Όσο πλησιάζουμε προς την ημέρα που το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης θα στήσει εσωκομματικές κάλπες, τόσο γίνεται πιο εμφανές το κύριο κριτήριο με βάση το οποίο θα αποφασίσει η κοινωνική βάση του κόμματος για το ποιο πρόσωπο θα διαδεχθεί τον Κώστα Καραμανλή: Την κούρσα για την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας θα κερδίσει όποιο από τα δυο πρόσωπα που συγκρούονται, μιλήσει πιο πειστικά στην καρδιά κι συγχρόνως στο μυαλό του ΝεοΔημοκράτη. Η Ντόρα Μπακογιάννη είπε στη Συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής ότι θέλει να την ψηφίσουν και με την καρδιά τους, και με το μυαλό τους. Από την άλλη, ο Αντώνης Σαμαράς στη χθεσινή (4-11-09) μεγάλη ομιλία του στο θέατρο Μπάντμιντον στο Γουδή, άρχισε να ξεδιπλώνει την πολιτική του πλατφόρμα. Σε αυτήν θα αναφερθούμε σε τούτη την ανάρτηση.
Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι Μπακογιάννη και Σαμαράς εκφράζουν διακριτές πολιτικές θέσεις και προτεραιότητες για τη Νέα Δημοκρατία, ότι δηλαδή η σύγκρουση της 2ης Νοεμβρίου δεν αφορά, όπως μερικοί υποστήριζαν, τις προσωπικές φιλοδοξίες δυο ατόμων που λένε και θα κάνουν τα ίδια πράγματα, αλλά δυο διαφορετικές στρατηγικές για την ελληνική Κεντροδεξιά. Κι αυτό κάνει την μάχη της κάλπης πολύ πιο ενδιαφέρουσα.
Από τις επτά θέσεις που ανέπτυξε χθες ο Σαμαράς, οι πέντε αφορούν στην κοινωνία ευρύτερα και οι δυο κυρίως στον μικρόκοσμο της Νέας Δημοκρατίας. Το αν θα έλθουν οι φίλοι και γνωστοί των Νεοδημοκρατών να ψηφίσουν ελάχιστα ενδιαφέρει την κοινωνία. Το ίδιο και η ενότητα του συγκεκριμένου ή άλλου κόμματος. Αρχή άνδρα (ή γυναίκα…) δείκνυσι, και συνεπώς η ελληνική κοινωνία αναμένει συγκεκριμένες κινήσεις από τη νέα ηγεσία, προκειμένου να αξιολογήσει τις προοπτικές της Νέας Δημοκρατίας. Όλα τα άλλα αφορούν τους οργανωμένους ΝεοΔημοκράτες, όχι την ευρύτερη κοινωνία.
Η ιδεολογία της Νέας Δημοκρατίας
Το ζήτημα της ιδεολογικής ταυτότητας της ΝΔ συνιστά βασικό σημείο διαφοροποίησης του Σαμαρά από την Μπακογιάννη. Ο χθεσινός ομιλητής στο Μπάντμιντον προβαλε μια καθαρή ιδεολογική πλατφόρμα, αρνούμενος ουσιαστικά τη στρατηγική του «μεσαίου χώρου», σε αντίθεση με την κύρια αντίπαλό του, η οποία προκρίνει την αμφίπλευρη διεύρυνση της ΝΔ. Ο μεν Σαμαράς θέτει ως πρώτη προτεραιότητα την ιδεολογική συνειδητοποίηση του χώρου ως προϋπόθεση πολιτικής κυριαρχίας, η δε Μπακογιάννη τη διεύρυνση των ορίων του πριν από τις ιδεολογικές σκιαμαχίες. Ο Σαμαράς τόνισε χθες σχετικά με αυτό το ζήτημα: «Να συνθέσουμε την Πατρίδα με την Ανταγωνιστικότητα. Να συνθέσουμε την Ελευθερία στην επιχειρηματικότητα με το κράτος-διαιτητή, που δεν υποκαθιστά τον επιχειρηματία, αλλά εξαλείφει τις στρεβλώσεις των αγορών και διευκολύνει την διάχυση ευημερίας και ευκαιριών». Τα ζητήματα αυτά επεξηγούν την ιδεολογική του αναφορά, λλά ασφαλώς χρειάζονται εξειδίκευση. Ο κόσμος σήμερα δεν αρκείται στο «τι» ζητεί να μάθει και το «πώς».
Ποιος από τους δυο διεκδικητες της προεδρίας της ΝΔ έχει δίκιο; Δύσκολο να πούμε, αν αναλογιστούμε δυο πράγματα: Πρώτον, ότι ο Καραμανλής έγινε πρωθυπουργός και ιδεολογικά κυρίαρχος μέσα από τη στρατηγική του «μεσαίου χώρου» δηλαδή υιοθετώντας τη στρατηγική που σήμερα προκρίνει η Μπακογιάννη. Από την άλλη, ο Παπανδρέου δεν έκανε κανένα άνοιγμα του χώρου του, απλώς τον βοήθησε να συνδεθεί με τα ιστορικά του νάματα –όπως λέει τώρα ο Σαμαράς- και κέρδισε με 10 μονάδες τις πρόσφατες εκλογές.
Η πολιτική αυτοπεποίθηση
Η αναφορά του Σαμαρά στην αυτοπεποίθηση των ΝεοΔημοκρατών, του δίνει σημαντική ώθηση στην προεκλογική εκστρατεία: «πρέπει να τελειώνουμε με τα στερεότυπα -ή μάλλον τα συμπλέγματα- της μεταπολιτευτικής περιόδου. Που μας υποχρέωναν να απολογούμαστε για ο,τιδήποτε είναι αναπτυξιακό ή εθνικό…». Το ζήτημα έχει ευρύτερη αξία, σε μια κοινωνία όπως η σύγχρονη ελληνική, η οποία κυριαρχείται από τις αριστερές αντιλήψεις του άκρατου κρατισμού, της επιδότησης, της ολοένα και μεγαλύτερης αναδιανομής (δείτε τη σύγκρουση περί του ποιος θα πάρει το επίδομα αλληλεγγύης που αποφάσισε η Κυβέρνηση), και των κάθε λογής λογικών και παράλογων «κεκτημένων». Αν ο Σαμαράς (ή η Μπακογιάννη…) αποφασίσει να εξειδικεύσει και να τονίσει αυτό το χαρακτηριστικό, θεωρώ ότι θα κερδίσει ευρύτερα και δυναμικά στρώματα της κοινωνίας που ασφυκτιούν με τη σημερινή κατάσταση.
Ισχυρή Ελλάδα στην Ευρώπη
Σημαντική είναι και η αναφορά του Σαμαρά για μια Ελλάδα ισχύος και εκτοπίσματος στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης: «υπάρχουν κάποιοι, πραγματικά ακραίοι, που μπερδεύουν την Ένωση της Ευρώπης με τη διάλυση των εθνών της, δηλαδή με την αναίρεση της Ιστορίας της. Αλλά η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση είναι σύγκλιση εθνικών κρατών, όχι διάλυσή τους. Είναι σύγκλιση εθνικών πολιτισμών, όχι ισοπέδωσή τους». Σε αυτά δεν διαφωνεί κανείς, ωστόσο η πραγματικότητα είναι πως στην Ευρώπη του σήμερα (και των τελευταίων 30 ετών, θα πρόσθετα) ισχυρό κράτος στην ευρώπη είναι κατξεοχήν το ανταγωνιστικό κράτος στην οικονομία και την Παιδεία. Ισχυρή είναι η Γερμανία, ισχυρή είναι και η Φιλανδία. Οι γενικές αναφορές, λοιπόν, πρέπει να συμπληρωθου΄ν εκ μέρους του Σαμαρά από τον συγκεκριμένο δρόμο για το πώς η οικονομία μας θα γίνει ισχυρή, πώς η Παιδεία μας θα γίνει ανταγωνιστική. Εκτός από το «τι», οι πολίτες θέλουν να ακούσουν και το «πώς».
Η Νέα Μεταπολίτευση
Και σε αυτόν τον τομέα ο Αντώνης Σαμαράς ανέπτυξε το «τι», που συνεπαίρνει τους Έλληνες, αλλά δεν εξειδίκευσε στο «πώς». Πώς θα γίνει «οι νέοι θα έχουν ισότητα στις ευκαιρίες και προοπτικές σταδιοδρομίας, οι επιχειρηματίες και οι επαγγελματίες θα ανταγωνίζονται με ίσους όρους, ο Πολίτης θα νιώθει ασφάλεια και ο κατηγορούμενος θα έχει εμπιστοσύνη στην απονομή δικαιοσύνης». Αυτά σήμερα δεν γίνονται, παρά που είναι παλλαϊκά αιτήματα των πολιτών.
Συμπερασματικά, ο Αντώνης Σαμαράς χθες περιέγραψε το όραμά του για την αυριανή ελληνική κοινωνία και τη θέση της Νέας Δημοκρατίας μέσα σε αυτήν. Το όραμα αυτό ανταποκρίνεται στις προσδοκίες μεγάλης, πολύ μεγάλης μερίδας των Ελλήνων, φυσικά και όσων στηρίζουν τη Νέα Δημοκρατία και θα ψηφίσουν στις 29 Νοεμβρίου.
Ο Σαμαράς, όμως, έχει αναλάβει από χθες μια υποχρέωση έναντι της βάσης της ΝΔ, την οποία πρέπει να εκπληρώσει μέχρι την ημέρα της κάλπης: Να εξηγήσει με ποιους συγκεκριμένους τρόπους το όραμά του θα υπερνικήσει παραμορφώσεις, ισχυρά συμφέροντα, υπαρκτές ανάγκες των Ελλήνων πολιτών, παθογένειες της οικονομίας και του κράτους που αποδείχθηκαν ως τώρα ανίκητες. Αν τα εξηγήσει με έναν ρηξικέλευθο και συγκεκριμένο τρόπο, θα νικήσει στις εκλογές. Αλλιώς οι περιγραφές του θα παραμείνουν ένα ελκυστικό, αλλά θολό όραμα, που η σκληρή πραγματικότητα για άλλη μια φορά θα τσαλαπατήσει. Περιμένουμε με μεγάλο ενδιαφέρον τη συνέχεια.-