Ο Τρελός: Δεν έχετε ακουστά για κείνο τον Τρελό, που μέσα στο ντάλα μεσημέρι άναψε ένα φανάρι, όρμησε στη μέση την Αγορά, και άρχισε να φωνάζει:
«Ψάχνω για το θεό, ψάχνω για το θεό!»
- Εκεί υπήρχαν άνθρωποι πολλοί που δεν πίστευαν στο θεό. Και αναμεταξύ τους ο Τρελός ξεσήκωσε άγριο γέλιο.
Απολέσθηκε, ρε; είπε ο ένας.
Μήπως έχασε το δρόμο του σαν τα μικρά παιδιά; είπε ο άλλος.
Μήπως κρύφτηκε κάπου; Μήπως βαρκαρίστηκε σε καράβι, και έσυρε στην ξενιτειά;
Έτσι ρώταγαν και γελούσαν.
Τότες ο Τρελός πήδηξε καταμεσής στους άθεους, τους κοίταξε άγρια στα μάτια, και είπε:
«Ρωτάτε πού πήγε ο θεός; Εγώ θα σας πώ. Τον σκοτώσαμε!
Εσείς κι εγώ τον σκοτώσαμε. Όλοι εμείς είμαστε οι φονιάδες του...
Στα 1882 ο κόσμος αιφνιδιάζεται: «Ο Θεός είναι νεκρός», διαλαλεί ο Νίτσε:
«Δεν έχετε ακούσει για ‘κείνον τον τρελό, που άναψε ένα φανάρι στις λαμπρές ώρες του πρωινού, έτρεξε στην αγορά φωνάζοντας "Αναζητώ το Θεό!"… πολλοί που δεν πίστευαν στο Θεό, στέκονταν γύρω εκείνη τη στιγμή…
-Έχει χαθεί; ρώτησε ένας… κρύβεται; φοβάται; – …φώναζαν και γέλαγαν.
Ο τρελός: «Πού είναι ο Θεός; …Θα σας πω. Τον έχουμε σκοτώσει – εσείς κι εγώ! Όλοι είμαστε οι δολοφόνοι του!… Πώς το κάναμε αυτό; …Προς τα πού κινούμαστε; Μακριά από όλους τους ήλιους; …Δεν ακούμε τίποτα εκτός από το θόρυβο των νεκροθαφτών… θάβουν το Θεό; Δεν μυρίζουμε τίποτα… μόνο τη θεία αποσύνθεση;
Ο Θεός είναι νεκρός!… παραμένει νεκρός!… τον έχουμε σκοτώσει! Πώς θα παρηγορηθούμε, οι δολοφόνοι όλων των δολοφόνων; Ό,τι ήταν ιερότερο και τρανότερο στον κόσμο πέθανε ματωμένο από τα μαχαίρια μας. Ποιος θα σκουπίσει αυτό το αίμα από πάνω μας; …Δεν είναι το μεγαλείο αυτής της πράξης πολύ μεγάλο για μας; Δεν πρέπει εμείς οι ίδιοι να γίνουμε Θεοί, ώστε να φανούμε αντάξιοι;».
Ιδού: Ολοζώντανο πνεύμα κορύφωσης ∙ άνθρωπος, που ξιφούλκησε με την παράδοση του γερμανικού πνεύματος αναποδογυρίζοντας ορίζοντα και παραδοχές.
Λόγος αφοριστικός, λυρικός, συχνά ποιητικός ∙ Άλλωστε οι αληθινοί φιλόσοφοι και ποιητές… “Ridendo dicere severum” – «Γελώντας λέγονται τα σοβαρά».
Να η πιο κομψή, η πιο πολύτιμη «φλυαρία». Χορευτική απεικόνιση της ζωής στην πιο κυριολεκτική μορφή, όχι με τρόπο στάσιμο, αλλά διαρκώς αλλιώτικο ∙ όχι στο «πιάτο», μα σε εικόνες – ζωγραφιές, προσβλητικές, μοναχικές, κατακόρυφες, συχνά ακατανόητες ∙ φαρδιά-πλατιά αλληγορικές.
Αποφθέγματα συνοπτικά. Μαστιγώνουν την ύπαρξη με την πιο βαθιά ουλή: «Φιλελευθερισμός: με άλλα λόγια, αγελαία αποκτήνωση», «Όταν χαιρετώ έναν θρησκομανή, αισθάνομαι την ανάγκη να πλύνω τα χέρια μου», «Η κουλτούρα και το κράτος είναι ανταγωνιστές: το ένα ζει εις βάρος του άλλου, το ένα ανθεί εις βάρος του άλλου».
Ανάγνωση και γραφή έπρεπε να είναι πράξεις αυτοδημιουργίας: