Ακόμη
παίζει η ευτυχία, πάνω σε μαύρο
βάραθρο, μέσα σε πράσινα φώτα.
Μέρα της ζωής μου,
βραδιάζεις!
Το μάτι σου λάμπει
μισοσβησμένο κιόλας,
κιόλας τις σταγόνες σου,
γαλήνια κυλά, πάνω 
σε γαλακτερή θάλασσα, η πορφύρα
του έρωτά σου, η στερνή σου
δισταχτική ευδαιμονία…

Μελαμψή νύχτα, και στεκόμουν,
δεν πάει πολύς καιρός, επάνω
σ’ ένα γεφύρι. Μακρυά κάπου
τραγουδούσανε: Χρυσές σταγόνες,
πάνω απ’ τη ριγηλή επιφάνεια
του νερού, αναπηδούσαν
και χάνονταν. Γόνδολες, φώτα,
μουσική – έπλεαν μεθυσμένα
μες στο λυκόφως…
Έγχορδο όργανο η ψυχή μου,
από αόρατα δάχτυλα κρουσμένη,
κρυφά τραγουδιόταν, ένα
τραγούδι γόνδολας, ριγώντας
από ποικίλη ευδαιμονία.
Την άκουγε, άραγε, κανένας;
Από το βιβλίο Φρειδερίκος Νίτσε του Ντανιέλ Αλεβύ, εκδόσεις Γκοβόστη
Διαβάστε περισσότερα εδώ
=====================
 "O σιωπών δοκεί συναινείν"